×
register
Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΝΣΚ/234/2008

Τύπος: Γνωμοδότησεις Ν.Σ.Κ.

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ:

Ασφαλιστικό καθεστώς των Εφέδρων εξ Εφέδρων ή κατ απονομή Αξιωματικών των Ενόπλων Δυνάμεων.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή 
Οι Έφεδροι εξ Εφέδρων και οι κατ απονομή Αξιωματικοί, που έχουν καταταγεί μετά την 1-1-1993 και δεν έχουν ασφαλιστεί προγενέστερα σε κάποιο φορέα κύριας ασφάλισης μέχρι την 31-12-1992, ασφαλίζονται υποχρεωτικά στο ΙΚΑ, εφόσον δεν καλύπτονται ασφαλιστικά από άλλο Ταμείο, σύμφωνα με τη διάταξη της παρ. 2 του άρθρου 18 του Ν 2084/1992, όπως αυτή αντικαταστάθηκε από το άρθρο 5 του Ν 2320/1995.


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΝΣΚ/200/2008

Υποχρεωτική ή μη ασφάλιση στο Μ.Τ.Π.Υ. των διοριζομένων δικηγόρων στο Δημόσιο μετά την 1-1-1993, οι οποίοι έχουν επιλέξει ως φορέα κύριας ασφάλισης το Ταμείο Νομικών.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή 
Είναι υποχρεωτική, κατ άρθρο 14 του ΠΔ 422/1981, η υπαγωγή στην ασφάλιση του Μ.Τ.Π.Υ. των διοριζομένων μετά την 1-1-1993 δικηγόρων σε θέσεις τακτικών υπαλλήλων στο Δημόσιο, οι οποίοι έχουν επιλέξει, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 39 του Ν 2084/1992, όπως ισχύουν, ως φορέα κύριας ασφάλισης το Ταμείο Νομικών και δεν ασφαλίζονται (προαιρετικά) και στο Δημόσιο για κύρια ασφάλιση.


