Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΕΣ/ΤΜ.ΕΒΔΟΜΟ/1417/2022

Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ:

Προμήθεια, εγκατάσταση και θέση σε λειτουργία ολοκληρωμένου συστήματος τηλεελέγχου–τηλεχειρισμού ζητείται η ανάκληση της 291/2022 Πράξης του ΣΤ΄ Κλιμακίου (Γ΄ Διακοπών) του Ελεγκτικού Συνεδρίου(...)Σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις προηγούμενες σκέψεις, η κρινόμενη προσφυγή ανάκλησης, λόγω μη συνδρομής των ως άνω δικονομικών προϋποθέσεων, οι οποίες απαιτούνται για την παραδεκτή άσκησή της και εξετάζονται από το Δικαστήριο και αυτεπαγγέλτως, πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη.

Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΕΣ/ΤΜ.6/3260/2013

ΣΥΜΒΑΣΗ ΜΕΤΑΒΙΒΑΣΗΣ ΜΕΤΟΧΩΝ:Με την αίτηση αυτή επιδιώκεται η ανάκληση της 157/2013 Πράξης του Ζ΄ Κλιμακίου (Α΄ Διακοπών) του Ελεγκτικού Συνεδρίου(....)με την οποία κρίθηκε ότι δεν κωλύεται η υπογραφή της σύμβασης μεταβίβασης του 33% των μετοχών της «… (…) Α.Ε.» από την «… Α.Ε.» στην «… Ltd».(....)Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην προηγούμενη σκέψη, αφενός απαραδέκτως ζητείται η ανάκληση της ως άνω πράξης του Κλιμακίου, καθόσον με αυτήν δεν κωλύεται η υπογραφή της ελεγχόμενης σύμβασης, αφετέρου ελλείπει το «σπουδαίο έννομο συμφέρον» της αιτούσας την ανάκληση εταιρείας και πρέπει για τους λόγους αυτούς, που εξετάζονται αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο, να απορριφθεί η κρινόμενη αίτηση ανάκλησης ως απαράδεκτη, απορριπτομένων περαιτέρω ως αβάσιμων όλων των ισχυρισμών περί αντίθεσης της διάταξης του άρθρου 73 παρ. 2 του ν.4146/2012 με τα άρθρα 20 παρ. 1 και 98 του Συντάγματος, την αρχή της αναλογικότητας και το άρθρο 6 παρ. 1 της ΕΣΔΑ.Δεν ανακαλεί την 157/2013 Πράξη του Ζ΄ Κλιμακίου (Α΄ Διακοπών) του Ελεγκτικού Συνεδρίου.

ΔΕΝ ΑΝΑΘΕΩΡΗΘΗΚΕ ΜΕ ΤΗΝ ΕΣ/ΤΜ.ΜΕΙΖ.ΕΠΤΑΜ.ΣΥΝΘ/4000/2013.


ΕΣ/ΚΛ.ΣΤ/291/2022

ΠΡΟΜΗΘΕΙΕΣ:να ελέγξει τη νομιμότητα της διαδικασίας ανάδειξης αναδόχου και του οικείου σχεδίου σύμβασης για την «Προμήθεια, εγκατάσταση και θέση σε λειτουργία ολοκληρωμένου συστήματος τηλεελέγχου – τηλεχειρισμού και εξασφάλισης επάρκειας του δικτύου ύδρευσης Δήμου …», συνολικής προϋπολογιζόμενης δαπάνης 1.185.362,90 ευρώ πλέον ΦΠΑ (1.469.850,00 ευρώ με ΦΠΑ) και συμβατικού ποσού 1.117.700,00 ευρώ πλέον ΦΠΑ (1.385.948,00 ευρώ με ΦΠΑ).(....)Επιπροσθέτως, οι επίμαχοι όροι αντίκεινται στην αρχή της αναλογικότητας, καθόσον το  έτος 2020 ήταν το εγγύτερο έτος του χρόνου διενέργειας της διαδικασίας ανάθεσης της ελεγχόμενης σύμβασης και, συνακόλουθα, το πλέον πρόσφορο για τη διακρίβωση της καταλληλότητας των προσφερόντων, ώστε να εξυπηρετείται πλήρως ο σκοπός της αναθέτουσας αρχής, ενώ παραβιάζουν και τις αρχές της διαφάνειας και του ελεύθερου ανταγωνισμού, καθόσον δεν συντρέχει βάσιμος δικαιολογητικός λόγος για την ως άνω εξαίρεση, η οποία έτσι περιορίζει αδικαιολόγητα τη δυνατότητα υποβολής προσφοράς των δυνητικά ενδιαφερόμενων οικονομικών φορέων. Ενόψει δε  τούτων, η ως άνω πλημμέλεια κρίνεται ουσιώδης, καθόσον έπληξε την αντικειμενική ακεραιότητα της διεξαχθείσας από τον Δήμο … διαγωνιστικής διαδικασίας(...)Τούτο, διότι στο Πρακτικό αυτό παρατίθεται πίνακας αριθμητικής βαθμολόγησης έκαστης τεχνικής προσφοράς ανά κριτήριο αξιολόγησης, συνοδευόμενης από ελλιπή – συμπερασματική λεκτική αιτιολόγηση. Κατ’ ακολουθίαν όλων όσων προαναφέρθηκαν, το Κλιμάκιο κρίνει ότι συντρέχουν, εν προκειμένω, ουσιώδεις νομικές πλημμέλειες, που κωλύουν την υπογραφή του υποβληθέντος σχεδίου σύμβασης.


