ΕΣ.ΚΛΙΜΑΚΙΟ Ε/306/2025
Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου
Η απόφαση 306/2025 του Ε΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου αφορά τον έλεγχο νομιμότητας του σχεδίου της 1ης συμπληρωματικής σύμβασης για το έργο «Κατασκευή συμπληρωματικών έργων αναβάθμισης υδατικών οικοσυστημάτων Ν/Δ Αιτωλοακαρνανίας», συνολικής συμβατικής αξίας 5.388.761,82 ευρώ (πλέον ΦΠΑ και αναθεώρησης). Το Κλιμάκιο ανέβαλε την έκδοση οριστικής πράξης, επικαλούμενο την έλλειψη σημαντικών εγγράφων και στοιχείων κρίσιμων για τη διαμόρφωση ασφαλούς κρίσης. Μεταξύ των ζητούμενων στοιχείων περιλαμβάνονται τα πλήρη τεύχη δημοπράτησης και μελέτες του έργου, διευκρινίσεις για την τροποποίηση των περιβαλλοντικών όρων, βεβαίωση για το στάδιο εκτέλεσης της αρχικής σύμβασης, καθώς και έγγραφες αιτιολογήσεις για την ανακατασκευή της διώρυγας ΔΧΧ ως ανοικτής και τις διαφοροποιήσεις στα κόστη των γεφυρών Κ3 και Κ7. Τέθηκε προθεσμία 15 ημερών για τη συμπλήρωση του φακέλου.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΑΕΠΠ/1758/2021
Με την προδικαστική προσφυγή, ο προσφεύγων ζητά την ακύρωση του Πρακτικού αξιολόγησης στοιχείων Φακέλου Α' της Επιτροπής Κρίσης, το οποίο έκρινε αποδεκτές τις προσφορές του πρώτου και δεύτερου παρεμβαίνοντος, καθώς και του τρίτου συνδιαγωνιζόμενου. Το αντικείμενο της σύμβασης αφορά την ανάθεση δημόσιας σύμβασης εκτιμώμενης αξίας 647.660,76 ευρώ (χωρίς ΦΠΑ) για υπηρεσίες καθαριότητας/φύλαξης σε συγκεκριμένες περιοχές, οι οποίες μπορούν να ανατεθούν ως αυτόνομα τμήματα. Οι λόγοι ακύρωσης αναφέρονται σε παραβάσεις των όρων της διακήρυξης, όπως η έλλειψη σαφούς δήλωσης των τμημάτων συμμετοχής, μη συμμόρφωση της εγγυητικής επιστολής με τους όρους της διακήρυξης και απόκρυψη σημαντικών πληροφοριών σχετικών με λόγους αποκλεισμού των συνδιαγωνιζόμενων.
ΔΕΔ/Αθ/306/2025
Η απόφαση 306/12-02-2025 της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών απορρίπτει την ενδικοφανή προσφυγή κατά της Πράξης Επιβολής Προστίμου αρ. 53 Ν. 5104/2024, ποσού 100,00 ευρώ, που εκδόθηκε από τον προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. ΚΩ. Το πρόστιμο επιβλήθηκε λόγω της εκπρόθεσμης υποβολής, στις 14/07/2021, τροποποιητικής δήλωσης πληροφοριακών στοιχείων μίσθωσης ακίνητης περιουσίας, με την οποία άλλαζε η διάρκεια και αυξανόταν το μίσθωμα ενός καταστήματος. Ο προσφεύγων υποστήριξε ότι η καθυστέρηση οφειλόταν σε καθυστέρηση συμφωνίας με τον μισθωτή. Ωστόσο, η ΔΕΔ έκρινε ότι η διοίκηση είχε δέσμια αρμοδιότητα για την επιβολή του προστίμου, καθώς οι φορολογικές παραβάσεις είναι αντικειμενικές, και ως εκ τούτου απέρριψε την προσφυγή και επικύρωσε το πρόστιμο.
