Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΕΣ/ΚΛ.Ζ/254/2018

Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ:

Παροχή υπηρεσιών συντήρησης ηλεκτρομηχανολογικών και κτιριακών εγκαταστάσεων...Με τα δεδομένα αυτά το Κλιμάκιο άγεται στην κρίση ότι δεν κωλύεται η υπογραφή του υποβληθέντος σχεδίου σύμβασης. Ωστόσο, θα πρέπει κατά τον χρόνο υπογραφής της σύμβασης να προσδιοριστεί η ακριβής ημερομηνία έναρξης ισχύος της (είτε από την υπογραφή της, είτε κατά την 1.1.2019 κατά τα οριζόμενα στη διακήρυξη) και να διορθωθεί συναφώς το σχέδιο, ενώ περαιτέρω, ο όρος της σύμβασης, που προβλέπει τη δυνατότητα υποκατάστασης του αναδόχου, είναι μη νόμιμος και πρέπει να απαλειφθεί, διότι η υποκατάσταση τρίτου προσώπου που δεν συμμετείχε στη διαγωνιστική διαδικασία, στα δικαιώματα και υποχρεώσεις του νομίμως αναδειχθέντος αναδόχου συνιστά ουσιώδη τροποποίηση της σύμβασης (βλ. ΕΣ VI Τμ. 3507, 3374/2014, 1508/2012, Ζ΄ Κλιμ. 128/2018, 110,105/2014, ΔΕΕ αποφ. της 19ης Ιουνίου 2008, C- 454/06 pressetext Nachrichtenagentur GmbH κατά Republik Österreich, σκ.33-37,47-49 και C-496/99 P Επιτροπή ΕΚ κατά CAS Succhi di Frutta SpA, σκ. 113-121). Συναφώς, επισημαίνεται ότι τυχόν τροποποιήσεις των συμβατικών όρων (άρθρο 4.5. διακήρυξης), αν ανακύψει σχετικό ζήτημα κατά την εκτέλεση της σύμβασης, θα κριθούν από το Ελεγκτικό Συνέδριο κατά τη διενέργεια του προσυμβατικού ελέγχου νομιμότητας αυτών, με βάση τις προϋποθέσεις που ορίζουν οι σχετικές διατάξεις

Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΕΣ/ΤΜ.Μειζ.Επταμ.Συνθ/1182/2015

Απόφαση επί της αμφισβητήσεως που δημιουργήθηκε σχετικά με την έννοια των διατάξεων του άρθρου 2 παρ. 2 του π. δ. 60/2007, λόγω της έκδοσης των 215/2014 και 410/2014 αντίθετων Πράξεων του ΣΤ΄ και Ε΄ Κλιμακίου, αντίστοιχα, (...) . Κατά την έννοια των ανωτέρω διατάξεων, όπως αυτές έχουν ερμηνευθεί από το ΔΕΚ, ο ορισμός μιας δημόσιας σύμβασης ως σύμβασης έργου, προμηθειών και υπηρεσιών ανάγεται στο κοινοτικό δίκαιο και δεν εξαρτάται από το χαρακτηρισμό αυτής με βάση την εθνική νομοθεσία (βλ. ΔΕΚ, απόφαση της 18.7.2007, C-382/05, Επιτροπή κατά Ιταλίας, σκ. 30). Εξάλλου, όταν η σύμβαση περιλαμβάνει τόσο στοιχεία σύμβασης έργου, όσο και στοιχεία άλλου τύπου δημόσιας σύμβασης (μικτή σύμβαση), το στοιχείο που καθορίζει ποιες είναι οι εφαρμοστέες διατάξεις της κοινής, και για τους τρεις τύπους συμβάσεων της οδηγίας 2004/17ΕΚ, είναι εκείνο της σύμβασης που είναι κύριο, το κεντρικό δηλ. στοιχείο γύρω από το οποίο διαρθρώνεται η σύμβαση. Το κύριο αντικείμενο της σύμβασης προσδιορίζεται στο πλαίσιο της αντικειμενικής εξέτασης του συνόλου της σύμβασης. Ο προσδιορισμός γίνεται με βάση τις ουσιώδεις υποχρεώσεις που υπερισχύουν και οι οποίες ακριβώς χαρακτηρίζουν τη σύμβαση, σε αντίθεση με αυτές που έχουν απλώς παρεπόμενο ή συμπληρωματικό χαρακτήρα, ενώ η οικονομική αξία αυτών δεν μπορεί να αποτελέσει το αποκλειστικό κριτήριο για τον προσδιορισμό, αλλά είναι ένα κριτήριο, το οποίο συνεκτιμάται με τα λοιπά (βλ. ΔΕΚ, απόφαση της 18.1.2007, C-220/05, Jean Auroux κλπ. κατά Commune de Roanne, σκ. 37-41, απόφαση της 21.2.2008, C-412/04, Επιτροπή κατά Ιταλικής Δημοκρατίας, σκ. 47-52, απόφαση της 19.4.1994, C-331/92, Gestion Hotelera International SA κλπ. σκ. 23-29, ΕΣ Τμ.Μείζ. Σύνθ. 1856/2011, αλλά και ΣτΕ 2387/2009, 717/2011).(..)Κατά συνέπεια, η δημιουργηθείσα αμφισβήτηση από τις 215 και 410/2014 αντίθετες πράξεις του ΣΤ΄ και Ε΄ Κλιμακίου, αντίστοιχα, θα πρέπει να αρθεί υπέρ της άποψης της 215/2014 Πράξης του ΣΤ΄ Κλιμακίου, ότι δηλαδή το υπό έλεγχο σχέδιο προγραμματικής σύμβασης αφορά σε εκτέλεση δημοσίου έργου. Παραπέμπει δε, την υπόθεση στο Ε΄ Κλιμάκιο, προκειμένου να διενεργηθεί επί του σχεδίου της ως άνω προγραμματικής σύμβασης ο έλεγχος νομιμότητας αυτού.


