ΕΣ/ΤΜ.5/3828/2013
Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου
ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΜΟΙ (...) καταλογισθεί με το ποσό των 4.071,77 ευρώ, το οποίο φερόταν ότι είχε εισπράξει αχρεωστήτως ως αναδρομικές αποδοχές ενέργειας για το χρονικό διάστημα από 29.6.1999 έως 7.7.2000. Περαιτέρω, με την παραδεκτώς σωρευόμενη στο δικόγραφο της έφεσης αγωγή, η εκκαλούσα-ενάγουσα ζητεί, με βάση τις διατάξεις περί αδικαιολόγητου πλουτισμού, να υποχρεωθεί το εναγόμενο Ελληνικό Δημόσιο να επιστρέψει σε αυτή, νομιμοτόκως, το ποσό των 4.071,77 ευρώ, το οποίο αντιστοιχεί στο ποσό του ως άνω καταλογισμού που φέρεται ότι κατέβαλε χωρίς νόμιμη αιτία.(...)Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη σκέψη ΙΙΙ της παρούσας, η ως άνω προσβαλλόμενη απόφαση δεν συνιστά εκτελεστή καταλογιστική πράξη που προσβάλλεται παραδεκτώς με έφεση, αλλά απάντηση της δημοσιολογιστικής Διοίκησης επί αίτησης θεραπείας της εκκαλούσας-ενάγουσας, η οποία, μάλιστα, στερείται εκτελεστότητας, αφού δεν εκδόθηκε κατόπιν νέας έρευνας του πραγματικού της υπόθεσης. Εξάλλου, η Διοίκηση, σε κάθε περίπτωση, δεν είχε υποχρέωση, όπως αβάσιμα ισχυρίζεται η εκκαλούσα-ενάγουσα, να επανεξετάσει την υπόθεση και να ανακαλέσει την προαναφερόμενη καταλογιστική απόφαση, λόγω της έκδοσης της προαναφερόμενης 1985/2006 απόφασης του Τμήματος τούτου που αφορά ομοίου περιεχομένου ατομική διοικητική (καταλογιστική) πράξη. Τούτο δε, καθόσον, ενόψει του ότι, κατά γενική αρχή του διοικητικού δικαίου, η οποία έχει εφαρμογή εφόσον ο νόμος δεν ορίζει το αντίθετο, η Διοίκηση δεν έχει, κατ’ αρχήν, υποχρέωση να ανακαλεί τις παράνομες πράξεις της, για τις οποίες έχει παρέλθει η κατά νόμο προθεσμία προσβολής τους ή έχουν προσβληθεί ανεπιτυχώς, προκειμένου να στοιχειοθετηθεί, κατ’ εξαίρεση, η υποχρέωση αυτή, θα έπρεπε η τελευταία αυτή πράξη να έχει ακυρωθεί για το λόγο ότι στηρίχθηκε σε διάταξη αντίθετη προς υπέρτερης τυπικής ισχύος κανόνα δικαίου ή σε κανονιστική διοικητική πράξη χωρίς νόμιμο εξουσιοδοτικό έρεισμα, προϋπόθεση που δεν συντρέχει στην προκειμένη περίπτωση.(...) Ενόψει των ανωτέρω, το Δικαστήριο κρίνει αναγκαίο, για την ασφαλή διάγνωση της υπόθεσης, να αναβάλει την έκδοση οριστικής απόφασης επί της υπό κρίση αγωγής, προκειμένου να προσκομισθούν, με επιμέλεια μεν της Διεύθυνσης Οικονομικών του Αρχηγείου Ελληνικής Αστυνομίας: 1) η ακυρωτική απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών σχετικά με την αποκατάσταση της εκκαλούσας-ενάγουσας στην υπηρεσία, 2) η διοικητική πράξη, με την οποία αποκαταστάθηκε η ανωτέρω στην υπηρεσία και 3) η διοικητική πράξη, με την οποία της χορηγήθηκαν αναδρομικά οι αποδοχές που καταλογίσθηκαν εις βάρος της, με επιμέλεια δε της εκκαλούσας-ενάγουσας, τα στοιχεία από τα οποία προκύπτει ότι αυτή επέστρεψε τις εν λόγω αποδοχές στην Υπηρεσία της. Για τους λόγους αυτούς Απορρίπτει την έφεση. Αναβάλλει την έκδοση οριστικής απόφασης επί της από 6 Ιουνίου 2007 αγωγής της … του …. Διατάσσει τη συμπλήρωση των αποδείξεων κατά τα διαλαμβανόμενα στο σκεπτικό της απόφασης.
ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΡΕΧΟΝΤΟΣ ΕΓΓΡΑΦΟΥ : 1Η ΑΝΑΡΤΗΣΗ
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΕΣ/ΤΜ.5/3829/2013
ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΜΟΙ (...) είχε καταλογισθεί με το ποσό των 4.257,45 ευρώ, το οποίο φερόταν ότι είχε εισπράξει αχρεωστήτως ως αναδρομικές αποδοχές ενέργειας για το χρονικό διάστημα από 29.6.1999 έως 7.7.2000. Περαιτέρω, με την παραδεκτώς σωρευόμενη στο δικόγραφο της έφεσης αγωγή, η εκκαλούσα-ενάγουσα ζητεί, με βάση τις διατάξεις περί αδικαιολόγητου πλουτισμού, να υποχρεωθεί το εναγόμενο Ελληνικό Δημόσιο να επιστρέψει σε αυτή, νομιμοτόκως, το ποσό των 4.257,45 ευρώ, το οποίο αντιστοιχεί στο ποσό του ως άνω καταλογισμού που φέρεται ότι κατέβαλε χωρίς νόμιμη αιτία.(...)Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη σκέψη ΙΙΙ της παρούσας, η ως άνω προσβαλλόμενη απόφαση δεν συνιστά εκτελεστή καταλογιστική πράξη που προσβάλλεται παραδεκτώς με έφεση, αλλά απάντηση της δημοσιολογιστικής Διοίκησης επί αίτησης θεραπείας της εκκαλούσας-ενάγουσας, η οποία, μάλιστα, στερείται εκτελεστότητας, αφού δεν εκδόθηκε κατόπιν νέας έρευνας του πραγματικού της υπόθεσης. Εξάλλου, η Διοίκηση, σε κάθε περίπτωση, δεν είχε υποχρέωση, όπως αβάσιμα ισχυρίζεται η εκκαλούσα-ενάγουσα, να επανεξετάσει την υπόθεση και να ανακαλέσει την προαναφερόμενη καταλογιστική απόφαση, λόγω της έκδοσης της προαναφερόμενης 1985/2006 απόφασης του Τμήματος τούτου που αφορά ομοίου περιεχομένου ατομική διοικητική (καταλογιστική) πράξη. Τούτο δε, καθόσον, ενόψει του ότι, κατά γενική αρχή του διοικητικού δικαίου, η οποία έχει εφαρμογή εφόσον ο νόμος δεν ορίζει το αντίθετο, η Διοίκηση δεν έχει, κατ’ αρχήν, υποχρέωση να ανακαλεί τις παράνομες πράξεις της, για τις οποίες έχει παρέλθει η κατά νόμο προθεσμία προσβολής τους ή έχουν προσβληθεί ανεπιτυχώς, προκειμένου να στοιχειοθετηθεί, κατ’ εξαίρεση, η υποχρέωση αυτή, θα έπρεπε η τελευταία αυτή πράξη να έχει ακυρωθεί για το λόγο ότι στηρίχθηκε σε διάταξη αντίθετη προς υπέρτερης τυπικής ισχύος κανόνα δικαίου ή σε κανονιστική διοικητική πράξη χωρίς νόμιμο εξουσιοδοτικό έρεισμα, προϋπόθεση που δεν συντρέχει στην προκειμένη περίπτωση. Κατά συνέπεια, η ένδικη έφεση, αφού στρέφεται κατά πράξης που δεν προσβάλλεται παραδεκτώς με έφεση, πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη.(...)