ΑΕΠΠ/518/2020
Η πρώτη προσφεύγουσα εταιρεία επιδιώκει την ακύρωση της απόφασης της αναθέτουσας αρχής που αφορά την αποδοχή της προσφοράς της δεύτερης εταιρείας και την ανάδειξή της ως μειοδότη, καθώς και την απόρριψη της προσφοράς της λόγω σημαντικών παραβάσεων της διακήρυξης του διαγωνισμού. Αντιθέτως, η δεύτερη προσφεύγουσα επιδιώκει την ακύρωση της αποδοχής της προσφοράς της πρώτης εταιρείας, προβάλλοντας αντιρρήσεις για νομική ελλιπή υποβολή αποδεικτικών στοιχείων και μη συμβατότητα με τις προδιαγραφές του διαγωνισμού. Το αντικείμενο της σύμβασης αφορά την προμήθεια 6.500 φορητών υπολογιστών αφής (tablets), την ανάπτυξη λογισμικού ηλεκτρονικού ερωτηματολογίου και τη συγκέντρωση δεδομένων, την προετοιμασία των tablets και άλλων βοηθητικών ενεργειών για την απογραφή γεωργίας, καθώς και την προμήθεια 6.500 συνδέσεων δεδομένων απογραφής γεωργίας.
ΑΕΠΠ/960/2019
Ο προσφεύγων με την προδικαστική προσφυγή του αιτείται την ακύρωση της απόφασης του αναθέτοντος φορέα υπ' αριθμ. 172/2019, καθώς αυτή κρίνει αποδεκτή την προσφορά του παρεμβαίνοντα οικονομικού φορέα, ενώ η τελευταία δεν πληροί τους όρους της διακήρυξης. Αντικείμενο της σύμβασης είναι η «Προμήθεια αντλιών», με κριτήριο ανάθεσης την οικονομικά πλέον συμφέρουσα προσφορά, σε συνδυασμό με προϋπολογισμό 334.800,00 ευρώ (συμπ. ΦΠΑ). Η σύμβαση χωρισμένη σε τέσσερα Τμήματα, με το Τμήμα 1 «Υποβρύχια αντλητικά συγκροτήματα ύδρευσης» με εκτιμώμενη αξία 100.000,00 ευρώ, να είναι εκείνο για το οποίο ασκείται η προσφυγή. Ο προσφεύγων θεμελιώνει την προσφυγή του στη μη συμμόρφωση της εγγυητικής επιστολής του παρεμβαίνοντας με τους όρους της διακήρυξης, συγκεκριμένα για την έλλειψη σημαντικών στοιχείων, καθώς και στη μη πλήρη τεκμηρίωση των τεχνικών προδιαγραφών των προμηθευόμενων αντλιών και κινητήρων.
ΕΣ/ΤΜ.ΕΒΔΟΜΟ/1173/2024
Προμήθεια, εγκατάσταση και λειτουργία ηλεκτρονικών μέσων παρακολούθησης παραβιάσεων του ΚΟΚ.(...)Οι υπό κρίση συνεκδικαζόμενες προσφυγές ανάκλησης κατά της 161/2024 Πράξης του Στ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου νομίμως επανεισάγονται για συζήτηση, μετά τη συμπλήρωση των στοιχείων του φακέλου της υπόθεσης σε συμμόρφωση με όσα διατάχθηκαν με την 1030/2024 μη οριστική απόφαση του παρόντος Τμήματος.Το Δικαστήριο κρίνει, κατά την πλειοψηφήσασα σε αυτό γνώμη, ότι η προσφεύγουσα Περιφέρεια έχει προσκομίσει όλα τα ζητηθέντα με την 1030/2024 αναβλητική απόφαση στοιχεία τεκμηρίωσης της δαπάνης για την «προμήθεια, εγκατάσταση και λειτουργία συσκευής ανίχνευσης παραβίασης ερυθρού σηματοδότη και καταγραφής αριθμού πινακίδων κυκλοφορίας» (Α/Α 1 του προϋπολογισμού της διακήρυξης).Οι σχετικές τεχνικές απαιτήσεις, που στηρίζουν πλήρως την βασιμότητα των προβαλλόμενων από τους προσφεύγοντες ισχυρισμών περί της ανάγκης εκτέλεσης εκτεταμένων χωματουργικών εργασιών στην ελεγχόμενη σύμβαση με όλα τα πρόσθετα κόστη που αυτό συνεπάγεται (απασχόληση μηχανικών, χρήση μηχανημάτων κ.