ΝΣΚ/217/2003
Τύπος: Γνωμοδότησεις Ν.Σ.Κ.
Χρόνος παραγραφής δικαιώματος έκδοσης και κοινοποίησης αρχικών και συμπληρωματικών φύλλων ελέγχου εισοδήματος, ΦΠΑ και λοιπών πράξεων.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
Εκ των διατάξεων των άρθρων 17 παρ.1 Ν 1828/89 και 52 παρ.2 Ν 1642/86 συνάγεται ότι, η παραγραφή ορίζεται δεκαπενταετής (15ετής) στις περιοριστικά αναφερόμενες περιπτώσεις (και 16ετής ως προς το εισόδημα, αν τα συμπληρωματικά στοιχεία περιέλθουν το τελευταίο έτος της παραγραφής στον αρμόδιο Οικονομικό Έφορο).
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΝΣΚ/89/2018
Δυνατότητα έκδοσης πράξεων προσδιορισμού φόρου εντός δεκαετίας, δυνάμει συμπληρωματικών στοιχείων, που περιέρχονται σε γνώση της φορολογικής διοίκησης εντός πενταετίας, μετά την έκδοση της αρχικής πράξης προσδιορισμού φόρου.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή
Για υποθέσεις χρήσεων μέχρι τις 31-12-2013 συντρέχει νόμιμος λόγος για ετήσια παρέκταση της πενταετούς προθεσμίας παραγραφής προς επιβολή φόρων, προστίμων κλπ., κατ’ εφαρμογή του τελευταίου εδαφίου της παραγράφου 4 του άρθρου 84 του ν. 2238/1994, εφόσον περιέλθουν σε γνώση της Διοίκησης συμπληρωματικά στοιχεία κατά το τελευταίο έτος της αρχικής (πενταετούς) παραγραφής. (ομόφ.)
ΝΣΚ/327/2004
Έκδοση συμπληρωματικών φύλλων ή πράξεων μετά τον χρόνο παραγραφής.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
Όταν δεν έχουν εκδοθεί αρχικά φύλλα ελέγχου ή πράξεις εντός του χρόνου παραγραφής, δεν μπορούν να εκδοθούν και κοινοποιηθούν νομίμως και συμπληρωματικά φύλλα ή πράξεις άρθρων 68 παρ.2 Ν 2238/1994 και 49 παρ.3 Ν 2859/2000.
ΠΟΛ.1165/2018
Κοινοποίηση της υπ’ αριθμ. 147/2018 γνωμοδότησης της Α΄ Ολομέλειας Διακοπών του Ν.Σ.Κ., σύμφωνα με την οποία η εξαιρετική δεκαπενταετής προθεσμία παραγραφής για τον καταλογισμό φόρου τυγχάνει εφαρμογής μόνο στην περίπτωση της μη υποβολής δήλωσης φόρου εισοδήματος ή απόδοσης παρακρατούμενων φόρων, ενώ επί εκπροθέσμου υποβολής ισχύει ο κανόνας της 5ετούς παραγραφής της παραγράφου 1 του άρθρου 84 του ν. 2238/1994, με την παρέκτασή της κατά τρία (3) έτη στην περίπτωση που η εκπρόθεσμη δήλωση υποβληθεί κατά το τελευταίο έτος της προθεσμίας αυτής.(6Ε7Χ46ΜΠ3Ζ-ΧΦΜ )
ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗΚΕ ΜΕ ΤΗΝ Ε.2123/2019 ΑΔΑ: 6ΧΛΤ46ΜΠ3Ζ-ΥΩ0
ΝΣΚ/188/2006
Αναστολή της παραγραφής εντόκου γραμματίου του Ελληνικού Δημοσίου, λόγω συνδρομής ανωτέρας βίας στο πρόσωπο της δικαιούχου της ενσωματωμένης σ’ αυτό απαιτήσεως.(..)Κατάσταση : Μη αποδεκτή
Δεν αποτελεί λόγο μη ενάρξεως του χρόνου παραγραφής εντόκου γραμματίου του Δημοσίου, η επίκληση από τη δικαιούχο της απαιτήσεως χρόνιων προβλημάτων υγείας, και ιδίως η έκπτωση των ψυχοδιανοητικών της λειτουργιών, εφόσον το γεγονός αυτό, δεν συνιστά νομικό κώλυμα για τη δικαστική επιδίωξη της απαιτήσεως, ούτε διακοπτικό λόγο παραγραφής της αξιώσεώς της κατά του Δημοσίου κατ’ άρθρο 93 του Ν 2362/95. Επίσης, δεν συντρέχει λόγος αναστολής συμπλήρωσης της παραγραφής της αξιώσεως της δικαιούχου κατά του Δημοσίου, από τους περιοριστικά αναφερόμενους στο άρθρο 92 του ως άνω Ν 2362/95, αφενός διότι δεν ήταν πρόσωπο ανίκανο ή περιορισμένα ικανό που είχε τεθεί σε δικαστική συμπαράσταση και κατά το τελευταίο εξάμηνο της συμπλήρωσης του χρόνου παραγραφής δεν είχε δικαστικό συμπαραστάτη (άρθρο 258 ΑΚ), ενώ αφετέρου, τα χρόνια προβλήματα της υγείας της δεν στοιχειοθετούν λόγο ανωτέρας βίας, κατά την έννοια του άρθρου 92 εδ.β’ του ιδίου ως άνω νόμου, που επήλθε μέσα στο τελευταίο εξάμηνο του χρόνου συμπλήρωσης της παραγραφής.
ΝΣΚ/147/2018
Εάν ενόψει της έκδοσης των υπ’ αριθ. 1738 (Ολομ), 2934 και 2935/2017 αποφάσεων του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ), εξακολουθεί να βρίσκει έδαφος εφαρμογής η υπ’αριθ. 173/2006 γνωμοδότηση του ΝΣΚ, σύμφωνα με την οποία η υποβολή εκπρόθεσμης δήλωσης ισοδυναμεί με τη μη υποβολή δήλωσης, με αποτέλεσμα το δικαίωμα του Δημοσίου για επιβολή φόρου να παραγράφεται μετά την πάροδο δεκαπέντε ετών.(...)Οι υπ’ αριθ. 1738/2017 (Ολομ.) και 2934, 2935/2017 (7μ.) αποφάσεις του ΣτΕ δεν παρέχουν πρόσφορη βάση για την αμφισβήτηση της συνταγματικότητας της διάταξης της παραγράφου 5 του άρθρου 84 του ΚΦΕ (ομόφ.). Η εξαιρετική δεκαπενταετής προθεσμία παραγραφής για τον καταλογισμό φόρου τυγχάνει εφαρμογής μόνο στην περίπτωση της μη υποβολής δήλωσης φόρου εισοδήματος ή απόδοσης παρακρατούμενων φόρων, ενώ επί εκπροθέσμου υποβολής ισχύει ο κανόνας της πενταετούς παραγραφής της παραγράφου 1 του άρθρου 84 του ΚΦΕ, με την παρέκτασή της κατά τρία (3) έτη στην περίπτωση που η εκπρόθεσμη δήλωση υποβληθεί κατά το τελευταίο έτος της προθεσμίας αυτής (πλειοψ.). Παραπέμφθηκε στην Ολομέλεια με την υπ’ αριθ. 111/2018 γνωμοδότηση του Β’ Τμήματος του ΝΣΚ.
ΝΣΚ/224/2018
ΙΚΑ-ΕΤΑΜ (ήδη ΕΦΚΑ) – Χρόνος παραγραφής χρηματικών απαιτήσεων που αφορούν ασφαλιστικές εισφορές – Εκτέλεση δικαστικής απόφασης – Δυνατότητα νέου καταλογισμού των αξιώσεων.Οι αξιώσεις του IKA-ETAM (στην θέση του οποίου υπεισήλθε από 1-1-2017 ο ΕΦΚΑ) δεν έχουν παραγραφεί, αφού η έναρξη της εκκρεμοδικίας αποτέλεσε γεγονός διακοπτικό και ανασταλτικό της παραγραφής. Από 26-5-2018 άρχισε να τρέχει η διακοπείσα παραγραφή, που ήδη η διάρκειά της είναι εικοσαετής. Πριν από κάθε ενέργεια ή μέτρο σε βάρος δικαιωμάτων ή συμφερόντων της εταιρείας, η Διοίκηση οφείλει να την καλέσει για να εκφράσει τις απόψεις της, εγγράφως ή προφορικώς, επί των σχετικών ζητημάτων. Η κλήση προς ακρόαση πρέπει α) να είναι έγγραφη, β) να αναγράφει τον τύπο, την ημέρα και την ώρα της ακρόασης, γ) να προσδιορίσει το αντικείμενο του μέτρου ή της ενέργειας, δ) να διευκρινίσει ότι πρόκειται για νέα ρύθμιση της υπόθεσης η οποία οδηγεί σε έκδοση πράξεων μετά την ακύρωση των αρχικών και ε) να κοινοποιηθεί στην εταιρεία τουλάχιστον πέντε πλήρεις μέρες πριν από την ημέρα της ακρόασης. Η εταιρεία δικαιούται να λάβει γνώση των σχετικών αποδεικτικών στοιχείων και να προβεί σε ανταπόδειξη. Από την αιτιολογία των εκδοθησόμενων ατομικών διοικητικών πράξεων πρέπει να προκύπτουν α) η τήρηση αυτής της διαδικασίας και β) ότι λήφθηκαν υπόψη οι απόψεις της εταιρείας, ενώ τα διοικητικά μέτρα που θα υιοθετηθούν πρέπει να ληφθούν μέσα σε εύλογο χρόνο από την ακρόαση. Μετά την τήρηση τούτων, η Διοίκηση είναι υποχρεωμένη να εκδώσει νέες πράξεις με το ίδιο περιεχόμενο, αλλά απαλλαγμένες από την τυπική πλημμέλεια για την οποία ακυρώθηκαν οι αρχικές. Με το έγγραφο της κοινοποίησης των νέων πράξεων πρέπει να ενημερωθεί η εταιρεία για τη δυνατότητά της να ασκήσει ενδικοφανή προσφυγή (ένσταση) μέσα σε 30 ημέρες από την κοινοποίηση και για τις συνέπειες από τυχόν παράλειψη άσκησης ένστασης (ομόφ.). Παραπέμφθηκε στο ΣΤ΄ Τμήμα ΝΣΚ, κατόπιν της υπ’ αριθ.146/2018 Ατομικής γνωμοδότησης.
ΕλΣυν/Τμ.6/265/2011
Οι ανωτέρω διατάξεις (άρθρο 30 3669/2008) έχουν την έννοια ότι το Κλιμάκιο ελέγχει τη νομιμότητα των πράξεων, που εκδίδονται στο πλαίσιο της διαδικασίας για την ανάδειξη αναδόχου δημοσίου έργου (χρηματοδοτούμενου από εθνικούς πόρους) καθώς και του σχεδίου της οικείας σύμβασης, όταν η προϋπολογιζόμενη δαπάνη υπερβαίνει το ποσό των 1.000.000 ευρώ (χωρίς ΦΠΑ). Ο ως άνω έλεγχος νομιμότητας, ο οποίος αποτελεί ουσιώδη τύπο της διαδικασίας σύναψης δημόσιων συμβάσεων, ασκείται κατά το στάδιο προ της υπογραφής και, κατά μείζονα λόγο, προ της έναρξης της εκτέλεσης των οικείων συμβάσεων, αποσκοπώντας αφενός μεν στη διασφάλιση της διαφάνειας κατά τη διαδικασία ανάθεσης των συμβάσεων δημοσίων έργων και αφετέρου στην πρόληψη τυχόν παραβάσεων της κείμενης νομοθεσίας, με στόχο την αποφυγή κατάρτισης και εκτέλεσης άκυρων συμβάσεων. Ο νομοθέτης, επομένως, θέλησε προληπτικό και όχι κατασταλτικό έλεγχο νομιμότητας, που προϋποθέτει έργο του οποίου οι εργασίες πρόκειται να εκτελεστούν με βάση την ελεγχθείσα και κριθείσα ως νόμιμη σχετική διαδικασία, που απολήγει στην υπογραφή της οικείας σύμβασης. Συνεπώς, σε περίπτωση που υποβληθεί στο Κλιμάκιο σύμβαση εκτέλεσης έργου, η οποία έχει υπογραφεί και έχει αρχίσει να εκτελείται, αυτό στερείται πλέον της χρονικής αρμοδιότητας να προβεί στον έλεγχο της νομιμότητάς της (π.ρ.β.λ. Ε.Σ. 2497, 2498, 2499/2010, 1468/2009 κ.α.). Περαιτέρω, ο έλεγχος νομιμότητας διενεργείται και στις συμπληρωματικές συμβάσεις, ακόμη και όταν η προϋπολογιζόμενη δαπάνη αυτών υπολείπεται των 1.000.000 ευρώ και η αρχική τους σύμβαση έχει υποβληθεί σε έλεγχο νομιμότητας από το Κλιμάκιο. Και τούτο διότι εάν, αντιθέτως, ετίθετο ως αφετηρία ελέγχου των συμπληρωματικών συμβάσεων το ποσό που θεσπίζεται για τον έλεγχο των αρχικών, μεγάλος αριθμός των συμπληρωματικών συμβάσεων θα καθίστατο ανέλεγκτος, γεγονός που θα υπερακόντιζε το σκοπό του νομοθέτη για υπαγωγή στον έλεγχο νομιμότητας που διενεργεί το Ελεγκτικό Συνέδριο και των τελευταίων, οι οποίες, άλλωστε, αποτελούν παρακολούθημα των αρχικών και η κατάρτισή τους με τον ανάδοχο ήδη εκτελούμενου έργου αποτελεί εξαιρετική διαδικασία ανάθεσης και εφαρμόζεται μόνο υπό τις περιοριστικά αναφερόμενες στο νόμο προϋποθέσεις, η πλήρωση των οποίων επιβάλλεται, οπωσδήποτε, να ελέγχεται.
Δ.ΠΡΩΤ.ΑΘ/15755/2019
Φορολογία εισοδήματος..Επειδή, το δικαίωμα του Δημοσίου για την έκδοση και κοινοποίηση των επίδικων πράξεων, οικονομικών ετών 2002 έως 2006, έχει υποπέσει στην προβλεπόμενη από το άρθρο 84 του ΚΦΕ (γενική) πενταετή παραγραφή, η οποία άρχισε στις 31.12.2002, 31.12.2003, 31.12.2004, 31.12.2005 και 31.12.2006 και συμπληρώθηκε στις 31.12.2007, 31.12.2008, 31.12.2009, 31.12. 2010 κ α ι 31.12.2011 αντιστοίχως, δοθέντος ότι : α. εν προκειμένω, δεν τυγχάνει εφαρμογής η δεκαπενταετής παραγραφή που επικαλείται η φορολογική αρχή. Και τούτο, διότι προϋπόθεση εφαρμογής της εν λόγω παραγραφής αποτελεί η μη υποβολή, παρά την ύπαρξη σχετικής υποχρέωσης, φορολογικής δηλώσεως, ενώ στην προκειμένη περίπτωση, ακόμη και αν ήθελε υποτεθεί ότι μεταξύ των προσφευγόντων συστήθηκε πράγματι αφανής εταιρεία, η εταιρεία αυτή δεν είχε υποχρέωση, σύμφωνα με όσα έγιναν ερμηνευτικά ανωτέρω, για την υποβολή Φορολογικής δηλώσεως. Β οι διατάξεις των άρθρων 11 ν. 3513/2006, 29 ν. 3697/2008, 10 ν. 3790/2009, 82 ν. 3842/2010, όπως τροποποιήθηκε από το άρθρο 92 παρ. 3 περ. β του ν. 3862/2010, 18 παρ. 2 τ ου ν. 4002/2011 και δεύτερου παρ. 1 ν. 4098/2012, 22 ν. 4203/2013, 87 ν. 4316/2014 και 22 ν. 4337/2015, με τις οποίες παρατάθηκε διαδοχικά ο χρόνος παραγραφής φορολογικών αξιώσεων του Δημοσίου αναγόμενων σε χρήσεις προγενέστερες του προηγούμενου της δημοσιεύσεως των εν λόγω νόμων ημερολογιακού έτους, όπως είναι οι ένδικες, πέραν του ότι δεν τυγχάνουν εφαρμογής επί επιβολής κυρώσεων, επιπροσθέτως είναι ανίσχυρες και μη εφαρμοστέες, ως αντιβαίνουσες, σύμφωνα με τα ήδη εκτεθέντα στο άρθρο 78 παρ. 1 και 2 του Συντάγματος, γ. εν προκειμένω, δεν τυγχάνει εφαρμογής η δεκαετής παραγραφή. Κ α ι τούτο διότι τα στοιχεία στα οποία βασίσθηκε η φορολογική αρχή, και δη οι δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος, στις οποίες, ανεξάρτητα από τον κωδικό στον οποίο δηλώθηκαν, συμπεριελήφθησαν, πάντως, τα τιμήματα από τις μεταβιβάσεις των ακινήτων που θεωρήθηκαν από τη φορολογική αρχή ως άσκηση εμπορικής δραστηριότητας, δεν αποτελούν συμπληρωματικά στοιχεία κατά την έννοια του άρθρου 68 παρ. 2 περ. α του ΚΦΕ ικανά να δικαιολογήσουν την επιμήκυνση της κατ άρθρο 84 παρ. 1 του ΚΦΕ πενταετούς προθεσμίας παραγραφής, διότι οι δηλώσεις αυτές, είχαν περιέλθει σε γνώση της φορολογικής αρχής, εντός της ως άνω πενταετούς προθεσμίας. (...)Επειδή, κατ ακολουθία των ανωτέρω, πρέπει να γίνει δεκτή η υπό κρίση προσφυγή και να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη πράξη με την οποία απερρίφθη η κατά των καταλογιστικών πράξεων ασκηθείσα ενδικοφανής προσφυγή. Περαιτέρω, πρέπει να διαταχθεί η απόδοση του καταβληθέντος παραβόλου στους προσφεύγοντες (άρθρο 277 παρ. 9 Κ.Δ.Δ.), ενώ, κατ εκτίμηση των περιστάσεων, πρέπει να μην καταλογισθούν δικαστικά έξοδα σε βάρος του Ελληνικού Δημοσίου (άρθρο 275 παρ. 1 Κ.Δ.Δ).
ΕΣ/Τ6/707/2010
Συμπληρωματικές συμβάσεις.Η ορθή έννοια του άρθρου 19 παρ.7 του π.δ. 774/1980 (ΦΕΚ Α΄ 189), όσον αφορά τις προϋποθέσεις ελέγχου των συμπληρωματικών συμβάσεων από το Ελεγκτικό Συνέδριο, των οποίων η αρχική σύμβαση υπήχθη στον έλεγχο, είναι ότι ο έλεγχος νομιμότητας που καταλείπεται στο Δικαστήριο επεκτείνεται και στην περίπτωση συμπληρωματικών, της κύριας, συμβάσεων, ανεξαρτήτως ποσού. Τούτο, διότι σκοπός της προαναφερόμενης διάταξης είναι η θεσμοθέτηση μίας αποτελεσματικής διαδικασίας για τον έλεγχο της νομιμότητας των συμβάσεων, ο οποίος θα ανατρεπόταν ή θα καθίστατο αλυσιτελής, ιδίως στην περίπτωση που θα παρεχόταν στη Διοίκηση η ευχέρεια να συνάπτει ανέλεγκτα συμπληρωματικές συμβάσεις. Περαιτέρω, οι συμπληρωματικές αυτές συμβάσεις, στη σύναψη των οποίων προβαίνουν οι αναθέτουσες αρχές, αποτελούν παρακολούθημα του αντικειμένου της αρχικής σύμβασης και, ως εκ τούτου, δεν έχουν το χαρακτήρα αυτοτελών συμβάσεων με ιδιαίτερο οικονομικό αντικείμενο, για τις οποίες, προκειμένου να θεμελιωθεί η αρμοδιότητα ελέγχου από το Ελεγκτικό Συνέδριο, απαιτείται η προϋπολογισθείσα δαπάνη τους να υπερβαίνει το ποσό που θεσπίζεται από το νόμο για τον προληπτικό έλεγχο των αρχικών συμβάσεων. Τούτο ενισχύεται και από το γεγονός ότι οι συμπληρωματικές συμβάσεις δεν μπορούν να υπερβαίνουν σε ποσοστό 50% το ποσό της αρχικής σύμβασης. Εξάλλου, εάν τεθεί ως αφετηρία ελέγχου των συμπληρωματικών συμβάσεων το ποσό που θεσπίζεται για τον προληπτικό έλεγχο των αρχικών συμβάσεων (1.000.000,00 ευρώ ή 5.000.000,00 ευρώ, σε περίπτωση που οι συμβάσεις αφορούν σε δημόσια έργα συγχρηματοδοτούμενα από την Ευρωπαϊκή Ένωση, όπως εν προκειμένω, βλ. άρθρο 25 του ν. 3614/2007, ΦΕΚ Α΄267), μεγάλο μέρος των συμπληρωματικών αυτών συμβάσεων, των οποίων η αρχική σύμβαση υπήχθη στον έλεγχο, θα μείνει, τελικώς, ανέλεγκτο, γεγονός που υπερακοντίζει το σκοπό του νομοθέτη, ο οποίος ήθελε και οι συμβάσεις αυτές, ανεξαρτήτως ποσού, να υπάγονται στον προληπτικό έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου, ενόψει και του ότι η ανάθεση των συμβάσεων αυτών γίνεται συνήθως χωρίς προηγούμενη διενέργεια ανοικτού ή κλειστού διαγωνισμού, αλλά κατόπιν εξαιρετικών διαδικασιών (διαπραγματεύσεις, απευθείας ανάθεση κλ.π.). Επομένως, η υπό κρίση αίτηση, είναι τυπικά δεκτή και εξεταστέα περαιτέρω ως προς την ουσιαστική βασιμότητά της. Η κατάρτιση συμπληρωματικών συμβάσεων με τον ανάδοχο ήδη εκτελούμενου δημοσίου έργου αποτελεί εξαιρετική διαδικασία αναθέσεως εκτελέσεως εργασιών και για το λόγο αυτό εφαρμόζεται μόνο στις περιοριστικά αναφερόμενες στο νόμο περιπτώσεις, αφού συνιστά παρέκκλιση από τις αρχές της διαφάνειας, της ισότητας συμμετοχής στις διαδικασίες για την κατάρτιση δημοσίων συμβάσεων και του ελεύθερου ανταγωνισμού.
ΝΣΚ/109/2022
Ερωτάται: α) Αν η προβλεπόμενη στο άρθρο 152 παρ.1 του ν.4820/2021 δεκαετής παραγραφή, ενόψει της διατύπωσης της διάταξης αυτής που αναφέρεται στην παραγραφή της δυνατότητας έκδοσης καταλογιστικής πράξης από κάθε αρμόδιο όργανο, καταλαμβάνει και τα καταλογίζοντα όργανα της διοίκησης. Σε θετική περίπτωση: 1) Λαμβανομένων υπόψη και των πρακτικών της 2.12.2021 της Ολομέλειας της Γενικής Επιτροπείας της Επικρατείας στο Ελεγκτικό Συνέδριο, με τα οποία κρίθηκε ότι η ως άνω παραγραφή καταλαμβάνει και τα καταλογίζοντα όργανα της διοίκησης, αν η έναρξη ισχύος της εν λόγω διάταξης ανατρέχει στην ημερομηνία κυκλοφορίας (24.7.2021) του ΦΕΚ Α΄ 130/23.7.2021, στο οποίο δημοσιεύθηκε ο ν.4820/2021. 2) Αν η διάταξη του άρθρου 152 παρ. 2 του ν.4820/2021, η οποία αναφέρεται περιοριστικά (υπό τις ειδικότερα οριζόμενες προϋποθέσεις) στη χρήση του μέσου της κοινοποίησης φύλλου μεταβολών – ελλείψεων (πρόβλεψη διαδικασιών καταλογισμού του Ελεγκτικού Συνεδρίου, άρθρο 124 παρ. 2 και άρθρο 125 παρ. 1 του ν.4820/2021, προϊσχύουσες διατάξεις άρθρο 38 παρ. 3 του ν. 4129/2013 και άρθρο 22 παρ. 4 του ΠΔ 774/1980), ως μέσου αναστολής παραγραφής, δύναται να τύχει αναλόγου εφαρμογής στους καταλογισμούς της Οικονομικής Διοίκησης. 3) Αν η διάταξη της παραγράφου 3 του άρθρου 163 ν. 4820/2021 περί μη συμπλήρωσης της δεκαετούς παραγραφής πριν τη συμπλήρωση πέντε (5) ετών από την έναρξη ισχύος του ν. 4820/2021, των υποθέσεων που εκκρεμούν προς έλεγχο στα Κλιμάκια του Ελεγκτικού Συνεδρίου, εφαρμόζεται αναλογικά και στις υποθέσεις που εκκρεμούν προς έλεγχο ενώπιον των οργάνων της οικονομικής διοίκησης, ώστε να παρέχεται και σ’ αυτά ο χρόνος της πενταετίας προς ολοκλήρωση των ελέγχων και των τυχόν συνακόλουθων καταλογισμών, που απορρέουν από αυτούς. β) Αν η οικονομική διοίκηση, κατά τη διαδικασία του καταλογισμού, δύναται να εφαρμόσει τις διατάξεις του άρθρου 150 του ν. 4820/2021 (περί μείωσης καταλογιζόμενου ποσού).(....)α) Η προβλεπόμενη στο άρθρο 152 παρ.1 του ν.4820/2021 δεκαετής παραγραφή καταλαμβάνει και τα καταλογίζοντα όργανα της διοίκησης (κατά πλειοψηφία). 1) Η ισχύς του άρθρου 152 του ν.4820/2021 αρχίζει από τη δημοσίευση του νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, δηλαδή από 23.7.2021 (ομόφωνα). 2) Η διάταξη της παραγράφου 2 του άρθρου 152 του ν.4820/2021 δεν δύναται να τύχει αναλόγου εφαρμογής στους καταλογισμούς της οικονομικής διοίκησης (ομόφωνα). 3) Η διάταξη της παραγράφου 3 του άρθρου 163 του ν. 4820/2021 εφαρμόζεται και στις υποθέσεις που εκκρεμούν προς έλεγχο ενώπιον των οργάνων της οικονομικής διοίκησης (κατά πλειοψηφία). β) Η οικονομική διοίκηση, κατά τη διαδικασία του καταλογισμού, δεν δύναται να εφαρμόσει τις διατάξεις του άρθρου 150 του ν. 4820/2021 (ομόφωνα).Κατάσταση : Αποδεκτή