Πλην όμως, μεταξύ των στοιχείων του φακέλου της υπόθεσης δεν περιλαμβάνονται τα ακόλουθα: α) η ακυρωτική απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών σχετικά με την αποκατάσταση της εκκαλούσας-ενάγουσας στην υπηρεσία, β) οι διοικητικές πράξεις, με τις οποίες, σε συμμόρφωση προς την εν λόγω δικαστική απόφαση, η ανωτέρω αποκαταστάθηκε στην υπηρεσία τόσο βαθμολογικά, όσο και μισθολογικά και γ) τα στοιχεία από τα οποία προκύπτει ότι η εκκαλούσα-ενάγουσα επέστρεψε στην Υπηρεσία της τις καταλογισθείσες εις βάρος της, ως αχρεωστήτως ληφθείσες, αποδοχές. Για τους λόγους αυτούς Απορρίπτει την έφεση. Αναβάλλει την έκδοση οριστικής απόφασης επί της από 6 Ιουνίου 2007 αγωγής της … του …. Διατάσσει τη συμπλήρωση των αποδείξεων κατά τα διαλαμβανόμενα στο σκεπτικό της απόφασης.
ΕΣ/ΤΜΗΜΑ ΔΕΥΤΕΡΟ/487/2025
Η απόφαση αφορά αγωγή πρώην υγειονομικού υπαλλήλου του ΕΟΠΥΥ, η οποία ζητούσε την επιστροφή αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών βάσει των διατάξεων περί αδικαιολόγητου πλουτισμού. Η ενάγουσα, ευρισκόμενη σε άδεια άνευ αποδοχών, έλαβε και αργότερα επέστρεψε στον ΕΟΠΥΥ συνολικό ποσό 29.309,80 ευρώ ως αχρεωστήτως καταβληθείσες αποδοχές. Η ενάγουσα υποστήριξε ότι μέρος αυτού του ποσού, συγκεκριμένα 3.346,11 ευρώ, είχε καταβληθεί χωρίς να οφείλεται. Το Δικαστήριο, αφού εξέτασε τη δικογραφία και τους υπολογισμούς, έκρινε ότι ο ΕΟΠΥΥ είχε νόμιμη απαίτηση μόνο για 27.965,52 ευρώ. Αποφασίστηκε εν μέρει η αποδοχή της αγωγής και η υποχρέωση του ΕΟΠΥΥ να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των 1.344,28 ευρώ, νομιμοτόκως από 19.11.2018, απαλλάσσοντας παράλληλα τον Οργανισμό από τα δικαστικά έξοδα της ενάγουσας.
ΕΣ/ΤΜΗΜΑ ΔΕΥΤΕΡΟ/590/2025
Η απόφαση 0590/2025 του Δευτέρου Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου αφορά την κατάργηση δίκης που ξεκίνησε με αγωγή της ενάγουσας κατά του Ελληνικού Δημοσίου και του Γενικού Νοσοκομείου Αθηνών “Κοργιαλένειο - Μπενάκειο” Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού. Κατά τη δημόσια συνεδρίαση της 8ης Απριλίου 2025, ο πληρεξούσιος δικηγόρος της ενάγουσας δήλωσε προφορικά την παραίτηση από το δικόγραφο της αγωγής, έχοντας ρητή και ειδική πληρεξουσιότητα από την ενάγουσα. Η αγωγή ζητούσε την καταβολή 50.000,00 ευρώ, το οποίο καταλογίστηκε σε βάρος της, καθώς και 25.000,00 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση για ηθική βλάβη. Βάσει των διατάξεων του ν. 4700/2020 περί παραίτησης από ένδικο βοήθημα, το Δικαστήριο κήρυξε τη δίκη καταργημένη και απάλλαξε την ενάγουσα από τα δικαστικά έξοδα των εναγομένων.