ΕΣ/ΚΛ.ΣΤ/420/2022

Προμήθεια, εγκατάσταση και θέση σε λειτουργία ολοκληρωμένου συστήματος τηλεελέγχου – τηλεχειρισμού και εξασφάλισης επάρκειας του δικτύου ύδρευσης (...)Τούτων δοθέντων και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη σκέψη 2 της παρούσας, παραδεκτώς υποβάλλεται για προσυμβατικό έλεγχο ο σχετικός φάκελος με όλα τα νεότερα στοιχεία που, κατά την εκτίμηση της αναθέτουσας Αρχής, θεμελιώνουν τη συμμόρφωσή της με τις ανωτέρω οριστικές κρίσεις της 291/2022 Πράξης του Κλιμακίου, διακωλυτικής της υπογραφής του αρχικώς υποβληθέντος για έλεγχο σχεδίου σύμβασης (βλ. σκέψη 4 της παρούσας). Ο δε έλεγχος που διενεργείται από το παρόν Κλιμάκιο, το οποίο δεσμεύεται από την κατά τα ανωτέρω (βλ. σκέψη 5) καταστάσα οριστική προηγούμενη κρίση του, περιορίζεται, κατά τα γενόμενα δεκτά στις νομική σκέψη της παρούσας (σκέψη 2), στην εξέταση της συμμόρφωσης ή μη του Δήμου με τα κριθέντα στην ως άνω 291/2022 Πράξη του, χωρίς να δύναται να επανεξετάσει τα αρχικώς ελεγχθέντα στάδια της διαδικασίας. Κατόπιν τούτων, το Κλιμάκιο διαπιστώνει τα εξής: Α. Η διαπιστωθείσα με την 291/2022 Πράξη του παρόντος Κλιμακίου (βλ. σκέψη 11.ii αυτής και σκέψη 4.ii της παρούσας) ελλείπουσα αιτιολογία της βαθμολογίας των τεχνικών προσφορών των εταιρειών «..........» και «…..» έχει συμπληρωθεί με το κατά τα ανωτέρω προσκομισθέν 3273/28.7.2022 Πρακτικό, που κατήρτισε η Επιτροπή του Διαγωνισμού και έχει εγκριθεί αρμοδίως από την Οικονομική Επιτροπή του Δήμου Πρεσπών (βλ. την 127/5.8.2022 απόφαση, η οποία κοινοποιήθηκε σε αμφότερους τους συμμετέχοντες και η προθεσμία προσβολής της παρήλθε άπρακτη), με το οποίο αιτιολογείται με αναλυτικό τρόπο η βαθμολόγηση της τεχνικής προσφοράς των εναπομεινάντων συμμετεχόντων, με αναφορά στα συγκεκριμένα στοιχεία των τεχνικών προσφορών, τα οποία αξιολόγησε η Επιτροπή, σε σχέση με τα προβλεπόμενα και απαιτούμενα στη διακήρυξη επιμέρους χαρακτηριστικά και τις αντικειμενικές σταθμίσεις στις οποίες προέβη, κατόπιν των οποίων και βαθμολόγησε αυτές, με αποτέλεσμα να καθίσταται επαληθεύσιμο ότι τα επιμέρους κριτήρια καλύπτουν τις ελάχιστες απαιτήσεις της διακήρυξης, ενώ παρατίθενται με ειδική αιτιολόγηση τα αντίστοιχα στοιχεία των τεχνικών προσφορών που υπερτερούν των οικείων τεχνικών προδιαγραφών. Εν όψει των ανωτέρω, η εν λόγω πλημμέλεια, η οποία κατέστη, μετά την ως άνω πλήρη λεκτική αιτιολόγηση της βαθμολογίας, κατ’ αποτέλεσμα, μη ουσιώδης, δεν συνιστά διακωλυτικό λόγο υπογραφής του σχεδίου της σύμβασης (βλ. ΕλΣυν Ολ. απόφ. 2493/2020, Έβδ. Τμ. αποφ. 738/2022, 2064, 1160/2021, VI Τμ. απόφ. 1764/2019). Β. Μετά την κατά τα ανωτέρω (βλ. σκέψη 6) τροποποίηση του άρθρου 15 του σχεδίου σύμβασης, η διαπιστωθείσα με την 291/2022 Πράξη του Κλιμακίου τούτου (βλ. σκέψη 11.iv αυτής και σκέψη 4.iv της παρούσας) πλημμέλεια, αναφορικά με την προβλεπόμενη στη σύμβαση διαδικασία επίλυσης διαφορών, έχει θεραπευθεί. Γ. Ως προς τη διαπιστωθείσα με την 291/2022 Πράξη (βλ. σκέψη 11.ii αυτής και σκέψη 4.iii της παρούσας) πλημμέλεια, αναφορικά με τον τρόπο υπολογισμού του ποσού της καταβληθησόμενης εγγυητικής επιστολής καλής εκτέλεσης, η αναθέτουσα Αρχή δεν συμμορφώθηκε προσηκόντως, καθώς στο άρθρο 12ο του υποβληθέντος νέου σχεδίου σύμβασης (παρ. 12.1) αναγράφεται ότι η εγγύηση καλής εκτέλεσης θα αντιστοιχεί σε ποσοστό 5% επί της «εκτιμώμενης» αξίας της σύμβασης χωρίς ΦΠΑ και όχι σε ποσοστό 5% επί της αξίας της σύμβασης χωρίς ΦΠΑ, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 302 παρ. 1 β΄ του ν. 4412/2016, όπως ίσχυε κατά την ημερομηνία αποστολής της διακήρυξης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ένωσης (31.5.2021). Δ. Η διαπιστωθείσα με την 291/2022 Πράξη του παρόντος Κλιμακίου (βλ. σκέψη 11.i αυτής και σκέψη 4.i της παρούσας) πλημμέλεια, αναφορικά με τη μη νομιμότητα των όρων των άρθρων 2.2.5 και 2.2.9.2. παρ. Β3 της διακήρυξης, με τους οποίους περιορίσθηκε ο κύκλος των υποψήφιων οικονομικών φορέων μόνο σε εκείνους που πληρούσαν τα επίμαχα κριτήρια οικονομικής και χρηματοοικονομικής επάρκειας κατά τα έτη 2017, 2018 και 2019, αποκλείοντας όσους πληρούσαν τα εν λόγω κριτήρια κατά το έτος 2020, έπληξε την αντικειμενική ακεραιότητα της συγκεκριμένης διαγωνιστικής διαδικασίας και, συνεπώς, συνιστά ουσιώδη νομική πλημμέλεια, κατά τα οριστικώς κριθέντα με την ανωτέρω Πράξη του Κλιμακίου. Εκ του λόγου δε τούτου, η εν λόγω πλημμέλεια δεν δύναται να θεραπευθεί με τη μεταγενέστερη συμπλήρωση από τους διαγωνιζομένους, και για το παραλειφθέν έτος 2020, των αποδεικτικών μέσων για τα επίμαχα κριτήρια επιλογής, καθότι αφορά μόνον τους ήδη συμμετέχοντες στον διαγωνισμό και σε καμία περίπτωση δεν καλύπτει όσους δυνητικά υποψηφίους μπορούσαν να συμμετάσχουν στον συγκεκριμένο διαγωνισμό (βλ. ΕλΣυν Ολ. Διακοπών απόφ. 1403/2022 σκ. 16, Έβδ. Τμ. 1181/2022 σκ. 19, 949/2022 σκ. 12). Συνακόλουθα, η προσκόμιση ενώπιον του Κλιμακίου νεότερων στοιχείων (βλ. οικονομικές καταστάσεις των συμμετεχόντων για το έτος 2020), με σκοπό τη θεραπεία της εν λόγω πλημμέλειας, η οποία αφορά ήδη ελεγχθέν και μη δυνάμενο να επανεξετασθεί στάδιο του διαγωνισμού και, ειδικότερα, τη νομιμότητα όρων της διακήρυξης, παρίσταται αλυσιτελής, καθώς η παρατυπία αυτή δεν παρίσταται εκ της φύσης της θεραπεύσιμη.