λ.π.), δεν απαντώνται στην διακήρυξη του συνοπτικού διαγωνισμού, όπου προβλέπεται η κατασκευή ορύγματος στο πεζοδρόμιο – και όχι στο οδόστρωμα - το οποίο απλώς θα καλυφθεί με τα προϊόντα της εκσκαφής για να γίνει αποκατάσταση του. Κατά παραδοχή, συνεπώς, όσων βασίμως προβάλλονται με τις ένδικές προσφυγές και δεδομένου ότι η προσφεύγουσα Περιφέρεια ανταποκρίθηκε στο βάρος προσκόμισης των στοιχείων που ζητήθηκαν με την 1030/2024 απόφαση του παρόντος Τμήματος, πρέπει, κατά την πλειοψηφήσασα αυτή γνώμη, να αρθεί και ο τρίτος διακωλυτικός λόγος υπογραφής του σχεδίου της ελεγχόμενης σύμβασης.Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, οι συνεκδικαζόμενες προσφυγές ανάκλησης πρέπει να γίνουν δεκτές, να ανακληθεί η 161/2024 Πράξη του Στ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου και να κριθεί ότι δεν κωλύεται η υπογραφή του σχεδίου σύμβασης
ΕλΣυν/Τμ.6/2245/2011
Με δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη δεύτερη σκέψη της παρούσας, το Τμήμα κρίνει ότι η προσφυγή στην ως άνω εξαιρετική διαδικασία ανάθεσης συμπληρωματικών μελετών δεν αιτιολογείται ως προς το προαπαιτούμενο της συνδρομής απρόβλεπτων περιστάσεων εκ μέρους του αρμοδίου για την έκδοση της σχετικής απόφασης Διευθυντή Συγκοινωνιακών Έργων της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Έργων, απορριπτομένων ως αβασίμων των σχετικών λόγων ανάκλησης περί συνδρομής των περιστάσεων αυτών και περί της ύπαρξης επαρκούς αιτιολογίας στην αιτιολογική έκθεση. Συγκεκριμένα, ως προς τον πρώτο λόγο ανάκλησης, η ερμηνευτική εκδοχή, όπως αυτή που υποστηρίζεται από το Υπουργείο, αλλά και την παρεμβαίνουσα σύμπραξη, περί χαρακτηρισμού ως απρόβλεπτης περίστασης κάθε επισυμβάντος κατά τη μελετητική διαδικασία ευρήματος το οποίο δεν είχε αντιμετωπιστεί επακριβώς από την αναγνωριστική μελέτη, θα οδηγούσε σε καταστρατήγηση των κανόνων του κοινοτικού δικαίου το οποίο, ως ενσωματώθηκε με το ν.3316/2005, επιτάσσει τη μη τροποποίηση ουσιώδους όρου (προεχόντως δε του προβλεφθέντος στην αρχική σύμβαση φυσικού-τεχνικού αντικειμένου) του διαγωνισμού μετά τη σύναψη σύμβασης για την εκπόνηση μελετών, στο μέτρο που μια τέτοια πρακτική θα συνεπαγόταν αναπόφευκτα παραβίαση των αρχών της διαφάνειας και της ίσης μεταχείρισης των υποψηφίων, εφόσον δεν εξασφαλίζονται η ενιαία εφαρμογή των όρων του διαγωνισμού και η αντικειμενικότητα της διαδικασίας. Αβασίμως, δε προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι όταν η δημοπράτηση μίας μελέτης γίνεται επί τη βάσει αναγνωριστικής μελέτης είναι αναμενόμενο να υπάρξουν, κατά την εκπόνηση των επόμενων σταδίων της μελέτης, διαφοροποιήσεις και μάλιστα ουσιώδεις στα επιμέρους θέματα, για το λόγο αυτό δε και η συμφωνούμενη με τον ανάδοχο μελετητή αμοιβή είναι, κατά νόμο προεκτιμώμενη, διότι από τη στιγμή που θεσπίστηκε η οικονομική προσφορά στους διαγωνισμούς του ν.3316/2005 