ΕφΑθ. 644/2017
Παροχή εξαρτημένης εργασίας..:Με βάση τις ανωτέρω συμβάσεις η ενάγουσα, καθ όλο το χρονικό διάστημα από 1.10.2005 έως 30.9.2010, εργαζόταν στο Κέντρο Επαγγελματικής Κατάρτισης του εναγόμενου με την ιδιότητα του ειδικού εφαρμογών πληροφορικής, απασχολούμενη συγκεκριμένα με τον σχεδιασμό και την συντήρηση ιστοσελίδων για το πρόγραμμα διδασκαλίας εξ αποστάσεως. .. Η ενάγουσα, δηλαδή, έθετε την εργασία της στη διάθεση του εναγόμενου και δεν είχε αναλάβει την επίτευξη οποιουδήποτε συγκεκριμένου αποτελέσματος. Εξάλλου, το εναγόμενο κατέβαλλε την αμοιβή της ενάγουσας κάθε μήνα, και συγκεκριμένα κατέβαλλε σ αυτή το ποσό που προέκυπτε από το μερισμό της συνολικής αμοιβής με τον αριθμό των μηνών της κάθε σύμβασης, ενώ της κατέβαλλε επίσης επιδόματα εορτών και αδείας και της χορηγούσε έγγραφες βεβαιώσεις των μηνιαίων αποδοχών της ήταν δε ασφαλισμένη στο Ι.Κ.Α., με εργοδότη της το εναγόμενο. Σύμφωνα με τα παραπάνω, η ενάγουσα παρείχε στο εναγόμενο εξαρτημένη εργασία καλύπτοντας πάγιες και διαρκείς ανάγκες αυτού, οι δε πιο πάνω καταρτισθείσες μεταξύ των διαδίκων συμβάσεις έργου ήταν ψευδεπίγραφες και προσχηματικές. ..η ενάγουσα συνδεόταν με το εναγόμενο, κατά το παραπάνω χρονικό διάστημα της εργασίας της σ αυτό, με απλή σχέση εργασίας, την οποία το εναγόμενο είχε δικαίωμα να καταγγείλει οποτεδήποτε, όχι όμως πριν περάσει έτος από τον τοκετό της εργαζόμενης. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι η ενάγουσα στις 19.6.2010 απέκτησε τέκνο, γεγονός το οποίο γνώριζε το εναγόμενο, καθόσον είχε χορηγήσει σ αυτή τη σχετική άδεια και επομένως δεν είχε δικαίωμα να καταγγείλει την εργασιακή σχέση της ενάγουσας πριν την συμπλήρωση έτους από τον τοκετό, ήτοι πριν από την 19.6.2011. .. Κατ ακολουθία των ανωτέρω, πρέπει να απορριφθεί ως κατ ουσίαν αβάσιμη η αγωγή ως προς την ανωτέρω πρώτη επικουρική της βάση και να γίνει εν μέρει δεκτή ως προς την δεύτερη επικουρική αυτής βάση και να υποχρεωθεί το εναγόμενο να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των 5.838,08 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από τότε που το κάθε επί μέρους ποσό έπρεπε να καταβληθεί, ήτοι από το τέλος εκάστου μηνός που αυτό αφορά.