ΣΤΕ ΟΛ/1780/2006

Επειδή, κατά την έννοια του ανωτέρω άρθρου 5 παρ. 2 του ν. 702/1977, η ετήσια προθεσμία για άσκηση εφέσεως που αρχίζει από την επομένη της δημοσιεύσεως της αποφάσεως του Διοικητικού Εφετείου λήγει οπωσδήποτε, όταν παρέλθει έτος από την αφετηρία της προθεσμίας αυτής και δεν είναι δεκτική ούτε αναστολής, ούτε παρεκτάσεως για τον ασκούντα το ένδικο αυτό μέσο που διαμένει στην αλλοδαπή. Τούτο δε διότι η αναστολή δεν συμβιβάζεται με τη φύση της εν λόγω προθεσμίας, η οποία αποτελεί το απώτατο χρονικό όριο, μέχρι το οποίο είναι κατά νόμο δυνατή η άσκηση εφέσεως και η οποία θεσπίσθηκε, προκειμένου να διαφυλαχθεί η σταθερότητα στις σχέσεις Διοίκησης και διοικουμένων, όπως αυτές διαμορφώθηκαν μετά την έκδοση της αποφάσεως του Διοικητικού Εφετείου επί της αιτήσεως ακυρώσεως (βλ. και ΣτΕ 1755/2000, 3398/1998 κ.α.). Για τον ίδιο λόγο η ως άνω ετήσια προθεσμία για άσκηση εφέσεως δεν αναστέλλεται κατά τη διάρκεια των δικαστικών διακοπών, είτε έχει αρχίσει πριν από αυτές, είτε κατά τη διάρκειά τους (όταν η δημοσίευση της εκκαλουμένης αποφάσεως γίνεται από 1-7 έως 15-9), εφόσον μάλιστα η διάταξη του άρθρου 11 του Κώδικα περί δικών του Δημοσίου που προβλέπει την αναστολή δεν διακρίνει σχετικώς, η δε αναστολή των προθεσμιών που προβλέπεται από την τελευταία αυτή διάταξη για τα ασκούμενα από το Δημόσιο ένδικα βοηθήματα και ένδικα μέσα, η οποία ισχύει και για τα ασκούμενα από τους ιδιώτες ένδικα βοηθήματα και ένδικα μέσα, αναφέρεται μόνον, όσον αφορά στην έφεση, στην 60νθήμερη προθεσμία από τη κοινοποίηση της εκκαλουμένης αποφάσεως και όχι και στην ετήσια προθεσμία από τη δημοσίευση αυτής. (...)Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, η εκκαλουμένη απόφαση, όπως προκύπτει από τα αναφερόμενα σ’ αυτήν, δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στις 3-7-2000, η δε κρινόμενη έφεση κατατέθηκε στη Γραμματεία του Διοικητικού Εφετείου .. στις 12.7.2001, δηλαδή μετά την πάροδο της ετήσιας προθεσμίας που τάσσει η πιο πάνω διάταξη του άρθρου 5 παρ. 2 του ν. 702/1977 και, συνεπώς, η υπό κρίση έφεση ασκήθηκε εκπροθέσμως, αφού, κατά τα γενόμενα δεκτά ανωτέρω, δεν χωρεί αναστολή της προθεσμίας αυτής κατά τη διάρκεια των δικαστικών διακοπών. Πρέπει, επομένως, για το λόγο αυτό, ο οποίος ερευνάται αυτεπαγγέλτως, η έφεση αυτή να απορριφθεί, ως απαράδεκτη