απαιτείται ο κατά το δυνατόν ακριβής προσδιορισμός του φυσικού αντικειμένου της σύμβασης, συνάρτηση του οποίοι αποτελεί και το οικονομικό της αντικείμενο. Άλλωστε, η αναθέτουσα αρχή όφειλε να προβλέψει και να εκτιμήσει πριν από τη διενέργεια του διαγωνισμού για τη σύναψη της αρχικής σύμβασης την ανάγκη συμπερίληψης σε αυτή των υπόψη συμπληρωματικών εργασιών, δεδομένου ότι οι αναθέτουσες αρχές υποχρεούνται να συντάσσουν τους όρους της προκήρυξης διαγωνισμού, αφού έχουν προηγουμένως αναλύσει διεξοδικά όλες τις σχετικές περιστάσεις μετά από επικαιροποίηση των υπαρχόντων στοιχείων του φακέλου (βλ. άρθρα 4 και 7 παρ. 2 εδ. β και 4 εδ. α του ν.3316/2005, σχετικά με την επικαιροποίηση των στοιχείων του φακέλου του έργου). Περαιτέρω και στην αιτιολογική έκθεση, που συνοδεύει το πίνακα συμπληρωματικών εργασιών δεν περιέχεται επαρκής αιτιολογία, όπως αβασίμως προβάλλεται με την αίτηση ανάκλησης. Συγκεκριμένα στην αιτιολογική έκθεση, που συνοδεύει την συμπληρωματική σύμβαση, αναφέρεται η ανάγκη σχεδιασμού παράπλευρων οδών, λόγω της αναμενόμενης αστικοποίησης της περιοχής, χωρίς όμως να δίνεται οποιαδήποτε αιτιολόγηση σε τι συνίσταται το απρόβλεπτο. Περαιτέρω αναφέρεται ότι η χρήση ακριβέστερων υποβάθρων και η αναγκαιότητα σεβασμού του φυσικού περιβάλλοντος οδήγησε σε μια σειρά από αλλαγές στα αναγκαία τεχνικά έργα, που αφορούν είτε αντικατάσταση των αρχικώς εκτιμηθέντων, αντικατάσταση, που όπως η ίδια αναφέρει, είναι αναμενόμενο να προκύψει κατά τη λεπτομερέστερη μελέτη οδοποιίας, είτε στη χάραξη νέων λόγω της ανάγκης γεφύρωσης υφισταμένων ρεμάτων, ότι προέκυψε επίσης ανάγκη για διαμορφώσεις στην κοίτη παρακείμενων της οδού ρεμάτων και μικρής κλίμακας αλλαγές στους διάφορους οχετούς. Αντίθετα δε γίνεται καμία αναφορά στις αποτυπώσεις της αναγνωριστικής μελέτης και στα σημεία που αυτή παρουσίασε ελλείψεις, ώστε να πρέπει να γίνουν διαφοροποιήσεις, ούτε περαιτέρω αιτιολογείται ότι οι διαφοροποιήσεις αυτές είναι τέτοιας έκτασης, που υπερβαίνουν τις αναμενόμενες, ενόψει του ότι πρόκειται για αναγνωριστική μελέτη, και, ως εκ τούτου, δεν θα μπορούσαν να είχαν προβλεφθεί από τους αναδόχους μελετητές κατά την σύνταξη της προσφοράς τους και, συνεπώς, ορθά το Κλιμάκιο, με την προσβαλλόμενη πράξη του έκρινε ότι δεν αποδεικνύεται με επαρκή και εμπεριστατωμένη αιτιολογία η συνδρομή απρόβλεπτης περίστασης, πολλώ μάλλον που ορισμένες συμπληρωματικές μελέτες, όπως αυτές που αφορούν σε επιπλέον παράπλευρες οδούς, αφορούν απλώς σε επέκταση του φυσικού αντικειμένου του έργου. Τέλος, απορριπτέος τυγχάνει και ο ισχυρισμός της αναθέτουσας αρχής ότι τα αρμόδια όργανά της, συγγνωστώς υπέλαβαν ότι η σύναψη της κρινόμενης συμβάσεως είναι νόμιμη. Τούτο δε καθόσον πλάνη και δη συγγνωστή δεν χωρεί εν προκειμένω διότι υπάρχει, από μακρού χρόνου, σταθερότητα της νομοθεσίας και της νομολογίας ως προς τις προϋποθέσεις κατάρτισης συμπληρωματικών συμβάσεων.