ΕΣ/ΤΜ.7/1847/2019
Έλλειμμα διαχείρισης Δήμου..Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, η ένδικη έφεση πρέπει να γίνει δεκτή, να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη καταλογιστική πράξη κατά το μέρος που με αυτή η εκκαλούσα καταλογίστηκε με το συνολικό ποσό των 171.627,02 ευρώ, να επιστραφεί σε αυτή το καταβληθέν παράβολο, κατ’ εκτίμηση δε των περιστάσεων να απαλλαγεί το Ελληνικό Δημόσιο και ο Δήμος ... από τα δικαστικά έξοδα της εκκαλούσας (άρθρο 275 παρ. 1 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας).Ακυρώνει την 28/2015 πράξη του Β΄ Κλιμακίου
ΜΟΝ.ΕΦ.ΠΕΙΡ/78/2019
Δεδουλευμένες αποδοχές σε σύμβασης εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου...Επομένως, για το ανωτέρω χρονικό διάστημα κατά το οποίο η ενάγουσα απασχολήθηκε στον εναγόμενο Δήμο οφείλεται σε αυτήν, για τις ως άνω αιτίες, το συνολικό ποσό των 3.768,94 ευρώ που πρέπει να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να της καταβάλει με το νόμιμο τόκο από την επομένη επίδοσης της αγωγής ως την πλήρη εξόφληση. Συνεπώς, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, που αποφάνθηκε ομοίως και δέχτηκε κατά ένα μέρος την αγωγή της ενάγουσας, υποχρεώνοντας τον εναγόμενο να καταβάλει στην ενάγουσα το προαναφερόμενο ποσό, νομιμοτόκως από την επομένη επίδοσης της αγωγής, δεν έσφαλε και ορθά εφάρμοσε το νόμο και σωστά εκτίμησε τις προσκομισθείσες αποδείξεις, όσα δε αντίθετα υποστηρίζονται από τον εναγόμενο-εκκαλούντα, με τον σχετικό πρώτο λόγο της εφέσεώς του πρέπει να απορριφθούν ως ουσιαστικά αβάσιμα.Κατά συνέπεια, καθόσον δεν υπάρχουν άλλοι λόγοι της έφεσης προς έρευνα, αυτή πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμη. Τέλος, πρέπει να καταδικαστεί ο εκκαλών, λόγω της ήττας του, στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων της εφεσίβλητης, για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, κατά παραδοχή σχετικού νόμιμου αιτήματος της τελευταίας (άρθρα 176, 183, 189 § 1, 191 § 2 ΚΠολΔ), μειωμένα όμως, κατ` εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 281 παρ. 2 ν. 3463/2006 (βλ.ΑΠ 1679/2011, ΕΑ 5290/2015, ΕφΠειρ 714/2014, δημοσιευμένες στη Νόμος), όπως ορίζεται ειδικότερα στο διατακτικό.
ΕΣ/ΠΡΩΤΟ ΤΜΗΜΑ/52/2024
Με την ένδικη έφεση, όπως οι λόγοι αυτής αναπτύσσονται με τα από 10.2.2020 και 4.10.2021 νομίμως κατατεθέντα υπομνήματα, ζητείται παραδεκτώς η ακύρωση της 96/2018 πράξης του Α΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου, καθ’ ό μέρος με αυτήν απορρίφθηκε η ασκηθείσα στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους (Γ.Λ.Κ.) ... ένσταση της εκκαλούσας και επικυρώθηκε η 91451/2016/26.8.2016 καταλογιστική πράξη του Γενικού Διευθυντή της Χορήγησης Συντάξεων Δημοσίου Τομέα του Γ.Λ.Κ.