ΕΣ/ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ/1716/2022

Προμήθεια, εγκατάσταση και θέση σε λειτουργία συστήματος τηλεελέγχου/τηλεχειρισμού:  ζητείται η αναθεώρηση της 576/2022 απόφασης του Εβδόμου Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου.Άλλωστε, η απαίτηση πρόσθετης εμπειρίας για τον δανείζοντα τεχνική ικανότητα τρίτο αναφέρεται σε φυσικό πρόσωπο (τον επονομαζόμενο «Τεχνικό Υπεύθυνο της Σύμβασης»), για τον οποίο απαιτείται (εκτός από τη σύμβαση εργασίας ορισμένου ή αορίστου χρόνου), βεβαίωση δεκαετούς «προϋπηρεσίας», η οποία κατά νομική ακριβολογία και σύμφωνα με τα δεδομένα της κοινής πείρας παρέχεται (όπως και η σύμβαση εργασίας συνάδει) μόνον σε φυσικά πρόσωπα.  Κατά συνέπεια, δεν μπορεί να αφορά στον αυτοδυνάμως συμμετέχοντα οικονομικό φορέα, που μπορεί να είναι και νομικό πρόσωπο, κοινοπραξία, ένωση ή σύμπραξη οικονομικών φορέων κ.λπ. και ο οποίος δεν έχει «προϋπηρεσία». Συνεπώς, η απαίτηση αυτή, όπως αναφέρεται στη διάταξη του άρθρου 2.2.6.1 της διακήρυξης, στην οποία άλλωστε παραπέμπει και αυτή του άρθρου 2.2.8. περί στήριξης στην ικανότητα τρίτων,   αφορά μόνον στον  υπάλληλο ή εξωτερικό συνεργάτη που δανείζει την εμπειρία του σε οικονομικό φορέα και έχει τεθεί κατά παράβαση των αρχών του ανταγωνισμού και της ίσης μεταχείρισης των διαγωνιζομένων, διότι αφενός λειτουργεί αποτρεπτικά ως προς τη συμμετοχή στο διαγωνισμό υποψηφίων που δεν διαθέτουν ίδια εμπειρία, αφετέρου, απαιτεί εμπειρία πολύ μεγαλύτερης διάρκειας σε περίπτωση που αυτή αποτελεί αντικείμενο «δανεισμού» από υπάλληλο ή εξωτερικό συνεργάτη του αναδόχου, παρόλο που, κατά τις οικείες διατάξεις, ο δανείζων εμπειρία καλείται να εκπληρώσει τα κριτήρια επιλογής τα οποία απαιτούνται για τον ίδιο τον προσφέροντα και μόνον αυτά. Κατά συνέπεια, συντρέχει εν προκειμένω ουσιώδης νομική πλημμέλεια, απορριπτομένων ως αβάσιμων των περί του αντιθέτου προβαλλόμενων ισχυρισμών και δη τόσο αυτού περί αντιφατικής αιτιολογίας της προσβαλλόμενης όσο και περί  εσφαλμένης εκτίμησης της από 24.1.2021 «βεβαίωσης προϋπηρεσίας» της ως άνω αποκλεισθείσης εταιρείας. Εξάλλου, δια του υποθετικού συλλογισμού της προσβαλλόμενης ότι εάν ήθελε θεωρηθεί ότι ο επίμαχος όρος ήταν γενικός και ίσχυε ως προς όλους τους υποψήφιους θα συνιστούσε υπέρμετρο περιορισμό αφού θα επέτρεπε τη συμμετοχή μόνον όσων υποψηφίων διέθεταν αποδεδειγμένη 10ετή προϋπηρεσία στην εκτέλεση (άδηλου αριθμού) ανάλογων με τη δημοπρατούμενη συμβάσεων άνευ επίκλησης λόγων δημοσίου συμφέροντος, δεν προσετέθη νέα πλημμέλεια στην ελεγχόμενη διαδικασία, όπως αβασίμως ισχυρίζεται ο προσφεύγων, ενώ, περαιτέρω, ως αναπόδεικτος θα πρέπει να απορριφθεί ο ισχυρισμός ότι ο όρος αυτός δεν θέτει δυσανάλογα προσκόμματα στο διαγωνισμό διότι όλες οι εταιρείες που δραστηριοποιούνται στην οικεία αγορά διαθέτουν στο προσωπικό τους έναν επαγγελματία με σχετική εμπειρία.Απορρίπτει την προσφυγή αναθεώρησης και την υπέρ αυτής ασκηθείσα παρέμβαση.