ΝΣΚ/139/2006

Υγειονομική περίθαλψη των υγειονομικών μονίμων υπαλλήλων του ΕΚΕΦΕ «ΔΗΜΟΚΡΙΤΟΣ». Κατίσχυση της ρύθμισης του άρθρου 4 του Ν 1803/1988 της γενικής ρύθμισης του άρθρου 39 του Ν 2084/1992.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή 
Από τον συνδυασμό των διατάξεων της παρ.7 του άρθρου 25 του Ν 1733/1987 και της παρ.4 του άρθρου 4 του Ν 1803/1988 προκύπτει ότι οι υγειονομικοί μόνιμοι υπάλληλοι που υπηρετούσαν στον ΕΚΕΦΕ «ΔΗΜΟΚΡΙΤΟΣ» πέραν της υπαγωγής τους στην ασφάλιση του ΤΣΑΥ, με τυπικό κριτήριο την επιστημονική ιδιότητά τους και μόνο (άρθρο 4 του π. δ/τος της 16/23 Μαρτίου 1934 περί κωδικοποιήσεως σε ενιαίο κείμενο των διατάξεων του ν. δ/τος της 8/14 Αυγ.1925 «περί Ταμείου Συντάξεως και Αυτασφαλείας Ιατρών εν Ελλάδι» ως και των νόμων 5090, 5333 και 5945 «περί Ταμείου Συντάξεως και Αυτασφαλίσεως Υγειονομικών»), υπάγονται και στην υγειονομική περίθαλψη του δημοσίου. Το νομοθετικό αυτό πλαίσιο με τη διάταξη της παρ.2 του άρθρου 39 του Ν 2084/1992, ορίζεται ότι «τα πρόσωπα για τα οποία προβλέπεται από τις ισχύουσες διατάξεις υποχρεωτική ασφάλιση σε περισσότερους του ενός ασφαλιστικούς φορείς, ασφαλίζονται υποχρεωτικά σε ένα φορέα, τον οποίο επιλέγουν με δήλωσή τους». Αυτή η δυνατότητα επιλογής, σύμφωνα με το β’ εδάφιο της παρ. 2 του Ν 2084/1992, δεν αναγνωρίζεται στους ασφαλισμένους του Ταμείου Συντάξεων και Αυτασφαλίσεως Υγειονομικών. Οι ως άνω ρυθμίσεις, σύμφωνα με τις τελικές διατάξεις του ίδιου νόμου, άρθρο 43, δεν επηρεάζουν το ήδη διαμορφωμένο ασφαλιστικό καθεστώς των ήδη ασφαλισμένων και στα δύο Ταμεία αλλά «έχουν εφαρμογή για τους ασφαλισμένους, οι οποίοι υπάγονται για πρώτη φορά στην υποχρεωτική ασφάλιση οποιουδήποτε φορέα κύριας ασφάλισης από 1.1.1993 και μετά…». Κατά συνέπεια υφίσταται μερική κανονιστική σύγκρουση, για το αν οι υγειονομικοί υπάλληλοι του Εθνικού Κέντρου Έρευνας Φυσικών Επιστημών Δημόκριτος, που αναλαμβάνουν εργασία μετά τη 1-1-1993, υπάγονται υποχρεωτικά στην ασφάλιση του κλάδου ασθένειας του ΟΠΑΔ ή υπάγονται υποχρεωτικά στην ασφάλιση του κλάδου ασθένειας του ΤΣΑΥ. Καθότι με την υιοθέτηση όμως του νόμου 2084/1992, όπως αναφέρεται στην εισηγητική του έκθεση, επιχειρήθηκε μια «αναμόρφωση του συστήματος της Κοινωνικής Ασφάλισης» αλλά και «η δεύτερη και τελική φάση της εξυγίανσης του συστήματος, όπως άλλωστε είχε συμφωνηθεί κατά τη ψήφιση του Ν 1902/90» και καθότι το νομικό πλαίσιο της διάταξης του άρθρου 39 του Ν 2084/1992 έχει εξαιρετικό χαρακτήρα, ρυθμίζοντας ειδικά και κατ’ εξαίρεση το ασφαλιστικό καθεστώς του ΤΣΑΥ, η διάταξη αυτή κατισχύει αυτής της διάταξης του άρθρου 4 του Ν 1803/1988. Τέλος όσον αφορά την διάταξη της παρ.32 του άρθρου 3 της ΚΥΑ οικ. 2/7029/0094/2005 που ορίζει ότι «το μόνιμο προσωπικό του Εθνικού Κέντρου Έρευνας Φυσικών Επιστημών Δημόκριτος και τα μέλη των οικογενειών τους» είναι δικαιούχοι υπό του ΟΠΑΔ περιθάλψεως, δεν τίθεται θέμα κατίσχυσης, καθότι ως κανονιστική πράξη, έχει υποδεέστερη τυπική ισχύ από το τυπικό νόμο (Π.Δ. Δαγτόγλου, Γενικό Διοικητικό Δίκαιο, 4η εκδ. σελ.68).


ΝΣΚ/89/2010

Ταμείο Νομικών (τέως). Νομιμότητα της υπ’ αριθμ. 4295/30-09-2008 απόφασης του Δ.Σ. του τέως Ταμείου Νομικών περί έντοκης επιστροφής καταβληθεισών εισφορών στους έμμισθους ασφαλισμένους μετά την 01-01-1993 του τέως Ταμείου Νομικών.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή 
Η ως άνω απόφαση του Δ.Σ. του τ. Ταμείου Νομικών περί επιστροφής των εισφορών είναι μη σύννομη ως αντικειμένη στις διατάξεις των άρθρων 17 παρ. 4, 39 παρ. 2 εδ. τελ. και 22 παρ. 1 εδ. α΄ του Ν 2084/1992. Επίσης και το σκέλος αυτής για την μη αναζήτηση της διαφοράς εισφορών είναι μη σύννομο ως ερχόμενο σε αντίθεση με την διάταξη του άρθρου 22 παρ. 1 του Ν 2084/1992. Τέλος και το σκέλος της απόφασης για έντοκη επιστροφή των εισφορών που έχουν οι μετά την 01-01-1993 έμμισθοι ασφαλισμένοι καταβάλει, είναι μη σύννομο ως ερχόμενο σε αντίθεση με την διάταξη του άρθρου 28 παρ. 1 του ΝΔ 4114/1960.


ΝΣΚ/28/2009

Υποχρεωτική υπαγωγή στην ασφάλιση του Κλάδου Επικουρικής Ασφάλισης ή του Κλάδου Εφάπαξ Παροχών του ΤΣΜΕΔΕ, παράλληλα με την ασφάλιση σε φορέα επικουρικής ασφάλισης ή πρόνοιας που εποπτεύεται από άλλο Υπουργείο.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή 
Παλαιοί, μέχρι την 31-12-1992 ασφαλισμένοι του ΤΣΜΕΔΕ, οι οποίοι ασφαλίζονται υποχρεωτικώς στα Μετοχικά Ταμεία Στρατού, Ναυτικού, Αεροπορίας (ΜΤΣ, ΜΤΝ, ΜΤΑ), δεν έχουν υποχρέωση να ασφαλισθούν και στους κλάδους επικουρικής ασφάλισης και πρόνοιας του ΤΣΜΕΔΕ, υπό την προϋπόθεση ότι τα Ταμεία αυτά τους χορηγούν μέρισμα (επικουρική σύνταξη) και εφ άπαξ βοήθημα ως ενίσχυση της κυρίας συντάξεώς τους. (πλειοψ.)


ΝΣΚ/110/2011

Κοινωνική Ασφάλιση – Επικουρικές συντάξεις – Ανάκληση ή μη συνταξιοδοτικών πράξεων.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή 
Η διάταξη του άρθρου 53 του Ν 2084/1992 και οι λοιπές σχετικά με την επικουρική σύνταξη διατάξεις, στοχεύουν στο να προασπίσουν τα αποθεματικά των Ταμείων κατά ρητή συνταγματική επιταγή και για πρόδηλους λόγους δημοσίου συμφέροντος. Επομένως, τυχόν επικουρικές συντάξεις που δόθηκαν από τα ανωτέρω Ταμεία παρά το νόμο από 1-1-1998 και μετά, δεν έχουν δημιουργήσει κάποιου είδους διοικητικό δεδικασμένο, και, ως μη έχουσες νόμιμο έρεισμα, πρέπει να ανακληθούν χωρίς τον χρονικό περιορισμό της πενταετίας. (ομοφ.)


ΝΣΚ/140/2006

Εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 39 του Ν 2084/1992 περί επιλογής φορέων κύριας και επικουρικής ασφάλισης, ασφάλισης ασθένειας και εφάπαξ παροχών.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή 
Όσον αφορά το πρώτο ερώτημα, από το συνδυασμό των διατάξεων του άρθρου 39 του Ν 2084/1992 στην παράγραφο 2, όπως αντικαταστάθηκε από τη διάταξη της παραγράφου 1 του άρθρου 16 του Ν 2556/1997 και του άρθρου 75 του Ν 2676/1999 όπου προστέθηκε το τελευταίο εδάφιο στην παράγραφο 2 του Ν 2084/1992, προκύπτει ότι στους ασφαλισμένους που λόγω ιδιότητας και μισθωτής απασχόλησης υπάγονται σε δύο φορείς κύριας ασφάλισης, δύνανται να επιλέξουν τον έναν από αυτούς φορέα ασφάλισης ως υποχρεωτική ασφάλιση, αλλά και να υπαχθούν και στον άλλο, προαιρετικά, καταβάλλοντας το σύνολο των ασφαλιστικών εισφορών του τελευταίου. Όσον αφορά το φορέα ασφάλισης που έχει επιλεγεί ως υποχρεωτική ασφάλιση, τα άτομα αυτά είναι υποχρεωμένα να υπαχθούν και «στους φορείς ασθένειας, επικουρικής ασφάλισης και πρόνοιας που αντιστοιχούν στο συνταξιοδοτικό φορέα κύριας ασφάλισης επιλογής τους», όπως ορίζεται ρητώς στη διάταξη του 4ου εδαφίου της παρ.2 του άρθρου 39 του Ν 2084/1992. Η προαναφερθείσα διάταξη αναφέρεται αποκλειστικά στον φορέα ασφάλισης που έχει επιλεγεί ως υποχρεωτική ασφάλιση. Από το γράμμα του νόμου δεν αποσαφηνίζεται όμως, αν οι ασφαλισμένοι που δύνανται να υπαχθούν και σε άλλο φορέα ασφάλισης προαιρετικά, αν είναι υποχρεωμένοι να ασφαλιστούν σωρευτικά και στο ταμείο κύριας ασφάλισης, και στο ταμείο επικουρικής, και στο ταμείο προνοίας, και στο ταμείο ασθένειας του επιλεγέντος ως προαιρετικού φορέα ασφάλισης. Εντάσσοντας τη διάταξη αυτή στο σύνολο του συστήματος της κοινωνικής ασφάλισης όπως διαμορφώθηκε με το Ν 2084/1992, αλλά και λαμβάνοντας υπόψη ότι πρόθεση του νομοθέτη να ανατρέψει την αρνητική εξέλιξη του συστήματος της κοινωνικής ασφάλισης (εισηγητική έκθεση στο σχέδιο νόμου «οργανωτική και λειτουργική αναδιάρθρωση των φορέων κοινωνικής ασφάλισης και άλλες διατάξεις», Ε.Δ.Κ.Α. 1999 σελ. 50) θεωρούμε ότι η βούληση του νομοθέτη, καθιερώνοντας το καθεστώς προαιρετικής ασφάλισης, ήταν να ενισχύσει μεν όσο το δυνατόν τους φορείς ασφάλισης, αλλά και να προσδώσει στους ασφαλισμένους πιο ενεργό ρόλο στη διαμόρφωση του ασφαλιστικού καθεστώτος τους. Θεωρούμε λοιπόν ότι δεν είναι υποχρεωτική η υπαγωγή των ασφαλισμένων αυτών και στους φορείς ασθένειας, επικουρικής ασφάλισης και πρόνοιας που αντιστοιχούν στο συνταξιοδοτικό φορέα της προαιρετικής ασφάλισης, αλλά η υπαγωγή τους σε αυτούς εναπόκειται στη διακριτική τους ευχέρεια. Η ευχέρεια όμως αυτή των ασφαλισμένων δεν είναι απεριόριστη. Η ίδια διάταξη ορίζει ότι «τα πρόσωπα αυτά δύνανται να ασφαλιστούν προαιρετικά και σε περισσότερους του ενός φορείς, αν αυτό προβλέπεται από την ισχύουσα νομοθεσία…». Κατά συνέπεια η ευχέρεια των ασφαλισμένων οριοθετείται και συγκεκριμενοποιείται από τις κείμενες καταστατικές διατάξεις των εκάστοτε ασφαλιστικών οργανισμών. Από τη συρροή των διατάξεων της παραγράφου 2 του άρθρου 39 Ν 2084/1992 και της πρώτης παραγράφου του άρθρου 2 του α.ν. 580/1945 προκύπτει ότι η δυνατότητα στους ασφαλισμένους να επιλέξουν προαιρετική ασφάλιση στα ταμεία επικουρικής ασφάλισης αυτοτελώς, χωρίς να έχουν επιλέξει προαιρετική ασφάλιση στα αντίστοιχα ταμεία της κύριας. Ο νομοθέτης αναφέρεται περιοριστικά και ειδικότερα στα ταμεία επικουρικής ασφάλισης, όχι όμως και πρόνοιας. Κατά συνέπεια καθότι δεν υπάρχει ρητή πρόβλεψη, φρονούμε ότι δεν παρέχεται το δικαίωμα υπαγωγής στους ασφαλισμένους, στη προαιρετική ασφάλιση των ταμείων πρόνοιας αυτοτελώς.


ΝΣΚ/439/2007

Έκταση εφαρμογής των αποφάσεων 3, 4 και 5/2007 του Α.Ε.Δ. –Αντισυνταγματικότητα νόμου – Κλάδοι Πρόνοιας Ταμείων Ν 2084/1992 – Εφάπαξ παροχή, νομική φύση, παραγραφή – Δεδικασμένο – Τοκογονία.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή 
1) Οι συγκεκριμένες αποφάσεις του Ανωτάτου Ειδικού Δικαστηρίου ισχύουν έναντι όλων των νομικών προσώπων (φορέων) που καλούνται να εφαρμόσουν τη διάταξη της παρ.3 του άρθρου 57 του Ν 2084/1992 περί καθορισμού ανωτάτου ορίου στο εφάπαξ βοήθημα, αλλά και έναντι των ασφαλισμένων που υπάγονται στους φορείς αυτούς και δικαιούνται εφάπαξ επιδόματος από αυτούς. Οι φορείς αυτοί, που αναφέρονται στην παρ.1 του άρθρου 57 του Ν 2084/1992, πρέπει μετά την ανωτέρω ημερομηνία δημοσιεύσεως των αποφάσεων του Α.Ε.Δ. να καταβάλουν το βοήθημα αυτό, χωρίς να εφαρμόζουν την περί ανωτάτου ορίου διάταξη της παρ.3 του ιδίου άρθρου, σύμφωνα με τα οριζόμενα αναλυτικώς στους οικείους νόμους, που τους διέπουν ή σύμφωνα με τα οριζόμενα στο καταστατικό αυτών. Τυχόν δίκες, που θα ανοιχθούν στο μέλλον από δικαιούχους του εφάπαξ βοηθήματος, εξ αφορμής της αρνήσεως των φορέων αυτών, που εκδηλώθηκε μετά την 16-4-2007, να καταβάλουν στο ακέραιο το εφάπαξ βοήθημα, δεν προσδοκάται να έχουν ευνοϊκή γα τους φορείς αυτούς έκβαση (πλειοψ.). 2) Η έκδοση των αποφάσεων του Α.Ε.Δ., με τις οποίες δεν ορίζεται προγενέστερος χρόνος ισχύος τους, κατ’ εναρμόνιση με την παγία αρχή της μη αναδρομικότητας των νόμων, ισοδυναμεί με νομοθετική μεταβολή, οι συνέπειες της οποίας δεν μπορεί παρά να επέρχονται εφεξής (ex nunc) και να εφαρμόζονται σε όσες έννομες σχέσεις αναπτύσσονται και τελειούνται μετά τη νομοθετική αυτή μεταβολή. Αξιώσεις που συνίστανται στη λήψη συγκεκριμένης παροχής από τα Ταμεία και ικανοποιήθηκαν δια καταβολής σε χρονικό σημείο, κατά το οποίο η επίμαχη διάταξη είχε πλήρη ισχύ και έναντι πάντων, και, με δεδομένο ότι δεν αμφισβητήθηκε το ύψος αυτής από τους δικαιούχους-δανειστές, έπαυσαν να υφίστανται στο νομικό κόσμο, αποσβεσθείσες δια καταβολής (416 ΑΚ). Ουδόλως δε τίθεται ζήτημα παραγραφής των σχετικών αξιώσεων, που γεννήθηκαν και ικανοποιήθηκαν πριν την ημερομηνία ισχύος της αποφάσεως του Α.Ε.Δ. (πλειοψ.). 3) Δεν ανατρέπεται το δεδικασμένο σε όσες περιπτώσεις υπήρξε αμετάκλητη δικαστική απόφαση. (ομοφ.) 4) Νομίμως οι διοικήσεις των Ταμείων αρνούνται την εφαρμογή αμετακλήτων αποφάσεων από τις οποίες απορρέει (δυσμενές) δεδικασμένο για τους δικαιούχους ενάγοντες της εφάπαξ παροχής. (ομοφ.) 5) Υπό την επιφύλαξη άλλων τυχόν νομικών ζητημάτων, που χρήζουν διευκρινήσεως, ενδείκνυται: α) Στις εκκρεμείς υποθέσεις που έχουν ασκηθεί ένδικα μέσα από τα εν λόγω Ταμεία να επακολουθήσει αποδοχή των αποφάσεων που έχουν προσβληθεί και παραίτηση από το εκκρεμές ένδικο μέσο, β) Στις εκκρεμείς υποθέσεις που έχουν ασκηθεί ένδικα μέσα από τους ασφαλισμένους-δικαιούχους, να γίνει αποδοχή των αποφάσεων που θα εκδοθούν, χωρίς περαιτέρω συνέχιση των σχετικών δικών. (ομοφ.) 6) Τόκοι οφείλονται μόνο στη περίπτωση νόμιμης επιδόσεως αγωγής. (ομοφ.) 7) Η συνταγματικότητα άλλων ομοίου περιεχομένου διατάξεων περί ανωτάτου ορίου στην εφάπαξ παροχή και συγκεκριμένα καθ’ όσον αφορά στο Ταμείο ΟΑΠ – ΔΕΗ κρίνεται μόνο από την Ολομέλεια του Σ.τ.Ε. και δεν εφαρμόζονται οι αποφάσεις του Α.Ε.Δ. (ομοφ.).


ΣτΕ/ΤΜ.Α/1538/2024

Η απόφαση (ΣτΕ 1538/2024) αφορά αίτηση αναίρεσης του e-ΕΦΚΑ κατά της υπ’ αριθμ. 45/2021 απόφασης του Διοικητικού Εφετείου Θεσσαλονίκης. Η διαφορά αφορούσε τη χορήγηση δεύτερης σύνταξης λόγω γήρατος από τον Ο.Α.Ε.Ε. (πρώην Τ.Ε.Β.Ε.) σε ασφαλισμένο, ο οποίος λάμβανε ήδη σύνταξη από το Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. Το κεντρικό νομικό ζήτημα ήταν αν υπερισχύει η διάταξη που επιτρέπει συνταξιοδότηση με 37 έτη ασφάλισης ανεξαρτήτως ορίου ηλικίας ή η ειδική διάταξη για τους διπλοσυνταξιούχους (άρθρο 47 παρ. 10 του ν. 2084/1992) που απαιτεί τη συμπλήρωση του 65ου έτους της ηλικίας. Το ΣτΕ έκρινε ότι για τη χορήγηση δεύτερης σύνταξης από τον Ο.Α.Ε.Ε. απαιτείται αναγκαίως η συμπλήρωση του 65ου έτους της ηλικίας, ακόμη και αν έχουν συμπληρωθεί 37 έτη ασφάλισης. Ως εκ τούτου, έκανε δεκτή την αίτηση αναίρεσης του e-ΕΦΚΑ, αναιρώντας την προσβαλλόμενη απόφαση, και παρέπεμψε την υπόθεση στο Διοικητικό Εφετείο για νέα νόμιμη κρίση.


ΝΣΚ/97/2003

Επανάκριση εργοληπτικών επιχειρήσεων. Δικαίωμα συμμετοχής σε διαγωνισμό με προεπιλογή μεμονωμένων επιχειρήσεων και κοινοπραξιών, μετά την έκδοση των νέων πτυχίων.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή 
α) Μεμονωμένες επιχειρήσεις οι οποίες κατά την υποβολή των αιτήσεων εκδηλώσεως ενδιαφέροντος σε δημόσιο διαγωνισμό με προεπιλογή (κλειστή διαδικασία) συμμετείχαν με πτυχίο Η’ τάξεως της παλιάς διαβάθμισης του ΜΕΕΠ με αναβάθμιση του ορίου, λόγω καθαρής θέσης, έχουν δικαίωμα να συμμετάσχουν στην 2η φάση του διαγωνισμού (υποβολή οικονομικών προσφορών) μόνο αν έχουν καταταγεί στην 7η τάξη της νέας διαβάθμισης του ΜΕΕΠ, δεδομένου ότι ο προϋπολογισμός του έργου υπερβαίνει το όριο προϋπολογισμού έργων στα οποία δικαιούνται να συμμετέχουν επιχειρήσεις 6ης τάξεως. β) Κοινοπραξίες που όλα τα μέλη τους ήταν, κατά την υποβολή αιτήσεως εκδηλώσεως ενδιαφέροντος στον ίδιο διαγωνισμό, εργοληπτικές επιχειρήσεις Η’ τάξεως, πλην, μετά την έκτακτη επανάκριση του Ν. 2940/2001, άλλες εξ αυτών κατατάσσονται στην 6η και άλλες στην 7η τάξη, δεν έχουν δικαίωμα να συμμετάσχουν στη 2η φάση του διαγωνισμού, ούτε ευθέως, κατά τους όρους της Διακήρυξης, αλλά ούτε και κατ’ επίκληση της διάταξης του άρθρου 2 παρ.7 του ΠΔ 609/85. (ομοφ.)


ΣτΕ/4069/2013

ΜΕΤΟΧΙΚΟ ΤΑΜΕΙΟ ΣΤΡΑΤΟΥ-ΕΙΔΙΚΟΣ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟΣ ΑΛΛΗΛΟΒΟΗΘΕΙΑΣ ΣΤΡΑΤΟΥ-ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΟ ΕΦΑΠΑΞ ΒΟΗΘΗΜΑ: (...) Τούτο δε, διότι το προβλεπόμενο από τις διατάξεις αυτές δικαίωμα προς λήψη εφάπαξ βοηθήματος αφορά όσους αποστρατεύθηκαν χωρίς να έχουν λάβει τέτοιο βοήθημα και εφόσον αυτοί πληρούν τις ειδικότερες προϋποθέσεις των διατάξεων αυτών (όπως να έχουν παραμείνει συνεχώς πέντε (5) τουλάχιστον έτη στην ενεργό υπηρεσία από την ημερομηνία ανάκλησής τους), γεγονός που τους διαφοροποιεί από τους μόνιμους εξ εφεδρείας αξιωματικούς, οι οποίοι, κατά την αρχική τους έξοδο από το στράτευμα, είχαν λάβει εφάπαξ βοήθημα, όπως εν προκειμένω ο αναιρεσείων. Εξάλλου, απορριπτέος ως αβάσιμος είναι και ο λόγος περί εσφαλμένης ερμηνείας της διατάξεως του άρθρου 1 του ν. 1544/1985 σε συνδυασμό με τη διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 8 του ν.δ. 398/1974, διότι, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα στην πέμπτη σκέψη, η τελευταία διάταξη αναφέρεται σε κατηγορία αποστρατευθέντων αξιωματικών συνεπεία καταδίκης και οι οποίοι, κατόπιν αποκαταστάσεως, επανέρχονται στην ενεργό υπηρεσία ως μόνιμοι και θεωρείται ότι ουδέποτε απομακρύνθηκαν από την υπηρεσία τους, οπότε ανακτούν και συνεχίζουν τη μετοχική σχέση τους με το ανωτέρω Ταμείο και ο εκτός ενεργού υπηρεσίας χρόνος λογίζεται ως χρόνος μετοχικής σχέσεως. Αντιθέτως, οι μόνιμοι εξ εφεδρείας αξιωματικοί επανερχόμενοι στην ενεργό υπηρεσία, κατόπιν αιτήσεώς τους, όπως και ο αναιρεσείων, δεν λογίζονται ως μηδέποτε απομακρυθέντες και, ως εκ τούτου, δεν αναβιώνει στην περίπτωση αυτή η διακοπείσα μετοχική σχέση με το αναιρεσίβλητο Ταμείο, όπως αβασίμως προβάλλεται. Δια ταύτα Απορρίπτει την κρινόμενη αίτηση.