ΕΣ/Κλ.Ζ/327/2007
Από τις ανωτέρω διατάξεις της διακήρυξης, σε συνδυασμό με την αρχή της διαφάνειας, που διέπει τις διαδικασίες ανάθεσης δημόσιων συμβάσεων και επιβάλλει, σε κάθε περίπτωση, αιτιολόγηση της επιλογής του αναδόχου, προκύπτει ότι η Αναθέτουσα Αρχή, κατά το στάδιο αξιολόγησης και βαθμολόγησης των τεχνικών προσφορών των συμμετεχόντων, οφείλει, επί ποινή ακυρότητας της κρίσης της, να αιτιολογεί ειδικά, με αναφορά σε συγκεκριμένα στοιχεία των τεχνικών προσφορών των διαγωνιζομένων, την δοθείσα σε αυτούς βαθμολογία στα αναφερόμενα στο άρθρο 22 επιμέρους δύο (2) κριτήρια (Πληρότητα και αρτιότητα της εκτίμησης του γενικού και ειδικού αντικειμένου της ζητούμενης υπηρεσίας - Οργανωτική αποτελεσματικότητα της ομάδας παροχής της Υπηρεσίας). Η εν λόγω ειδική κρίση της Αναθέτουσας Αρχής δεν δύναται να αναπληρωθεί από την παρεχόμενη βαθμολογία στα παραπάνω κριτήρια αξιολόγησης, δηλαδή από την απλή παράθεση βαθμών και μόνο, καθόσον η αναφορά συγκεκριμένων στοιχείων αιτιολόγησης της σχετικής βαθμολογίας, πέραν του ότι επιβάλλεται ρητά από τη διακήρυξη, καθώς και για λόγους διαφάνειας, είναι αναγκαία για το δικαστικό έλεγχο της σχετικής κρίσης.Από το συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων συνάγονται τα ακόλουθα: Η διάταξη του άρθρου 55 της Οδηγίας 2004/18/ΕΚ προβλέπει ότι η αναθέτουσα αρχή προτού προχωρήσει στην απόρριψη μιας προσφοράς ως ασυνήθιστα χαμηλής, οφείλει να παράσχει στο διαγωνιζόμενο, ο οποίος υπέβαλε την εν λόγω προσφορά, τη δυνατότητα να εκθέσει τις απόψεις του και να δικαιολογήσει τις προτεινόμενες από αυτόν τιμές με την παροχή των απαραίτητων διευκρινήσεων. Κατά συνέπεια, δεν επιτρέπεται εθνική ρύθμιση με την οποία να προβλέπεται ο αυτόματος αποκλεισμός προσφοράς που παραβιάζει κατώτατη τιμή που καθορίζεται από νομοθετική, κανονιστική ή διοικητική διάταξη χωρίς να παρέχεται προηγουμένως στον προσφέροντα, κατόπιν ακρόασής του, η δυνατότητα διευκρίνησης και αιτιολόγησης των επιμέρους στοιχείων της προσφοράς του. Οποιοσδήποτε περιορισμός της ως άνω δυνατότητας θα ερχόταν σε αντίθεση με τον σκοπό της Οδηγίας, δεδομένου ότι οδηγεί στον αποκλεισμό άνευ ετέρου των προσφορών, οι αιτιολογήσεις των οποίων στηρίζονται σε εκτιμήσεις διαφορετικές από αυτές που δέχεται η ισχύουσα εθνική ρύθμιση και τούτο παρά το γεγονός ότι οι προσφορές αυτές είναι, ενδεχομένως, περισσότερο συμφέρουσες για την αναθέτουσα αρχή (πρβλ. Σ.τ.Ε.2184/2004).