ΕΣ.ΤΜ.2/1065/2015
Καταβολή συντάξιμων αποδοχών:..Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα ήδη έγιναν δεκτά στη σκέψη ΙΙ, εφόσον στις συντάξιμες αποδοχές που λαμβάνονται υπόψη κατά το άρθρο 9 του Συνταξιοδοτικού Κώδικα για τον κανονισμό της σύνταξης, δεν συνυπολογίζονται - εκτός από το βασικό μισθό και το επίδομα χρόνου υπηρεσίας - άλλα επιδόματα ή παροχές που τυχόν καταβάλλονται κατά το χρόνο της ενεργού υπηρεσίας, όπως είναι και τα επιδόματα διδακτικής προετοιμασίας και εξωδιδακτικής απασχόλησης και πάγιας αποζημίωσης για τη δημιουργία και ενημέρωση βιβλιοθήκης και συμμετοχή σε συνέδρια, που προβλέπονται μόνο για τα εν ενεργεία μέλη Ε.Ε.ΔΙ.Π. των Α.Ε.Ι. και τα οποία δεν αποτελούν συντάξιμες παροχές, ορθά με την προσβαλλόμενη πράξη δεν συνυπολογίστηκαν στις συντάξιμες αποδοχές της εκκαλούσας τα ως άνω επιδόματα διδακτικής προετοιμασίας και εξωδιδακτικής απασχόλησης και πάγιας αποζημίωσης για τη δημιουργία και ενημέρωση βιβλιοθήκης και συμμετοχή σε συνέδρια. Αβασίμως δε υποστηρίζει η εκκαλούσα ότι παραβιάζεται η συνταγματική αρχή της ισότητας μεταξύ των μελών Δ.Ε.Π. και των μελών Ε.Ε.ΔΙ.Π. με το συνυπολογισμό των ως άνω επιδομάτων στις συντάξιμες αποδοχές μόνο των πρώτων, καθόσον σύμφωνα με όσα εκτενώς προαναφέρθηκαν, πρόκειται για ανόμοιες κατηγορίες δημοσίων λειτουργών και υπαλλήλων, που τελούν πλέον υπό διαφορετικό μισθολογικό και συνταξιοδοτικό καθεστώς. Πάντως, ειδικά όσον αφορά το επίδομα πάγιας αποζημίωσης για τη δημιουργία και ενημέρωση βιβλιοθήκης και συμμετοχή σε συνέδρια, τούτο δεν θα μπορούσε σε καμία περίπτωση, ήτοι ούτε κατ’ επίκληση της αρχής της ισότητας, να συνυπολογιστεί, με την προσβαλλόμενη πράξη κανονισμού σύνταξης, στις συντάξιμες αποδοχές της εκκαλούσας, αφού, σύμφωνα με το άρθρο 4 παρ. 3 του ν. 3620/2007 (ΦΕΚ Α΄ 276/11.5.2011), το αντίστοιχο επίδομα που λαμβάνουν τα μέλη Δ.Ε.Π. των Α.Ε.Ι. κατέστη συντάξιμη παροχή για αυτά μόλις από 1.1.2008, δηλαδή σε χρόνο μεταγενέστερο της έκδοσης της προσβαλλόμενης πράξης και της έναρξης πληρωμής της σύνταξης της εκκαλούσας. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμη η έφεση κατά το μέρος αυτό και να διαταχθεί η κατάπτωση υπέρ του Δημοσίου του παραβόλου που κατέθεσε η εκκαλούσα για την άσκησή της (άρθρο 73 παρ. 4 εδ. β΄ του ν. 4129/2013, ΦΕΚ Α΄ 52). Τέλος, σύμφωνα με όσα ήδη έγιναν δεκτά στη σκέψη ΙΙΙ, η υπό κρίση έφεση κατά το μέρος αυτής, με το οποίο ζητείται ο συνυπολογισμός στις συντάξιμες αποδοχές της εκκαλούσας της ως άνω προσαύξησης του επιδόματος εξομάλυνσης, αποτελεί ένσταση κατά παράλειψης του Υπουργού Oικονομικών κατά την άσκηση της αρμοδιότητάς του για την εκτέλεση της συνταξιοδοτικής πράξης της εκκαλούσας, για την εξέταση της οποίας αρμόδιο είναι το Α΄ Κλιμάκιο του Ελεγκτικού Συνεδρίου, στο οποίο πρέπει αυτή να παραπεμφθεί.
ΕλΣυν.Τμ.1/457/2016
Με τα δεδομένα αυτά, εφόσον η 2401/2007 απόφαση της Ε.Ε.Π.Κ.Σ. ακυρώθηκε με την 4383/2015 απόφαση του ΙΙΙ Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου, η 129241/2007/14.4.2009 καταλογιστική πράξη του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών απώλεσε το νόμιμο έρεισμά της, αυτεπαγγέλτως εξεταζόμενης από το Δικαστήριο της πλημμέλειας αυτής. Κατ ακολουθία αυτών πρέπει η κρινόμενη έφεση να γίνει δεκτή, να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη πράξη του Α΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου, καθώς η ενσωματωθείσα σε αυτήν 129241/2007/14.4.2009 καταλογιστική πράξη του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών..
