ΕΣ/Β΄ ΕΛΑΣΣΟΝΑ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ/1498/2024
Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου
Με την κρινόμενη αίτηση ζητείται η αναίρεση της 1046/2020 αποφάσεως του Ι Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου, με την οποία απερρίφθη, ως απαράδεκτη, η από 9.7.2007 (Α.Β.Δ. 789/2015) έφεση της ήδη αναιρεσείουσας, πρώην υπαλλήλου του Υπουργείου Οικονομικών, κατά των α) 60199/0050/24.4.2007 και β) 62017/0050/14.6.2007 εγγράφων του Διευθυντή της 50ης Διεύθυνσης της Γενικής Γραμματείας Δημοσιονομικής Πολιτικής του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους. Η απορριφθείσα με την αναιρεσιβαλλόμενη έφεση παραπέμφθηκε ενώπιον του Ελεγκτικού Συνεδρίου, λόγω δικαιοδοσίας, με την 11607/2014 απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών. (...)Με τον πρώτο λόγο αναιρέσεως προβάλλεται ότι οι προσβαλλόμενες με την έφεση πράξεις «έχουν εκτελεστό χαρακτήρα, εφόσον προβαίνουν σε εντολή συγκεκριμένης ενέργειας και απειλή περί τη μη εκτέλεση της πράξεως με συγκεκριμένα αποτελέσματα. Ο διοικούμενος δι’ αυτών προσλαμβάνει την υποχρέωσή του να προβεί στην καταβολή του αναφερομένου ποσού». Ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος ως αβάσιμος αφ’ ενός διότι τα προσβληθέντα με την έφεση έγγραφα δεν αποτελούν εκτελεστές διοικητικές πράξεις, καθόσον με αυτά απλώς ενημερώθηκε η ήδη αναιρεσείουσα για τις διαπιστώσεις του ελέγχου και κλήθηκε να επιστρέψει οικειοθελώς στο Δημόσιο το ποσό των 7.076,85 ευρώ, ενώ ουδόλως, με την έκδοση των εγγράφων αυτών, μεταβάλλεται η νομική κατάσταση αυτής, η οποία αντιθέτως μεταβλήθηκε με την εν συνεχεία εκδοθείσα καταλογιστική απόφαση του Προϊσταμένου της 50ης Διεύθυνσης του Γ.Λ.Κ., αφ’ ετέρου διότι η αντίληψη της αναιρεσείουσας περί του περιεχομένου των προσβληθέντων με την έφεση εγγράφων ουδόλως ασκεί επιρροή στη νομική φύση αυτών, όπως αβασίμως υποστηρίζεται στην κρινόμενη αίτηση. Έτσι κρίνασα και η αναιρεσιβαλλομένη, ορθώς εφήρμοσε τις κρίσιμες εν προκειμένω διατάξεις, απορρίψασα την έφεση ως απαράδεκτη. Δεδομένου δε ότι με τους έτερους προβαλλόμενους λόγους αναιρέσεως αμφισβητείται το βάσιμο της αξίωσης του Δημοσίου να επιδιώξει την επιστροφή των ως άνω ποσών από την αναιρεσείουσα, δεν πλήττεται δηλαδή με αυτούς σκέψη της αναιρεσιβαλλόμενης αποφάσεως, αλλά προβάλλονται αιτιάσεις που συνέχονται με την εξέταση της ουσίας της υπόθεσης, στην οποία όμως δεν προέβη το Τμήμα με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφασή του, καθώς ορθώς, κατά τα ανωτέρω, απέρριψε την έφεση ως απαράδεκτη, οι λόγοι αυτοί είναι απορριπτέοι ως αλυσιτελώς προβαλλόμενοι. Συνεπώς πρέπει να απορριφθεί και η κρινόμενη αίτηση αναιρέσεως στο σύνολό της.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΣΤΕ 311/2011
Συνταξιοδοτικές παροχές:Επειδή, από την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, σε συνδυασμό προς τα λοιπά διαδικαστικά έγγραφα προκύπτουν τα εξής: Με την 4864/18.03.1980 πράξη κανονισμού στρατιωτικής σύνταξης του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους απονεμήθηκε στην αναιρεσείουσα, με την ιδιότητα της διαζευγμένης θυγατέρας, σύνταξη λόγω θανάτου του πατέρα της, λοχαγού εν αποστρατεία. Η αναιρεσείουσα με την από 13.05.1987 αίτησή της προς το αναιρεσίβλητο Ταμείο, ζήτησε να της απονεμηθεί το προβλεπόμενο μέρισμα που λάμβανε ο πατέρας της ως μέτοχος του Ταμείου. Η αίτηση απορρίφθηκε με την 2430/Σ.13/8.7.1987 απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου, με την αιτιολογία ότι το δικαίωμα της αναιρεσείουσας για απονομή μερίσματος, το οποίο είχε γεννηθεί στις 30.12.1980, ημερομηνία δημοσίευσης του ν. 1105/1980, είχε αποσβεστεί, διότι δεν ασκήθηκε, κατά το άρθρο 1 παρ. 14 του ν.δ. 4198/1961, εντός πενταετίας από τη γέννησή του, δηλαδή μέχρι 30.12.1985. Ακολούθως, η αναιρεσείουσα υπέβαλε την 22213/30.11.1995 αίτηση με το ίδιο αίτημα, η οποία απορρίφθηκε με την 744/Σ.6/1996 απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου. Η αναιρεσείουσα άσκησε στις 8.4.1999 την επίδικη αγωγή (α.π. 1370/8.4.1999), με την οποία ζήτησε να αναγνωριστεί η υποχρέωση του αναιρεσίβλητου Ταμείου να της καταβάλει ποσό που αντιστοιχούσε στα μερίσματα που θα ελάμβανε από 30.12.1980 έως 30.3.1999. Το Διοικητικό Πρωτοδικείο .. εξέδωσε την 12640/1999 προδικαστική απόφαση και, ακολούθως, με την 1583/2001 απόφαση δέχτηκε εν μέρει την αγωγή, κρίνοντας ότι το δικαίωμα της αναιρεσείουσας να λάβει μέρισμα ήταν απαράγραπτο βάσει του άρθρου 31 του ν. 1027/1980 και ότι μπορούσε, συνεπώς, να ασκηθεί οποτεδήποτε, αναγνώρισε δε την υποχρέωση του αναιρεσίβλητου Ταμείου να της καταβάλει ποσό 3.216.931 δραχμών, που αντιστοιχούσε στα μερίσματα που θα ελάμβανε από 13.05.1987, ημερομηνία υποβολής της πρώτης αίτησής της, έως 30.3.1999. Κατά της απόφασης αυτής το Ταμείο άσκησε έφεση. Επ’ αυτής εκδόθηκε αρχικά η 1607/2004 προδικαστική απόφαση του Διοικητικού Εφετείου ..και, ακολούθως, η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, με την οποία έγινε εν μέρει δεκτή η έφεση, μεταρρυθμίστηκε η εκκληθείσα απόφαση και κρίθηκε ότι το δικαίωμα της αναιρεσείουσας να λάβει μέρισμα δεν υπέκειτο σε χρονικούς περιορισμούς, η απορρέουσα όμως από το δικαίωμα αυτό αξίωση υπέκειτο στη διετή παραγραφή του άρθρου 48 παρ. 3 του ν.δ. 496/1974. Με τις σκέψεις αυτές το εφετείο μεταρρύθμισε την πρωτόδικη απόφαση και περιόρισε το μέρισμα που εδικαιούτο να λάβει η αναιρεσείουσα από το Ταμείο σε 2.720 ευρώ, ποσό που αντιστοιχούσε στο χρονικό διάστημα από 1.1.1996 ως 30.3.1999.
ΣΤΕ 4149/2014
Εν προκειμένω, η αναιρεσείουσα Κοινοπραξία με το ασκηθέν, στις 30.12.2002, ένδικο βοήθημα, ζήτησε, μεταξύ άλλων, να υποχρεωθεί ο αναιρεσίβλητος Δήμος να της καταβάλει το συνολικό ποσό των 17.795.490 δραχμών, εκ των οποίων (α) ποσό 8.374.272 δραχμών αφορά τόκους οι οποίοι, κατά τους ισχυρισμούς της αναιρεσείουσας, έπρεπε να της καταβληθούν λόγω της μεταγενέστερης εξόφλησης της ιδίας συμμετοχής του Δήμου, συμπεριλαμβανομένου του εργολαβικού οφέλους ποσοστού 15% και του ΦΠΑ ποσοστού 18% και (β) ποσό 5.000.000 δραχμών για πρόσθετες εργασίες καθώς και ποσό 4.421.218 δραχμών για τόκους επί του ποσού των προσθέτων εργασιών. Ενόψει των ως άνω αξιώσεων της αναιρεσείουσας κοινοπραξίας, η ικανοποίηση των οποίων προϋποθέτουν την ερμηνεία και την εφαρμογή των σχετικών όρων της συμβάσεως, όφειλε αυτή να ασκήσει, μετά την τήρηση της προσήκουσας ενδικοφανούς διαδικασίας, προσφυγή διότι, σύμφωνα με όσα προαναφέρθηκαν, η δικαστική επίλυση όλων εν γένει των διαφορών από την εκτέλεση δημοσίων ή δημοτικών έργων, και αυτών ακόμη που έχουν ως αντικείμενο την ανόρθωση ζημίας που προκλήθηκε από ενέργειες ή παραλείψεις των δημοσίων ή δημοτικών αρχών κατά την εκτέλεση δημοσίου ή δημοτικού έργου, επιδιώκεται με άσκηση προσφυγής, μετά τήρηση της διαγραφομένης από το νόμο διοικητικής διαδικασίας. Με αυτά τα δεδομένα, ορθώς το δικάσαν εφετείο δέχθηκε ότι το ασκηθέν ένδικο βοήθημα είχε το χαρακτήρα προσφυγής, όπως άλλωστε επιγράφετο, δεδομένου ότι οι συγκεκριμένες απαιτήσεις της αναιρεσείουσας δεν ήταν βέβαιες και εκκαθαρισμένες αλλά, αντιθέτως, υπήρχε στάδιο ουσιαστικής κρίσεως τόσο ως προς την καταρχήν ύπαρξη των απαιτήσεων όσο και το ύψος αυτών, ο δε προαναφερθείς λόγος αναιρέσεως είναι απορριπτέος ως αβάσιμος...κατόπιν αυτών η υπό κρίση αίτηση αναιρέσεως είναι απορριπτέα στο σύνολό της.
ΕΣ/ΠΡΩΤΟ ΤΜΗΜΑ/1445/2024
Με την ένδικη έφεση ζητείται η ακύρωση της 778 απόφασης του Ενιαίου Διοικητικού Συμβουλίου των διασυνδεόμενων νοσοκομείων «Πανεπιστημιακό Γενικό Νοσοκομείο Ηρακλείου» και «Γενικό Νοσοκομείο Ηρακλείου «Βενιζέλειο», που ελήφθη κατά την 20η Συνεδρίασή του στις 12.7.2017 (θέμα 52ο) και ειδικότερα κατά το πρώτο (υπό Α) σκέλος αυτής, με το οποίο αποφασίσθηκε η βεβαίωση σε βάρος του εκκαλούντος, πρώην Διευθυντή της Οφθαλμολογικής Κλινικής του Γ.Ν.Η. «Βενιζέλειο», ποσού 41.618,33 ευρώ, το οποίο φέρεται ότι αντιστοιχεί σε εκ παραδρομής καταβολή σε αυτόν πάγιας αποζημίωσης εφημεριών Διευθυντών κατά το χρονικό διάστημα από 1.4.2009 έως και 31.12.2012.
ΣΤΕ/3602/2005
Προμήθειες...Επειδή, δια της παραπομπής του άρθρου 2.1 της διακηρύξεως στις διατάξεις των υπ’ αριθμ. Π5/264/1977, Π5/268/1977 αποφάσεων του Υπουργού Εμπορίου, όπως αυτές τροποποιήθηκαν με τις υπ’ αριθμ. Π5/268/1980 και Π5/568/1980 αποφάσεις του ιδίου υπουργού, οι διατάξεις αυτές κατέστησαν ρήτρες της διακηρύξεως και, ακολούθως, της συναφθείσης συμβάσεως. Δοθέντος δε ότι, όπως βεβαιώνεται στην αναιρεσιβαλλομένη απόφαση και δεν αμφισβητήθηκε από την αναιρεσείουσα ενώπιον του εφετείου ούτε αμφισβητείται κατ’ αναίρεση, η τελευταία δεν είχε προσβάλει ευθέως τη διακήρυξη με αίτηση ακυρώσεως, οι λόγοι της προσφυγής με τους οποίους αμφισβήτησε την ισχύ των ανωτέρω διατάξεων ήσαν απορριπτέοι ως απαράδεκτοι. Και τούτο διότι, με την ανεπιφύλακτη συμμετοχή της στο διαγωνισμό η αναιρεσείουσα αποδέχθηκε πλήρως τη νομιμότητα της διακηρύξεως και των όρων αυτής, και επομένως δεν είναι επιτρεπτή η εκ μέρους της παρεμπίπτουσα, εκ των υστέρων, αμφισβήτηση του κύρους των όρων της διακηρύξεως, με την ευκαιρία της προσβολής πράξεων που εκδίδονται είτε κατά την διαδικασία διεξαγωγής του διαγωνισμού είτε κατά την λειτουργία της συμβάσεως (βλ. Σ.τ.Ε. 1415/2000 Ολομ., 2743/2003 κ.α.). Συνεπώς, ορθώς το δικάσαν δικαστήριο απέρριψε την προσφυγή ως απαράδεκτη, λόγω παραλείψεως της αναιρεσείουσας να ασκήσει προηγουμένως την προβλεπομένη από τη διακήρυξη ενδικοφανή προσφυγή, περαιτέρω δε, απέρριψε και τους λόγους της προσφυγής, με τους οποίους η αναιρεσείουσα αμφισβητούσε τη νομιμότητα όρων της διακηρύξεως, τα δε περί του αντιθέτου προβαλλόμενα με την υπό κρίση αίτηση πρέπει να απορριφθούν.
ΕΣ/ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ/1377/2021
Δημόσια Έργα-Δημοσιονομική Διόρθωση:Ζητείται η αναίρεση της προσβαλλόμενης 517/2017 απόφασης του Ι Τμήματος, με την οποία έγινε εν μέρει δεκτή έφεση της αναιρεσείουσας κατά της 1126/0052/15.6.2012 απόφασης δημοσιονομικής διόρθωσης - ανάκτησης του Υπουργού Οικονομικών, μεταρρυθμίστηκε η απόφαση αυτή και περιορίστηκε το ποσό της επιβληθείσας σε βάρος της αναιρεσείουσας δημοσιονομικής διόρθωσης - ανάκτησης σε 451.150,57 ευρώ.(....)Το ποσό αυτό φέρεται ότι αντιστοιχεί σε μη επιλέξιμες δαπάνες που πραγματοποιήθηκαν στο πλαίσιο υλοποίησης του Υποέργου με τίτλο «Κατασκευή Έργων Υποδομής Τετραπλού Σιδηροδρομικού Διαδρόμου στο Τμήμα μεταξύ Τριών Γεφυρών και Σιδηροδρομικού Κέντρου Αχαρνών (ΣΚΑ), Έργων Υποδομής για την Ολοκλήρωση του ΣΚΑ και όλων των Απαιτούμενων Έργων Επιδομής, Σηματοδότησης, Τηλεδιοίκησης, Ηλεκτροκίνησης», που έχει ενταχθεί στο Επιχειρησιακό Πρόγραμμα (ΕΠ) «Ενίσχυση της Προσπελασιμότητας» και χρηματοδοτείται από το Ταμείο Συνοχής και από εθνικούς πόρους.(....)Το Δικαστήριο, με τα ως άνω δεδομένα, διαπιστώνει ότι ο τρίτος αναιρετικός λόγος με τον οποίο αποδίδεται στην αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση η αιτίαση της πλημμελούς και ειδικότερα της αντιφατικής αιτιολογίας, είναι απορριπτέος. Και τούτο διότι, το δικάσαν Τμήμα με την προσβαλλόμενη απόφασή του και όσα αναλυτικά ανωτέρω αναφέρονται διέλαβε πλήρη, ειδική, εμπεριστατωμένη και χωρίς αντιφάσεις αιτιολογία σχετικά με τη νομιμότητα του επίδικου καταλογισμού, έλαβε υπόψη και απάντησε με νόμιμη, ορθή και πλήρη αιτιολογία, απορρίπτοντας ως αβάσιμους ή αλυσιτελείς όλους τους προβληθέντες από την αναιρεσείουσα νομικούς και πραγματικούς ισχυρισμούς, οι δε σχετικώς προβαλλόμενες αναιρετικές αιτιάσεις, περί παραβίασης, εκ μέρους του δικάσαντος Τμήματος, ουσιώδους τύπου της διαδικασίας είναι αβάσιμες και απορριπτέες.Απορρίπτει την αίτηση αναιρέσεως.
ΒΛΕΠΕ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΣ/ΚΛ.Ε/58/2002.
ΣΤΕ/171/2020
Εικονικά και πλαστά φορολογικά στοιχεία...Εξ άλλου, όπως προκύπτει από την αναιρεσιβολλαμένη απόφαση, το δικάσαν Διοικητικό Εφετείο σχημάτισε πλήρη δικανική πεποίθηση ως προς την στοιχειοθέτηση εκ μέρους της αναιρεσείουσας της παραβάσεως της λήψεως και καταχωρίσεως 108 εικονικών ως προς την ανυπαρξία συναλλαγής στοιχείων, χωρίς να διατυπώσει ερμηνευτική κρίση σχετικά με την επίρριψη στην αναιρεσείουσα του βάρους αποδείξεως ως προς το ως άνω ζήτημα, αλλά ούτε να προβεί, συναφώς, σε κατανομή του βάρους αποδείξεως μεταξύ των διαδίκων. Επιπροσθέτως, όλοι οι προβαλλόμενοι λόγοι αναιρέσεως πλήττουν κρίσεις της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, εξενεχθείσες κατ’ εκτίμηση των πραγματικών δεδομένων της υπόθεσης, κατά την υπαγωγή του πραγματικού αυτής στον εφαρμοστέο κανόνα δικαίου, όπως δε αναπτύσσονται, αναφέρονται μόνον σε ζητήματα εκτιμήσεως των αποδείξεων και αιτιολογίας της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως. Εξ άλλου, όλες οι αποφάσεις που επικαλείται η αναιρεσείουσα, “προς ενίσχυση” των λόγων της, αφορούν είτε σε διαφορετικά νομικά ζητήματα (όπως στις ΣτΕ 1773/2010 που αφορά ειδικό φόρο κατανάλωσης σε μπανάνες, 2091/2008 που αφορά σε φόρο μεταβιβάσεως ονομαστικών μετοχών α.ε. μη εισηγμένων στο Χρηματιστήριο, 3518/2006, 2842/2007 που αφορούν σε έκδοση εικονικών φορολογικών στοιχείων και 496/2009 που αφορά σε συμπληρωματική πράξη προσδιορισμού ΦΠΑ), είτε σε ζητήματα νομιμότητος της αιτιολογίας των αναιρεσιβαλλομένων στις ως άνω υποθέσεις αποφάσεων, σε σχέση με την εικονικότητα ή μη των ενδίκων σε κάθε περίπτωση τιμολογίων και των σχετικών με αυτά συναλλαγών. Κατόπιν των ανωτέρω, οι λόγοι αναιρέσεως είναι απορριπτέοι ως απαράδεκτοι σύμφωνα με την προπαρατεθείσα διάταξη του άρθρου 53 παρ. 3 του π.δ. 18/1989.
ΕΣ/ΠΡΩΤΟ ΤΜΗΜΑ/784/2024
Με την έφεση αυτή, όπως οι λόγοι της αναπτύσσονται με τα από 7.1.2019 και από 24.2.2022 νομίμως κατατεθέντα υπομνήματα και αντικρούονται με τα από 19.12.2018 και 1.3.2022 υπομνήματα του εφεσίβλητου, ζητείται η ακύρωση της απόφασης της 29ης Τακτικής Συνεδρίασης της 10.11.2017 του Διοικητικού Συμβουλίου του Γενικού Νοσοκομείου Νοσημάτων Θώρακος Αθηνών (Γ.Ν.Ν.Θ.Α.) «Η ΣΩΤΗΡΙΑ» (θέμα 11ο), με την οποία εγκρίθηκε η επιστροφή από τον εκκαλούντα, μόνιμο υπάλληλο του Νοσοκομείου, κλάδου ΠΕ Ηλεκτρολόγων – Μηχανικών, ποσού 19.845,22 ευρώ, το οποίο αντιστοιχεί σε προσαύξηση αποδοχών, που φέρεται ότι έλαβε αχρεωστήτως κατά το χρονικό διάστημα της εκπαιδευτικής του άδειας από 7.8.2006 έως 7.8.2008 για την εκπόνηση διδακτορικής διατριβής, πλέον τόκων 16.297,79 ευρώ, ήτοι συνολικού ποσού 36.143,01 ευρώ, με παρακράτηση μηνιαίως του 1/10 των μηνιαίων αποδοχών του.
ΕΣ/ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ/2031/2022
ΣΥΝΤΑΞΕΙΣ ΔΗΜΟΣΙΟΥ:Με την αναιρεσιβαλλόμενη 786/2017 απόφαση του IΙ Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου απορρίφθηκε έφεση της αναιρεσείουσας, συνταξιούχου του ΙΚΑ - ΕΤΑΜ (και ήδη ΕΦΚΑ) με το ειδικό συνταξιοδοτικό καθεστώς του ν.3163/1955, τέως ιατρού στον Οίκο Ναύτου, κατά της ... πράξης της Διεύθυνσης Συντάξεων Προσωπικού ΝΠΔΔ του ΙΚΑ - ΕΤΑΜ, κατά το μέρος αυτής με το οποίο η σύνταξή της ορίστηκε πληρωτέα από 4.2.2027, ημερομηνία που συμπληρώνει το 63ο έτος της ηλικίας της(...)εφόσον η ήδη αναιρεσείσουσα θεμελίωσε συνταξιοδοτικό δικαίωμα το έτος 2012, με την συμπλήρωση εικοσιπενταετίας, η σύνταξή της έπρεπε να οριστεί πληρωτέα με την συμπλήρωση του 63ου έτους της ηλικίας της, σύμφωνα με το άρθρο 56 παρ. 1 περ. β΄ υποπερ. βγ΄ του Συνταξιοδοτικού Κώδικα, όπως ισχύει μετά τον ν. 3865/2010, όπως ορθώς κρίθηκε με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, τα δε περί του αντιθέτου προβαλλόμενα από την αναιρεσείουσα τυγχάνουν αβάσιμα και απορριπτέα. Απορρίπτει την αίτηση αναίρεσης.
ΣτΕ/2369/2017
ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΡΓΑ-ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΣΗ-ΤΟΚΟΙ ΥΠΕΡΗΜΕΡΙΑΣ: «Αποπεράτωση νέας Κεντρικής Λαχαναγοράς Πατρών» (...)Η προσβαλλόμενη απόφαση απέρριψε το ανωτέρω αίτημα ως αβάσιμο, με την αιτιολογία ότι εν προκειμένω ο καθορισμός των δικαιουμένων από την αναιρεσείουσα τόκων υπερημερίας κρίθηκε αμετακλήτως με την υπ’ αριθ. 416/1998 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Πατρών, κατόπιν τηρήσεως εκ μέρους της αναιρεσείουσας της ενδικοφανούς διαδικασίας, ήτοι ασκήσεως ενστάσεως και αιτήσεως θεραπείας, κατά την οποία, όπως και με την από 31.3.1995 προσφυγή της, επί της οποίας εκδόθηκε η απόφαση αυτή, αξίωσε, όπως συνομολογεί και η ίδια με την ένδικη προσφυγή της (βλ. σελίδα 26), την καταβολή σ’ αυτήν τόκων υπερημερίας επί του κεφαλαίου της πιστοποιήσεως βάσει των διατάξεων του άρθρου 18 του Ν. 1947/1991·η δε υπ’ αριθ. 417/1998 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Πατρών, την οποία επικαλείται η αναιρεσείουσα, δεν αναφέρεται στον προσδιορισμό τόκων υπερημερίας, αλλά στην έγκριση του από 17.12.1993 πρωτοκόλλου προσωρινής παραλαβής των εργασιών, ενώ, κατά τα άρθρα 14 του ν.δ/τος 1266/1972 και 53 και 55 του π.δ/τος 475/1976, η Επιτροπή Παραλαβής ελέγχει ποσοτικώς και ποιοτικώς τους εκτελεσθείσες εργασίες και δεν αναγνωρίζει δικαιούμενους τόκους υπερημερίας. Η ανωτέρω κρίση της προσβαλλομένης αποφάσεως είναι νομίμως και επαρκώς αιτιολογημένη, ο δε λόγος αναιρέσεως, με τον οποίο αμφισβητείται η ορθότητα της εκτιμήσεως από το δικάσαν δικαστήριο του περιεχομένου της υπ’ αριθ. 417/1998 προγενέστερης αποφάσεώς του, είναι απορριπτέος ως απαράδεκτος. Δια ταύτα Απορρίπτει την κρινόμενη αίτηση.
ΕΣ/Γ΄ ΕΛΑΣΣΟΝΑ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ/1206/2024
Με την προσβαλλόμενη απόφαση έγινε εν μέρει δεκτή έφεση της αναιρεσείουσας κατά της 15341/2014 καταλογιστικής απόφασης του Διοικητικού Συμβουλίου (Δ.Σ.) του ως άνω Νοσοκομείου και περιορίσθηκε το εις βάρος της, συνεπεία ανακλήσεως του διορισμού της λόγω πλαστογραφίας του βαθμού του πτυχίου της, καταλογισθέν ποσό των 169.616,11 ευρώ, στο ύψος των 40.000,00 ευρώ, κατ’ εφαρμογή της αρχής της αναλογικότητας.Υπό το φως των ανωτέρω, το Δικαστήριο κρίνει ότι ο καταλογισμός εις βάρος της εκκαλούσας και ήδη αναιρεσείουσας ποσού που υπερβαίνει αυτό των 5.000,00 ευρώ, διαρρηγνύει τη δίκαιη ισορροπία μεταξύ του σκοπού που επιδιώκεται με τον καταλογισμό και των περιουσιακών δικαιωμάτων της καταλογιζομένης. Τούτο δε, ύστερα από στάθμιση των εξής δεδομένων της υπόθεσης: (α) Η ήδη αναιρεσείουσα κατείχε τον απαιτούμενο για την εκτέλεση των καθηκόντων της θέσης, στην οποία διορίσθηκε, τίτλο σπουδών, αλλά με βαθμό μικρότερο αυτού που αρχικώς δήλωσε. (β) Η ίδια εκτέλεσε τα καθήκοντά της επί δώδεκα περίπου έτη και δεν έχει τη δυνατότητα να διεκδικήσει με άλλον τρόπο τις μισθολογικές απολαβές αυτής της περιόδου. (γ) Η διοίκηση του Νοσοκομείου καθ’ όλο το χρονικό διάστημα της εργασίας της δεν προέβη στον έλεγχο των στοιχείων που ήταν κατατεθειμένα στο προσωπικό της μητρώο. (δ) Το Νοσοκομείο επωφελήθηκε επί δώδεκα περίπου έτη των υπηρεσιών της. ε) Οι υπηρεσίες της αυτές παρασχέθηκαν με συνέπεια και επάρκεια και, ως εκ τούτου, έναντι των καταβληθεισών αποδοχών, ελήφθη ως αντιπαροχή η αρμόζουσα στη θέση de facto απασχόλησή της. στ) Σε αντίθεση με συναφή περίπτωση, που αποτέλεσε αντικείμενο κρίσης της 599/2021 απόφασης της Ολομέλειας του Δικαστηρίου, με την οποία ακυρώθηκε καθ’ ολοκληρίαν ο σχετικός καταλογισμός (πρβλ. σκ. 31-33 της απόφασης αυτής), από την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση δεν προκύπτει ότι η κατάθεση του ως άνω παραποιημένου κρίσιμου δικαιολογητικού δεν είχε ως αποτέλεσμα την εκτόπιση ετέρου υποψηφίου από την ήδη αναιρεσείουσα και, ως εκ τούτου, ότι δεν επηρέασε την πρόσληψή της, ούτε ότι υπήρξε ποινική καταδίκη εις βάρος της για την πράξη της αυτή. Στο σημείο αυτό, εξάλλου, παρατηρείται ότι ούτε από την επισκόπηση του δικογράφου της έφεσης, όπως, άλλωστε, και του αναιρετηρίου, προκύπτει ότι η ήδη αναιρεσείουσα προέβαλε, κατά τρόπο ορισμένο, και με επίκληση των αναγκαίων αποδεικτικών στοιχείων, ότι η κατάθεση του ως άνω παραποιημένου κρίσιμου δικαιολογητικού δεν είχε ως αποτέλεσμα την εκτόπιση ετέρου υποψηφίου από την ήδη αναιρεσείουσα και, ως εκ τούτου, ότι δεν επηρέασε την πρόσληψή της, ούτε ότι υπήρξε ποινική καταδίκη εις βάρος της για την πράξη της αυτή.
Κατόπιν αυτών, η ένδικη έφεση πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή, να μεταρρυθμιστεί η καταλογιστική πράξη και το ποσό του καταλογισμού να περιορισθεί στο ποσό, πέραν του οποίου κατά τα ανωτέρω διαρρηγνύεται η δίκαιη ισορροπία, ήτοι στο ποσό των 5.000,00 ευρώ