ΕλΣυν/Τμ.6/2016/2010
Οι φορείς που διενεργούν δημόσιους διαγωνισμούς προμηθειών οφείλουν να τηρούν όλους τους προβλεπόμενους από το νόμο κανόνες δημοσιότητας και ειδικότερα υποχρεούνται, πλην άλλων, να δημοσιεύουν περίληψη των ουσιωδών στοιχείων των διακηρύξεων των διαγωνισμών στον ελληνικό τύπο και επίσης να αποστέλλουν περίληψη των διακηρύξεων στην Υπηρεσία Επισήμων Εκδόσεων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Η περίληψη αυτή δεν επιτρέπεται να περιέχει πληροφορίες διάφορες από τις δημοσιευόμενες στον ελληνικό τύπο, μεταξύ δε των πληροφοριών που πρέπει να περιλαμβάνονται στις οικείες διακηρύξεις είναι και η «φύση των ζητουμένων προϊόντων, με αναφορά αν η υποβολή προσφορών ζητείται για την αγορά, χρηματοδοτική μίσθωση, μίσθωση ή μίσθωση – πώληση ή για συνδυασμό αυτών» (βλ. Παράρτημα ΙV του π.δ. 370/1995 και ήδη Παράρτημα VΙΙ Α του π.δ.60/2007). Άλλωστε, σε περίπτωση μετάθεσης της ημερομηνίας διενέργειας δημόσιου διαγωνισμού προμήθειας με τροποποιήσεις των όρων της διακήρυξης, κατόπιν σχετικής απόφασης του αρμόδιου οργάνου της αναθέτουσας αρχής, η νέα ημερομηνία διεξαγωγής του διαγωνισμού, καθώς και το γεγονός ότι έλαβαν χώρα οι ως άνω τροποποιήσεις απαιτείται να γνωστοποιείται ευρέως με σχετική ανακοίνωση, για την οποία πρέπει να τηρούνται όλες οι διατυπώσεις δημοσιότητας που προβλέπονται και για τις διακηρύξεις των διαγωνισμών. Τούτο αποσκοπεί στην ανάπτυξη ανταγωνισμού με την επίτευξη της ευρύτερης δυνατής συμμετοχής στο διαγωνισμό, στη διασφάλιση της διαφάνειας των διαδικασιών και της ίσης μεταχείρισης των ενδιαφερομένων να υποβάλουν υποψηφιότητα. Η αναθέτουσα δε αρχή οφείλει να ενημερώσει την Υπηρεσία Επισήμων Εκδόσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης αφενός για τη νέα ημερομηνία διεξαγωγής του διαγωνισμού, αφετέρου για τις τροποποιήσεις ή συμπληρώσεις όρων της διακήρυξης, προκειμένου οι διαφοροποιήσεις αυτές σε σχέση με το αρχικό κείμενο της διακήρυξης να τύχουν της απαιτούμενης από τις κείμενες διατάξεις δημοσιότητας (VI Τμ. Ελ.Συν. 1860/2009, 1725/2009, 17/2009, 50/2008, 19/2007).