ΕλΣυν.Τμ.Μείζονος-Επταμ.Σύνθ/4342/2014

ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΡΓΑ: Κατασκευή υπολειπόμενων έργων υποδομής, επιδομής, σηματοδότησης – τηλεδιοίκησης, τηλεπικοινωνιών και ηλεκτρομηχανολογικών εγκαταστάσεων σηράγγων​ Ζητείται η αναθεώρηση της 3000/2014 απόφασης του VI Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου με την οποία απορρίφθηκε ως απαράδεκτη η αίτηση της και νυν αιτούσας για ανάκληση της 245/2014 πράξης του Ε΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου.(...)Περαιτέρω, η κρίση του παρόντος Τμήματος δεν αντιβαίνει στην αρχή της ίσης δικονομικής μεταχείρισης των διαγωνιζομένων (άρθρο 4 του Σ.), καθόσον πριν ακόμα την έκδοση της πράξης του Κλιμακίου η ανάδοχος και η αιτούσα κοινοπραξία, η οποία κατετάγη εν προκειμένω δεύτερη κατά σειρά μειοδοσίας, δεν τελούν υπό όμοιες συνθήκες. Τούτο, διότι η μεν αιτούσα, μετά την κατά τα ανωτέρω απόρριψη των αιτήσεων ασφαλιστικών μέτρων από το ΣτΕ και την έκδοση της κατακυρωτικής του αποτελέσματος του διαγωνισμού απόφασης συνιστά τρίτο πρόσωπο που δεν σχετίζεται πλέον με την υπόθεση της ανάθεσης του εν λόγω έργου, η δε ανάδοχος εταιρεία απέκτησε, δια της οριστικής κατακυρώσεως των αποτελεσμάτων του διαγωνισμού, την ιδιότητα του συμβαλλόμενου μέρους, το οποίο και μόνο συνιστά (μαζί με την αντισυμβαλλόμενη αναθέτουσα αρχή), ενόψει του προεκτεθέντος σκοπού της διάταξης και της φύσης του διενεργούμενου προσυμβατικού ελέγχου, υποκείμενο των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων που απορρέουν από την ελεγχόμενη σύμβαση και έχει αποκλειστικά τη δυνατότητα άσκησης αίτησης ανάκλησης και στη συνέχεια αίτησης αναθεώρησης. Κατά συνέπεια, η νυν αιτούσα είχε ήδη αποξενωθεί από τη δυνατότητα ανάληψης της σύμβασης, η οποία μπορούσε να αναβιώσει μόνο μετά από κρίση του Ελεγκτικού Συνεδρίου ότι κωλύεται η σύναψη αυτής, λόγω πλημμελειών στην προσφορά του ανακηρυχθέντος μειοδότη. Τέλος, ενόψει του ότι σκοπός της επίμαχης διάταξης είναι η προστασία του δημοσίου συμφέροντος και η ταχεία περαίωση του ελέγχου, προκειμένου να επιτευχθεί η απρόσκοπτη λειτουργία της διοίκησης και η ανάπτυξη της συναλλακτικής της δράσης για την έγκαιρη ικανοποίηση των υφισταμένων δημοσίων αναγκών, μέσω της αποτροπής υποβολής παρελκυστικών αιτήσεων ανάκλησης και αναθεώρησης επί διαγωνισμού, το αποτέλεσμα του οποίου έχει κριθεί νόμιμο, ο θεσπιζόμενος με την ως άνω διάταξη περιορισμός στο δικαίωμα δικαστικής προστασίας δεν τελεί σε δυσαναλογία προς τον επιτελούμενο ως άνω σκοπό και, συνεπώς, δεν παραβιάζει τη συνταγματικώς κατοχυρωμένη αρχή της αναλογικότητας, παρά τα περί του αντιθέτου προβαλλόμενα με την υπό κρίση αίτηση. Κατά την ειδικότερη γνώμη της Συμβούλου Βασιλικής Ανδρεοπούλου η ένδικη αίτηση έχει μεν ασκηθεί παραδεκτώς, καθώς από την οικεία διάταξη ουδόλως αποκλείεται η άσκησή της, πλην όμως πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμη, καθώς το VI Τμήμα με την προσβαλλόμενη απόφαση ορθώς απέρριψε την ασκηθείσα ενώπιόν του αίτηση ανάκλησης ως απαράδεκτη. Η κρίση δε αυτή δεν παραβιάζει τα άρθρα 20 παρ. 1 και 4 του Συντάγματος ούτε το άρθρο 6 της Ε.Σ.Δ.Α. για τους ορθούς λόγους που ανωτέρω αναφέρονται.  Απορρίπτει την αίτηση της κοινοπραξίας «….» και των κατ’ ιδίαν μελών αυτής, για αναθεώρηση της 3000/2014 απόφασης του VI Τμήματος (Α΄ Διακοπών) του Ελεγκτικού Συνεδρίου.


ΕΣ/ΤΜ.7/55/2013

Εξόφληση του 4ου λογαριασμού της κύριας σύμβασης, καθώς και της 1ης συμπληρωματικής σύμβασης του έργου «Βελτίωση αθλητικών εγκαταστάσεων γηπέδου Δ.Δ. ......».(...)Ο  ν. 4129/2013 (ΦΕΚ Α΄, 52), ορίζει στο άρθρο 32 ότι: «1. …6. Αιτήσεις ανάκλησης των πράξεων ή πρακτικών των Κλιμακίων σε περίπτωση πλάνης περί τα πράγματα ή το νόμο υποβάλλονται στη γραμματεία του αρμόδιου Τμήματος από αυτόν που έχει έννομο συμφέρον μέσα σε προθεσμία τριάντα ημερών από την κοινοποίηση της πράξης ή του πρακτικού του Κλιμακίου στον οικείο φορέα. Τις αιτήσεις ανάκλησης εξετάζει το αρμόδιο Τμήμα του Ελεγκτικού Συνεδρίου, αποφαινόμενο σε συμβούλιο. Δεύτερη αίτηση ανάκλησης κατά της ίδιας πράξης δεν επιτρέπεται.».
Με τις διατάξεις αυτές  θεσπίζεται ειδική και  ταχεία διαδικασία ανακλήσεως των πράξεων που εκδίδονται  κατά τη διαδικασία της παραγράφου 1 του ίδιου άρθρου,  από τα αρμόδια Κλιμάκια του Ελεγκτικού Συνεδρίου στο πλαίσιο άσκησης του προληπτικού ελέγχου των δαπανών. Ειδικότερα, η προθεσμία για την υποβολή της αιτήσεως ανακλήσεως  ρυθμίζεται αποκλειστικώς από τις ως άνω ειδικές διατάξεις και, ως εκ τούτου, δεν είναι εφαρμοστέα επί της προθεσμίας αυτής η γενική διάταξη του άρθρου 11 του Κώδικα περί δικών του Δημοσίου (κωδ. δ/γμα από 26.6. – 10.7. 1944, ΦΕΚ Α΄ 139, όπως έχει αντικατασταθεί με το άρθρο 12 του ν. 3514/2006, ΦΕΚ Α΄ 266), περί αναστολής των προθεσμιών άσκησης ενδίκων μέσων και βοηθημάτων κατά τη διάρκεια των δικαστικών διακοπών, ήτοι από 1ης Ιουλίου έως 15ης Σεπτεμβρίου κάθε έτους, η οποία εφαρμόζεται, κατά το άρθρο 22 παρ. 4 του ν. 1868/1989  (φ. Α΄ 230), στις λοιπές υποθέσεις δικαιοδοτικής αρμοδιότητας του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Τούτο συνάγεται από τη γραμματική ερμηνεία της προεκτεθείσας διατάξεως της παρ. 6 του άρθρου 32 του ν. 4129/2013 και συνάδει με τον επιδιωκόμενο από το νομοθέτη σκοπό  (όπως συνάγεται και από την εισηγητική έκθεση του νόμου) της ταχείας  ολοκλήρωσης του προληπτικού ελέγχου, ούτως ώστε να μην παρεμποδίζεται η δημοσιονομική δραστηριότητα των διοικητικών οργάνων (Ολ. Πρακτ. της   4ης  Γεν. Συν. της  20.2.2013, πρβλ και 3433, 3432, 2762/2011 απόφ. Τμ. Μείζονος – Επταμελούς Σύνθεσης).   Επομένως, αίτηση ανακλήσεως που ασκείται, από οποιονδήποτε έχει σπουδαίο έννομο συμφέρον, μετά την πάροδο της αποκλειστικής, κατά τα παραπάνω, προθεσμίας των τριάντα ημερών από την κοινοποίηση της   πράξης του Κλιμακίου στον οικείο φορέα, είναι εκπρόθεσμη και για το λόγο αυτό, που ερευνάται αυτεπαγγέλτως από το Τμήμα, απορριπτέα  ως απαράδεκτη. 