ΕΣ/ΤΜ.ΕΒΔΟΜΟ/915/2021

Αντικατάσταση φωτιστικών σωμάτων...Υπό τα ανωτέρω δεδομένα και σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν στις νομικές σκέψεις που προηγήθηκαν, πρέπει να γίνουν δεκτά τα ακόλουθα: Με την ελεγχόμενη Σ.Σ., όπως βασίμως κρίθηκε με την προσβαλλόμενη πράξη, συντελείται επέκταση του αντικειμένου της αρχικής σύμβασης, με την ανάθεση εκτέλεσης εργασιών, οι οποίες είτε πρόκειται να εκτελεστούν σε επιπλέον οδούς από τις αρχικά προσδιορισθείσες, είτε αφορούν σε αποκατάσταση βλαβών που υπερβαίνουν τη συμβατική δαπάνη του έργου, η οποία επιφέρει επαύξηση του συμβατικού τιμήματος κατά ποσοστό 49,17%. Υπό τις συνθήκες αυτές, ανεξάρτητα αν θα επηρέαζε το αποτέλεσμα της διαδικασίας ανάθεσης της αρχικής σύμβασης προσελκύοντας το ενδιαφέρον και άλλων οικονομικών φορέων, σε κάθε περίπτωση, η ανάθεση στον αρχικό ανάδοχο πρόσθετων εργασιών, οι οποίες, είτε σε ποσότητα είτε σε είδος, δεν είχαν αρχικώς προβλεφθεί και οι οποίες επιφέρουν επαύξηση του οικονομικού αντικειμένου της αρχικής σύμβασης κατά ποσοστό 49,17%, συνιστά τροποποίηση που επεκτείνει σημαντικά το αντικείμενο της αρχικής σύμβασης (βλ. ΔΕΕ, προηγουμένως ΔΕΚ, απόφ., της 29.4.2010 C-160/08 σκ. 99, της 19.6.2008 C-454/06 σκ. 36), και, ως εκ τούτου, ουσιώδη τροποποίηση, για την οποία απαιτείται νέα διαδικασία σύναψης δημόσιας σύμβασης. Περαιτέρω, η προσφεύγουσα Α.Α., με την με την 1605/7.12.2020 πράξη της Οικονομικής Επιτροπής, με την οποία εγκρίθηκε η ως άνω τροποποίηση, δεν τεκμηριώνει ότι συντρέχει περίπτωση επιτρεπτής, κατ’ άρθρο 156 παρ. 1 του ν. 4412/2016, ανάθεσης εκτέλεσης συμπληρωματικών εργασιών, χωρίς νέα διαδικασία σύναψης σύμβασης. Ειδικότερα, από κανένα στοιχείο του φακέλου δεν προκύπτει η επέλευση απρόβλεπτων περιστάσεων μετά την ανάθεση της αρχικής σύμβασης, ενώ δεν στοιχειοθετούν, κατά την έννοια των ανωτέρω διατάξεων, απρόβλεπτες περιστάσεις που δικαιολογούν τη σύναψη της ελεγχόμενης Σ.Σ. η αόριστη επίκληση ατυχημάτων και έντονων καιρικών φαινομένων, χωρίς αυτά να προσδιορίζονται χρονικά και τοπικά και να προκύπτουν από σχετικά δελτία συμβάντων ή καταγραφής ζημιών και χωρίς να συσχετίζονται με συγκεκριμένες επιπτώσεις-βλάβες που εξαιτίας αυτών επήλθε επαύξηση του τεχνικού αντικειμένου της αρχικής σύμβασης. Συναφώς, πέραν της αοριστίας του ισχυρισμού περί ζημιών στο δίκτυο εξαιτίας έντονων καιρικών φαινομένων, ο ισχυρισμός αυτός, κατά το μέρος που γίνεται επίκληση ζημιών στο δίκτυο εξαιτίας της κακοκαιρίας που έλαβε χώρα από 15 έως 17.2.2021, δεν μπορεί να γίνει αποδεκτός, δεδομένου ότι αφορά σε γεγονότα μεταγενέστερα της έγκρισης, με τη 1605/7.12.2020 απόφαση της Οικονομικής Επιτροπής του Δήμου ..., του 3ου Α.Π.Ε. και της ελεγχόμενης Σ.Σ.. Επίσης, οι επικαλούμενες συμπληρωματικές εργασίες για την τοποθέτηση των 25 ηλεκτρικών φορτιστών, πέραν του ότι δεν προκύπτει ότι παρουσιάζουν την απαιτούμενη αναγκαία συνάφεια με το τεχνικό αντικείμενο της αρχικής σύμβασης, δεν συμπεριλαμβάνονται στο αντικείμενό της, όπως αυτό καθορίζεται στον εγκριθέντα 3ο Α.Π.Ε. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, δεν συντρέχει εν προκειμένω η σωρευτικά απαιτούμενη, με το άρθρο 156 παρ. 1 του ν. 4412/2016, προϋπόθεση της ανάγκης εκτέλεσης συμπληρωματικών εργασιών λόγω απρόβλεπτων περιστάσεων που να δικαιολογεί τη σύναψη της ελεγχόμενης Σ.Σ. χωρίς νέα διαδικασία σύναψης σύμβασης. Τα αυτά κρίνοντας και το Κλιμάκιο με την προσβαλλόμενη πράξη ορθώς εφάρμοσε τις ως άνω διατάξεις, τα δε αντίθετα προβαλλόμενα με την κρινόμενη προσφυγή πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμα.


EΣ/Τμ.7(ΚΠΕ)197/2013

Eξόφληση της 1ης εντολής πληρωμής της  1ης παράτασης σύμβασης υπηρεσιών «Σύμβουλος Διαχείρισης Συγχρηματοδοτούμενων Έργων Δήμου .(...)Ο ν. 3852/2010 «Νέα Αρχιτεκτονική της Αυτοδιοίκησης και της Αποκεντρωμένης Διοίκησης - Πρόγραμμα Καλλικράτης» (ΦΕΚ Α΄ 87/7.6.2010) ορίζει, στο άρθρο 283, ότι: «1. Οι δήμοι που συνιστώνται με το άρθρο 1 υπεισέρχονται αυτοδικαίως από την έναρξη λειτουργίας τους και χωρίς άλλη διατύπωση σε όλα τα ενοχικά και εμπράγματα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των δήμων και κοινοτήτων που συνενώνονται, στα οποία περιλαμβάνονται και οι υποχρεώσεις που απορρέουν από  διεθνείς συνεργασίες…». Από τη διάταξη αυτή συνάγεται ότι από την 1.1.2011 (ημερομηνία έναρξης ισχύος των διατάξεων του ν. 3852/2010) οι νέοι Δήμοι που προέκυψαν υπεισέρχονται αυτοδικαίως και χωρίς άλλη διατύπωση, από την έναρξη λειτουργίας τους, στα δικαιώματα και στις υποχρεώσεις των δήμων που συνενώνονται. Περαιτέρω, η συμβατική δράση της δημόσιας διοίκησης υπόκειται στη θεμελιώδη αρχή της νομιμότητας, ως εκ τούτου, κατ’ επιταγή αυτής κάθε δημόσια σύμβαση υπάγεται σε ορισμένο νομικό πλαίσιο, το οποίο περιλαμβάνει και τη διακήρυξη της διαγωνιστικής διαδικασίας που προηγείται της κατάρτισής της, ως κανονιστική διοικητική πράξη. Παρέπεται τούτου ότι η δυνατότητα των συμβαλλομένων μερών για τροποποίηση όρου ή όρων δημόσιας σύμβασης με νεότερη κοινή συμφωνία τους, δεν μπορεί να εξικνείται μέχρι την κατ’ ουσία τροποποίηση ουσιωδών όρων της οικείας διακήρυξης. Η τροποποίηση μιας δημόσιας σύμβασης κατά τη διάρκεια της ισχύος της μπορεί να θεωρηθεί ως ουσιώδης όταν προστίθενται όροι οι οποίοι, αν είχαν γνωστοποιηθεί στο πλαίσιο της διαδικασίας σύναψης της αρχικής σύμβασης, θα είχαν ίσως ως αποτέλεσμα να επιτραπεί η συμμετοχή στη διαδικασία άλλων διαγωνιζομένων από εκείνους που έγιναν αρχικώς δεκτοί ή να υποβληθούν προσφορές με διαφορετικό περιεχόμενο ή να επιλεγεί προσφορά διαφορετική από εκείνη που αρχικώς επελέγη. Ομοίως, τροποποίηση της αρχικής σύμβασης μπορεί να θεωρηθεί ως ουσιώδης όταν διευρύνει σημαντικά το αντικείμενο της σύμβασης, συμπεριλαμβάνοντας υπηρεσίες που δεν είχαν αρχικώς προβλεφθεί (πρβλ. υπόθεση C-454/06 pressetext Nachrichtenagentur GmbH κατά Republik Österreich, σκέψεις 34-36 και υπόθεση C-496/99 P Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά CAS Succhi di Frutta SpA, σκέψεις 113-121). Επιπλέον, όπως γίνεται δεκτό, οι συμβαλλόμενες σε δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών αναθέτουσες αρχές μπορούν να επιφυλάσσουν υπέρ αυτών δικαίωμα προαίρεσης για τη δέσμευση του αντισυμβαλλομένου τους να συναινέσει σε νέα σύμβαση ομοειδών υπηρεσιών με τους ίδιους όρους, ασκούμενο με δήλωση της αναθέτουσας αρχής, το οποίο προσδιορίζεται ποσοτικά και ποιοτικά στη διακήρυξη, περιέχεται δε και στη δημοσιευόμενη περίληψή της (VI Τμ. 2224, 1778/2011, 3145, 660, 371/2010, κ.α.). Παρέπεται, αντίστοιχα προς τα προαναφερόμενα, ότι, η ενεργοποίηση του δικαιώματος προαίρεσης επιτρέπεται αποκλειστικά υπό τους όρους και τις προϋποθέσεις που διαγράφει η σύμβαση που το διαλαμβάνει. Όταν η άσκησή του κείται εκτός των ορίων τούτων, δεν ασκείται νόμιμα, συνεπάγεται δε τροποποίηση της οικείας συμβάσεως και της διακηρύξεως, η οποία ελέγχεται ως προς τη νομιμότητά της κατά τα ανωτέρω (Βλ. απόφαση VI Τμ. Ελ.Συν. 1508/2012

ΕΣ/ΤΜ.ΕΒΔΟΜΟ/1398/2022

Ενεργειακή Αναβάθμιση - Αυτοματοποίηση Συστημάτων Ηλεκτροφωτισμού Κοινόχρηστων Χώρων ..ζητείται η ανάκληση της 422/2022 Πράξης του Ζ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου....Σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη σκέψη 10 της παρούσας, τα οποία αποτυπώνουν τα πορίσματα της νομολογίας τόσο του Δικαστηρίου της Ένωσης, όσο και του Ελεγκτικού Συνεδρίου, η εταιρική αναδιάρθρωση ως αιτία ολικής ή μερικής διαδοχής του αρχικού αναδόχου συνιστά προϋπόθεση για την επιτρεπτή κατά το άρθρο 132 παρ. 1 περ. δ΄ υποπεριπτ. ββ΄ ν. 4412/2016 υποκατάσταση από νέο ανάδοχο, με την οποία ταυτίζεται και η αντικατάσταση μελών ένωσης εταιρειών από νεοεισερχόμενο μέλος. Εν προκειμένω δε, κατά την ορθή κρίση  του Κλιμακίου, από κανένα στοιχείο του φακέλου δεν προκύπτει ότι στην προκειμένη περίπτωση συντρέχει περίπτωση ολικής ή μερικής διαδοχής του αρχικού μέλους «..Α.Ε.», κατά μείζονα δε λόγω του έτερου αποχωρούντος μέλους «..», από την τρίτη εταιρεία «..», λόγω οποιασδήποτε μορφής εταιρικής αναδιάρθρωσης, έστω και μη περιλαμβανόμενης στις ενδεικτικά αναφερόμενες στο νόμο περιπτώσεις. (...)Ο προβαλλόμενος δε με την κρινόμενη αίτηση ισχυρισμός, ότι από τη νομολογία του ΔΕΕ (βλ. Αποφάσεις Pressetext Nachrichtenagentur GmbH, C-454/06 και Advania Sverige AB, C‑461/20, εκ των οποίων η πρώτη εκδόθηκε πριν τη θέση σε ισχύ της οδηγίας 2014/24) συνάγεται ότι είναι ανεκτές κατά το Δίκαιο της Ένωσης τόσο η μεταβίβαση σύμβασης από μητρική σε θυγατρική επιχείρηση όσο και η μεταβίβαση μίας και μόνο σύμβασης, ως εκ τούτου, η επίμαχη υποκατάσταση δεν αντίκειται στο ενωσιακό και εθνικό δίκαιο περί δημοσίων συμβάσεων δεν μπορεί να γίνει δεκτός. Τούτο διότι, στις ανωτέρω υποθέσεις πριν τη μεταβίβαση των συμβάσεων και την υποκατάσταση των αρχικών αναδόχων προηγήθηκε διαδικασία αναδιάρθρωσης με τη μορφή στην πρώτη περίπτωση της απόσχισης του κλάδου της δραστηριότητας που αφορά η σύμβαση και στη δεύτερη της πτώχευσης του αρχικού αναδόχου, προϋπόθεση που δεν συντρέχει εν προκειμένω, κατά ανωτέρω αναφερόμενα. Συνεπώς, στις περιπτώσεις των ενώσεων εταιρειών η ίδια η υποκατάσταση, χωρίς προηγούμενη εταιρική αναδιάρθρωση ενός μέλους, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι συνιστά «αναδιάρθρωση» κατά την έννοια του  άρθρου 132 παρ. 1 περ. δ΄ υποπ. ββ΄ του ν. 4412/2016


ΕλΣυν.Κλ.Τμ.7/97/2018

Καταβολή αμοιβής γαι συμβουλευτικές υπηρεσίες:..Σύμφωνα με το άρθρο 118 του ν. 4412/2016 «Δημόσιες Συμβάσεις Έργων, Προμηθειών και Υπηρεσιών (προσαρμογή στις Οδηγίες 2014/24/ΕΕ και 2014/25/ΕΕ)» (Α΄ 147) - το οποίο, κατά το άρθρο 379 παρ. 1 του νόμου αυτού, ίσχυε κατά τον κρίσιμο χρόνο έκδοσης της 656/1.9.2016 απόφασης του Δημάρχου Κηφισιάς, με την οποία επιλέχθηκε οριστικά η εφαρμογή της διαδικασίας της απευθείας ανάθεσης για την επιλογή παρόχου των επίμαχων υπηρεσιών (C-324/14 Partner Apelski Dariusz, σκ. 83, C-213/13 Impresa Pizzarotti, σκ. 31, C-576/10 Επιτροπή κατά Κάτω Χωρών, σκ. 52, C-337/98 Επιτροπή κατά Γαλλίας, σκ. 36 - 37, Ελ.Συν. ΣΤ΄ Κλιμακίου 41, 70/2017) - «Προσφυγή στη διαδικασία της απευθείας ανάθεσης επιτρέπεται όταν η εκτιμώμενη αξία της σύμβασης, χωρίς Φ.Π.Α., είναι ίση ή κατώτερη από το ποσό των είκοσι χιλιάδων (20.000) ευρώ …». Κατά τα δε οριζόμενα στο άρθρο 2 παρ. 1 εδ. 5 και 9 του ίδιου ως άνω νόμου, στην έννοια της δημόσιας σύμβασης, στην οποία αφορά η προαναφερόμενη ρύθμιση για τη δυνατότητα προσφυγής στην εξαιρετική διαδικασία της απευθείας ανάθεσης, εμπίπτει και το σύνολο των εξ επαχθούς αιτίας συμβάσεων παροχής υπηρεσιών ανεξαρτήτως του αντικειμένου τους. (...) Στην προκειμένη υπόθεση, με την 62/2016 μελέτη της Διεύθυνσης Τεχνικών Υπηρεσιών του Δήμου …, που εγκρίθηκε με την 656/1.9.2016 απόφαση του Δημάρχου, η αξία των επίμαχων υπηρεσιών εκτιμήθηκε στο ποσό των 19.800 ευρώ, χωρίς Φ.Π.Α.. Συνεπώς, νομίμως, με την 657/1.9.2016 απόφαση του ίδιου, οι υπηρεσίες αυτές ανατέθηκαν απευθείας στη δικαιούχο του εντάλματος ετερόρρυθμη εταιρεία με την επωνυμία «…», με την οποία και συνάφθηκε η από 6.9.2016 σχετική σύμβαση, αφού η άνω εκτιμώμενη αξία τους υπολείπεται του ορίου των 20.000 ευρώ, χωρίς Φ.Π.Α., μέχρι το οποίο είναι άνευ ετέρου επιτρεπτή, κατά  το άρθρο 118 παρ. 1 του ν. 4412/2016, η προσφυγή στην εν λόγω εξαιρετική διαδικασία. Δεν ασκεί δε επιρροή το αντικείμενο της παρεχόμενης υπηρεσίας, δεδομένου ότι ο ν. 4412/2016, ο οποίος εφαρμόζεται εν προκειμένω, δεν διακρίνει σχετικά.


ΕΣ/ΤΜ.ΕΒΔΟΜΟ/624/2021

Δημοσιονομική διόρθωση δααπανών...Τέλος, η εκκαλούσα ισχυρίζεται ότι η επιβολή της δημοσιονομικής διόρθωσης παραβιάζει την αρχή της αναλογικότητας, καθόσον οι δήθεν παρατυπίες που διαπιστώθηκαν δεν συνιστούν συστημικής φύσεως παρατυπίες αλλά μεμονωμένες παραβάσεις λαμβανομένου υπόψη ότι η εκκαλούσα  υλοποίησε επιτυχώς την Πράξη, εφόσον ούτε ματαιώθηκε η εκτέλεσή της ούτε κατέστη μη λειτουργική, ενώ περαιτέρω ουδεμία ζημία προκλήθηκε από τις επισημανθείσες παρατυπίες. Ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, δοθέντος ότι η παραβίαση των υποχρεώσεων της δικαιούχου, αναφορικά με τους όρους ένταξης της πράξης, συνεπάγεται, ενόψει της αρχής της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης, την διόρθωση των λογαριασμών, ενώ απλώς και μόνο το γεγονός ότι η πράξη έχει υλοποιηθεί δεν αρκεί για να δικαιολογήσει την καταβολή της ενίσχυσης, εφόσον η δικαιούχος όφειλε να παραδώσει στο σύνολο και τα επιμέρους παραδοτέα, όπως είχε δεσμευτεί να πράξει με την υπογραφή της οικείας σύμβασης. Εξάλλου, το ύψος της επιβληθείσας δημοσιονομικής διόρθωσης δεν υπερβαίνει, και δη προδήλως ένα εύλογο όριο, εφόσον ευρίσκεται σε συνάφεια με τις επιμέρους διαπιστωθείσες πλημμέλειες και αντιστοιχεί είτε στην αξία των συγκεκριμένων δαπανών είτε σε μέρος μόνο της χρηματοδότησης που καταβλήθηκε στην εκκαλούσα για τα συγκεκριμένα παραδοτέα βάσει κατ’ αποκοπή συντελεστή 5%, ο οποίος είναι εκ των χαμηλοτέρων συντελεστών που δύνανται να επιβληθούν, βάσει των κατευθυντήριων γραμμών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (βλ. Ι Τμ. 269/2020). Συνεπώς, απορριπτέος τυγχάνει ο προβαλλόμενος λόγος περί παραβάσεως της αρχής της αναλογικότητας (πρβλ. Δ.Ε.Ε. διάταξη της 10.10.2012 «Ελλάδα κατά Επιτροπής», C- 497/11 σκ. 63-68, απόφαση της 15.9. 2005, «Ιρλανδία κατά Επιτροπής», C-199/03, σκ. 56-60, T-371/06, T-14/07, T 15/07 και T-332/07, Γερμανία κατά Επιτροπής, Συλλογή 2008, σκ. 77, Ε.Σ. Ολ. 1818/2014, Ι Τμ. 90/2012).Κατόπιν των ανωτέρω, εφόσον δεν προβάλλεται άλλος λόγος, η έφεση πρέπει να γίνει μερικώς δεκτή κατά τα αναφερόμενα στην σκέψη 8, και να ακυρωθεί εν μέρει η προσβαλλόμενη πράξη και να περιορισθεί το ποσό της δημοσιονομικής διόρθωσης σε 3.762,16 ευρώ.


ΕΣ/Κλ.Ε/157/2017

Νομιμότητα της διαδικασίας ανάδειξης αναδόχου και του σχεδίου σύμβασης του έργου «Επείγουσες εργασίες στο Ε.Ο.Δ. Κρήτης (Περιφέρειας Κρήτης) – 10ο υποέργο “Βελτίωση – Συντήρηση Σήμανσης στο Ε.Ο.Δ. Κρήτης”(...) Όπως παγίως γίνεται δεκτό, οι αρχές της διαφάνειας και της ίσης μεταχείρισης στους δημόσιους διαγωνισμούς επιτάσσουν στις αναθέτουσες αρχές να διατυπώνουν τους όρους διεξαγωγής της διαδικασίας ανάθεσης στην προκήρυξη του διαγωνισμού με σαφήνεια, ακρίβεια και χωρίς αμφισημία, κατά τρόπο ώστε αφενός να παρέχουν σε όλους τους ευλόγως ενημερωμένους και επιδεικνύοντες τη συνήθη επιμέλεια διαγωνιζομένους τη δυνατότητα να κατανοούν το ακριβές περιεχόμενο των όρων αυτών και να τους ερμηνεύουν με τον ίδιο τρόπο, αφετέρου, να καθιστούν δυνατό τον αποτελεσματικό έλεγχο του αν οι προσφορές των υποψηφίων ανταποκρίνονται στα τιθέμενα κριτήρια (Ε.Σ. Τμ. VI 2452/2012, 1643/2014, 6869/2015, 261/2017, βλ. και ΔΕΚ απόφαση της 18.10.2001, C-19/2000, SIAC Construcion Ltd, σκέψεις 41 έως 44, απόφαση της 29.4.2004, C‑496/1999 Επιτροπή κατά CAS Succhi di Frutta, σκέψη 111, απόφαση της 10.5.2012, C-368/10, Επιτροπή κατά Κάτω Χωρών σκ. 109 επ.). (...) Με τα δεδομένα αυτά, το Κλιμάκιο κρίνει ότι η απόρριψη της προσφοράς της εταιρείας …. δεν είναι νόμιμη. Και τούτο διότι, η από 13.9.2016 υπεύθυνη δήλωση που υπέβαλε στο διαγωνισμό ο ομόρρυθμος εταίρος και εκπρόσωπος της εν λόγω εταιρείας, …, με την οποία, νόμιμα εξουσιοδοτημένος από τους λοιπούς διαχειριστές (βλ. την από 13.9.2016 δήλωση εκπροσώπησης / εξουσιοδότηση), δήλωσε ότι άπαντες οι διαχειριστές της εταιρείας (…) δεν έχουν καταδικαστεί αμετάκλητα για τα αναφερόμενα στο άρθρο 22.2 της διακήρυξης αδικήματα, πληρούσε τους όρους της διακήρυξης. Ειδικότερα, η δήλωση αυτή δεν υπογράφεται από τον δηλούντα ως φυσικό πρόσωπο για λογαριασμό δικό του, αλλά ως νόμιμο εκπρόσωπο της συμμετέχουσας στο διαγωνισμό επιχείρησης, που αρμοδίως βεβαιώνει την ύπαρξη ή μη συγκεκριμένων ιδιοτήτων στα πρόσωπα που την διοικούν (βλ. Ε.Σ. Κλ. Ε΄ 242/2014, 73/2015) (...)Κατ’ ακολουθίαν, κωλύεται η υπογραφή του ελεγχόμενου σχεδίου σύμβασης. 


ΝΣΚ/2/2018

Ισχύς επιμέρους διατάξεων του π.δ. 437/1981 μετά την έναρξη ισχύος του ν. 4412/2016.  Μετά την έναρξη ισχύος του ν. 4412/2016, οι διατάξεις του οποίου ρυθμίζουν, μεταξύ άλλων, εξαντλητικώς τα ζητήματα της εκπονήσεως μελετών και της εκτελέσεως δασοτεχνικών έργων και εργασιών είτε με αυτεπιστασία, είτε με ανάθεση, κατά τα αναφερόμενα στη σκ.10, έπαυσαν να ισχύουν οι επιμέρους διατάξεις του π.δ. 437/1981, που αφορούν στο τεθέν ερώτημα (σκ. 3), πλην των διατάξεών του που ρυθμίζουν ενδεχομένως ειδικότερα θέματα, τα οποία εκφεύγουν του πεδίου εφαρμογής του ν. 4412/2016 (ομοφ.)


ΕλΣυν/Κλ.Ζ/133/2009

Με τις μνημονευθείσες στην προηγούμενη σκέψη διατάξεις, με τις οποίες, κατά τα ήδη εκτεθέντα (ανωτέρω σκέψη 6), ενσωματώνεται η σχετική κοινοτική Οδηγία, καθορίζονται οι προϋποθέσεις καθώς, επίσης, και η διαδικασία για την έγκυρη σύναψη συμπληρωματικής σύμβασης, με τον ανάδοχο ήδη εκτελούμενης δημόσιας σύμβασης μελετών και συναφών υπηρεσιών. Συναφώς, πρέπει να σημειωθεί εκ προοιμίου ότι, κατά τα παγίως κριθέντα από το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (Δ.Ε.Κ.), η σύναψη συμπληρωματικών συμβάσεων, η οποία γίνεται με προσφυγή σε διαδικασία με διαπραγμάτευση, χωρίς δημοσίευση προκήρυξης διαγωνισμού, αποτελεί εξαιρετική διαδικασία ανάθεσης και εφαρμόζεται μόνο στις περιοριστικά αναφερόμενες στο νόμο περιπτώσεις, το δε βάρος απόδειξης περί του ότι συντρέχουν όντως οι έκτακτες περιστάσεις που δικαιολογούν την προσφυγή στη διαδικασία αυτή το φέρει εκείνος ο οποίος τις επικαλείται (βλ. Δ.Ε.Κ.: απόφαση της 2.6.2005, Υπόθεση C-394/02, σκέψη 33, απόφαση της 14.9.2004, Υπόθεση C-385/02, σκέψη 19, απόφαση της 10.4.2003, Συνεκδικαζόμενες υποθέσεις C-20/01 και C-28/01, σκέψη 58, απόφαση της 18.5.1995, Υπόθεση C-57/94, σκέψη 23, απόφαση της 10.3.1987, Υπόθεση C-199/85, σκέψη 14). Σύμφωνα, λοιπόν, με τις διατάξεις του άρθρου 29 του ν.3316/2005, για την έγκυρη σύναψη συμπληρωματικής σύμβασης και την ανάθεση, στον ανάδοχο της αρχικής σύμβασης, της εκπόνησης συμπληρωματικών μελετών ή της παροχής συμπληρωματικών υπηρεσιών, που, κατά το είδος ή την ποσότητα, δεν περιλαμβάνονται στην αρχική σύμβαση, πρέπει να συντρέχουν σωρευτικά οι εξής προϋποθέσεις: α) Να είναι αναγκαίες οι συμπληρωματικές μελέτες ή υπηρεσίες για την ολοκλήρωση της αρχικής σύμβασης, επομένως, πρέπει να παρουσιάζουν αναγκαία συνάφεια με το εκτελούμενο έργο, δηλαδή να αφορούν το τεχνικό αντικείμενο της αρχικής σύμβασης, και να μην περιλαμβάνονται στην αρχική σύμβαση. β) Να συντρέχει περίσταση που δεν μπορούσε να προβλεφθεί κατά τη σύναψη της αρχικής σύμβασης. Συναφώς, όπως έχει ήδη κριθεί (βλ. 20/2009, 199/2008, 246/2007, 147, 30/2005, 45/2004 πράξεις παρόντος Κλιμακίου), ως απρόβλεπτες περιστάσεις νοούνται εκείνα τα πραγματικά γεγονότα, που, παρά το ότι καταβλήθηκε η ενδεδειγμένη επιμέλεια και προσοχή, αντικειμενικά, σύμφωνα με τους κανόνες της ανθρώπινης εμπειρίας και λογικής, δεν ήταν δυνατόν να προβλεφθούν, ώστε οι αναγκαίες για την αντιμετώπισή τους εργασίες να μπορέσουν να ενταχθούν στο αρχικό έργο και την αρχικώς συναφθείσα σύμβαση. γ) Να μη μπορούν οι συμπληρωματικές υπηρεσίες, από τεχνική ή οικονομική άποψη, να διαχωριστούν από την αρχική σύμβαση χωρίς να δημιουργηθούν μείζονα προβλήματα για τον εργοδότη ή να κρίνονται απολύτως αναγκαίες για την ολοκλήρωσή της έστω και αν μπορούν να διαχωριστούν από αυτήν. Επίσης, προϋπόθεση για την έγκυρη σύναψη συμπληρωματικής σύμβασης είναι η προηγούμενη έγκριση του αρμόδιου τεχνικού συμβουλίου, η σύνταξη και έγκριση σχετικού Συγκριτικού Πίνακα. Τέλος, η συνολική αμοιβή των συμπληρωματικών συμβάσεων δεν πρέπει να υπερβαίνει αθροιστικά το πενήντα τοις εκατό (50%) της αρχικής συμβατικής αμοιβής. Με δεδομένο ότι κατά την εκπόνηση των μελετών κτηματογράφησης των προγραμμάτων που προηγήθηκαν το ποσοστό των δηλώσεων δεν ξεπέρασε συνολικά, κατά προσέγγιση, το 60% του προεκτιμηθέντος αριθμού δικαιωμάτων, η εκτίμηση της εταιρείας κατά το χρόνο προκήρυξης του έργου ήταν ότι δεν θα υπήρχε υπέρβαση του ως άνω αριθμού των δικαιωμάτων που προέβλεψε το μοντέλο στατιστικής εκτίμησης. Όμως, οι σημαντικές απρόβλεπτες αλλαγές που επήλθαν τα τελευταία χρόνια στην αγορά ακινήτων (όπως, ενδεικτικά, η αύξηση της οικοδομικής δραστηριότητας λόγω των ευνοϊκών χρηματοοικονομικών συνθηκών και της κατασκευής σημαντικών έργων υποδομής που βελτίωσαν την ποιότητα ζωής στα μεγάλα αστικά κέντρα, η εισαγωγή του Φ.Π.Α. στην κατασκευή ακινήτων κλπ.) είχαν ως αποτέλεσμα, ιδίως στην περιοχή του Δήμου Αθηναίων που αφορά η συγκεκριμένη σύμβαση, να αυξηθεί σημαντικά ο αριθμός των δικαιωμάτων που υπάρχουν σ’ αυτές.