ΕΣ/Τμ.6/2158/2011
Οι επικληθείσες με τις υπό κρίση αιτήσεις ειδικές περιστάσεις, ανεξαρτήτως του γεγονότος ότι δεν συνιστούν αιτιολογία σχετικά με τη συνδρομή απρόβλεπτων περιστάσεων, εντούτοις αποτελούν πραγματικά γεγονότα δυνάμενα αντικειμενικά να προβλεφθούν σύμφωνα με τους κανόνες επιμέλειας του μέσου συνετού μελετητή. Eπιπροσθέτως, οι προπεριγραφείσες νέες εργασίες επεκτείνουν κατ’ ουσίαν το τεχνικό αντικείμενο της αρχικής σύμβασης και βελτιώνουν την ποιότητά του (επέκταση και βελτίωση που δεν ήταν γνωστή στο σύνολο των διαγωνιζομένων κατά την υποβολή της προσφοράς τους και δεν αποτέλεσε τη βάση της διαδικασίας ανάδειξης αναδόχου) με αποτέλεσμα να μη δύνανται να θεωρηθούν κατά τα προεκτεθέντα ως νόμιμες συμπληρωματικές εργασίες οφειλόμενες σε απρόβλεπτα γεγονότα. Επίσης, η ερμηνευτική εκδοχή, όπως αυτή που υποστηρίζεται από τους αιτούντες, περί χαρακτηρισμού ως απρόβλεπτης περίστασης κάθε επισυμβάντος κατά τη μελετητική διαδικασία ευρήματος το οποίο δεν είχε αντιμετωπιστεί επακριβώς από την αναγνωριστική μελέτη, θα οδηγούσε σε καταστρατήγηση των κανόνων του κοινοτικού δικαίου το οποίο, ως ενσωματώθηκε με το ν.3316/2005, επιτάσσει τη μη τροποποίηση ουσιώδους όρου (προεχόντως δε του προβλεφθέντος στην αρχική σύμβαση φυσικού-τεχνικού αντικειμένου) του διαγωνισμού μετά τη σύναψη σύμβασης για την εκπόνηση μελετών, στο μέτρο που μια τέτοια πρακτική θα συνεπαγόταν αναπόφευκτα παραβίαση των αρχών της διαφάνειας και της ίσης μεταχείρισης των υποψηφίων, εφόσον δεν εξασφαλίζονται η ενιαία εφαρμογή των όρων του διαγωνισμού και η αντικειμενικότητα της διαδικασίας. Αβασίμως, δε προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι όταν η δημοπράτηση μίας μελέτης γίνεται επί τη βάσει ήδη εγκεκριμένης μελέτης είναι αναμενόμενο να υπάρξουν, κατά την εκπόνηση των επόμενων σταδίων της μελέτης, διαφοροποιήσεις και μάλιστα ουσιώδεις στα επιμέρους θέματα, για το λόγο αυτό δε και η συμφωνούμενη με τον ανάδοχο μελετητή αμοιβή είναι, κατά νόμο προεκτιμώμενη, διότι από τη στιγμή που θεσπίστηκε η οικονομική προσφορά στους διαγωνισμούς του ν.3316/2005 απαιτείται ο κατά το δυνατόν ακριβής προσδιορισμός του φυσικού αντικειμένου της σύμβασης, συνάρτηση του οποίοι αποτελεί και το οικονομικό της αντικείμενο. Άλλωστε, η αναθέτουσα αρχή ήταν δυνατόν να προβλέψει και να εκτιμήσει πριν από τη διενέργεια του διαγωνισμού για τη σύναψη της αρχικής σύμβασης το 2007 την ανάγκη συμπερίληψης σε αυτή των υπόψη συμπληρωματικών εργασιών, δεδομένου ότι οι αναθέτουσες αρχές υποχρεούνται να συντάσσουν τους όρους της προκήρυξης διαγωνισμού, αφού έχουν προηγουμένως αναλύσει διεξοδικά όλες τις σχετικές περιστάσεις μετά από επικαιροποίηση των υπαρχόντων στοιχείων του φακέλου (βλ. άρθρα 4 και 7 παρ. 2 εδ. β και 4 εδ. α του ν.3316/2005, σχετικά με την επικαιροποίηση των στοιχείων του φακέλου του έργου). Τέλος, απορριπτέος τυγχάνει και ο ισχυρισμός της αναθέτουσας αρχής ότι τα αρμόδια όργανά της, συγγνωστώς υπέλαβαν ότι η σύναψη της κρινόμενης συμβάσεως είναι νόμιμη. Τούτο δε καθόσον πλάνη και δη συγγνωστή δεν χωρεί εν προκειμένω διότι υπάρχει, από μακρού χρόνου, σταθερότητα της νομοθεσίας και της νομολογίας ως προς τις προϋποθέσεις κατάρτισης συμπληρωματικών συμβάσεων.