ΕΣ/Τμ.6/1462/2017

Σχέδιο σύμβασης του έργου «Επείγουσες εργασίες στο Ε.Ο.Δ. Κρήτης (Περιφέρειας Κρήτης) – 10ο υποέργο “Βελτίωση – Συντήρηση Σήμανσης στο Ε.Ο.Δ. Κρήτης”», ...ζητείται η ανάκληση της 157/2017 Πράξης του Ε΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου.(...) Κατά τη γραμματική και τελεολογική ερμηνεία των ως άνω διατάξεων, η ρητώς προβλεπόμενη δεκαπενθήμερη προθεσμία προς υποβολή της αιτήσεως ανακλήσεως κατά Πράξεων των Κλιμακίων προσυμβατικού ελέγχου είναι αποκλειστική και αρχίζει για όλους όσους νομιμοποιούνται στην άσκηση αυτής, από την κοινοποίηση της σχετικής Πράξης στον οικείο φορέα, καθόσον τούτο συνάδει προς τον επιδιωκόμενο από το νομοθέτη σκοπό της ταχείας περαίωσης του ελέγχου και συνακόλουθα, της μη παρακωλύσεως της συναλλακτικής δράσης της Διοίκησης (βλ. Πρακτικά της 25ης Γενικής Συνεδρίασης της Ολομέλειας του Ελεγκτικού Συνεδρίου της 26ης Οκτωβρίου 2005, Θέμα Α΄), δύναται δε να παρεκταθεί μόνον για λόγους ανωτέρας βίας που συνέβησαν κατά το χρόνο λήξεως αυτής και διήρκεσαν έως την κατάθεση της αιτήσεως. Περαιτέρω, η διαδικασία ελέγχου της νομιμότητας των δημοσίων συμβάσεων ρυθμίζεται κατά τρόπο ειδικό και εξαιρετικό και σε ότι αφορά στην προθεσμία της αιτήσεως ανακλήσεως, με ρητή παραπομπή του άρθρου 36 του Κώδικα Νόμων για το Ελεγκτικό Συνέδριο στο άρθρο 35 παρ. 5 αυτού, όπου ρητά ορίζεται η άσκησή της εντός της αποκλειστικής προθεσμίας των δεκαπέντε ημερών από την κοινοποίησή της στον φορέα, προκειμένου να επιλύονται τάχιστα οι διαφορές που ανακύπτουν από τον έλεγχο και να διασφαλίζεται η ομαλή εξέλιξη της διαδικασίας σύναψης δημοσίων συμβάσεων. Συνεπεία δε αυτού, κατά την εφαρμογή των ως άνω διατάξεων, ουδεμία εξαίρεση χωρεί, με αποτέλεσμα να μην εφαρμόζονται επί της αιτήσεως ανακλήσεως οι γενικές διατάξεις του κανονιστικού διατάγματος της 26.6./10.7.1944 περί αναστολής των προθεσμιών, όπως ισχύουν κατά τη διάρκεια των δικαστικών διακοπών, δηλαδή από 1ης Ιουλίου έως την 15η Σεπτεμβρίου κάθε έτους, οι οποίες εφαρμόζονται, σύμφωνα με το άρθρο 22 παρ.4 του Ν. 1868/1989 (ΦΕΚ Α 230), στις λοιπές υποθέσεις αρμοδιότητας του Ελεγκτικού Συνεδρίου.(...) Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη μείζονα σκέψη της παρούσας, το Τμήμα κρίνει ότι η αποκλειστική προθεσμία των δεκαπέντε ημερών που χορηγείται για την άσκηση της αιτήσεως ανακλήσεως, δεν τηρήθηκε εν προκειμένω και η κρινόμενη αίτηση ανακλήσεως, η οποία ασκήθηκε μετά την πάροδο αυτής χωρίς να προβάλλονται λόγοι ανωτέρας βίας, πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη. 


ΕΣ/Τμ.7/58/2013

«Σχέδιο Χωρικής Οικιστικής Οργάνωσης Ανοικτής Πόλης (ΣΧΟΟΑΠ)/Γενικό Πολεοδομικό Σχέδιο (ΓΠΣ) Δήμου …»(...) θεσπίζεται ταχεία διαδικασία ανάκλησης των Πράξεων που εκδίδονται από τα αρμόδια Κλιμάκια του Ελεγκτικού Συνεδρίου, στα πλαίσια άσκησης του προληπτικού ελέγχου των δημοσίων δαπανών. Η δε προθεσμία για την υποβολή της αίτησης ανάκλησης ρυθμίζεται αποκλειστικώς από τις ως άνω διατάξεις, χωρίς επί της προθεσμίας αυτής να δύναται να τύχει εφαρμογής η - περιληφθείσα στο άρθρο 92 του ν. 4129/2013 - διάταξη του άρθρου 11 του Κώδικα Νόμων περί Δικών του Δημοσίου (δ/μα της 26.6/10.7.1944, Α΄ 139), όπως η τελευταία ισχύει μετά το άρθρο 12 του ν. 3514/2006 (Α΄ 266), περί αναστολής των προθεσμιών άσκησης των ενδίκων μέσων και βοηθημάτων κατά τη διάρκεια των δικαστικών διακοπών, ήτοι από 1ης Ιουλίου έως 15ης Σεπτεμβρίου κάθε έτους, που εφαρμόζεται στις υποθέσεις δικαιοδοτικής αρμοδιότητας του Ελεγκτικού Συνεδρίου (βλ. το άρθρο 22 παρ. 4 του ν. 1868/1989, Α΄ 230) και για την οποία, λόγω του διαφορετικού αντικειμένου της, δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις της αναλογικής επέκτασής της εν προκειμένω. Το αντίθετο, άλλωστε, θα αναιρούσε το νομοθετικό σκοπό της θεσμοθέτησης, το πρώτον με το ν. 4055/2012, της άπαξ και εντός σύντομης, αρχομένης από το ίδιο χρονικό σημείο για όλα τα μέρη, προθεσμίας άσκησης της αίτησης ανάκλησης, που προδήλως συνίσταται στην αποτροπή διαιώνισης των σχετικών με τη νομιμότητα των εντελλόμενων δαπανών αμφισβητήσεων, ούτως ώστε να μην παρεμποδίζεται η δημοσιονομική δραστηριότητα των διοικητικών οργάνων. Αίτηση ανάκλησης, επομένως, ασκηθείσα, από οποιονδήποτε νομιμοποιείται στην υποβολή της, μετά από την πάροδο της αποκλειστικής, κατά τα ανωτέρω, προθεσμίας των τριάντα ημερών από την κοινοποίηση της Πράξης του Κλιμακίου στον οικείο φορέα, είναι εκπρόθεσμη και, για το λόγο αυτό, που ερευνάται αυτεπαγγέλτως από το Τμήμα, απορριπτέα ως απαράδεκτη (βλ. την 54/2013 Πράξη VII Τμ. Ελ. Συν.)(…)IΙΙ. Στην προκειμένη περίπτωση, η προσβαλλόμενη 106/2013 Πράξη του Κλιμακίου Προληπτικού Ελέγχου στο Τμήμα τούτο κοινοποιήθηκε στο Δήμο ......, από τον οποίον είχε εκδοθεί το 177Π, οικονομικού έτους 2012, χρηματικό ένταλμα, που κρίθηκε μη θεωρητέο από το Κλιμάκιο, στις 2.7.2013 (βλ. το σχετικό αποδεικτικό επίδοσης), η δε κρινόμενη κοινή αίτηση του Δήμου και της φερόμενης ως δικαιούχου του εντάλματος εταιρείας «......» για την ανάκλησή της πρωτοκολλήθηκε στο Ελεγκτικό Συνέδριο στις 15.10.2013 (αρ. πρωτ. 66633), μετά, δηλαδή, από την πάροδο της προθεσμίας του άρθρου 32 παρ. 6 του ν. 4129/2013, η οποία, για αμφότερους τους αιτούντες, άρχισε την επομένη της ως άνω κοινοποίησης (3.7.2013) και συμπληρώθηκε τριάντα μέρες μετά, ήτοι την 1.8.2013, ημέρα Πέμπτη. Κατά συνέπεια, σύμφωνα με όσα προηγουμένως έγιναν δεκτά, η αίτηση αυτή πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη.(…)υπέδαφος κατά τρόπο διαρκή και σταθερό, ώστε να μπορεί να θεωρηθεί ότι αποτελεί συστατικό του κατά την έννοια του άρθρου 953 Α.Κ.. Αντιθέτως, πρόκειται για εκτέλεση εργασιών και όχι για δημόσιο τεχνικό έργο, όταν το αποτέλεσμα των εργασιών δεν καθίσταται συστατικό του εδάφους, καθώς και όταν για την επίτευξη του αποτελέσματος δεν απαιτείται η χρήση ειδικών τεχνικών γνώσεων και μεθόδων και η χρησιμοποίηση εξειδικευμένου επιστημονικού ή τεχνικού προσωπικού και ανάλογων τεχνικών μέσων ή εγκαταστάσεων. Στην ανάθεση και κατασκευή των δημοσίων έργων εφαρμόζονται οι διατάξεις του ν. 3669/2008, με τον οποίο κωδικοποιήθηκαν οι διατάξεις της νομοθεσίας περί δημοσίων έργων, που προβλέπουν την επιβάρυνση της δαπάνης των εργασιών με γενικά έξοδα και εργολαβικό όφελος, υπολογιζόμενα, ανάλογα με την πηγή χρηματοδότησης, σε ποσοστό 18% ή 28% επί της αξίας των εκτελεσθεισών εργασιών κατασκευής του έργου (πρξ. VII Τμ. Ελ.Συν. 40/2011, 38, 70, 368/2010, 331, 374/2009 κ.ά)(…) Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην προηγούμενη σκέψη, το Κλιμάκιο κρίνει ότι το αντικείμενο της επίμαχης σύμβασης, όπως παρατέθηκε ανωτέρω, αφορά σε εκτέλεση έργου, καθόσον οι εκτελούμενες εργασίες αποπεράτωσης του κτιρίου και διαμόρφωσης του περιβάλλοντος χώρου του παιδικού και βρεφονηπιακού σταθμού συνιστούν κατασκευή, κατά την έννοια του άρθρου 1 παρ.3 του ν.3669/2008, το αποτέλεσμα της οποίας συνδέεται με το έδαφος κατά τρόπο διαρκή και σταθερό, ώστε να μπορεί να θεωρηθεί ότι αποτελεί συστατικό του. Επιπλέον, για την εκτέλεση των παραπάνω εργασιών απαιτούνται ειδικές τεχνικές γνώσεις και μέθοδοι και εξειδικευμένο τεχνικό προσωπικό, προκειμένου να εξασφαλισθεί η πλήρης και ασφαλής λειτουργία όλων των εγκαταστάσεων του παιδικού σταθμού και κυρίως η ασφαλής λειτουργία των ηλεκτρικών εγκαταστάσεων καθώς και των εγκαταστάσεων ύδρευσης, αποχέτευσης και θέρμανσης.(..)