ΕΣ/ΚΛ.Ζ/151/2023

ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ ΠΑΡΑΧΩΡΗΣΗΣ:να ελέγξει τη νομιμότητα του σχεδίου σύμβασης και της υποκείμενης διαδικασίας για την υποπαραχώρηση του δικαιώματος χρήσης, λειτουργίας, συντήρησης και εκμετάλλευσης ενός σταθμού πολλαπλών χρήσεων, σε τμήμα του Εμπορικού Λιμένα … … Β΄ του Οργανισμού Λιμένα …(....)Συναφώς, στον βαθμό που το άρθρο 4.3 της Σύμβασης Υποπαραχώρησης προβλέπει τη δυνατότητα παραίτησης, με τη συναίνεση του υποπαραχωρησιούχου, από τον όρο του άρθρου 4.1.4 και, συνακόλουθα, την υπογραφή και εκτέλεση της Σύμβασης Υποπαραχώρησης, ακόμη και σε δασική ή αναδασωτέα έκταση της υποπαραχωρούμενης περιοχής, χωρίς προηγούμενη περιβαλλοντική αδειοδότηση, η σχετική πρόβλεψη είναι αντίθετη, προεχόντως, στο άρθρο 24 παρ. 1 του Συντάγματος. Ενόψει των ανωτέρω, η πρόβλεψη στα άρθρα 4.3 και 4.5 της Σύμβασης Υποπαραχώρησης της δυνατότητας παραίτησης του … ή του υποπαραχωρησιούχου από οποιαδήποτε αναβλητική αίρεση ή ενέργεια αποδίδεται στο άλλο μέρος, συνιστά ουσιώδη πλημμέλεια της Σύμβασης Παραχώρησης, καθώς η άσκηση της σχετικής δυνατότητας δύναται να παραβιάσει, κατά τις διακρίσεις που έγιναν ανωτέρω, θεμελιώδεις διατάξεις και αρχές της Οδηγίας 2014/23/ΕΕ και του άρθρου 24 του Συντάγματος.(....)Απαραδέκτως εισάγεται για έλεγχο το σχέδιο σύμβασης για την υποπαραχώρηση του δικαιώματος χρήσης, λειτουργίας, συντήρησης και εκμετάλλευσης ενός σταθμού πολλαπλών χρήσεων σε τμήμα του Εμπορικού Λιμένα … … Β΄ του Οργανισμού Λιμένα …, κατά το σκέλος με το οποίο τροποποιείται η από 15.1.2003 σύμβαση παραχώρησης μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και του ΟΛΚ.Παραδεκτώς εισάγεται για έλεγχο το ανωτέρω σχέδιο σύμβασης, κατά το σκέλος με το οποίο υποπαραχωρείται από το … το δικαίωμα χρήσης, λειτουργίας, συντήρησης και εκμετάλλευσης του ανωτέρω σταθμού πολλαπλών χρήσεων του Εμπορικού Λιμένα … … Β΄ στην ανώνυμη εταιρεία «… ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ». Δεν κωλύεται η υπογραφή του ανωτέρω σχεδίου σύμβασης, κατά το παραδεκτώς εισαγόμενο σκέλος του, υπό τους όρους που τίθενται στο σκεπτικό ​

ΑΝΑΚΛΗΘΗΚΕ ΕΝ ΜΕΡΕΙ ΜΕ ΤΗΝ ΕΣ/ΤΜ.ΕΒΔΟΜΟ/991/2023.