ΔΕφΑθ/1235/2025
Με την κρινόμενη αγωγή, η ενάγουσα εταιρεία, επικαλούμενη τη ... διοικητική σύμβαση με αντικείμενο την παροχή της υπηρεσίας συμβούλου για την αναδιοργάνωση των δομών και την εκπόνηση σχεδίου στελέχωσης του εναγόμενου Δήμου, με απευθείας ανάθεση, ζητά παραδεκτώς να αναγνωρισθεί η υποχρέωση του τελευταίου να της καταβάλει το συνολικό ποσό των 14.880,00 ευρώ, ως συμβατικό τίμημα, λόγω μη καταβολής της συμφωνηθείσας αμοιβής, παρά την εκπλήρωση εκ μέρους της των συμβατικών της υποχρεώσεων, κατόπιν παράδοση και παραλαβής των συμφωνηθεισών υπηρεσιών, άλλως, κατά τις διατάξεις περί αδικαιολόγητου πλουτισμού (άρθρα 904 επ. ΑΚ), νομιμοτόκως, από την επόμενη ημέρα μετά την πάροδο τριάντα (30) ημερών από την ημερομηνία παραλαβής των υπηρεσιών που έλαβε χώρα στις 30-11-2018, άλλως από την επίδοση της αγωγής της στον εναγόμενο Δήμο και μέχρι την πλήρη εξόφληση του ως άνω ποσού.(...)Περαιτέρω, ενόψει του ότι όπως εκτέθηκε στην προηγούμενη σκέψη, για την παραλαβή των συμφωνηθεισών υπηρεσιών που αποτέλεσαν αντικείμενο της προεκτεθείσας σύμβασης, συντάχθηκε το από 30.11.2018 πρωτόκολλο οριστικής παραλαβής της αρμόδιας προς τούτο Επιτροπής Παραλαβής του εναγόμενου Δήμου, που εγκρίθηκε με τη με αριθ. …/…2018 απόφαση της ... Συνεδρίασης του Δημοτικού Συμβουλίου του εναγομένου Δήμου, από τα οποία προκύπτει η οριστική παραλαβή των εν λόγω παρασχεθεισών από την ενάγουσα εταιρεία υπηρεσιών που είχαν εκτελεστεί προσηκόντως σύμφωνα με τους συμβατικούς όρους έναντι του ποσού ύψους 14.880,00 ευρώ, βάσει και του εκδοθέντος από την ίδια τιμολογίου παροχής υπηρεσιών, το Δικαστήριο κρίνει ότι η ενάγουσα εταιρεία έχει εκπληρώσει προσηκόντως τις συμβατικές της υποχρεώσεις έναντι του εναγόμενου Δήμου και, επομένως, ο τελευταίος, λαμβανομένου υπόψη ότι το προσκομισθέν από την ενάγουσα εταιρεία τιμολόγιο παροχής υπηρεσιών δεν έχει εισέτι εξοφληθεί, οφείλει να της καταβάλει το συνολικό ποσό ύψους 14.880,00 ευρώ, συμπεριλαμβανομένου του Φ.Π.Α., νομιμοτόκως, με το προβλεπόμενο στην υποπαρ. Ζ.5. της παρ. Ζ΄ του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013 επιτόκιο, υπολογιζόμενο από την τριακοστή πρώτη (31η) ημέρα από την ημερομηνία παράδοσης και παραλαβής των ως άνω υπηρεσιών, που έλαβε χώρα στις 30-11-2018, δηλαδή από την 31η-12-2018 έως την πλήρη εξόφληση, κατ΄ αποδοχή ως βάσιμης της κρινόμενης αγωγής της ενάγουσας εταιρείας, όσα δε περί του αντιθέτου προβάλλει ο εναγόμενος Δήμος απορρίπτονται ως αβάσιμα. ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ Δέχεται την αγωγή.