ΕΣ/ΤΜ.ΜΕΙΖ/ΕΠΤΑΜ/1316/2018

Προμήθεια ειδών αρτοτροφοδοσίας :ζητείται η αναθεώρηση της 848/2018 απόφασης του VI Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου Στην προκειμένη υπόθεση με την προσβαλλόμενη απόφαση απορρίφθηκε, ως απαράδεκτη, η αίτηση ανάκλησης της αιτούσας εταιρείας κατά της 1/2018 Πράξης της Επιτρόπου στην Υπηρεσία Επιτρόπου του Ελεγκτικού Συνεδρίου στο Υπουργείο Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, με την αιτιολογία ότι η αιτούσα εταιρεία, που παραστάθηκε στο ακροατήριο κατά τη συζήτηση επί της αίτησης ανάκλησης διά του πληρεξουσίου δικηγόρου της, δεν κατέβαλε το απαιτούμενο από τις διατάξεις του άρθρου 73 του Κώδικα Νόμων για το Ελεγκτικό Συνέδριο, όπως ισχύουν, για την άσκησή της παράβολο, παρά το γεγονός μάλιστα ότι ο παρασταθείς δικηγόρος ζήτησε από το δικαστήριο προθεσμία για τη συμπλήρωση των στοιχείων του φακέλου, την οποία και έλαβε. Με την υπό κρίση αίτηση προβάλλεται από την αιτούσα ότι δεν επισημάνθηκε από το δικάσαν Τμήμα η παράλειψη καταβολής του οικείου παραβόλου στον πληρεξούσιο δικηγόρο της, ο οποίος δεν ζήτησε προθεσμία καταβολής του παραβόλου, ευρισκόμενος σε συγγνωστή πλάνη ότι υφίσταται  υποχρέωση του δικαστηρίου να τον ειδοποιήσει για ελλείψεις του φακέλου, ότι η μη καταβολή του παραβόλου οφείλεται σε αμέλεια, η δε καταβολή του έχει καθαρά εισπρακτικό σκοπό και δεν αποτελεί προαπαιτούμενο για να κριθεί μια υπόθεση στην ουσία, σε κάθε δε περίπτωση έχει καταβληθεί το παράβολο με κωδικό 217147739958-0806-0078. Οι λόγοι αυτοί είναι απορριπτέοι ως αβάσιμοι, διότι, όπως προεκτέθηκε, το δικαστήριο δεν υποχρεούται να επισημάνει στον διάδικο την παράλειψη καταβολής παραβόλου ή να του χορηγήσει αυτεπαγγέλτως προθεσμία καταβολής του, οφείλει δε αυτός να γνωρίζει τις δικονομικές του υποχρεώσεις ενώπιον του δικαστηρίου, στο οποίο προσφεύγει. Ο σκοπός δε των ανωτέρω ρυθμίσεων δεν είναι εισπρακτικός, αλλά έγκειται, όπως προαναφέρθηκε, στην αποτροπή άσκησης προπετών ενδίκων βοηθημάτων και μέσων και, συνακόλουθα, στην εύρυθμη λειτουργία των δικαστηρίων και την αποτελεσματική απονομή της δικαιοσύνης. Περαιτέρω, δεν δύναται να αναπληρωθεί η μη καταβολή παραβόλου για την άσκηση αίτησης ανάκλησης, από την καταβολή του απαιτούμενου παραβόλου, για την άσκηση αίτησης αναθεώρησης, ήτοι εν προκειμένω από το επικαλούμενο 217147739958-0806-0078 ηλεκτρονικό παράβολο της Γενικής Γραμματείας Ηλεκτρονικών Συστημάτων, που καταβλήθηκε για την άσκηση της κρινόμενης αίτησης αναθεώρησης, καθώς στις προαναφερθείσες διατάξεις του άρθρου 73 προβλέπεται αυτοτελής υποχρέωση καταβολής παραβόλου αφενός για την άσκηση αίτησης ανάκλησης και αφετέρου για την άσκηση αίτησης αναθεώρησης. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, η υπό κρίση αίτηση αναθεώρησης πρέπει να απορριφθεί και να διαταχθεί η κατάπτωση του κατατεθέντος από την αιτούσα παραβόλου υπέρ του Δημοσίου (άρθρο 73 παρ. 4 του Κώδικα Νόμων για το Ελεγκτικό Συνέδριο). Απορρίπτει την αίτηση αναθεώρησης της εταιρείας «........» κατά της 848/2018 απόφασης του VI Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου