ΕΣ/Ε ΚΛΙΜΑΚΙΟ/614/2020
Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου
Μελέτη, Προμήθεια και Εγκατάσταση Καλωδίων και Σταθμών Ηλεκτροδίων για την Ηλεκτρική Διασύνδεση Συνεχούς Ρεύματος (...). Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω, το Κλιμάκιο κρίνει ότι τα υποβληθέντα ενώπιόν του σχέδια «Συμπληρώματος Νο1 των Συμβάσεων 2001, 2002, 2003, 2004/26.5.2020» δεν υπάγονται στον έλεγχο νομιμότητας του Ελεγκτικού Συνεδρίου, διότι η μείωση του περιθωρίου του επιτοκίου EURIBOR από 5 ποσοστιαίες μονάδες σε 3,5 αφορά επουσιώδη τροποποίηση παρεπόμενου οικονομικού όρου, σχετιζόμενου αποκλειστικά με τη χορηγούμενη στους αναδόχους προαιρετική έντοκη προκαταβολή και την αντίστοιχη αξία της εγγυητικής επιστολής προκαταβολής που θα κατατεθεί από αυτούς, δεν επιφέρει ουσιώδη μεταβολή του οικονομικού αντικειμένου των συμβάσεων, ούτε εισάγει όρους, που θα επέτρεπαν τη συμμετοχή διαφορετικών υποψηφίων ή την αποδοχή άλλης προσφοράς ή θα προσέλκυαν άλλους συμμετέχοντες, δικαιολογείται δε, κατά την κρίση της αναθέτουσας αρχής, από τη γενικότερη μείωση των επιτοκίων της αγοράς και το γεγονός ότι το μέσο περιθώριο επί του κόστους του επιτοκίου κυμαίνεται περίπου στις 3 με 3.5 ποσοστιαίες μονάδες (πρβλ. Ε΄ Κλ. 793/2018).
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΕΣ/Ε ΚΛΙΜΑΚΙΟ/617/2020
Μελέτη, προμήθεια και εγκατάσταση δύο σταθμών μετατροπής και ενός υποσταθμού για την ηλεκτρική διασύνδεση συνεχούς ρεύματος :Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω, το Κλιμάκιο κρίνει ότι το υποβληθέν ενώπιόν του σχέδιο «Συμπληρώματος Νο1» της Σύμβασης 2005/29.5.2020 δεν υπάγεται στον έλεγχο νομιμότητας του Ελεγκτικού Συνεδρίου, διότι η μείωση του περιθωρίου του επιτοκίου EURIBOR από 5 ποσοστιαίες μονάδες σε 3,5 αφορά επουσιώδη τροποποίηση παρεπόμενου οικονομικού όρου, σχετιζόμενου αποκλειστικά με τη χορηγούμενη στην ανάδοχο προαιρετική έντοκη προκαταβολή και την αντίστοιχη αξία της εγγυητικής επιστολής προκαταβολής που θα κατατεθεί από αυτή, δεν επιφέρει ουσιώδη μεταβολή του οικονομικού αντικειμένου της σύμβασης, ούτε εισάγει όρους, που θα επέτρεπαν τη συμμετοχή διαφορετικών υποψηφίων ή την αποδοχή άλλης προσφοράς ή θα προσέλκυαν άλλους συμμετέχοντες, δικαιολογείται δε, κατά την κρίση της αναθέτουσας αρχής, από τη γενικότερη μείωση των επιτοκίων της αγοράς και το γεγονός ότι το μέσο περιθώριο επί του κόστους του επιτοκίου κυμαίνεται περίπου στις 3 με 3,5 ποσοστιαίες μονάδες (πρβλ. Ε΄ Κλ. 793/2018).
ΕΣ/ΚΛ.Ε/794/2018
Έλεγχος νομιμότητας σχεδίου σύμβασης:...Με δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω, το Κλιμάκιο κρίνει τα ακόλουθα ως προς τη νομιμότητα των διαλαμβανόμενων όρων της ελεγχόμενης τροποποιητικής σύμβασης: Α) Η επαύξηση από 24 σε 48 του πλήθους των οπτικών ινών που θα εγκατασταθούν σε κάθε ένα από τους κλάδους ..., χωρίς επαύξηση του συμβατικού τιμήματος, υπό τον όρο ότι θα χρησιμοποιηθεί αραμίδιο αντί γαλβανισμένων χαλύβδινων συρματιδίων στον οπλισμό των υποβρύχιων καλωδίων, με αντίστοιχη παράταση της περιόδου εγγύησης του έργου κατά 18 μήνες, βρίσκει νόμιμο έρεισμα στις διατάξεις των παρ. 2 και 4 του άρθρου 337 του ν.4412/2016. Τούτο δε, διότι δεν διευρύνεται το οικονομικό αντικείμενο της σύμβασης και δεν μεταβάλλεται η συνολική φύση της σύμβασης, στο μέτρο που, όπως συνάγεται από το περιεχόμενο των οικείων πρακτικών και των σχετικών εισηγήσεων, κατά την ανέλεγκτη τεχνική κρίση της αναθέτουσας αρχής, ενόψει και του άκρως εξειδικευμένου τεχνικού αντικειμένου του υπό έλεγχο έργου, αφενός δεν επέρχεται μεταβολή του τεχνικού αντικειμένου της σύμβασης, όπως αυτό έχει καθοριστεί με τις τεχνικές προδιαγραφές του έργου, αφετέρου διασφαλίζεται η τεχνική επάρκεια της προτεινόμενης λύσης. Συνεπώς, κατά το μέρος αυτό δεν κωλύεται η υπογραφή του ελεγχόμενου σχεδίου σύμβασης. Β) Η μείωση του περιθωρίου του επιτοκίου EURIBOR από 6 ποσοστιαίες μονάδες σε 3,5 αφορά επουσιώδη τροποποίηση παρεπόμενου οικονομικού όρου, σχετιζόμενου αποκλειστικά με την χορηγούμενη στον ανάδοχο προκαταβολή, δεν επιφέρει ουσιώδη μεταβολή του οικονομικού αντικειμένου της σύμβασης και δικαιολογείται, κατά την κρίση της αναθέτουσας αρχής, από τη γενικότερη μείωση των επιτοκίων της αγοράς και το γεγονός ότι το μέσο περιθώριο επί του κόστους του επιτοκίου κυμαίνεται στις 3 μονάδες. Κατά το μέρος, συνεπώς, αυτό, δεν κωλύεται η υπογραφή του ελεγχόμενου σχεδίου σύμβασης. Γ) Η μείωση της προθεσμίας καταβολής του συνόλου των πληρωμών του αναδόχου από την 24η ημέρα του μεθεπόμενου μήνα υποβολής των απαιτούμενων δικαιολογητικών πληρωμής στην 20ή ημέρα από την ημερομηνία υποβολής αυτών, υποδηλώνει βούληση επαναδιαπραγμάτευσης ουσιώδους όρους της διακήρυξης υπέρ της αναδόχου, κατά την εκτέλεση της σύμβασης, και αντιβαίνει στις παρ. 2 και 4 του άρθρου 377 του ν.4412/2016. Ειδικότερα, η επίμαχη σύμβαση χαρακτηρίζεται από ιδιαιτέρως υψηλό οικονομικό και εξειδικευμένο τεχνικό αντικείμενο και απαιτεί τη διάθεση σημαντικών πόρων εκ μέρους της αναδόχου, η οποία θα πρέπει να διασφαλίσει ότι διαθέτει τη δυνατότητα προσήκουσας εκτέλεσης των συμβατικών υποχρεώσεών της και στο μεσοδιάστημα, μεταξύ των πληρωμών, και πάντοτε στο πλαίσιο του χρονοδιαγράμματος, το οποίο πρέπει να υποβληθεί στην αναθέτουσα αρχή και αποτελεί το πρόγραμμα εκτέλεσης του έργου (βλ. άρθρο 5 τεύχους 1 Συμφωνητικού). Ενόψει αυτών, ο χρόνος καταβολής του τιμήματος αποτελεί, στην προκείμενη υπόθεση, ουσιώδες στοιχείο των συμβατικών υποχρεώσεων και επηρεάζει την εκδήλωση ενδιαφέροντος συμμετοχής στο διαγωνισμό, αλλά και τη διαμόρφωση του ύψους των οικονομικών προσφορών (πρβλ. C-496/99, σκ. 117, σχετικά με τον ουσιώδη χαρακτήρα των τρόπων πληρωμής της σύμβασης). Η σύντμηση των προθεσμιών καταβολής του τιμήματος και μάλιστα στην ανωτέρω έκταση (έως 2 μήνες νωρίτερα), χωρίς βεβαίως αντίστοιχη σύντμηση των συμβατικών προθεσμιών εκτέλεσης του έργου, επιτρέπει ουσιωδώς διαφορετικό οικονομικό και τεχνικό προγραμματισμό εκ μέρους της αναδόχου, από εκείνον που η ίδια έκανε κατά την υποβολή της προσφοράς της, της δυνατότητας δε αυτής στερήθηκαν οι άλλοι διαγωνιζόμενοι, αλλά και οι λοιποί δυνητικοί ενδιαφερόμενοι. Ενόψει αυτών, και δεδομένου ότι η δυνατότητα σύντμησης των προθεσμιών πληρωμής δεν προβλεπόταν ρητά και συγκεκριμένα στα συμβατικά τεύχη του διαγωνισμού, κωλύεται κατά το μέρος αυτό η υπογραφή του ελεγχόμενου σχεδίου σύμβασης. Δ) Μη νομίμως προβλέπεται στο ελεγχόμενο σχέδιο η απαλοιφή συλλήβδην της αρχικώς προβλεπόμενης υποχρέωσης της αναδόχου εταιρίας να προσκομίσει εγγύηση προκαταβολής, ενώ διατηρείται ακέραιο το δικαίωμά της να αιτηθεί τη χορήγηση προκαταβολής σε ποσοστό έως 10% επί του συμβατικού αντικειμένου (2.115.439,9 ευρώ), ήτοι και κατά το μέρος που το ποσό της προκαταβολής υπερβαίνει το ποσό της εγγύησης καλής εκτέλεσης (5% επί της συμβατικής αξίας ή 1.057.671,95 ευρώ). Και τούτο, διότι η υποχρέωση προσκόμισης από τον ανάδοχο εγγύησης προκαταβολής, που θα καλύπτει τη διαφορά μεταξύ του ποσού της εγγύησης καλής εκτέλεσης και του ποσού της καταβαλλόμενης προκαταβολής και θα είναι ισόποση με τη διαφορά αυτή, δεν καταλείπεται στην ευχέρεια της αναθέτουσας αρχής, αλλά προβλέπεται ευθέως στο νόμο, για λόγους διασφάλισης της τελευταίας έναντι της αναδόχου του έργου, ως προς την εκπλήρωση των συμβατικών υποχρεώσεων που σχετίζονται με τη χορήγηση της προκαταβολής. Συνεπώς, η επίμαχη τροποποίηση επιφέρει κατάργηση συμβατικού όρου επιβαλλόμενου ευθέως από διάταξη νόμου και ως εκ τούτου είναι μη νόμιμη.
ΕΣ/ΚΛ.Ε/793/2018
Έλεγχος νομιμότητας σχεδίου σύμβασης:..Με δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω (σκ. 2 και 3), το Κλιμάκιο κρίνει τα ακόλουθα ως προς τη νομιμότητα των διαλαμβανόμενων όρων της ελεγχόμενης τροποποιητικής σύμβασης: Α) Η επαύξηση του πλήθους των οπτικών ινών από 24 σε 48 έναντι πρόσθετου τιμήματος 402.250,80 ευρώ (πλέον Φ.Π.Α.) βρίσκει νόμιμο έρεισμα στις διατάξεις των παρ. 2 και 4 του άρθρου 337 του ν.4412/2016. Και τούτο, διότι η αξία της τροποποίησης αυτής υπολείπεται του ποσού των 5.250.000 ευρώ και ανέρχεται σε ποσοστό μόλις 1,09% επί του αρχικού συμβατικού τιμήματος, ήτοι κατώτερου από το προβλεπόμενο στο νόμο όριο του 15%, χωρίς να μεταβάλλεται η συνολική φύση της σύμβασης. Κατά παράβαση όμως του άρθρου 302 παρ. 1 περ. β΄ του ν.4412/2106, συνδυαστικά ερμηνευόμενου με το άρθρο 7 του τεύχους 1 της διακήρυξης, δεν προβλέπεται στο ελεγχόμενο σχέδιο η υποχρέωση της αναδόχου εταιρείας να προσκομίσει, πριν την τροποποίηση, συμπληρωματική εγγύηση καλής εκτέλεσης σε ποσοστό 5% επί του ανωτέρω ποσού. Τούτο ισχύει, καθόσον η υποχρέωση προσκόμισης πρόσθετης εγγύησης καλής εκτέλεσης δεν καταλείπεται στην ευχέρεια της αναθέτουσας αρχής, αλλά προβλέπεται ευθέως στο νόμο και αφορά, του νόμου μη διακρίνοντος, κάθε περίπτωση τροποποίησης του άρθρου 337 που επιφέρει αύξηση της συμβατικής αξίας. Ως εκ τούτου, η συμβατική επαύξηση των οπτικών ινών από 24 σε 48 είναι επιτρεπτή, μόνο υπό τον όρο ότι θα αναμορφωθεί αναλόγως το υποβληθέν σχέδιο σύμβασης και θα προβλεφθεί υποχρέωση του αναδόχου να προσκομίσει, πριν την υπογραφή του συμφωνητικού, συμπληρωματική εγγύηση καλής εκτέλεσης ύψους 5% επί του ποσού των 402.250,80 ευρώ. Β) Η μείωση του περιθωρίου του επιτοκίου EURIBOR από 6 ποσοστιαίες μονάδες σε 3,5 αφορά επουσιώδη τροποποίηση παρεπόμενου οικονομικού όρου, σχετιζόμενου αποκλειστικά με τη χορηγούμενη στον ανάδοχο προκαταβολή, δεν επιφέρει ουσιώδη μεταβολή του οικονομικού αντικειμένου της σύμβασης και δικαιολογείται, κατά την κρίση της αναθέτουσας αρχής, από τη γενικότερη μείωση των επιτοκίων της αγοράς και το γεγονός ότι το μέσο περιθώριο επί του κόστους του επιτοκίου κυμαίνεται στις 3 μονάδες. Κατά το μέρος, συνεπώς, αυτό, δεν κωλύεται η υπογραφή του ελεγχόμενου σχεδίου σύμβασης. Γ) Η μείωση της προθεσμίας καταβολής του συνόλου των πληρωμών του αναδόχου, από την 24η ημέρα του μεθεπόμενου μήνα υποβολής των απαιτούμενων δικαιολογητικών πληρωμής, στην 20ή ημέρα από την ημερομηνία υποβολής αυτών, υποδηλώνει βούληση επαναδιαπραγμάτευσης ουσιώδους όρους της διακήρυξης υπέρ της αναδόχου κατά την εκτέλεση της σύμβασης και αντιβαίνει στις παρ. 2 και 4 του άρθρου 377 του ν.4412/2016. Ειδικότερα, η επίμαχη σύμβαση χαρακτηρίζεται από ιδιαιτέρως υψηλό οικονομικό και εξειδικευμένο τεχνικό αντικείμενο και απαιτεί τη διάθεση σημαντικών πόρων εκ μέρους της αναδόχου, η οποία θα πρέπει να διασφαλίσει ότι διαθέτει τη δυνατότητα προσήκουσας εκτέλεσης των συμβατικών υποχρεώσεών της και στο μεσοδιάστημα, μεταξύ των πληρωμών, και πάντοτε στο πλαίσιο του χρονοδιαγράμματος, το οποίο πρέπει να υποβληθεί στην αναθέτουσα αρχή και αποτελεί το πρόγραμμα εκτέλεσης του έργου (βλ. άρθρο 5 τεύχους 1 Συμφωνητικού). Ενόψει αυτών, ο χρόνος καταβολής του τιμήματος αποτελεί, στην προκείμενη υπόθεση, ουσιώδες στοιχείο των συμβατικών υποχρεώσεων και επηρεάζει την εκδήλωση ενδιαφέροντος συμμετοχής στο διαγωνισμό, αλλά και τη διαμόρφωση του ύψους των οικονομικών προσφορών (πρβλ. C-496/99, σκ. 117, σχετικά με τον ουσιώδη χαρακτήρα των τρόπων πληρωμής της σύμβασης). Η σύντμηση των προθεσμιών καταβολής του τιμήματος και μάλιστα στην ανωτέρω έκταση (έως 2 μήνες νωρίτερα), χωρίς βεβαίως αντίστοιχη σύντμηση των συμβατικών προθεσμιών εκτέλεσης του έργου, επιτρέπει οικονομικό και τεχνικό προγραμματισμό εκ μέρους της αναδόχου ουσιωδώς διαφορετικό, από εκείνον που η ίδια έκανε κατά την υποβολή της προσφοράς της, της δυνατότητας δε αυτής στερήθηκε η άλλη διαγωνιζόμενη, της οποίας η προσφορά είναι μεγαλύτερη σε ποσοστό 5% (βλ. και 359/2015 Πράξη του παρόντος Κλιμακίου και εκεί μνημονευόμενο έγγραφο αξιολόγησης ως προς το συμφέρον της προσφοράς της αναδόχου), αλλά και οι λοιποί δυνητικοί ενδιαφερόμενοι. Ενόψει αυτών, και δεδομένου ότι η δυνατότητα σύντμησης των προθεσμιών πληρωμής δεν προβλεπόταν ρητά και συγκεκριμένα στα συμβατικά τεύχη του διαγωνισμού, κωλύεται κατά το μέρος αυτό η υπογραφή του ελεγχόμενου σχεδίου σύμβασης. Δ) Μη νομίμως προβλέπεται στο ελεγχόμενο σχέδιο η απαλοιφή συλλήβδην της αρχικώς προβλεπόμενης υποχρέωσης της αναδόχου εταιρείας να προσκομίσει εγγύηση προκαταβολής, ενώ διατηρείται ακέραιο το δικαίωμά της να αιτηθεί τη χορήγηση προκαταβολής σε ποσοστό έως 10% επί του συμβατικού αντικειμένου, ήτοι και κατά το μέρος που το ποσό της προκαταβολής υπερβαίνει το ποσό της εγγύησης καλής εκτέλεσης (5% επί της συμβατικής αξίας). Και τούτο, διότι η υποχρέωση προσκόμισης από τον ανάδοχο εγγύησης προκαταβολής, που θα καλύπτει τη διαφορά μεταξύ του ποσού της εγγύησης καλής εκτέλεσης και του ποσού της καταβαλλόμενης προκαταβολής και θα είναι ισόποση με τη διαφορά αυτή, δεν καταλείπεται στην ευχέρεια της αναθέτουσας αρχής, αλλά προβλέπεται ευθέως στο νόμο, για λόγους διασφάλισης της τελευταίας έναντι της αναδόχου του έργου, ως προς την εκπλήρωση των συμβατικών υποχρεώσεων που σχετίζονται με τη χορήγηση της προκαταβολής. Συνεπώς, η επίμαχη τροποποίηση επιφέρει κατάργηση συμβατικού όρου επιβαλλόμενου ευθέως από διάταξη νόμου και ως εκ τούτου είναι μη νόμιμη.
ΝΣΚ/217/2019
α) Εάν οι διατάξεις του άρθρου 45 του ν. 4607/2019 που προβλέπουν περί του νομίμου και του επιτοκίου υπερημερίας των οφειλών του Δημοσίου, εφαρμόζονται και επί απαιτήσεων κατά του ΕΦΚΑ. β) Εάν το ύψος του επιτοκίου για το τρέχον έτος ανέρχεται σε τρεις εκατοστιαίες μονάδες. (...) α) Οι ρυθμίσεις του άρθρου 45 παρ.1, 2, 3 του ν. 4607/2019 εφαρμόζονται και στις απαιτήσεις κατά του ΕΦΚΑ και καταλαμβάνουν όλες τις δικαστικές υποθέσεις που εκκρεμούν. Ο υπολογισμός του νέου επιτοκίου θα λαμβάνει χώρα από 1.5.2019. β) Ο προσδιορισμός του ύψους του τρέχοντος επιτοκίου, με το οποίο θα πληρώνει τις υποχρεώσεις του ο ΕΦΚΑ, δεν μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο ερωτήματος (ομόφ.).
ΔΕΚ/T-292/2015
ΠΑΡΟΧΗ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ:(....)με αίτημα την αποκατάσταση της ζημίας που φέρεται να υπέστη η ενάγουσα λόγω των παρατυπιών που διέπραξε η Επιτροπή στο πλαίσιο του διαγωνισμού «Εδραίωση του συστήματος ασφάλειας των τροφίμων στην Αλβανία»(....)Λαμβανομένου υπόψη του συνόλου των ανωτέρω στοιχείων, θα πρέπει, για τον καθορισμό του συνολικού ποσού της αποζημιώσεως λόγω απώλειας ευκαιρίας, να ληφθεί υπόψη το καθαρό κέρδος, καθώς και το ποσοστό πιθανότητας της ενάγουσας να αναδειχτεί ανάδοχος στον επίμαχο διαγωνισμό.Επομένως, οι διάδικοι καλούνται, με την επιφύλαξη μεταγενέστερης αποφάσεως ή διατάξεως του Γενικού Δικαστηρίου, να έλθουν σε συμφωνία ως προς το ποσό αυτό, λαμβάνοντας υπόψη τις ανωτέρω σκέψεις και να γνωστοποιήσουν στο Γενικό Δικαστήριο, εντός προθεσμίας τριών μηνών από της δημοσιεύσεως της παρούσας αποφάσεως, το καταβλητέο ποσό το οποίο θα καθορίσουν από κοινού κατόπιν συμφωνίας ή, ελλείψει συμφωνίας, να του γνωστοποιήσουν, εντός της ίδιας προθεσμίας, τα αιτήματά τους συνοδευόμενα από αριθμητικά στοιχεία(....) 1)Υποχρεώνει την Ευρωπαϊκή Ένωση να αποκαταστήσει τη ζημία που υπέστη η Βακάκης και Συνεργάτες – Σύμβουλοι για Αγροτική Ανάπτυξη ΑΕ Μελετών λόγω της απώλειας ευκαιρίας να της ανατεθεί η σύμβαση «Εδραίωση του συστήματος ασφάλειας των τροφίμων στην Αλβανία» (EuropeAid/129820/C/SER/AL), καθώς και λόγω των επιβαρύνσεων και των εξόδων που έφερε για τη συμμετοχή της στον διαγωνισμό αυτό. 2)Η διαλαμβανόμενη στο σημείο 1 του διατακτικού αποζημίωση προσαυξάνεται με τόκους υπερημερίας, υπολογιζόμενους από της δημοσιεύσεως της παρούσας αποφάσεως και μέχρι πλήρους και ολοσχερούς εξοφλήσεως, βάσει του επιτοκίου που εφαρμόζει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) για τις κύριες πράξεις αναχρηματοδοτήσεως, προσαυξημένου κατά δύο ποσοστιαίες μονάδες. 3) Απορρίπτει την αγωγή κατά τα λοιπά.
ΝΣΚ/269/2012
Δυνατότητα εφαρμογής των διατάξεων της παρ.3 του άρθρου 12 του Ν.1976/1991 (ασφαλιστική αναπηρία) σε νεοασφαλιζόμενους από 1-1-1993 και εφεξής.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
Η περί συνταξιοδότησης λόγω αναπηρίας νομοθεσία του ΙΚΑ, επεκτείνεται, με το άρθρο 25 του Ν.2084/1992, στους από 1-1-1993 νέους ασφαλισμένους όλων ανεξαιρέτως των εποπτευομένων από τον Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, ασφαλιστικών φορέων, οι οποίοι πλέον υποχρεούνται να συνταξιοδοτούν για την αιτία αυτή τους ασφαλισμένους τους, με τα προβλεπόμενα στο ΙΚΑ ποσοστά ασφαλιστικής αναπηρίας (50%, 67% και 80%). Ενόψει της μη παραπομπής, με το άρθρο αυτό, στη διάταξη της παρ. 3 του άρθρου 12 του Ν.1976/1991, αλλά μόνο σε εκείνη της παρ. 1 του άρθρου 27 του Ν.1902/1990, σαφώς συνάγεται, ότι η ιατρική αναπηρία της ανωτέρω κατηγορίας ασφαλισμένων, μπορεί να προσαυξηθεί, με βάση ασφαλιστικά κριτήρια, το πολύ κατά ποσοστό 15%, και όχι με 17 ποσοστιαίες μονάδες, που ισχύουν για τους μέχρι 31-12-1992 παλαιούς ασφαλισμένους. Συνεπώς, η κρίση για την αναπηρία των ως άνω φορέων, διέρχεται υποχρεωτικώς από δύο στάδια: α) αυτό των υγειονομικών επιτροπών των ΦΚΑ και από 1-9-2011 των αντιστοίχων επιτροπών των Κέντρων Πιστοποίησης Αναπηρίας (ΚΕ.Π.Α.), οι οποίες αποφαίνονται δεσμευτικά, όχι μόνο ως προς το ποσοστό ιατρικής αναπηρίας του ασφαλισμένου, βάσει των παθήσεών του, αλλά και ως προς την επίδραση τούτων στην καθολική ικανότητά του για άσκηση του συνήθους ή παρεμφερούς επαγγέλματός του ή την ανάκτηση της ικανότητας αυτής, δηλ. και επί κριτηρίου ασφαλιστικής αναπηρίας και β) εκείνο των ασφαλιστικών οργάνων των ως άνω φορέων, που προσδιορίζουν την αναπηρία, επί τη βάσει των λοιπών ασφαλιστικών κριτηρίων (ηλικίας, μόρφωσης, δεξιοτήτων κ.λπ.). Οι φορείς που μέχρι πρότινος και με βάση τη νομοθεσία τους, χορηγούσαν σύνταξη αναπηρίας, στους νεοασφαλιζόμενους τους, στηριζόμενοι αποκλειστικά και μόνο σε ιατρικά κριτήρια, θα χορηγούν πλέον, τέτοια σύνταξη, σ’ αυτούς, βασιζόμενοι και σε ασφαλιστικά κριτήρια, κατά την διέπουσα και αυτούς περί αναπηρίας νομοθεσία του ΙΚΑ. (ομοφ.)
ΕΣ/Β΄ ΕΛΑΣΣΟΝΑ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ/1471/2024
ΠΑΡΟΧΗ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΕΡΓΑΤΟΤΕΧΝΙΚΗΣ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗΣ ΤΩΝ ΔΙΕΥΘΥΝΣΕΩΝ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΩΝ ΕΦΟΔΙΑΣΤΙΚΗΣ ΑΛΥΣΙΔΑΣ (...)Εν προκειμένω, από τα διαλαμβανόμενα συναφώς στο ενιαίο πρακτικό αξιολόγησης δικαιολογητικών συμμετοχής, τεχνικών και οικονομικών προσφορών και ανάδειξης προσωρινού αναδόχου του ελεγχόμενου διαγωνισμού (βλ. σκέψεις 4.5 και 4.6), προκύπτει ότι, βάσει της σειράς παράθεσης των λόγων απόρριψης των οικείων προσφορών, η ..και η.. αποκλείστηκαν προεχόντως επειδή είχαν εφαρμόσει το ποσοστό έκπτωσης σε εσφαλμένη βάση υπολογισμού, κατά παράβαση των οικείων όρων της διακήρυξης (βλ. σκέψη 4.3). Και τούτο, ανεξαρτήτως της ορθότητας ή μη των υπολογισμών της επιτροπής διαγωνισμού της προσφεύγουσας οι οποίοι (υπολογισμοί) στηρίζουν την επάλληλη αιτιολογία απόρριψης των ανωτέρω προσφορών (ποσοστό έκπτωσης που υπερβαίνει τις 13 ποσοστιαίες μονάδες). Ειδικότερα, κατά την έννοια των κρίσιμων όρων της διακήρυξης που παρατίθενται στη σκέψη 4.3, όπως αυτοί εξειδικεύτηκαν με το ενιαίο πρακτικό αξιολόγησης δικαιολογητικών συμμετοχής, τεχνικών και οικονομικών προσφορών και ανάδειξης προσωρινού αναδόχου, το ποσοστό έκπτωσης της προσφοράς κάθε οικονομικού φορέα για έκαστο εκ των δύο πινάκων κάθε τμήματος του διαγωνισμού έπρεπε να υπολογιστεί αποκλειστικά επί του εργολαβικού οφέλους (προϋπολογισμού 12%) και του διοικητικού κόστους (προϋπολογισμού 3%) αθροιστικά και ανεξαρτήτως του κόστους των παρεχόμενων υπηρεσιών, το οποίο (κόστος των παρεχόμενων υπηρεσιών) παραμένει σταθερό. Όπως, ωστόσο, προκύπτει από το προαναφερθέν ενιαίο πρακτικό, η ..και η ..δεν εφάρμοσαν ορθά το ποσοστό έκπτωσης, με αποτέλεσμα οι προσφορές τους για τους αντίστοιχους πίνακες ανά τμήμα να εμφανίζονται διαφορετικές και δη χαμηλότερες από αυτές που προκύπτουν βάσει ορθής εφαρμογής του ως άνω ποσοστού. Η ριζική αυτή πλημμέλεια των προσφορών των ως άνω οικονομικών φορέων δεν ήταν δυνατόν να αποκατασταθεί μέσω της κλήσης τους, από τον αναθέτοντα φορέα, για παροχή διευκρινίσεων, καθώς αυτό θα οδηγούσε κατ’ ουσίαν σε υποβολή νέων, αναμορφωμένων προσφορών (πρβλ., ως προς την έννοια της αναμόρφωσης της προσφοράς, επί αλλαγής της βάσης υπολογισμού του ποσοστού έκπτωσης, ΕλΣυν Έβδομο Τμ. 1195/2024 σκ. 13.1), κατά παραβίαση των προπαρατεθεισών διατάξεων του ν. 4412/2016 και των συναφών θεμελιωδών αρχών της ίσης μεταχείρισης των προσφερόντων και της διαφάνειας [πρβλ. ΔΕφΘεσσαλ (Ακυρ.) 71/2020 σκ. 10]. Συνεπώς, με νόμιμη αιτιολογία απορρίφθηκαν οι προσφορές της ..και της.., αντίθετη δε εκδοχή, κατά την οποία οι ανωτέρω οικονομικοί φορείς θα καλούνταν προς αποσαφήνιση των προσφορών τους, θα επέφερε ουσιώδες πλήγμα στην αντικειμενική ακεραιότητα της διαδικασίας. Κατ’ ακολουθίαν, πρέπει να γίνει δεκτή η κρινόμενη προσφυγή αναθεώρησης, να αναθεωρηθεί η προσβαλλόμενη 1107/2024 απόφαση του Έβδομου Τμήματος (Ε΄ Θερινού) και, κατά παραδοχή της προσφυγής ανάκλησης, να ανακληθεί η 249/2024 πράξη του Ζ΄ Κλιμακίου
ΕλΣυν/Ζ Κλ/170/2015
ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ ΠΑΡΟΧΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ.Δανειακές συμβάσεις:Κωλύεται η σύναψη των δανειακών συμβάσεων μεταξύ Δήμου και δύο χρηματοπιστωτικών οργανισμών, καθόσον αρκετοί όροι των σχεδίων των συμβάσεων αυτών είναι καταχρηστικοί. Συγκεκριμένα: α) ο όρος, σύμφωνα με τον οποίο στο επιτόκιο προστίθεται ποσοστό 0,60% ως εισφορά του ν.128/1975, παραβιάζει τη διάταξη του άρθρου 276 παρ.1 εδ. α'του ν. 3463/2006, σύμφωνα με την οποία οι Δήμοι απαλλάσσονται εν γένει από κάθε εισφορά υπέρ οποιουδήποτε ταμείου, β) ο όρος, σύμφωνα με τον οποίο σε περίπτωση κατάργηση του συμφωνηθέντος ανωτάτου επιτρεπόμενου επιτοκίου υπερημερίας (2,5% πλέον του συμβατικού), θα ισχύει το επιτόκιο υπερημερίας που θα καθορίζεται ελεύθερα από την Επενδυτική Τράπεζα και θα γνωστοποιείται με σχετική δημοσίευση στον Τύπο, είναι καταχρηστικός, αφού προβλέπεται ότι το επιτόκιο υπερημερίας θα ορίζεται μονομερώς από την Τράπεζα, διαταράσσοντας κατ'αυτόν τον τρόπο ουσιωδώς την ισορροπία μεταξύ δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των συμβαλλόμενων μερών σε βάρος του Δήμου, γ) οι όροι, σχετικά με την υποχρέωση του φορέα του έργου (Δήμου) να καταβάλει το σύνολο των δαπανών σύστασης και εγγραφής των εξασφαλίσεων, όλα τα δικαστικά και εξώδικα έξοδα και εφάπαξ δαπάνες σχετικές με αναγκαστική εκτέλεση που επισπεύδεται από την Τράπεζα ή σχετικές με άλλες ενέργειες στις οποίες προβαίνει για την είσπραξη του χρέους και την προάσπιση των συμφερόντων της, είναι καταχρηστικοί κατά το μέρος που δεν ορίζεται ένα ανώτατο όριο αυτών, δ) ο όρος που ο Δήμος θα υποχρεούται να αποζημιώνει κάθε φορά την τράπεζα σε πρώτη ζήτηση για το πρόσθετο κόστος, μη μείωση της απόδοσης ή τη ζημία, είναι καταχρηστικός, λόγω αοριστίας, αφού δεν θεσπίζεται ένα ανώτατο ποσό μέχρι του οποίου θα υποχρεούται να αποζημιώνει την Τράπεζα ο Δήμος και επειδή διαταράσσει ουσιωδώς και χωρίς εύλογη αιτία την ισορροπία μεταξύ δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των συμβαλλομένων μερών σε βάρος του Δήμου, αφού ο τελευταίος καλείται να καλύψει κάθε επιχειρηματικό κίνδυνο της Τράπεζας από τη συγκεκριμένη σύμβαση και μάλιστα ανεξαρτήτως υπαιτιότητας αυτού, ε) ο όρος, σύμφωνα με τον οποίο η Τράπεζα δικαιούται να καταγγείλει τη σύμβαση και να κηρύττει το δάνειο ληξιπρόθεσμο και απαιτητό αν ο φορέας του έργου (Δήμος) παραβιάσει οποιοδήποτε από τους όρους της σύμβασης, οι οποίοι θεωρούνται όλοι ουσιώδεις, είναι καταχρηστικός, στ) ο όρος, σύμφωνα με τον οποίο υπάρχει δικαίωμα καταγγελίας από μέρους της Τράπεζας εάν ο Δήμος συμμετέχει σε διαδικασίες συγχωνεύσεων ή απορροφήσεων χωρίς τη σύμφωνη γνώμη της Τράπεζας είναι επίσης, καταχρηστικός, ζ) ο αναφερόμενος όρος, σύμφωνα με τον οποίο ο Δήμος παραιτείται ρητά από κάθε δικαίωμα συμψηφισμού ή επίσχεσης απέναντι στη Τράπεζα είναι καταχρηστικός διότι διαταράσσει ουσιωδώς και χωρίς εύλογη αιτία την ισορροπία μεταξύ δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των συμβαλλομένων μερών σε βάρος του Δήμου, η) οι όροι περί εκχώρησης του Δήμου προς εξασφάλιση της Τράπεζας ποσοστού 5% του ΤΑΠ και 5% ΣΑΤΑ δεν είναι νόμιμοι, κατά το μέρος που το ποσοστό του ΤΑΠ εκχωρείται αδιακρίτως, χωρίς να αναφέρονται περιορισμοί από διατάξεις που ορίζουν τα ποσοστά υποχρεωτικής δέσμευσης, για την κάλυψη συγκεκριμένων δαπανών του οικείου ΟΤΑ (παρ.19 άρθρου24ν.2130/1993) και δεν διευκρινίζεται ότι σε περίπτωση που ο δανειολήπτης δήμος δεν είναι υπερήμερος, τότε η Τράπεζα υποχρεούται και όχι απλώς «δύναται» να του αποδίδει το σύνολο του εκχωρημένου σε αυτήν ποσού για το πέραν των συμφωνηθέντων επόμενων δύο δόσεων και θ) ο όρος, σύμφωνα με τον οποίο, ο Δήμος οφείλει να ασφαλίσει σε ασφαλιστική εταιρεία αποδοχής της Τράπεζας και με όρους που θα συμφωνήσει με την Τράπεζα, οπωσδήποτε όμως κατά κινδύνων πυρός και σεισμού τα ως άνω ακίνητα, για ποσό το οποίο κρίνεται επαρκές από την Τράπεζα και δεν δύναται να είναι κατώτερο της αγοραίας αξίας τους, είναι αόριστος, κατά το μέρος που δεν προσδιορίζονται τα ακίνητα, οι ειδικότεροι κίνδυνοι και το ακριβές ποσό της ασφάλισης αυτής
ΕΣ/ΤΜ.6/258/2011
ΔΑΝΕΙΑ:Aίτηση η ανάκληση της 271/2010 πράξης του Ζ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου(..0Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν ανωτέρω δεκτά, η ανυπαρξία ατομικής διαπραγμάτευσης δεν εξαιρεί έναν όρο από τον έλεγχο της καταχρηστικότητας του περιεχομένου του και των δεσμεύσεων που αυτός επάγεται. Κατά το δικαστικό δε έλεγχο δανειακής σύμβασης μεγάλης οικονομικής αξίας, που διενεργείται από το αρμόδιο Κλιμάκιο του Ελεγκτικού Συνεδρίου στο πλαίσιο της συνταγματικά κατοχυρωμένης στο άρθρο 98 παρ. 1 εδ. β΄ του Συντάγματος 1975/1986/2001 αρμοδιότητάς του, ο δικαστικός σχηματισμός ελέγχει και την κατά το περιεχόμενο νόμιμη ως μη καταχρηστική δέσμευση που παράγεται για τον Δήμο – καταναλωτή από τους όρους της σύμβασης και δύναται να αποφαίνεται ότι κωλύεται η υπογραφή της σύμβασης όταν διαπιστώνει ότι υφίστανται τέτοιοι (μη νόμιμοι ως καταχρηστικοί) όροι. Τούτο διότι, ο δικαστικός προσυμβατικός έλεγχος πρωτίστως σκοπεί στην προστασία του δημόσιου πλούτου, η οποία επιτυγχάνεται μόνο όταν η δημόσια διοικητική δράση ασκείται κατά τρόπο νόμιμο. Στο πλαίσιο δε αυτό της νομιμότητας εντάσσονται και οι γενικοί όροι (άρθρο 2 παρ. 1 ν. 2251/1994). Συνεπώς, όρος δανειακής σύμβασης, ακόμη και αν δεν αποτέλεσε αντικείμενο ατομικής διαπραγμάτευσης, εφόσον ελεγχόμενος από το Κλιμάκιο κριθεί καταχρηστικός, είναι μη νόμιμος, όπως κάθε αντίστοιχης αιτιολογίας μη νόμιμος ειδικός όρος συναλλαγής. Είναι συνεπώς νόμω αβάσιμος ο σχετικός πρώτος λόγος ανάκλησης και συνακόλουθα κατά τούτο απορριπτέος. Επίσης, απορριπτέος ως αβάσιμος είναι και ο δεύτερος λόγος ανάκλησης, καθόσον ο σχετικός όρος περί υπολογισμού των τόκων με βάση έτος τριακοσίων εξήντα (360) ημερών αντί τριακοσίων εξήντα πέντε (365) είναι μη νόμιμος, διότι με αυτόν η Τράπεζα διασπά κατά τεχνητό τρόπο το χρονικό διάστημα του έτους, στο οποίο οφείλει να αναφέρεται το επιτόκιο, δημιουργώντας έτσι μία πρόσθετη κατά έτος επιβάρυνση σε σχέση με το αναμενόμενο από τον αντισυμβαλλόμενό της ποσοστό του επιτοκίου, χωρίς αυτή να μπορεί να δικαιολογηθεί με την επίκληση κάποιου σύνθετου χαρακτήρα της παρεχόμενης υπηρεσίας ή από κάποιους εύλογους για το δανειολήπτη λόγους ή από κάποιο δικαιολογημένο ενδιαφέρον της Τράπεζας. Περαιτέρω, αβασίμως ισχυρίζεται ο αιτών Δήμος ότι η σχετική αναφορά της εισφοράς του ν. 128/1975 στον όρο 5.4.β) της σύμβασης είναι γραμμένη με αχνή γραφή και, επομένως, δεν αποτελεί συμβατικό όρο. Και τούτο διότι στο προοίμιο του υποβληθέντος σχεδίου δανειακής σύμβασης αναφέρεται, όπως επισημαίνεται και από το Κλιμάκιο, ότι συνομολογούνται και γίνονται αμοιβαίως αποδεκτά τα αναφερόμενα με έντονη γραφή, η δε αναφορά της εισφοράς του ν. 128/1975 στον ως άνω όρο της σύμβασης είναι γραμμένη με έντονη γραφή (βλ. κατ’ αντιδιαστολή τους όρους 12, 13 και 14 της ελεγχόμενης σύμβασης, όπου η σχετική αναφορά της εισφοράς του ν. 128/1975 είναι γραμμένη με αχνή γραφή). Ωσαύτως, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος και ο ισχυρισμός του αιτούντος ότι, ακόμα και εάν δεν αναφέρεται ρητά στη δανειακή σύμβαση, ισχύουν οι περιορισμοί από διατάξεις που ορίζουν τα ποσοστά της υποχρεωτικής δέσμευσης των Κ.Α.Π. για την κάλυψη συγκεκριμένων δαπανών του οικείου Ο.Τ.Α.. Τούτο διότι, θα έπρεπε να αναφέρονται ρητά στη δανειακή σύμβαση οι σχετικοί περιορισμοί για λόγους σαφήνειας και προς αποφυγή θεμελίωσης οποιασδήποτε αντίστοιχης ενδοσυμβατικής ευθύνης του Δήμου. Αβασίμως, επίσης, υποστηρίζεται από τον αιτούντα ότι ο όρος με τον οποίο παρέχεται η δυνατότητα μετακύλισης φόρων και τελών που συνδέονται με την ως άνω σύμβαση σε βάρος του Δήμου δεν είναι αόριστος, και σε κάθε περίπτωση ενσωματώνει μία νόμιμη υποχρέωση του Δήμου, καθόσον είναι επιβεβλημένη η εξειδίκευση της μετακύλισης των φόρων και τελών που συνδέονται με την ελεγχόμενη σύμβαση σε βάρος του Δήμου, οριζόμενη στους φόρους και τα τέλη από τα οποία δεν απαλλάσσεται ο Δήμος βάσει των διατάξεων του ν. 3463/2006 και της ειδικής νομοθεσίας που διέπει τους Ο.Τ.Α.. Τέλος, αναφορικά με τον έκτο λόγο ανάκλησης, ο οποίος και αυτός είναι αβάσιμος και, ως εκ τούτου, πρέπει να απορριφθεί, προκειμένου να συναφθεί το δάνειο, απαιτείται απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου, στην οποία πρέπει απαραίτητα να καθορίζεται, μεταξύ άλλων, η τοκοχρεωλυτική δόση. Η απαίτηση αυτή του νομοθέτη, η οποία ρητά θεσπίζεται στο κανονιστικό πλαίσιο της διάταξης του άρθρου 176 παρ. 2 του ν. 3463/2006, αποτελεί αντικειμενική εγγύηση διαφάνειας, κατά τρόπον ώστε, μόνο με την τυπική πλήρωση της προϋπόθεσης αυτής, να τεκμαίρεται ότι τα μέλη του Δημοτικού Συμβουλίου του Δήμου ενέκριναν τη σύναψη του δανείου με πλήρη επίγνωση του οικονομικού βάρους που αυτό συνεπάγεται για το δανειζόμενο Δήμο. Περαιτέρω, ακόμα και στην περίπτωση που το δάνειο συνομολογείται με κυμαινόμενο επιτόκιο EURIBOR, η τοκοχρεωλυτική δόση θα πρέπει να αναφέρεται στην απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου του Δήμου, με την οποία αποφασίζεται η σύναψη του δανείου, και δεν αρκεί να συνάγεται από τα στοιχεία του φακέλου, όπως αβάσιμα ο αιτών υποστηρίζει, δοθέντος ότι αν αυτό ήταν επιτρεπτό ο νομοθέτης δεν θα είχε προέλθει στη ρητή θέσπιση της εν λόγω απαίτησης ως όρου του πραγματικού του προλαβόντος κανόνα δικαίου. Απορρίπτει την αίτηση ανάκλησης.
ΕΣ/ΤΜ.6/279/2011
ΔΑΝΕΙΑΚΗ ΣΥΜΒΑΣΗ:Αίτηση ανάκλησης της 288/2010 πράξης του Ζ Κλιμακίου (...)Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα αναφέρθηκαν στη μείζονα σκέψη το Τμήμα κρίνει ότι ο όρος που περιέχεται στο άρθρο 3 του σχεδίου σύμβασης , με τον οποίο προβλέπεται η δυνατότητα επιβολής του Βασικού Επιτοκίου (ύψους 8,30%), αντί του Euribor,δεν είναι νόμιμος γιατί δεν εγκρίθηκε από το αρμόδιο Νομαρχιακό Συμβούλιο, κατά παράβαση του άρθρου 96 του Κώδικα Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης. Η δε προβλεπόμενη στο άρθρο 8 του σχεδίου σύμβασης μετακύλιση του φόρων και των τελών που συνδέονται με την παρούσα σύμβαση σε βάρος της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης ........, λόγω της αοριστίας του όρου, καταλείπει περιθώριο για την έμμεση καταστρατήγηση διατάξεων του φορολογικού δικαίου και, ο σχετικός όρος είναι και καταχρηστικός διότι προκαλεί σύγχυση για το τί καλύπτει ο τόκος και τι η μετακύλιση των φόρων και τελών. Περαιτέρω, η προβλεπόμενη στην παράγραφο 3.04 υποχρέωση της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης να καταβάλει την εισφορά του ν. 128/1975 αντίκειται στη διάταξη του άρθρου 177 του ν. 3463/2006, η οριζόμενη στο άρθρο 6 του σχεδίου σύμβασης ρήτρα έκπτωσης, δηλαδή η δυνατότητα της δανείστρια τράπεζας να καταγγείλει τη σύμβαση και να επιδιώξει την είσπραξη του συνόλου της οφειλής στην περίπτωση καθυστέρησης πληρωμής οποιασδήποτε δόσης ή μέρους αυτής, αντίκειται στις διατάξεις του ν. 2251/1994, και η προβλεπόμενη στο ίδιο άρθρο δυνατότητα που αναγνωρίζεται στην τράπεζα να καταγγείλει μονομερώς και αζημίως τη σύμβαση σε περίπτωση που ο οφειλέτης καταστεί μειωμένης φερεγγυότητας, χωρίς μάλιστα να προσδιορίζονται ο μηχανισμός και τα κριτήρια που θα εφαρμοστούν για τη διάγνωση της οικονομικής κατάστασης της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης, συνιστά καταχρηστικό όρο. Επίσης ο προβλεπόμενος στην παράγραφο 10.02 όρος, σε συνδυασμό με το άρθρο 11 του σχεδίου σύμβασης, που ισοδυναμεί με παραίτηση της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης από το δικαίωμα συμψηφισμού ή επίσχεσης έναντι της δανείστριας τράπεζας, είναι μη νόμιμος, διότι αντίκειται στις γενικές αρχές του δημοσιονομικού δικαίου και στις αρχές της χρηστής διοίκησης καθώς και ο όρος στο άρθρο 17 της σύμβασης, περί ελέγχου της οικονομικής κατάστασης της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης από όργανα της Τράπεζας ή από ορκωτούς ελεγκτές της επιλογής της, είναι επίσης μη νόμιμος, διότι η διαδικασία άσκησης ελέγχου επί της οικονομικής διαχείρισης του Δημοσίου, των ΟΤΑ και των ΝΠΔΔ διέπεται από το ειδικές διατάξεις και δεν μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο συμβατικής διαπραγμάτευσης. Για όλους τους παραπάνω όρους η αιτούσα επικαλείται ως λόγο ανάκλησης τη συγγνωστή πλάνη η οποία όμως κατά τη κρίση του Τμήματος δεν στοιχειοθετείται ενόψει της πάγιας νομολογίας του Δικαστηρίου στα ζητήματα αυτά. Εξάλλου όπως προκύπτει από το Πρακτικό 8/12.8.2010 του Νομαρχιακού Συμβουλίου και την από 10.12.2010 έγγραφη προσφορά της δανείστριας Τράπεζας ως προϋπόθεση για την υπογραφή της δανειακής σύμβασης ετέθη η ανάθεση στη Τράπεζα της Ταμειακής διαχείρισης της Ν.Α. και της μισθοδοσίας του προσωπικού για χρονικό διάστημα τουλάχιστον πέντε ετών. Το γεγονός αυτό καθιστά κατά την κρίση του Τμήματος, την προσφορά της δανείστριας Τράπεζας απαράδεκτη διότι μετά τη ψήφιση του ν. 3852/2010 είναι αντίθετη, όπως ορθά έκρινε το Κλιμάκιο, προς τις διατάξεις αυτού, ή με οποιοδήποτε τρόπο δέσμευση της νέας Περιφέρειας ως προς την οργάνωση και διεξαγωγή της Ταμειακής της Υπηρεσίας δεδομένου ότι τα χρηματικά διαθέσιμα που αντιστοιχούσαν στη Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση ........ δε συνιστούν σε κάθε περίπτωση αυτοτελώς προσδιορίσιμα διαθέσιμα της νέας Περιφέρειας. Επομένως ο σχετικός όρος δεν συνάδει με τη δομή και την οργάνωση αυτής και δύναται να δημιουργήσει πρόσκομμα στη λειτουργία της. Ούτε άλλωστε είναι νόμιμη η ανάθεση της μισθοδοσίας των υπαλλήλων στη δανείστρια Τράπεζα χωρίς την συναίνεσή τους αφού σύμφωνα με όσα αναφέρθηκαν στη μείζονα σκέψη η επιλογή Τραπέζης για τη καταβολή των αποδοχών είναι δικαίωμα του υπαλλήλου. Εξάλλου οι λόγοι ανάκλησης περί μη νόθευσης του ανταγωνισμού και περί εξυπηρέτησης του δημοσίου συμφέροντος από τη σύναψη της δανειακής σύμβασης πρέπει να απορριφθούν ως αλυσιτελώς προβαλλόμενοι γιατί δεν αναιρούν τη μη νομιμότητά της. Κατά συνέπεια, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις προηγούμενες σκέψεις η κρινόμενη αίτηση ανάκλησης πρέπει να απορριφθεί. Απορρίπτει την αίτηση ανάκλησης.ΔΕΝ ΑΝΑΘΕΩΡΗΘΗΚΕ ΜΕ ΤΗΝ ΕλΣυν.Τμ.Μείζ.-Επταμελούς Σύνθεσης/1284/2011