ΕΣ/ΤΜ.ΕΒΔΟΜΟ/350/2022
Δημόσια Έργα:Ζητείται η ανάκληση της 934/2021 πράξης του Ε΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου, με την οποία κρίθηκε ότι κωλύεται η υπογραφή του σχεδίου σύμβασης μεταξύ του προσφεύγοντος Δήμου και της παρεμβαίνουσας εταιρείας για την ανάθεση του έργου με τίτλο «Βελτίωση των υποδομών των δικτύων ύδρευσης του Δήμου … – Εσωτερικό δίκτυο ύδρευσης επέκτασης σχεδίου πόλης …».(....)Με τα δεδομένα αυτά, η αυτοτελής θέση του επίμαχου κριτηρίου οδηγεί σε διπλή βαθμολόγηση των ίδιων στοιχείων της προσφοράς, ενώ και η βαθμολόγηση αυτού έγινε με βάση τη συνολική επισκόπηση της τεχνικής προσφοράς των υποψηφίων, η οποία, όμως, είχε ήδη αξιολογηθεί με τη βαθμολόγηση του κάθε επιμέρους εκ των κριτηρίων Κ2 και Κ3. Πλην όμως, το Δικαστήριο κρίνει ότι η ανωτέρω διαπιστωθείσα πλημμέλεια ως προς τη θέση στη διακήρυξη και βαθμολόγηση του κριτηρίου Κ5 δεν παρίσταται, στην προκειμένη περίπτωση, ουσιώδης (βλ. σκέψη 9), ώστε να κριθεί ότι εκ του λόγου τούτου κωλύεται η υπογραφή της ελεγχόμενης σύμβασης, διότι, ακόμα και με απάλειψη του κριτηρίου αυτού και δεδομένων των κατατεθεισών οικονομικών προσφορών, αλλά και της διαφοράς της βαθμολόγησης στα λοιπά κριτήρια αξιολόγησης, όπως προκύπτει από το σχετικό πρακτικό, το οποίο παρίσταται επαρκώς αιτιολογημένο, με ειδικές αναφορές στα στοιχεία έκαστης προσφοράς που λήφθηκαν υπόψη από την Επιτροπή, καθώς και στα σημεία υπεροχής της συγκριτικά υπέρτερης προσφοράς, το αποτέλεσμα του διαγωνισμού δεν θα ήταν διαφορετικό ως προς τον αναδειχθέντα ανάδοχο. Σε κάθε περίπτωση, δοθέντος ότι η ήδη αναδειχθείσα ανάδοχος προηγείτο βαθμολογικά βάσει των κριτηρίων Κ2-Κ4 από τη δεύτερη μειοδότρια, ανεξαρτήτως της βαθμολογίας στο κριτήριο Κ5, ακόμη και αν, καθ’ υπόθεσιν, αυτό μη νομίμως τέθηκε ως κριτήριο ανάθεσης, τούτο δεν άσκησε εν τοις πράγμασι ουσιώδη επιρροή στο αποτέλεσμα του διαγωνισμού ούτε έπληξε την αντικειμενική ακεραιότητά του (πρβλ. αποφ. 1160/2021 Έβδομ. Τμ., 1359/2020 VI Tμ. Ελ Συν). Δέχεται την προσφυγή ανάκλησης και την παρέμβαση.Ανακαλεί την 934/2021 πράξη του Ε΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου.