ΕλΣυν/Τμ.6/205/2007
Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου
Από τις ανωτέρω διατάξεις, σε συνδυασμό με γενική αρχή του δικαίου των δημοσίων συμβάσεων, η οποία απορρέει από τις αρχές της διαφάνειας και της ίσης μεταχείρισης των συμμετεχόντων στους δημόσιους διαγωνισμούς, συνάγεται ότι τόσο το πρακτικό αξιολόγησης και βαθμολόγησης των προσφορών των διαγωνιζομένων όσο και οι αποφάσεις των αρμόδιων επιτροπών επί σχετικών ενστάσεων – προσφυγών, πρέπει να περιλαμβάνουν σαφή, ειδική και επαρκή αιτιολογία της περιέχουσας σ’ αυτά κρίσης με αναφορά σε συγκεκριμένα στοιχεία τα οποία ελήφθησαν υπόψη αυτοτελώς και συγκριτικά, ώστε αφενός να μην καταλείπεται αμφιβολία ως προς την ορθή εφαρμογή των κριτηρίων που θέτει η διακήρυξη και ο νόμος και αφετέρου να καθίσταται εφικτός ο έλεγχος νομιμότητας από το Ελεγκτικό Συνέδριο (βλ. Πρξ. Τμ. VI 224/2006). Είναι δε η αιτιολογία πλήρης και επαρκής όταν περιλαμβάνει τα στοιχεία εκείνα από τα οποία προκύπτει η συνδρομή των προϋποθέσεων του νόμου και ειδικά όσον αφορά το πρακτικό τεχνικής αξιολόγησης, όταν παρατίθενται τα στοιχεία εκείνα από τα οποία προκύπτει ότι πληρούνται τα κριτήρια τεχνικής αξιολόγησης και οι λοιποί όροι σχετικά με τις τεχνικές απαιτήσεις που τίθενται με τη διακήρυξη και το νόμο. Μόνο εφόσον υπάρχει αιτιολογία σύμφωνα με τα ανωτέρω ειδική και σαφής, είναι δυνατή η συμπλήρωσή της με στοιχεία του φακέλου.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΣτΕ/751/2008
Διαγωνισμός εκπόνησης μελέτης. Αίτηση αναστολής εκτελέσεως αποφάσεως με την οποία βαθμολογήθηκαν οι τεχνικές προσφορές των διαγωνιζομένων. 7. Επειδή, ανεξαρτήτως της παρανομίας της προσβαλλομένης αποφάσεως που διαπιστώνεται στην προηγούμενη σκέψη, παρατηρούνται, περαιτέρω, τα εξής: Στις παρατεθείσες ανωτέρω διατάξεις του άρθρου 7 παρ. 9 του ν. 3316/2005 δεν προβλέπεται, ρητώς, αρμοδιότητα της Προϊσταμένης Αρχής να προχωρήσει η ίδια, μετά από αναπομπή του πρακτικού βαθμολόγησης στην Επιτροπή Διαγωνισμού και σε περίπτωση νέας διαφωνίας, στην αναβαθμολόγηση των τεχνικών προσφορών των διαγωνιζομένων. Και υπό την υποστηριζόμενη όμως από τη Διοίκηση ερμηνευτική εκδοχή, σύμφωνα με την οποία, στην περίπτωση αυτή, η Προϊσταμένη Αρχή είναι αρμόδια να αναβαθμολογήσει, η ίδια, τις τεχνικές προσφορές, κατ' ανάλογη εφαρμογή του, μη εφαρμοζομένου ευθέως, άρθρου 6 παρ. 10 του ίδιου νόμου, πάντως η απόφαση της Προϊσταμένης Αρχής περί αναβαθμολογήσεως πρέπει, κατά ρητή πρόβλεψη της τελευταίας αυτής διατάξεως, να είναι «ειδικά αιτιολογημένη». Εν προκειμένω, και όπως εκτίθεται στη δεύτερη σκέψη, η Προϊσταμένη Αρχή προέβη, με την προσβαλλόμενη απόφαση, μετά την από 29.9.2006 αναπομπή του πρακτικού ΙΙ στην Επιτροπή Διαγωνισμού και την αναβαθμολόγηση, από την επιτροπή, των τεχνικών προσφορών των διαγωνιζομένων, σε νέα αναβαθμολόγηση των προσφορών αυτών, χωρίς να παραθέτει ειδική αιτιολογία για την αναβαθμολόγηση αυτή. Τέτοια ειδική αιτιολογία, άλλωστε, δεν μπορεί να θεωρηθεί η παρατιθέμενη στην ανωτέρω, από 29.9.2006, απόφαση περί αναπομπής του Πρακτικού ΙΙ στην Επιτροπή Διαγωνισμού. Με τα δεδομένα όμως αυτά, η προσβαλλόμενη πράξη είναι, προδήλως, μη νόμιμη, ως αναιτιολόγητη, όπως βασίμως προβάλλεται με την οικεία αίτηση ακυρώσεως. 8. Επειδή, η προσβαλλόμενη πράξη είναι, για τους λόγους που εκτίθενται στις δύο προηγούμενες σκέψεις, προδήλως παράνομη και συνεπώς η εκτέλεσή της πρέπει να ανασταλεί, κατά παραδοχή των σχετικών λόγων της κρινόμενης αιτήσεως. Εξυπακούεται ότι η Διοίκηση μπορεί, μέχρι τη συζήτηση της οικείας αιτήσεως ακυρώσεως, να εκδώσει εκ νέου πράξη αναβαθμολόγησης των τεχνικών προσφορών των διαγωνιζομένων, η οποία πρέπει να υπογράφεται αρμοδίως και να φέρει ειδική αιτιολογία, κατά τα προεκτεθέντα.”
ΕΣ/Τ6/13/2008
Ελ.Συν./Τμ.VΙ/13/2008.Δημόσιες συμβάσεις εκπόνησης μελετών και παροχής συναφών υπηρεσιών. Το πρακτικό αξιολόγησης της ελεγχθείσας διαδικασίας διαγωνισμού διέπεται από τις ειδικές διατάξεις του άρθρου 7 παρ. 6 και 8 του νόμου 3316/2005 και η αιτιολογία του είναι τυποποιημένη. Η αιτιολογία αρκεί να προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου. «Με τα δεδομένα αυτά, το Τμήμα άγεται στην κρίση ότι μη νομίμως το Κλιμάκιο έκρινε ως ελλιπή την αιτιολογία του ανωτέρω Πρακτικού αξιολόγησης των τεχνικών προσφορών των διαγωνιζομένων. Και τούτο διότι η σύνταξη του πρακτικού αξιολόγησης της ελεγχθείσας διαδικασίας διαγωνισμού διέπεται από τις ειδικές διατάξεις του άρθρου 7 παρ. 6 και 8 του νόμου 3316/2005, καθώς και του άρθρου 4.4 της διακήρυξης, οι οποίες τυποποιούν την αιτιολογία του πρακτικού αυτού, με βάση τα κριτήρια που θέτουν και καθορίζουν τη βαρύτητα καθενός από αυτά. Επομένως τη λεκτική διατύπωση της αιτιολογίας την παρέχει ο ίδιος ο νόμος και η διακήρυξη, με συνέπεια η βαθμολόγηση κατά κριτήριο να είναι αυτή καθαυτή η ουσιαστική αιτιολόγηση του διαγωνισμού. Η ανωτέρω επιλογή του νομοθέτη επιβάλλεται από την ίδια τη φύση του μελετητικού αντικειμένου, καθόσον ο υπό κρίση διαγωνισμός αφορά τεχνολογία αιχμής, με εξαιρετικά σύνθετη μεθοδολογία, που οδηγεί σε πολυσέλιδες προσφορές, με αποτέλεσμα ακόμα και μία συνοπτική επιγραμματική αιτιολόγηση της συγκριτικής (μεταξύ των διαγωνιζομένων ) αξιολόγησης της Επιτροπής θα ελάμβανε αναπόφευκτα τον χαρακτήρα μιας εκτενούς επιστημονικής πραγματείας, η οποία μάλιστα εξ αυτού του άκρως τεχνικού περιεχομένου της θα ήταν απροσπέλαστη και κατ` αποτέλεσμα ανέλεγκτη κατά τη διαδικασία του προληπτικού ελέγχου νομιμότητας του σχεδίου σύμβασης. Η απομάκρυνση από την οριοθέτηση της αιτιολογίας με τα τυποποιημένα κριτήρια που θέτει ο νόμος και η ίδια η διακήρυξη (άρ.4.4), θα είχε ως αποτέλεσμα τον έλεγχο επί τεχνικών κρίσεων και επιστημονικών θεμάτων με συνέπεια ο έλεγχος νομιμότητας να μετατρέπεται σε ουσιαστικό επιστημονικό-τεχνικό έλεγχο, ο οποίος ευρίσκεται εκτός των ορίων του θεσμοθετημένου από το νομοθέτη ελέγχου και θα είχε ως αποτέλεσμα να τίθενται σε κίνδυνο οι κρίσιμες αξίες της διαφάνειας, της ισότητας και της αντικειμενικότητας. Περαιτέρω, το Κλιμάκιο μη νομίμως έλεγξε την πληρότητα και το ορισμένο της αιτιολογίας με βάση μόνον τα διαλαμβανόμενα στο ίδιο το σώμα του πρακτικού ΙΙ/24.9.2007 και τούτο διότι στην περίπτωση κατά την οποία οι διέπουσες την έκδοση της πράξης διατάξεις δεν προβλέπουν ρητά ότι η αιτιολογία πρέπει να προκύπτει από το σώμα της πράξης, τότε αρκεί να προκύπτει αυτή από τα στοιχεία του φακέλου (ΣτΕ 276/1983, 4165/1984 κ.α.). Τέλος είναι απορριπτέος ως αβάσιμος και ο ισχυρισμός των αιτούντων ότι ακόμη και αν υφίστατο η ανωτέρω πλημμέλεια της αιτιολογίας, αυτή θα μπορούσε να εξεταστεί από το Κλιμάκιο μόνο στην περίπτωση που είχαν ασκηθεί σχετικές ενστάσεις εκ μέρους των διαγωνιζομένων, δοθέντος ότι η αιτιολογία της βαθμολόγησης των προσφορών ελέγχεται αυτεπάγγελτα από το Κλιμάκιο, κατά τη διαδικασία του προληπτικού ελέγχου νομιμότητας της σύμβασης, ως ζήτημα αναγόμενο στην νομιμότητα έκδοσης των εκτελεστών διοικητικών πράξεων την οποία όπως ήδη σημειώθηκε ελέγχει αυτεπάγγελτα ο Δικαστικός σχηματισμός του Κλιμακίου. VΙ. Κατ΄ακολουθίαν, δοθέντος ότι το Κλιμάκιο που έκρινε αντιθέτως, θεωρώντας πλημμελή την αιτιολόγηση της βαθμολόγησης των τεχνικών προσφορών, εσφαλμένα ερμήνευσε και εφάρμοσε το νόμο, το Τμήμα, σύμφωνα και με όσα έγιναν δεκτά στην προηγούμενη σκέψη (V) της παρούσας, άγεται στην κρίση ότι οι κρινόμενες αιτήσεις ανακλήσεως πρέπει να γίνουν δεκτές και να ανακληθεί η προσβαλλόμενη με αυτές 401/2007 πράξη του Ζ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου.»
ΣτΕ/1128/2009
Μελέτες.Τεχνική και Επαγγελματική ικανότητα «Με την ένστασή της κατά του πρακτικού της Επιτροπής Διαγωνισμού η αιτούσα σύμπραξη ,είχε προβάλει ότι τα συμπράττοντα γραφεία έπρεπε να αποκλεισθούν από τον διαγωνισμό, διότι ο συμπράττων μελετητής δεν διέθετε την απαιτούμενη ειδική τεχνική και επαγγελματική ικανότητα εφόσον δεν προσκόμισε πιστοποιητικά των εργοδοτών δημοσίων φορέων περί καλής εκτελέσεως των μελετών που είχε εκπονήσει. Η αιτίαση αυτή απερρίφθη με την επί της ενστάσεως απόφαση του Ειδικού Γραμματέως του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, με την ειδικότερη αιτιολογία ότι η ειδική τεχνική και επαγγελματική ικανότητα του ως άνω μέλους της σύμπραξης θα εξετασθεί στο μεταγενέστερο στάδιο του ελέγχου των φακέλων των τεχνικών προσφορών. Η αιτιολογία αυτή δεν είναι νόμιμη.εφόσον ορίζεται στη διακήρυξη, ότι οι ενδιαφερόμενοι για την ανάθεση της εκπόνησης μελετών οφείλουν, εκτός από το τυπικό προσόν του πτυχίου, να διαθέτουν και «ειδική τεχνική και επαγγελματική ικανότητα», η οποία αποδεικνύεται από την εκπόνηση μελετών, παρομοίων με την υπό ανάθεση κατά την τελευταία πενταετία και προς απόδειξη της ικανότητας αυτής προσκομίζεται κατάλογος των κυριοτέρων παρομοίων μελετών, συνοδευόμενος, εφόσον πρόκειται για μελέτες που έχουν εκπονηθεί για λογαριασμό δημοσίου φορέα, από πιστοποιητικά του εργοδότη, η συνδρομή της προϋπόθεσης της ειδικής τεχνικής και επαγγελματικής ικανότητας ελέγχεται στο πρώτο στάδιο του διαγωνισμού, κατά τον έλεγχο του φακέλου των «δικαιολογητικών συμμετοχής».
ΕΣ/ΚΛ.Ζ/22/2019
Υλοποίηση Κεντρικού Συστήματος Διακίνησης Εγγράφων....Με τα δεδομένα αυτά, εφόσον στο σχετικό Πρακτικό της αρμόδιας Επιτροπής Διαγωνισμού δεν περιλαμβάνεται βαθμολόγηση της τεχνικής προσφοράς της μοναδικής υποψήφιας αναδόχου, συνοδευόμενη από ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, με συνέπεια να μην εξειδικεύεται προσηκόντως το κριτήριο της πλέον συμφέρουσας από οικονομική άποψη προσφοράς και να μην προκύπτει σαφώς ότι καλύπτονται οι τεχνικές προδιαγραφές της διακήρυξης χωρίς αποκλίσεις, λαμβανομένου μάλιστα υπόψη ότι δεν αναδεικνύονται τα συγκεκριμένα εκείνα στοιχεία του φακέλου του διαγωνιζομένου που αξιολογήθηκαν από την Επιτροπή και οδήγησαν στην αποδοχή της τεχνικής προσφοράς, το Κλιμάκιο κρίνει ότι εκ της διαπιστωθείσας ως άνω ουσιώδους πλημμέλειας, κωλύεται η υπογραφή του υποβληθέντος προς έλεγχο σχεδίου σύμβασης.
ΕΣ/Τ1/58/2003
Οι απόφασεις απόσπασης πρέπει να περιέχουν σαφή, ειδική και πλήρη αιτιολογία για τη συνδρομή των συγκεκριμένων όλως εξαιρετικών περιπτώσεων, που καθιστούν αναγκαία την πραγματοποίηση της απόσπασης ή οι τελευταίες να προκύπτουν ευθέως από τα στοιχεία του φακέλου,
ΕΣ/ΚΛ.Ε/39/2020
Αναβάθμιση κτιριακών εγκαταστάσεων και ηλεκτρομηχανολογικού εξοπλισμού- προσυμβατικός έλεγχος νομιμότητας....Με τα δεδομένα αυτά, ανεξαρτήτως του ότι πριν από την αποδοχή των διευκρινίσεων με την ως άνω απόφαση του Δ.Σ. έπρεπε να είχε προηγηθεί η σχετική κρίση της αρμόδιας Επιτροπής Διαγωνισμού επ’ αυτών, σε κάθε περίπτωση πάντως προκύπτει ότι, ακόμη και μετά την αποδοχή των διευκρινίσεων, δεν συντάχθηκε Πρακτικό της αρμόδιας Επιτροπής Διαγωνισμού για τη βαθμολόγηση της τεχνικής προσφοράς της μοναδικής υποψήφιας αναδόχου, συνοδευόμενη από ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, με συνέπεια να μην εξειδικεύεται προσηκόντως και νομίμως το κριτήριο της πλέον συμφέρουσας από οικονομική άποψη προσφοράς και να μην προκύπτει σαφώς ότι καλύπτονται οι τεχνικές προδιαγραφές της διακήρυξης χωρίς αποκλίσεις, καθόσον δεν αναδεικνύονται τα συγκεκριμένα εκείνα στοιχεία του φακέλου του διαγωνιζομένου, που τελικώς οδήγησαν στην αποδοχή της τεχνικής προσφοράς.
ΕΣ/ΚΛ.Ζ/8/2018
Αναβάθμιση κτιριακών εγκαταστάσεων και ηλεκτρομηχανολογικού εξοπλισμού..Με τα δεδομένα αυτά, ανεξαρτήτως του ότι πριν από την αποδοχή των διευκρινίσεων με την ως άνω απόφαση του Δ.Σ. έπρεπε να είχε προηγηθεί η σχετική κρίση της αρμόδιας Επιτροπής Διαγωνισμού επ’ αυτών, σε κάθε περίπτωση πάντως προκύπτει ότι, ακόμη και μετά την αποδοχή των διευκρινίσεων, δεν συντάχθηκε Πρακτικό της αρμόδιας Επιτροπής Διαγωνισμού για τη βαθμολόγηση της τεχνικής προσφοράς της μοναδικής υποψήφιας αναδόχου, συνοδευόμενη από ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, με συνέπεια να μην εξειδικεύεται προσηκόντως και νομίμως το κριτήριο της πλέον συμφέρουσας από οικονομική άποψη προσφοράς και να μην προκύπτει σαφώς ότι καλύπτονται οι τεχνικές προδιαγραφές της διακήρυξης χωρίς αποκλίσεις, καθόσον δεν αναδεικνύονται τα συγκεκριμένα εκείνα στοιχεία του φακέλου του διαγωνιζομένου, που τελικώς οδήγησαν στην αποδοχή της τεχνικής προσφοράς.
ΕλΣυν/Κλ.Ζ/263/2008
Από τις ανωτέρω διατάξεις, σε συνδυασμό με τις αρχές της διαφάνειας και της ίσης μεταχείρισης των διαγωνιζομένων, που διέπουν τις διαδικασίες ανάθεσης δημόσιων συμβάσεων και επιβάλλουν, σε κάθε περίπτωση, αιτιολόγηση της επιλογής του αναδόχου, προκύπτει ότι η Αναθέτουσα Αρχή, κατά το στάδιο αξιολόγησης και βαθμολόγησης των τεχνικών προσφορών των συμμετεχόντων, οφείλει να αιτιολογεί ειδικά, με αναφορά σε συγκεκριμένα στοιχεία των τεχνικών προσφορών τους, την δοθείσα σε αυτούς βαθμολογία στα αναφερόμενα στο άρθρο 22 της προκήρυξης επιμέρους κριτήρια (Πληρότητα και αρτιότητα της εκτίμησης του αντικειμένου της μελέτης – πληρότητα και ορθότητα του σχολιασμού του, αποτελεσματικότητα των προτάσεων για την αντιμετώπιση τυχόν προβλημάτων). Η παραπάνω όμως εκ του νόμου υποχρέωση αιτιολόγησης της δοθείσας βαθμολογίας δεν μπορεί να γίνει δεκτό ότι εκπληρώνεται στην περίπτωση που διατυπώνονται γενικού και συμπερασματικού χαρακτήρα παρατηρήσεις επί των τεχνικών προσφορών των διαγωνιζομένων, χωρίς να παρατίθενται τα ειδικότερα εκείνα στοιχεία που αιτιολογούν αυτές και κατ΄ επέκταση δικαιολογούν τις βαθμολογικές αποκλίσεις, καθόσον διαφορετικά ο δικαστικός έλεγχος νομιμότητας επί της πληρότητας και σαφήνειας της σχετικής κρίσης της αναθέτουσας αρχής θα καθίστατο αδύνατος (βλ. σχετ. Πράξεις 205/2007, 224/2006 VI Τμ. Ε.Σ).
ΕΣ/ΤΜ.6/261/2017
Αντιπλημμυρικά έργα...Mε τα δεδομένα αυτά, κατά την κρατήσασα άποψη του Τμήματος, ορθώς η Αναπληρώτρια Επίτροπος έκρινε ότι η βαθμολόγηση των διαγωνιζομένων σε όλα τα κριτήρια και υποκριτήρια παρίσταται πλημμελώς αιτιολογημένη στερούμενη της προσήκουσας ειδικότητας, λαμβανομένου υπόψη του γεγονότος ότι τεχνικές προσφορές που έλαβαν πανομοιότυπους λεκτικούς χαρακτηρισμούς παρουσιάζουν διαφοροποίηση ως προς την αριθμητική βαθμολογία που έλαβαν, παρά το γεγονός ότι η διατυπωθείσα λεκτική αιτιολόγηση επί των επιμέρους στοιχείων των κριτηρίων και υποκριτηρίων ταυτίζεται πλήρως, χωρίς περαιτέρω να εξειδικεύονται τα συγκεκριμένα εκείνα ποιοτικά στοιχεία των προσφορών που αξιολογήθηκαν από την Επιτροπή Διαγωνισμού και δικαιολογούν τη διαφορετική βαθμολόγηση (ΣτΕ (ΕΑ) 71/2009 σκ.8, 1273/2010 σκ. 10, 213/2011). Ειδικότερα, από την επισκόπηση του πίνακα που περιέχεται στο σχετικό Πρακτικού ΙΙ προκύπτει ότι αναφορικά με το Κριτήριο 1ο U1 για κάθε υποψήφιο επαναλαμβάνεται η λεκτική διατύπωση του κριτηρίου αυτού, όπως αυτό αναφέρεται στο άρθρο 22 της διακήρυξης και προστίθενται μόνο οι λεκτικοί χαρακτηρισμοί «πολύ καλή» και «άριστη» κατά περίπτωση και αριθμητική αποτύπωση της βαθμολογίας, βάσει του πίνακα αντιστοίχησης των χαρακτηρισμών αυτών (πολύ καλή, κ.λ.π.) με κλίμακα βαθμολογίας που παρατίθεται στο προοίμιο του εν λόγω πρακτικού. Συγκεκριμένα για τους διαγωνιζόμενους με α/α 1,5,6,11,19 τέθηκε ο ίδιος λεκτικός χαρακτηρισμός «πολύ καλή», πλην όμως η αριθμητική βαθμολογία τους παρουσιάζει διαφοροποίηση και ανέρχεται σε 85,89,88,86 και 87, αν και παραπλεύρως διατυπώνονται και για τους πέντε «παρατηρήσεις –σχόλια» (αιτιολόγηση) με πανομοιότυπη φρασεολογία, χωρίς καμία ειδική μνεία των δεδομένων των προσφορών τους και των στοιχείων που αξιολογήθηκαν. Περαιτέρω, για τα διαγωνιζόμενα σχήματα με α/α 2,4,9,15,16 και 20 και αυτά με α/α 3,10,13 δόθηκε ο λεκτικός χαρακτηρισμός «άριστη», πλην όμως η βαθμολογία στην μεν πρώτη ως άνω ομάδα διαγωνιζομένων είναι 90 και στη δεύτερη 91, αν και διατυπώθηκε ταυτόσημος σχολιασμός, χωρίς όμως να εντοπίζονται τα τεχνικά εκείνα στοιχεία των προσφορών που οδήγησαν στην ίδια ή τη διαφορετική αυτή βαθμολόγηση. Ομοίως ανεπαρκή αιτιολόγηση εμφανίζει και η αξιολόγηση των υποψηφίων με α/α 7,14 και 17, οι προσφορές των οποίων έλαβαν τον ίδιο λεκτικό χαρακτηρισμό «άριστη» με πανομοιότυπο σχολιασμό που όμως δεν συνοδεύεται από κανενός είδους αναφορά σε συγκεκριμένα στοιχεία του φακέλου κάθε διαγωνιζομένου, παρότι η βαθμολογία για την α/α 14 σύμπραξη ήταν 93 και για τα συμμετέχοντα σχήματα α/α 7 και 17 ήταν 94. Η ίδια πρακτική εμφανίζεται και κατά την αξιολόγηση των προσφορών στο πλαίσιο του υποκριτηρίου U2Α του Κριτηρίου 2, καθόσον παρουσιάζεται εξίσου αναιτιολόγητη διαφοροποίηση ως προς την αριθμητική βαθμολογία που έλαβαν οι τεχνικές προσφορές, για τις οποίες διατυπώθηκε όμοιος λεκτικός χαρακτηρισμός και σχολιασμός. Συγκεκριμένα, οι προσφορές α) των διαγωνιζομένων με α/α 1, 2, 6 και 19, αν και έλαβαν λεκτικό χαρακτηρισμό «πολύ καλή» και