Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΕλΣυν/Τμ.6/3037/2010

Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 118/2007

Περαιτέρω, στις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 8 του ιδίου ως άνω π.δ. (60/2007) ορίζεται ότι : «1. Ο υπολογισμός της εκτιμώμενης αξίας μιας δημόσιας σύμβασης βασίζεται στο συνολικό πληρωτέο ποσό, εκτός Φ.Π.Α., όπως προσδιορίζεται από την αναθέτουσα αρχή. Στον υπολογισμό αυτό, λαμβάνεται υπόψη το εκτιμώμενο συνολικό ποσό, συμπεριλαμβανομένων τόσο του τυχόν προβλεπόμενου δικαιώματος προαιρέσεως όσο και των τυχόν παρατάσεων της σύμβασης. (…) 2. Η αποτίμηση πρέπει να ισχύει κατά το χρόνο αποστολής της προκήρυξης διαγωνισμού (…)» και στο άρθρο 1 παρ. 2 της 58192/29.12.1999 κοινής απόφασης των Υπουργών Οικονομικών, Ανάπτυξης και Γεωργίας «Έγκριση Κανονισμού Προμηθειών Οργανισμού Πληρωμών και Ελέγχου Κοινοτικών Ενισχύσεων Προσανατολισμού και Εγγυήσεων “Ο.Π.Ε.Κ.Ε.Π.Ε.”» (ΦΕΚ Β΄ 61/28.1.2000) ορίζεται ότι : « Για κάθε περίπτωση που δεν αντιμετωπίζεται από τον παρόντα κανονισμό έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του Π.Δ. 394/96 (ΦΕΚ 266/Α/96)». Στο άρθρο 2 παρ. 1 και 2 του π.δ. 394/1996 «Κανονισμός Προμηθειών Δημοσίου» (ΦΕΚ Α΄ 266) – όπως και στις ταυτόσημου περιεχομένου διατάξεις του π.δ. 118/2007 (ΦΕΚ Α΄ 150) - ορίζεται ότι : «1. Οι όροι της διακήρυξης διαγωνισμού πρέπει να είναι σαφείς και πλήρεις. 2. Στις περιπτώσεις ανοικτού διαγωνισμού, η διακήρυξη περιλαμβάνει τουλάχιστον τα ακόλουθα : α) (…) β) (…) ιστ) Τις προϋποθέσεις αναπροσαρμογής του τιμήματος, εφόσον κρίνεται ότι απαιτείται τέτοιος όρος, ιζ) Τους αναγκαίους όρους, απόκλιση από τους οποίους συνεπάγεται απόρριψη της προσφοράς». Από τις ως άνω διατάξεις προκύπτει ότι σε επίπεδο κοινοτικού δικαίου, αναγνωρίζεται η δυνατότητα παρατάσεως της αρχικής συμβάσεως με μονομερή πράξη της αναθέτουσας αρχής και η αξία της συνυπολογίζεται στην αξία της αρχικής συμβάσεως προκειμένου να εφαρμοσθεί η κοινοτική νομοθεσία. Στο εθνικό δίκαιο, από τη διάταξη, με την οποία χορηγείται εξουσιοδότηση προς τα αρμόδια διοικητικά όργανα να προσδιορίσουν τα αναγκαία στοιχεία τα οποία θα περιέχει η διακήρυξη, προκύπτει ότι μπορούν να προστεθούν σε αυτήν και άλλοι όροι προκειμένου να εξασφαλισθεί η καλύτερη εκτέλεση της προκηρυχθείσας υπηρεσίας. Το συμπέρασμα αυτό ενισχύεται από τη διατύπωση της διατάξεως («τουλάχιστον»), από την ενδεικτική απαρίθμηση που ακολουθεί, αλλά και από τις περιπτώσεις ιστ΄ και ιζ΄ της ίδιας παραγράφου, οι οποίες ρητά προβλέπουν τη δυνατότητα προσθήκης νέων στοιχείων και όρων. Ωστόσο, η διακήρυξη δεν μπορεί να περιέχει όρους αντίθετους με άλλους κανόνες δικαίου, δεδομένου ότι κάτι τέτοιο θα έθετε αυτούς (όρους) εκτός εξουσιοδοτικού πλαισίου. Επομένως, δεν απαγορεύεται, κατ’ αρχάς, η πρόβλεψη σε διακήρυξη ανοικτού διαγωνισμού για την επιλογή αναδόχου παροχής υπηρεσιών, όρου, σύμφωνα με τον οποίο παρέχεται στη Διοίκηση, η δυνατότητα παρατάσεως του χρόνου ισχύος της συμβάσεως, αφ’ ενός διότι η δυνατότητα μονομερούς επεμβάσεως στις συμβατικές σχέσεις είναι ένα από τα στοιχεία που χαρακτηρίζουν τη σύμβαση ως διοικητική, αφ’ ετέρου διότι η δυνατότητα αυτή ρυθμίζεται από την εξουσιοδοτική για την έκδοση της οικείας διακηρύξεως διάταξη, υπό την προϋπόθεση ότι ο όρος περί παρατάσεως δεν αντίκειται σε άλλους κανόνες δικαίου όπως οι γενικές αρχές του ανταγωνισμού και της διαφάνειας στην ανάληψη και εκτέλεση των δημοσίων υπηρεσιών. Κριτήρια, προκειμένου να θεωρηθεί νόμιμος ο όρος περί παρατάσεως της συμβάσεως, είναι: α) να αναφέρεται σε υπηρεσίες ίδιες με αυτές της αρχικής συμβάσεως, των οποίων η παροχή γίνεται με τους ίδιους ακριβώς όρους όπως και η αρχική -συμπεριλαμβανομένου του τιμήματος, χωρίς δυνατότητα προσαυξήσεων - και β) η διάρκειά της να μην εκτείνεται σε τέτοιο βαθμό ώστε, λαμβανομένου υπ’ όψιν του χρόνου ισχύος της αρχικής συμβάσεως, αλλά και του είδους των εκάστοτε παρεχομένων υπηρεσιών, να οδηγεί σε καταστρατήγηση της δυνατότητας διενέργειας δημόσιου διαγωνισμού και ανάπτυξης ανταγωνισμού μεταξύ των επιχειρήσεων του οικείου κλάδου παροχής υπηρεσιών. Προκειμένου δε περί βραχύβιων συμβάσεων μονοετούς ή διετούς διάρκειας, η παράταση δεν δύναται να υπερβαίνει το χρονικό όριο ισχύος των αρχικών συμβάσεων. Τέλος, στην περίπτωση κατά την οποία ο όρος περί παρατάσεως της αρχικής συμβάσεως κρίνεται νόμιμος, πρέπει η αξία της παρατεινόμενης συμβάσεως να συνυπολογίζεται με την αξία της αρχικής, προκειμένου να εξευρεθεί εάν εφαρμόζεται το εθνικό ή το κοινοτικό δίκαιο (βλ. Πρ. IV Τμ. Ελ. Συν. 15/2008, 162/2007).

Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΕλΣυν/Τμ.6/270/2011

Από τις ως άνω διατάξεις (π.δ.60/2007)προκύπτει ότι σε επίπεδο κοινοτικού δικαίου, αναγνωρίζεται η προβλεπόμενη από τη διακήρυξη, δυνατότητα παρατάσεως της αρχικής συμβάσεως με μονομερή πράξη της αναθέτουσας αρχής και η αξία της συνυπολογίζεται στην αξία της αρχικής συμβάσεως προκειμένου να εφαρμοσθεί η κοινοτική νομοθεσία. Ωστόσο, η διακήρυξη δεν μπορεί να περιέχει όρους αντίθετους με άλλους κανόνες δικαίου ή με γενικές αρχές όπως αυτή του ανταγωνισμού και της διαφάνειας στην ανάληψη και εκτέλεση των δημοσίων υπηρεσιών. Κριτήρια, προκειμένου να θεωρηθεί νόμιμος ο όρος περί παρατάσεως της συμβάσεως είναι: α) να αναφέρεται σε υπηρεσίες ίδιες με αυτές της αρχικής συμβάσεως, των οποίων η παροχή γίνεται υπό τους ίδιους ακριβώς με της αρχικής συμβάσεως, όρους -συμπεριλαμβανομένου του τιμήματος, χωρίς δυνατότητα προσαυξήσεων- και β) η διάρκειά της να μην εκτείνεται σε τέτοιο βαθμό ώστε, λαμβανομένου υπόψη του χρόνου ισχύος της αρχικής συμβάσεως, αλλά και του είδους των εκάστοτε παρεχομένων υπηρεσιών, να οδηγεί σε καταστρατήγηση της δυνατότητας διενέργειας δημόσιου διαγωνισμού και ανάπτυξης ανταγωνισμού μεταξύ των επιχειρήσεων του οικείου κλάδου παροχής υπηρεσιών. Προκειμένου δε περί βραχύβιων συμβάσεων μονοετούς ή διετούς διάρκειας, η παράταση δεν δύναται να υπερβαίνει το χρονικό όριο ισχύος των αρχικών συμβάσεων (Πράξεις IV Τμήματος 15/2008, 1/2008, 162/2007). Σε κάθε περίπτωση που δεν είναι δυνατή η χρηματική αποτίμηση του δικαιώματος παρατάσεως προσβάλλεται ο ανταγωνισμός (ανεξαρτήτως του αν τηρήθηκαν οι διατυπώσεις δημοσιότητας της οικείας διακηρύξεως) αφενός διότι η χρηματική αποτίμηση προβλέπεται ρητά στις διατάξεις του άρθρου 8 παρ.1 του Π.Δ/τος 60/2007 και συνυπολογίζεται για την εξεύρεση της προϋπολογιστέας δαπάνης, αφετέρου διότι η εκδήλωση ενδιαφέροντος σε συγκεκριμένο διεθνή διαγωνισμό επηρεάζεται τόσο από τη διάρκεια της συμβάσεως όσο και από το ύψος του τιμήματος. Η παράταση δημιουργεί δαπάνη πέραν του αρχικού προϋπολογισμού και πρέπει να συνυπολογίζεται για την υπαγωγή της συμβάσεως στους κανόνες του κοινοτικού δικαίου (Πράξη IV Τμήματος 162/2007). Η μη τήρηση ορισμένων κριτηρίων (όπως ο σαφής προσδιορισμός του χρόνου της παρατάσεως και του τιμήματος) καθιστά μη νόμιμο τον οικείο όρο διότι κατ’ ουσίαν δίνει τη δυνατότητα στην αναθέτουσα αρχή να αναθέσει απευθείας τις υπηρεσίες στην αρχική ανάδοχο.


