ΕΣ/ΚΛ.ΤΜ.7/77/2017
Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου
Καταβολή αμοιβής στον πολιτικό μηχανικό…, ο οποίος διορίστηκε πραγματογνώμονας στο πλαίσιο πολιτικής δίκης.(,,,)Με δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα αναφέρονται στη μείζονα σκέψη της παρούσας, η δαπάνη είναι νόμιμη, διότι από τις προπαρατεθείσες διατάξεις του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας δεν προκύπτει, παρά τα περί του αντιθέτου προβαλλόμενα από τον Επίτροπο, ότι η αμοιβή του πραγματογνώμονα που διορίζεται από το δικαστήριο, προκειμένου να διευκολύνει το έργο του σε θέματα που χρήζουν ειδικών τεχνικών ή επιστημονικών γνώσεων, καθορίζεται κατά δίκαιη κρίση από το τελευταίο, το δε άρθρο 219 του ίδιου Κώδικα, στο οποίο παραπέμπει η διάταξη του άρθρου 8 του β.δ. της 25ης Μαρτίου (6ης Απριλίου) του 1835 έχει καταργηθεί υπό την προγενέστερη διατύπωσή του. Συνεπώς, ορθώς εν προκειμένω το ύψος της αμοιβής ορίσθηκε αρχικώς από τον δικαιούχο πραγματογνώμονα, αποτέλεσε δε τελικά προϊόν διαπραγματεύσεων μεταξύ αυτού και του ενδιαφερόμενου Δήμου, κατ’ εφαρμογήν των διατάξεων των άρθρων 7 του ν. 3919/2011, καθώς και αυτών του π.δ. 696/1974 περί των νομίμων, πλέον, αμοιβών των μηχανικών για την παροχή εργασίας. Λαμβάνοντας, μάλιστα, υπόψη τις διαδοχικές εκπτώσεις που επήλθαν στο αρχικώς καθορισθέν ποσό, το Κλιμάκιο κρίνει ότι η καταβλητέα αμοιβή βρίσκεται εντός των ορίων που υπαγορεύουν οι αρχές της χρηστής διοίκησης και της συνετούς διαχείρισης του δημόσιου χρήματος και είναι εύλογη.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΝΣΚ/341/2006
Αμοιβή πραγματογνώμονα ιατρού που διορίζεται από ποινικό δικαστήριο, ανακριτική ή εισαγγελική αρχή.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή
Επί εκκαθαρίσεως εκ μέρους του Υπουργού Δικαιοσύνης της αμοιβής ιατρού πραγματογνώμονα που διορίζεται από ποινικό δικαστήριο, ανακριτική ή εισαγγελική αρχή, ο εν λόγω Υπουργός δεν δεσμεύεται από τη σχετική πρόταση του αρμοδίου εισαγγελέως ως προς το ύψος της υπό εκκαθάριση αμοιβής, την οποία μπορεί να προσδιορίσει στα επίπεδα των προβλεπομένων αμοιβών για τους ιατρούς του Δημοσίου, εφ’ όσον η εισαγγελική πρόταση αφίσταται ως προς το προτεινόμενο ποσό αμοιβής από την προβλεπόμενη αμοιβή των ιατρών του Δημοσίου.
ΝΣΚ/82/2010
Παραγραφή απαιτήσεων πραγματογνώμονα κατά του Δημοσίου.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
Αξιώσεις πραγματογνώμονα για καταβολή της αμοιβής και των εξόδων του, λόγω σύνταξης έκθεσης πραγματογνωμοσύνης που διατάχθηκε με απόφαση Εφέτη Ανακριτή, παραγράφεται μετά την πάροδο πενταετίας, που αρχίζει αμέσως μετά το τέλος του έτους παράδοσης της έκθεσης.
ΕΣ/Τ7/272/2007
Μελέτες.Δαπάνη δεν είναι νόμιμη καθόσον για τον καθορισμό της αμοιβής των αναδόχων μελετητών δεν τηρήθηκε η προβλεπόμενη στην διάταξη της παρ.7 του άρθρου 11 του ν.716/1977 διαδικασία και δεν προκύπτει ότι η τελική αμοιβή της μελέτης δεν έχει υπερβεί το οριζόμενο από στην προαναφερόμενη διάταξη ανώτατο όριο του 40% της συμβατικής αμοιβής, που αρχικώς καθορίζεται βάσει του προϋπολογισμού που συντάσσεται κατά το στάδιο της προμελέτης και, συνεπώς, η καταβολή της ως άνω αμοιβής στερείται νομίμου ερείσματος
ΕΣ/ΚΠΕ Τμ.1/65/2014
Μη νόμιμη η καταβολή αμοιβής από Δήμο σε δικηγόρο για την παράστασή του, ενώπιον του Πρωτοδικείου, στο πλαίσιο εκδίκασης αγωγής, καθόσον: α) δεν προηγήθηκε απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου του Δήμου, με την οποία να καθοριστεί ειδική αμοιβή υψηλότερη της νόμιμης για τον χειρισμό της υπόθεσης, ενώ το έγγραφο συμφωνητικό μεταξύ του Δημάρχου και του δικηγόρου, δεν παράγει έννομες συνέπειες, οπότε εφαρμόζονται οι προβλεπόμενες από τον ν. 3919/2011 «νόμιμες αμοιβές» και β) δεν προκύπτει ότι ο ανωτέρω δικηγόρος κατέθεσε προτάσεις κατά τη συζήτηση της αγωγής.
ΝΣΚ/15/2016
Υπαγωγή του επαγγέλματος των εκδιδομένων με αμοιβή προσώπων στις διατάξεις του ν. 3919/2011.Οι Δ/νσεις Δημόσιας Υγείας των Περιφερειακών Ενοτήτων οφείλουν, κατ’ εφαρμογή του τεκμηρίου νομιμότητας των διοικητικών πράξεων, να δέχονται ως νόμιμα τα προβλεπόμενα στο άρθρο 1 του ν. 2734/1999 πιστοποιητικά άσκησης του επαγγέλματος των με αμοιβή εκδιδομένων προσώπων, τα οποία εκδίδονται από τις αρμόδιες Περιφερειακές Ενότητες (με ισχύ για όλη την Επικράτεια), προκειμένου να προβούν στις περαιτέρω ενέργειες της αρμοδιότητάς τους, και β) το επάγγελμα των με αμοιβή εκδιδομένων προσώπων δεν εξαιρείται από την εφαρμογή των διατάξεων του ν. 3919/2011. (ομοφ.)
ΕΣ/Τ7/142/2009
Μελέτες.Συμπληρωματικές συμβάσεις.Η εντελλόμενη με το υπό κρίση χρηματικό ένταλμα πληρωμής δαπάνη δεν είναι νόμιμη, καθόσον αφορά σε καταβολή αμοιβής για εργασίες που εκτελέστηκαν δυνάμει συμπληρωματικής σύμβασης μελέτης, με την οποία ανατέθηκαν στον ανάδοχο εργασίες αξίας μεγαλύτερης του 50% του προβλεπόμενου αρχικώς συμβατικού ανταλλάγματος, κατά παράβαση των προαναφερόμενων διατάξεων του άρθρου 17 παρ. 1 του ν. 716/1977, δεδομένου ότι το ποσό των 70.000.000 δραχμών της 2ης συμπληρωματικής σύμβασης ξεπερνά το 50% του αρχικού προϋπολογισμού της μελέτης, που συνιστά και τη συμβατική αμοιβή του μελετητή, η οποίο προσδιορίστηκε με την από 29.6.1989 (δεύτερη συναφθείσα) σύμβαση στο ποσό των 15.000.000 δραχμών,
ΝΣΚ/189/2018
Αμοιβή του κηδεμόνα σχολάζουσας κληρονομίας.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
α) Υφίσταται νόμιμη αμοιβή του κηδεμόνα σχολάζουσας κληρονομίας για πρόσθετη αμοιβή κατά την άσκηση των καθηκόντων του, υπό την ισχύ του ν. 4182/2013, ακόμα και εάν η αμοιβή που ήδη έχει λάβει υπό το καθεστώς του α.ν. 2039/1939 υπερβαίνει το προβλεπόμενο σήμερα ανώτατο όριο του 5% του ενεργητικού της κληρονομίας, διότι το όριο αμοιβής του άρθρου 30 του ν. 4182/2013 δεν ισχύει για εργασίες που πραγματοποιήθηκαν πριν από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού, έστω και αν η αμοιβή γι’ αυτές καταβάλλεται υπό την ισχύ του (πλειοψ.). β) Ως βάση υπολογισμού της αμοιβής του κηδεμόνα σχολάζουσας κληρονομίας λαμβάνεται το σύνολο του ενεργητικού της κληρονομιαίας περιουσίας κατά το χρόνο διορισμού του (ομόφ.). γ) Το όριο αμοιβής του κηδεμόνα σχολάζουσας κληρονομίας είναι ενιαίο και ανεξάρτητο από τον αριθμό των προσώπων που άσκησαν, ταυτόχρονα ή διαδοχικά, καθήκοντα κηδεμόνα σχολάζουσας κληρονομίας (ομόφ.). δ) Το παραπάνω όριο αμοιβής λαμβάνεται υπόψη μόνο για τις εργασίες που τελέσθηκαν από οποιονδήποτε κηδεμόνα μετά τη θέση σε ισχύ του ν. 4182/2013 (πλειοψ.). Παραπέμφθηκε στην Ολομέλεια ΝΣΚ, κατόπιν της υπ’ αριθ. 102/2017 γνωμ. Α΄ Τμήματος ΝΣΚ.
ΝΣΚ/443/2011
Η νεότερη διάταξη της περ.γ’ της παρ.8 του άρθρου 5 του Ν 3919/2011, η οποία αντικατέστησε την παρ.3 του άρθρου 96 του ΝΔ 3026/1954, η οποία, ρητώς προβλέπει ότι το Ελληνικό Δημόσιο, ως προς τα δικαστικά προνόμια, απαλλάσσεται από την υποχρέωση προκαταβολής -προείσπραξης της δικηγορικής αμοιβής ως προς την παράσταση των δικηγόρων που το εκπροσωπούν ενώπιον των δικαστηρίων της χώρας, εφαρμόζεται και για το εξομοιούμενο προς αυτό ΙΚΑ-ΕΤΑΜ. (ομοφ.)
ΕΣ/Τ1/182/2006
Αμοιβή δικηγόρου για τη σύνταξη γνωμοδοτήσεων σε υποθέσεις Δήμου. Μη νόμιμη, καθόσον για την παροχή έγγραφης γνωμοδότησης, της οποίας τα ελάχιστα όρια αμοιβής δεν καθορίζονται από την ΚΥΑ 1085081/1473/Α0012/2003, ισχύει το άρθ. 158 του Κώδικα Δικηγόρων, εφόσον με απόφαση του οικείου Δημοτικού Συμβουλίου δεν έχει καθοριστεί μεγαλύτερη αμοιβή.
ΕΣ/Τμ.1/48/2014
Αμοιβή δικηγόρου.Η απόφαση για την ανάθεση της εντολής απαιτείται να διαλαμβάνει πλήρη και ειδική αιτιολογία με την οποία να καταδεικνύεται τόσο η αδυναμία του δικηγόρου που υπηρετεί στο δήμο με έμμισθη εντολή να χειριστεί την ανατιθέμενη υπόθεση, όσο και η ιδιαίτερη σοβαρότητα και δυσκολία της, το είδος των ειδικών γνώσεων που απαιτεί και επιβάλλουν τον χειρισμό της από δικηγόρο με εξειδικευμένες γνώσεις και εμπειρία την οποία δεν διαθέτει ο υπηρετών νομικός σύμβουλος, αλλά, αντίθετα διαθέτει ο εντολοδόχος δικηγόρος, επιπλέον δε τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της υπόθεσης που την καθιστούν ιδιαίτερα σημαντική για τα συμφέροντα του δήμου (Ζ΄ Κλιμ. 48/2014, (ΕΣ Ι Τμ. πρ. 236/2010, 196/2009, 185/2011, 98/2012). Εξάλλου, στην περίπτωση αυτή η αμοιβή του εντολοδόχου δικηγόρου δύναται να καθορίζεται κατά παρέκκλιση των νομίμων αμοιβών που ορίζονται από τον Κώδικα περί Δικηγόρων, με απόφαση του δημοτικού συμβουλίου, η οποία πρέπει ομοίως να προηγείται της εντολής (Κ.Π.Ε.Δ. στο Ι Τμ. 250/2013). Όμως, ναι μεν η αμοιβή του εντολοδόχου δικηγόρου εναπόκειται εν προκειμένω στη διακριτική ευχέρεια του ανωτέρω οργάνου, πλην, η άσκηση αυτής ελέγχεται από το Δικαστήριο τούτο ως προς την υπέρβαση των άκρων ορίων της, δηλαδή ως προς την υπέρβαση του αναγκαίου μέτρου της δαπάνης, το οποίο κρίνεται αναλόγως των ειδικών περιστάσεων, και επιβάλλει την επιλογή όχι απλώς των πρόσφορων αλλά των απολύτως αναγκαίων μέσων για την θεραπεία της λειτουργικής ανάγκης του οικείου φορέα (πρβλ. Ι Τμ. 15/2012, IV Τμ. 71/2012, 235, 167, 85/2010, 162, 147, 39/2009). Τούτο δε, ενόψει και των αρχών της χρηστής δημοσιονομικής διαχειρίσεως και της οικονομικότητος, που ήδη έχουν αποτυπωθεί νομοθετικά (άρθρο 1 του Κώδικος Δημοσίου Λογιστικού, ν. 2362/1995, όπως ισχύει μετά την τροποποίησή του με το άρθρο 1 του ν. 3871/2010), ως μερικότερων εκδηλώσεων του δημοσίου συμφέροντος, που διέπει τη δράση και λειτουργία των υπηρεσιών των Ο.Τ.Α., οι οποίες επιβάλλουν την εκπλήρωση των εκ του νόμου ανατιθέμενων αρμοδιοτήτων με την κατά το δυνατόν ηπιότερη επιβάρυνση του προϋπολογισμού τους για την εξασφάλιση της δημοσιονομικής βιωσιμότητος (πρβλ. Ελ. Συν, πρ. Ι Τμ. 45/2011, 206/1999, 56/1995, 638/1988, πρ. IV Τμ. 50/2005, 74/2004, 86, 94, 106, 209/2003, 19, 21, 70, 105, 124/2002 κ.α.).