πανομοιότυπο σχολιασμό, ωστόσο βαθμολογήθηκαν αντιστοίχως με 86, 83, 89 και 87, β) της σύμπραξης με α/α 7 που βαθμολογήθηκε με 91 σε σχέση με τους διαγωνιζόμενους με α/α 5,13,14,20 που βαθμολογήθηκαν με 90, παρόλο που έλαβαν τον ίδιο λεκτικό χαρακτηρισμό «άριστη» και ταυτόσημο σχολιασμό και γ) των διαγωνιζομένων με α/α 3,4,9 και 17 που έλαβαν επίσης λεκτικό χαρακτηρισμό «άριστη» και σχολιασμό που ταυτίζεται απολύτως, ωστόσο βαθμολογήθηκαν με 95, 93, 96 και 94, αντίστοιχα, χωρίς σε καμία από τις ανωτέρω περιπτώσεις να γίνεται συγκριτική αξιολόγηση των δεδομένων και των ποιοτικών στοιχείων εκάστης προσφοράς. Τέλος, η ίδια πλημμέλεια της αξιολόγησης επαναλαμβάνεται και στο πλαίσιο του υποκριτηρίου U2Β του Κριτηρίου 2, καθόσον οι προσφορές των διαγωνιζομένων σχημάτων με α/α 8,9,16,18 και 19 που έλαβαν τον ίδιο λεκτικό χαρακτηρισμό «πολύ καλή» και όμοια αιτιολόγηση στα επιμέρους στοιχεία του υποκριτηρίου βαθμολογήθηκαν με 88 ή 89, ενώ και οι λοιπές προσφορές με α/α 1,2,3,4,5,6,7,10,11,12,13,15,15,17και 20 που έλαβαν λεκτικό χαρακτηρισμό «άριστη» και πανομοιότυπη αιτιολόγηση βαθμολογήθηκαν με 90, 91 ή και 92, χωρίς και πάλι να αναδεικνύονται τα επιμέρους εκείνα στοιχεία των προσφορών που αξιολογήθηκαν και οδήγησαν σε χαμηλότερη, υψηλότερη ή και ίδια βαθμολογία.
ΣτΕ/944/2007/ΕΑ
ΣτΕ/ ΕΑ 944/2007.Τέλος, το άρθρο 17 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας, που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 2690/1999 (Α΄ 45), ορίζει ότι: «1. Η ατομική διοικητική πράξη πρέπει να περιέχει αιτιολογία, η οποία να περιλαμβάνει τη διαπίστωση της συνδρομής των κατά νόμο προϋποθέσεων για την έκδοσή της. 2. Η αιτιολογία πρέπει να είναι σαφής, ειδική, επαρκής και να προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, εκτός αν προβλέπεται ρητώς στο νόμο ότι πρέπει να περιέχεται στο σώμα της πράξης . 3…» 9. Επειδή, από τις προπαρατεθείσες διατάξεις συνάγεται ότι για την επιλογή του γραφείου μελετών στο οποίο θα ανατεθεί η εκπόνηση μελέτης πρέπει να αξιολογούνται τα ουσιαστικά προσόντα των μελετητικών γραφείων ή σχημάτων που έχουν εκδηλώσει ενδιαφέρον και να λαμβάνεται υπ’ όψη η δυνατότητά τους για την προσήκουσα εκτέλεση της υπό ανάθεση μελέτης, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στο άρθρο 7 παρ. 6 του ν. 3316/2005 κριτήρια, η αξιολόγηση δε αυτή του αρμοδίου οργάνου πρέπει να αιτιολογείται ειδικώς και να βασίζεται σε συγκριτική εκτίμηση των προσόντων των διαγωνιζομένων. Ειδικότερα, σε ότι αφορά την αξιολόγηση των τεχνικών προσφορών των διαγωνιζομένων, η σχετική κρίση της Επιτροπής Διαγωνισμού πρέπει να αιτιολογείται ειδικώς με την παράθεση συγκεκριμένων στοιχείων εκ των αναφερομένων στην παρ. 4 του άρθρου 7 του ν. 3316/2005, ανταποκρινομένων στα κριτήρια της παρ. 6 του άρθρου τούτου, σε περίπτωση δε υποβολής ενστάσεως κατά του πρακτικού βαθμολόγησης των τεχνικών προσφορών, το αποφαινόμενο επ’ αυτής αρμόδιο όργανο οφείλει να αιτιολογήσει τη σχετική κρίση του, ενόψει και των προβαλλομένων από τον ενιστάμενο ουσιωδών και κρίσιμων ισχυρισμών .