ΕΣ/ΤΜ.6/3375/2014

ΔΑΚΟΚΤΟΝΙΑ (..)Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη μείζονα σκέψη της παρούσας Πράξεως, το Τμήμα άγεται στην κρίση ότι : Α) Η αποστολή σχεδίου διακηρύξεως από τον Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων προς την Περιφέρεια .., συνιστά έκφραση απλής γνώμης σχετικά με τη νομιμότητα των όρων που περιέχονται σε αυτήν και ουδόλως καθίσταται υποχρεωτική για την αναθέτουσα αρχή...Β)  ...Κατά συνέπεια ο ως άνω όρος της διακηρύξεως, τεθείς προς το σκοπό αποφυγής της συνυπάρξεως στο ίδιο πρόσωπο ή σε συγγενείς α΄ βαθμού των ιδιοτήτων του ελεγχομένου και του ελέγχοντος τείνει, στην ομαλή και απρόσκοπτη εκτέλεση της συμβάσεως και είναι νόμιμος.Γ) Ο όρος της διακηρύξεως, σύμφωνα με τον οποίο ο ελκυστήρας που θα δηλώσει κάθε υποψήφιος εργολάβος για μία τοπική κοινότητα δεν πρέπει, επί ποινή αποκλεισμού, να δηλωθεί από τον ίδιο ή έτερο υποψήφιο σε μία άλλη τοπική κοινότητα διασφαλίζει την αποτελεσματική εκτέλεση του αντικειμένου της συμβάσεως, ...Ως εκ τούτου και αυτός ο όρος της διακηρύξεως παρίσταται νόμιμος, καθόσον δεν περιορίζει δυσανάλογα τη δυνατότητα συμμετοχής στο διαγωνισμό. Δ) Ως προς τους λοιπούς όρους της διακηρύξεως, οι οποίοι ούτως ή άλλως κρίθηκε ότι δεν είναι διακωλυτικοί της υπογραφής των σχεδίων συμβάσεως, το Τμήμα κρίνει ότι : α) ο όρος του άρθρου 10, σύμφωνα με τον οποίο η αναθέτουσα αρχή διατηρεί δικαίωμα αυξήσεως ή μειώσεως του αριθμού των ψεκασμών στην περίπτωση που απαιτείται, είναι νόμιμος, καθόσον δικαιολογείται από το αντικείμενο της συμβάσεως, το οποίο προσδιορίζεται από επιστημονικές μετρήσεις σχετικά με το όγκο των διακοπληθυσμών και τις υπάρχουσες κατά τη διενέργεια των ψεκασμών κλιματολογικές συνθήκες, ..., β) ο όρος .., σύμφωνα με τον οποίο η σύμβαση δύναται να τροποποιηθεί με κοινή συμφωνία των συμβαλλομένων είναι νόμιμος, στο μέτρο, που όπως έγινε δεκτό ανωτέρω, η αναθέτουσα αρχή, δύναται, ως εκ του αντικειμένου των συμβάσεων, να αυξήσει ή να μειώσει τον αριθμό των ψεκασμών, γ) ο όρος του άρθρου 25, σύμφωνα με τον οποίο απαγορεύεται με ποινή έκπτωσης η εκχώρηση από τον εργολάβο μέρους ή του συνόλου του κατακυρωθέντος έργου από τον ανάδοχο, χωρίς ειδική άδεια της υπηρεσίας και υπογραφή σχετικής πράξης, είναι μη νόμιμος κατά το μέρος που επιτρέπει, με συμφωνία των μερών, την υποκατάσταση των αναδόχων κατά την εκτέλεση της συμβάσεως, διότι τοιαύτη δυνατότητα δεν προβλέπεται στην κείμενη νομοθεσία ..ε) Ο όρος της παραγράφου 2 του Κεφαλαίου Ι του Παραρτήματος Α της διακηρύξεως καθώς του άρθρου 5 παρ.6 των οικείων σχεδίων συμβάσεως, σύμφωνα με τον οποίο οι ψεκασμοί θα διενεργηθούν κατά τη χρονική περίοδο από 1.6.2014 έως 15.11.2014 είναι μη νόμιμος στο μέτρο που επιτρέπει την έναρξη παροχής των υπηρεσιών πριν από την υπογραφή της οικείας συμβάσεως....Αποφαίνεται ότι δεν κωλύεται η υπογραφή των υποβληθέντων για έλεγχο σχεδίων συμβάσεων...(Ανακαλεί την 168/2014 Πράξη του Ζ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου) 


ΔΕΚ-C-318/1994

Η δυνατότητα, την οποία προβλέπει η οδηγία 71/305, περί συντονισμού των διαδικασιών για τη σύναψη συμβάσεων δημοσίων έργων, στο άρθρο 9, στοιχείο δ', της αρχικής μορφής της και κατόπιν στο άρθρο 5, παράγραφος 3, στοιχείο γ', της μορφής που έλαβε μετά την τροποποίησή της από την οδηγία 89/440, να παρακάμπτεται η διαδικασία δημοπρατήσεως προκειμένου να γίνει προσφυγή στη διαδικασία με διαπραγμάτευση, εξαρτάται από τη συνδρομή πολλών σωρευτικών προϋποθέσεων, μεταξύ των οποίων η ύπαρξη απροβλέπτου γεγονότος. Αν μια από τις προϋποθέσεις αυτές δεν πληρούται, η προσφυγή στη διαδικασία με διαπραγμάτευση δεν δικαιολογείται. Δεν συνιστά απρόβλεπτο γεγονός το ότι ένας φορέας κράτους μέλους, ο οποίος πρέπει να δώσει, στο πλαίσιο της προβλεπομένης από την εθνική νομοθεσία διαδικασίας εγκρίσεως των σχεδίων δημοσίων έργων, τη συγκατάθεσή του για συγκεκριμένο σχέδιο, προβάλλει, πριν από την προς τούτο προβλεπομένη οριακή ημερομηνία, αντιρρήσεις για λόγους που δικαιούται να επικαλεστεί. Παραβαίνει επομένως τις υποχρεώσεις που υπέχει δυνάμει της οδηγίας το κράτος μέλος του οποίου οι αρμόδιες αρχές, μετά τη μη σύναψη συμβάσεως δημοσίων έργων κατά την ανοικτή διαδικασία λόγω της καθυστερήσεως που προκάλεσε η άρνηση ενός φορέα να δώσει την έγκρισή του για τα αρχικώς προβλεπόμενα σχέδια έργων, αναθέτουν τμήμα της συμβάσεως ακολουθώντας τη διαδικασία με διαπραγμάτευση, χωρίς προηγούμενη δημοσίευση προκηρύξεως διαγωνισμού.


ΣΤΕ/3882/2014

Παράταση προθεσμίας εκτέλεσης έργου.(….) Μπορεί να παραταθεί η προθεσμία και όταν η καθυστέρηση οφείλεται σε αποκλειστική υπαιτιότητα του αναδόχου, οπότε και εγκρίνεται χωρίς αναθεώρηση για το σύνολο ή μέρος των υπολειπομένων εργασιών. Η υπέρβαση της προβλεπομένης από την οικεία σύμβαση προθεσμίας, εκ μέρους της αιτούσης, αρκούσε για την επιβολή της ποινικής ρήτρας (πρβλ. ΣτΕ 2798/1998), χωρίς να απαιτείται η συνδρομή άλλων προϋποθέσεων, όπως η σύνταξη πίνακα διαχωρισμού εργασιών, η οποία, πάντως, αναφέρεται σε άλλο στάδιο εκτελέσεως της συμβάσεως και δη στην διαδικασία χορηγήσεως παρατάσεως της προθεσμίας εκτελέσεως αυτής χωρίς αναθεώρηση (βλ. και ΣτΕ 3114/2011). (…) το ποσό της αναθεώρησης ύψους 14.077.043 δρχ., που συνυπολογίστηκε προκειμένου να εξευρεθεί η μέση ημερήσια αξία του έργου και, εν συνεχεία, το ύψος της ποινικής ρήτρας, αντιστοιχεί στην κατ’ άρθρ. 10 παρ. 1 του ν. 1418/1984 προβλεπόμενη τριμηνιαία αναθεώρηση, η οποία αποτελεί μέρος του εργολαβικού ανταλλάγματος, και όχι σε αυτήν που τυχόν χώρησε συνεπεία χορηγήσεως παρατάσεως της προθεσμίας εκτελέσεως της συμβάσεως και η οποία ρητώς εξαιρείται από τον συνυπολογισμό των σχετικών ποσών, βάσει του άρθρ. 36 παρ. 9 εδ. β΄, προκειμένου να υπολογιστεί το ύψος της ποινικής ρήτρας. Εξάλλου, καθό μέρος με τον λόγο αυτό, προβάλλεται ότι ομοίως δεν έπρεπε να συνυπολογιστεί ο Φ.Π.Α., πρέπει να γίνει δεκτός, δεδομένου ότι ο φόρος αυτός επιρρίπτεται στον αντισυμβαλλόμενο, δηλαδή, εν προκειμένω, τον Δήμο και, συνεπώς, δεν επιβαρύνει το κόστος του έργου (βλ. ΣτΕ 205/2008 7μελής).

Μερικά δεκτή η αναίρεση (αναιρεί εν μέρει την αριθμ. 73/2008 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Χανίων).


ΝΣΚ/93/2020

Αν είναι επιβεβλημένη για τη Διοίκηση η επιστροφή σε ανώνυμη εταιρεία της κατατεθείσας, στο πλαίσιο παρατάσεως συμβάσεως μισθώσεως λατομείου, εγγυητικής επιστολής για την τήρηση των όρων της συμβάσεως μισθώσεως, δεδομένου ότι η παράταση της μισθώσεως θεωρείται άκυρη σύμφωνα με γνωμοδότηση του ΝΣΚ που έχει γίνει αποδεκτή.(...)Θα πρέπει να επιστραφεί η εγγυητική επιστολή καλής εκτελέσεως της συμβάσεως, που είχε κατατεθεί από την ως άνω εταιρεία στο πλαίσιο της διαδικασίας παρατάσεως της μισθώσεως δημοσίου λατομείου αδρανών υλικών, η οποία δεν ολοκληρώθηκε λόγω της μη υπογραφής της σχετικής συμβολαιογραφικής πράξεως, που είχε ως συνέπεια τη λήξη της μισθώσεως σε χρόνο πριν από την έκδοση της εγγυητικής αυτής επιστολής (ομόφωνα).


ΕΣ/Τ4/117/2007

Προμήθεια δώρων προκειμένου αυτά να προσφερθούν από τον Υπουργό Οικονομίας και Οικονομικών στους οικονομικούς και πολιτικούς συντάκτες του ημερήσιου και εβδομαδιαίου οικονομικού και πολιτικού τύπου. Με τα δεδομένα αυτά το Τμήμα κρίνει ότι η πραγματοποίηση της σχετικής προμήθειας υπερβαίνει το αναγκαίο και προσήκον μέτρο της δαπάνης για τη θεραπεία της συγκεκριμένης λειτουργικής ανάγκης του Δημοσίου, δεδομένου ότι τόσον ο αριθμός των προμηθευθέντων αντικειμένων, όσον και η αξία ενός εκάστου εξ αυτών κρίνονται υπερβολικά.


ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.4/104/2018

Παροχή υπηρεσιών λογιστικής υποστήριξης:α)Σύμφωνα με τα οριζόμενα στις παραγράφους 3 και 4 της Κ.Υ.Α. 62008/ΕΓΔΕΚΟ 1992/30.12.2008, για Νοσοκομεία δυναμικότητας από 251 έως 450 κλίνες, όπως είναι το Γενικό Νοσοκομείο ....., το οποίο διαθέτει 256 οργανικές κλίνες (βλ. άρθρο 4 του Οργανισμού του), η σύνθεση της ομάδας έργου του αναδόχου, στον οποίο δύνανται να ανατεθούν οι επίμαχες εργασίες λογιστικής υποστήριξης, θα περιλαμβάνει υποχρεωτικώς τέσσερα άτομα (4) και συγκεκριμένα, έναν Λογιστή – Φοροτεχνικό με επαγγελματική ταυτότητα Α΄ τάξεως, δύο Λογιστές – Φοροτεχνικούς με επαγγελματική ταυτότητα Β΄ τάξεως και έναν Αναλυτή – Προγραμματιστή, πτυχιούχο Α.Ε.Ι. ή Τ.Ε.Ι., και β) ότι, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στο 9687/25.6.2018 έγγραφο της Προϊσταμένης του Οικονομικού Τμήματος του Νοσοκομείου, στο Τμήμα αυτό κατά τον κρίσιμο χρόνο υπηρετούσαν τουλάχιστον ένας (1) νεοδιόριστος δόκιμος υπάλληλος κατηγορίας ΠΕ, πτυχιούχος Σχολής Διοίκησης Επιχειρήσεων, ένας (1) υπάλληλος Κλάδου ΤΕ Λογιστικής, ένας (1) υπάλληλος Κλάδου ΤΕ Διοίκησης Νοσοκομείων και επτά (7) υπάλληλοι Κλάδου ΔΕ Διοικητικών Γραμματέων, δεν προκύπτει έλλειψη προσωπικού σε τέτοια έκταση, ώστε να δικαιολογείται η ανάθεση των επίμαχων υπηρεσιών σε τρίτο. Ειδικότερα, το ήδη υπηρετούν προσωπικό κλάδου ΠΕ και ΤΕ του Νοσοκομείου, που διαθέτει κατάλληλα προσόντα για την εκτέλεση των επίμαχων εργασιών λογιστικής υποστήριξης, καλύπτει το, κατά την οικεία νομοθεσία, απαιτούμενο για την παροχή των εν λόγω υπηρεσιών από τρίτο ιδιώτη, ενώ, σε κάθε περίπτωση, η στελέχωση του Οικονομικού Τμήματος του Νοσοκομείου με άτομα που διαθέτουν τα κατάλληλα ουσιαστικά και τυπικά προσόντα για την εκτέλεση του συνόλου των αρμοδιοτήτων του εν λόγω Τμήματος αποτελεί ευθύνη και υποχρέωση των αρμοδίων οργάνων του. (…)Συνεπώς, ο πρώτος λόγος διαφωνίας του Αναπληρωτή Επιτρόπου είναι βάσιμος. Περαιτέρω, το Κλιμάκιο κρίνει ότι: α) Κατά τα γενόμενα δεκτά στη σκ. ΙV, μη νομίμως παραλείφθηκε, κατά τη διενέργεια του επίμαχου συνοπτικού διαγωνισμού, η έναρξη της διαδικασίας του οποίου έλαβε χώρα μετά τις 6.12.2016, η χρήση του Τυποποιημένου Εντύπου Υπεύθυνης Δηλώσεως (ΤΕΥΔ), που προβλέπεται στην 158/2016 απόφαση της Ε.Α.Α.ΔΗ.ΣΥ., ενώ, αντ’ αυτού χρησιμοποιήθηκε η υπεύθυνη δήλωση του 8 παρ. 4 του ν. 1599/1986 (ΦΕΚ Α΄ 75). Εντούτοις, όμως, η συγκεκριμένη παράλειψη δεν κρίνεται ουσιώδης, καθώς δεν προβάλλεται με τον σχετικό λόγο διαφωνίας ότι η αναδειχθείσα ως ανάδοχος εταιρεία δεν πληρούσε κάποια από τις προϋποθέσεις νόμιμης συμμετοχής της στον διενεργηθέντα διαγωνισμό. Επιπλέον, η εν λόγω παράλειψη οφείλεται στην πεπλανημένη, πλην όμως συγγνωστή, πεποίθηση των αρμοδίων οργάνων του Νοσοκομείου ότι δεν ήταν υποχρεωτική η χρήση του Τ.Ε.Υ.Δ. στον εν λόγω διαγωνισμό, η οποία (πεποίθηση) οφειλόταν σε παρερμηνεία σχετικής πληροφορίας που αναρτήθηκε στον ιστότοπο της Ε.Α.Α.ΔΗ.ΣΥ. και περιλαμβάνεται μεταξύ των στοιχείων του φακέλου, η οποία όμως αναφερόταν σε συμβάσεις του Βιβλίου ΙΙ του ν. 4412/2016. β) Όπως βασίμως, επίσης, προβάλλεται με τον τρίτο λόγο διαφωνίας, από τα επισυναπτόμενα στο χρηματικό ένταλμα δικαιολογητικά δεν προκύπτει, έστω και στοιχειωδώς, ο τρόπος υπολογισμού της προϋπολογισθείσας δαπάνης. Η παντελής αυτή έλλειψη τεκμηρίωσης (που δεν αμφισβητείται άλλωστε με το έγγραφο επανυποβολής του εντάλματος) αντίκειται στις προμνησθείσες στη σκέψη ΙΙΙ διατάξεις του ν. 4412/2016, που υποχρεώνουν τις αναθέτουσες αρχές σε σαφή καθορισμό του είδους, της ποσότητας και του τρόπου υπολογισμού της προϋπολογιζόμενης δαπάνης των υπηρεσιών. Σημειωτέον, δε, ότι η μη τήρηση της ανωτέρω υποχρεώσεως δεν αναπληρώνεται από το γεγονός ότι η σχετική δαπάνη δεν υπερβαίνει την αναφερόμενη στην Κ.Υ.Α. 62008/ΕΓΔΕΚΟ 1992/30.12.2008, δαπάνη για νοσοκομεία ίδιας δυναμικότητας με το Νοσοκομείο ....., καθώς στην εν λόγω Κ.Υ.Α. προσδιορίζεται μόνο η ανώτατη προϋπολογισθείσα αξία των υπηρεσιών για κάθε Μονάδα Υγείας, ανάλογα με τον αριθμό των οργανικών κλινών. Περαιτέρω, όσον αφορά την προβλεπόμενη στη διακήρυξη και την από 9.3.2017 σύμβαση δυνατότητα παρατάσεως των επίμαχων υπηρεσιών για ένα (1) ακόμη έτος με σύμφωνη γνώμη του αναδόχου, βασίμως μεν προβάλλεται από τον διαφωνούντα Αναπληρωτή Επίτροπο ότι ο σχετικός όρος δεν είναι νόμιμος, καθώς δεν έχει συνυπολογισθεί στην προϋπολογισθείσα αξία της συμβάσεως και η αξία της παρατάσεως, εντούτοις όμως η παράλειψη αυτή δεν επηρεάζει τη νομιμότητα της εντελλόμενης δαπάνης, η οποία δεν απορρέει από την ενεργοποίηση του όρου αυτού της συμβάσεως. Ειδικότερα, η μη νομιμότητα του όρου αυτού δεν επηρεάζει τη νομιμότητα της επίμαχης συμβάσεως για το χρονικό διάστημα από 9.3.2017 έως 8.3.2018, ενώ, σε περίπτωση ενεργοποιήσεώς του από τα μέρη, η νομιμότητα της σχετικής δαπάνης θα ελεγχθεί προληπτικά στο πλαίσιο του ελέγχου του 1ου λογαριασμού της παρατάσεως. Σε κάθε, δε, περίπτωση, ελλείψει συνυπολογισμού της αξίας της παρατάσεως στη συνολική αξία της επίμαχης συμβάσεως, ο όρος σχετικώς με τη δυνατότητα παρατάσεως της συμβάσεως για ένα ακόμη έτος, ερμηνεύεται ως παρέχων τη δυνατότητα στα μέρη να προβούν σε χρονική μόνο παράταση της συναφθείσας συμβάσεως, χωρίς επέκταση του αντικειμένου της με πρόσθετο συμβατικό τίμημα. Κατόπιν τούτων, αλυσιτελώς προβάλλεται με τον τρίτο λόγο διαφωνίας ότι, συνυπολογιζομένης και της αξίας της παρατάσεως, έπρεπε να διενεργηθεί ανοικτός διαγωνισμός. γ) Κατά παράβαση των παρατιθεμένων στη σκέψη VIII διατάξεων, με την από 1.12.2016 απόφαση αναλήψεως υποχρεώσεως, η οποία πραγματοποιήθηκε πριν από την έκδοση της διακηρύξεως του διενεργηθέντος διαγωνισμού, εγκρίθηκε η δέσμευση ποσού 3.000 ευρώ, το οποίο υπολειπόταν της προϋπολογισθείσας δαπάνης. Επιπλέον, οι επακολουθήσασες αναλήψεις υποχρεώσεως ποσών 12.648 ευρώ (στις 15.3.2017) και 29.000 ευρώ (στις 29.5.2017), αφενός μεν δεν καλύπτουν το σύνολο του συμβατικού τιμήματος ποσού 48.236,00 ευρώ (με ΦΠΑ), με κατανομή του ποσού αυτού στα έτη 2017 και 2018, αφετέρου, δε, είναι μεταγενέστερες της συνάψεως της επίμαχης συμβάσεως, η οποία έλαβε χώρα στις 9.3.2017. Επομένως, είναι βάσιμος κατά τούτο ο τέταρτος λόγος διαφωνίας, ενώ παρέλκει ως αλυσιτελής η εξέταση των λοιπών πλημμελειών που προβάλλονται από τον Αναπληρωτή Επίτροπο και σχετίζονται με το λόγο αυτό. δ) Όπως βασίμως προβάλλεται με τον έκτο λόγο διαφωνίας, δεν περιλαμβάνεται μεταξύ των δικαιολογητικών που συνοδεύουν το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα, η ανάρτηση στο ΚΗΜΔΗΣ τόσο του πρωτογενούς, όσο και του εγκεκριμένου αιτήματος, για τη σύναψη της επίμαχης συμβάσεως παροχής υπηρεσιών, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στα άρθρα 3 και 4 της ΚΥΑ Π1/2380/18.12.2012. ε) Κατά τα βασίμως προβαλλόμενα με τον έκτο λόγο διαφωνίας, δεν προκύπτει ότι το Νοσοκομείο, πριν από την υπογραφή της από 9.3.2017 συμβάσεως με την αναδειχθείσα ως ανάδοχο εταιρεία, κοινοποίησε την κατακυρωτική απόφαση του διενεργηθέντος συνοπτικού διαγωνισμού (6/6.3.2017 απόφαση του Δ.Σ. του Νοσοκομείου) στη δεύτερη μειοδότρια εταιρεία («…..»), σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 105 του ν. 4412/2016 (βλ. σκέψη V). Εντούτοις, όμως, λαμβαν


ΕλΣυν.Κλ.Τμ.4/190/2016

ΠΑΡΟΧΗ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ:Με τα δεδομένα αυτά, το Κλιμάκιο κρίνει ότι, κατά τα βασίμως προβαλλόμενα από την διαφωνούσα Αναπληρώτρια Επίτροπο με τον σχετικό λόγο διαφωνίας, η από 1.7.2016 σύμβαση που συνήφθη μεταξύ του Νοσοκομείου και της φερόμενης ως δικαιούχου εταιρείας, δεν συνιστά νόμιμη παράταση της αρχικής, από 1.7.2014, συμβάσεως μεταξύ των ιδίων μερών. Τούτο διότι, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη σκέψη ΙΙ, για να είναι νόμιμη η παράταση της ισχύος συμβάσεως που συνάπτεται κατόπιν διενέργειας διαγωνιστικής διαδικασίας, αφενός μεν, πρέπει η δυνατότητα αυτή να προβλέπεται ρητώς τόσο στην οικεία διακήρυξη - και τη δημοσιευθείσα περίληψη αυτής - όσο και στη σχετική σύμβαση, αφετέρου, δε, πρέπει να προσδιορίζεται ρητώς το χρονικό διάστημα της παρατάσεως και η προϋπολογισθείσα δαπάνη της, καθώς και οι ειδικότεροι όροι που θα διέπουν τη συμβατική σχέση μεταξύ των μερών. Στην προκειμένη, όμως, περίπτωση, ναι μεν στο άρθρο 6 της από 1.7.2014 συμβάσεως προβλέπεται η δυνατότητα παρατάσεως αυτής κατόπιν συμφωνίας των μερών, πλην όμως όλως αορίστως, χωρίς ειδικότερο προσδιορισμό των ανωτέρω στοιχείων, με συνέπεια ο όρος αυτός να μην μπορεί να αποτελέσει νόμιμο έρεισμα για την ανάθεση των επίμαχων υπηρεσιών, απορριπτομένων ως αβασίμων των περί του αντιθέτου ισχυρισμών του Νοσοκομείου. Τα ανωτέρω, άλλωστε, ισχύουν ανεξαρτήτως των προβλέψεων των άρθρων 24 παρ. 4 και 38 παρ. 2 και 3 του π.δ. 118/2007, σχετικώς με τη δυνατότητα τροποποιήσεως συμβατικών όρων, κατόπιν συμφωνίας των μερών και ύστερα από γνωμοδότηση της οικείας επιτροπής αξιολογήσεως των αποτελεσμάτων του διαγωνισμού, καθόσον η παράταση του χρόνου ισχύος ήδη συναφθείσας συμβάσεως τελεί υπό τις ανωτέρω αναφερόμενες ειδικές προϋποθέσεις, οι οποίες δεν ισχύουν εν προκειμένω(…)Περαιτέρω, αβασίμως προβάλλεται από το Νοσοκομείο ότι, σε κάθε περίπτωση, η από 1.7.2016 σύμβαση είναι νόμιμη ως συμπληρωματική της αρχικής που συνήφθη την 1.7.2014. Τούτο δε, προεχόντως διότι δεν νοείται σύναψη συμπληρωματικής συμβάσεως μετά την ολοκλήρωση του αντικειμένου της αρχικής τοιαύτης και την απόσβεση της ενοχής, αφού κατά τον χρόνο αυτόν ο συμβατικός δεσμός μεταξύ των μερών δεν είναι πλέον ενεργός (πρβλ. Ελ. Συν. Τμ. Μειζ. Επταμ. Συνθ. 3063, 3062/2011, VI Tμ. 2792, 2443/2012, 2209, 2199/2011, Ζ΄ Κλιμ. 114/2016, 423/2012, Ε΄ Κλιμ. 405/2014). Περαιτέρω, η επίμαχη δαπάνη δεν δύναται να θεωρηθεί νόμιμη, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 37 του ν. 4238/2014, όπως το άρθρο αυτό αντικαταστάθηκε με το άρθρο έκτο του νόμου 4432/2016, καθόσον δεν αποδείχθηκε από τον ελεγχόμενο φορέα η συνδρομή των προϋποθέσεων εφαρμογής της, σύμφωνα με όσα έγιναν ερμηνευτικώς δεκτά στην σκ. IV. Ειδικότερα, το Νοσοκομείο δεν προβάλλει με ειδικούς και συγκεκριμένους ισχυρισμούς, συνοδευόμενους από σχετικά αποδεικτικά στοιχεία ότι η προσφυγή στη διαδικασία της απευθείας αναθέσεως οφείλεται σε συγκεκριμένες καθυστερήσεις στην ολοκλήρωση των διαδικασιών κεντρικού προγραμματισμού των υπηρεσιών της Ε.Π.Υ., λόγω των οποίων δεν μπόρεσε να δρομολογηθεί εγκαίρως η διενέργεια διαγωνιστικής διαδικασίας (π.χ. καθυστερήσεις στη σύνταξη ενιαίων τεχνικών προδιαγραφών, κοινού προϋπολογισμού κλπ), ούτε, επίσης, προβάλλει ότι υπήρξαν καθυστερήσεις κατά την εξέλιξη της διαγωνιστικής διαδικασίας που διενεργούσε το ίδιο με βάση την Β/14010/10.6.2014 διακήρυξη, λόγω της ασκήσεως ενδίκων μέσων εκ μέρους των διαγωνιζομένων. Σε κάθε, δε, περίπτωση, δεν αποδεικνύεται ούτε η συνδρομή της δεύτερης προϋποθέσεως της ως άνω νομιμοποιητικής διατάξεως, ήτοι η παροχή των επίμαχων υπηρεσιών σε τιμές ίδιες ή κατώτερες με αυτές του Παρατηρητηρίου Τιμών της Ε.Π.Υ.. Τέλος, απορριπτέος τυγχάνει και ο ισχυρισμός του Νοσοκομείου περί συγγνωστής πλάνης των οργάνων του ως προς τη νομιμότητα της διαδικασίας αναθέσεως που ακολουθήθηκε, καθώς οι διατάξεις που διέπουν την ανάθεση των δημοσίων συμβάσεων υπηρεσιών είναι γενικής εφαρμογής, σαφείς ως προς την έννοιά τους και ισχύουν από μακρού χρόνου, είναι δε πάγια η νομολογία του Δικαστηρίου σχετικώς με τις προϋποθέσεις νομιμότητας των εν λόγω διαδικασιών. Συνεπώς, τυχόν πλάνη των αρμοδίων οργάνων του Νοσοκομείου σχετικώς με τη νομιμότητα της διαδικασίας αναθέσεως που ακολουθήθηκε δεν κρίνεται συγγνωστή.


ΕλΣυν.Kλ.Ε/149/2017

ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΡΓΑ- Ασφαλτοστρώσεις δρόμων:. Με τα δεδομένα αυτά, το Κλιμάκιο κρίνει ότι από τα στοιχεία του φακέλου δεν προκύπτει ότι συντρέχουν οι νόμιμες προϋποθέσεις για τη σύναψη της επίμαχης συμπληρωματικής συμβάσεως, όπως οι προϋποθέσεις αυτές παρατίθενται αναλυτικώς στην σκέψη V της παρούσας. Ειδικότερα, όπως προκύπτει από την αιτιολογική έκθεση που συνοδεύει τον 1οΑ.Π.Ε. της υποβληθείσας προς έλεγχο συμπληρωματικής συμβάσεως, η αναθέτουσα αρχή περιορίζεται στην συμπερασματική διαπίστωση ότι εν προκειμένω συντρέχουν οι προϋποθέσεις συνάψεως συμπληρωματικής συμβάσεως, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 57 του ν. 3669/2008, χωρίς ωστόσο να αναφέρει ποιες είναι οι εργασίες που θα εκτελεσθούν στο πλαίσιο της εν λόγω συμβάσεως, εάν οι εργασίες αυτές περιλαμβάνονται κατ’ είδος στην αρχική σύμβαση, εάν παρουσιάζουν συνάφεια με το αντικείμενο αυτής, καθώς επίσης και για ποιους λόγους κατέστησαν αναγκαίες για την εκτέλεση του αντικειμένου της αρχικής συμβάσεως. Συναφώς προς τα ανωτέρω, ουδεμία αναφορά γίνεται, με ειδικούς και συγκεκριμένους ισχυρισμούς, στις απρόβλεπτες περιστάσεις που καθιστούν απολύτως αναγκαία την εκτέλεση των εργασιών της επίμαχης συμπληρωματικής συμβάσεως, ούτε επίσης προκύπτει ότι η μη πρόβλεψη των εργασιών αυτών κατά τη σύναψη της αρχικής συμβάσεως δεν οφείλεται σε υπαιτιότητα της αναθέτουσας αρχής, ούτε σε σφάλματα και αστοχίες της μελέτης του έργου. Περαιτέρω, ουδόλως αποδεικνύεται η συνδρομή και των λοιπών προϋποθέσεων για τη σύναψη συμπληρωματικής συμβάσεως, ήτοι ότι οι επίμαχες συμπληρωματικές εργασίες είτε δεν μπορούν τεχνικά ή οικονομικά να διαχωριστούν από την αρχική σύμβαση χωρίς να δημιουργήσουν μείζονα προβλήματα στην αναθέτουσα αρχή είτε, παρά τη δυνατότητα διαχωρισμού τους, είναι απόλυτα αναγκαίες για την τελειοποίησή της..(..)το Κλιμάκιο κρίνει ότι κωλύεται η υπογραφή του σχεδίου της 1ης συμπληρωματικής συμβάσεως του έργου «Ασφαλτοστρώσεις δρόμων Δήμου ...».


ΕλΣυν/Ζ Κλιμ/32/2007

Απαραδέκτως υποβάλλεται για έλεγχο νομιμότητας ενώπιον του Κλιμακίου του Έλεγκτικού Συνεδρίου, αυτοτελώς σχέδιο σύμβασης, που συνήφθη κατ' ενάσκηση δικαιώματος προαίρεσης καθόσον θα έπρεπε να είχε ελεγχθεί στο πλαίσιο αρχικής σύμβασης, στην οποία είχε προβλεφθεί η δυνατότητα της αναθέτουσας αρχής για την άσκηση του σχετικού δικαιώματος προαίρεσης. Και τούτο διότι σε περίπτωση σύναψης σύμβασης στην οποία επιφυλάσσεται δικαίωμα προαίρεσης υπέρ της αναθέτουσας αρχής, στον έλεγχο νομιμότητας του Έλεγκτικού Συνεδρίου υπόκειται, κατ' άρθρο 19 παρ.7 του π.δ/τος 774/1980, η σύμβαση στο σύνολό της, συμπερι¬λαμβανομένου και του δικαιώματος προαίρεσης. Σε περίπτωση που η αναθέτουσα αρχή, μη συνυπολογίζοντας την οικονομική αξία του δικαιώματος προαίρεσης, δεν υποβάλλει το αρχικό σχέδιο σύμβασης για έλεγχο νομιμότητας, απαραδέκτως υποβάλλει αυτοτελώς στη συνέχεια και δη μετά την άσκηση του δικαιώματος προαίρεσης το σχετικό σχέδιο σύμβασης για έλεγχο νομιμότητας.