ΝΣΚ/257/1984
Τύπος: Γνωμοδότησεις Ν.Σ.Κ.
Συνέχιση ασφαλίσεως κατά την διάρκεια επισχέσεως εργασίας.ΙΚΑ.Σε περίπτωση επισχέσεως εργασίας, εφόσον αυτή είναι νόμιμη, η ασφάλιση στο Ι.Κ.Α. συνεχίζεται, όχι όμως πέραν από ένα εύλογο χρονικό διάστημα που θα διαρκεί η επίσχεση, κατά το οποίο οφείλονται και αποδοχές, και που δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερο από ένα μήνα. ΕΔτΔ 1:282.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΝΔ 78/1973
Περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως της περί Ι.Κ.Α. νομοθεσίας και άλλων τινών Οργανισμών Κοινωνικής Ασφαλίσεως. (Α' 156). -Ασφάλιση καθαριστριών που πληρώνονται απο το κατ αποκοπήν χορήγημα καθαριότητας.
ΝΣΚ/136/2016
ΙΚΑ-ΕΤΑΜ – Συμβασιούχοι – Επίσχεση εργασίας – Ασφαλιστική υπαγωγή – Αρμοδιότητες ασφαλιστικών οργάνων.Κατά την διάρκεια της επίσχεσης εργασίας, παραμένει ενεργή και η ασφαλιστική σχέση του εργαζόμενου με το Ι.Κ.Α., ανεξαρτήτως του εάν η ασφαλιστέα εργασία ήταν υπακτέα στην κοινή ασφάλιση του Ι.Κ.Α. ή στον ΚΒΑΕ αυτού. Επί νόμιμης επίσχεσης η ασφάλιση στο Ι.Κ.Α. συνεχίζεται, προσδιοριζόμενη εκάστοτε με βάση τα στοιχεία που διαθέτουν τα ασφαλιστικά όργανα (τα οποία εκφέρουν διακεκριμένη και αυτοτελή, μη εξαρτώμενη δηλαδή από την τυχόν προσφυγή των ενδιαφερομένων μερών - εργοδότη και μισθωτού - στα πολιτικά δικαστήρια για την διευθέτηση των μεταξύ τους εργασιακών διαφορών, κρίση) και πάντοτε σύμφωνα με τις αρχές της καλής πίστης και των χρηστών συναλλακτικών ηθών (άρθρα 200, 288 Α.Κ.), όχι όμως πέραν του ευλόγου χρόνου διάρκειας αυτής, κατά τον οποίο οφείλονται αποδοχές, ο οποίος (εύλογος χρόνος) δεν μπορεί να υπερβεί τους πέντε μήνες, αφού μετά από αυτόν, η αποχή του μισθωτού από την εργασία του, συνιστά, κατά κρίση αντικειμενική, σιωπηρή εκ μέρους του καταγγελία της σύμβασης, εκτός εάν προσκομισθεί αντίθετη δικαστική απόφαση από την οποία να προκύπτει η μη λύση της εργασιακής σχέσης και η συνέχιση της επίσχεσης και πέραν του πενταμήνου αυτού και υπό την προϋπόθεση, βεβαίως, ότι τα ασφαλιστικά όργανα του Ι.Κ.Α. θα υιοθετήσουν τις παραδοχές της. Για το πεντάμηνο αυτό, τα εν λόγω όργανα του Ι.Κ.Α., οφείλουν να βεβαιώνουν χωρίς προσκόμματα, τον χρόνο ασφάλισης του μισθωτού, με βάση το ασφαλιστικό καθεστώς που αντιστοιχεί στην ειδικότητά του, καθώς επίσης και να εκδίδουν Πράξεις Επιβολής Εισφορών (ΠΕΕ) κατά του αρνούμενου να καταβάλει οικειοθελώς τις οφειλόμενες εισφορές του, εν λόγω χρονικού διαστήματος, εργοδότη. Η προσκόμιση, ενώπιον των ασφαλιστικών αυτών οργάνων, απόφασης πολιτικού δικαστηρίου, που εκδόθηκε μεταξύ εργοδότη και μισθωτού και αποφαίνεται για τη χρονική διάρκεια της επίσχεσης, δεν τα δεσμεύει, αφού αυτή δεν ισχύει έναντι πάντων, αλλά δύνανται, τα ασφαλιστικά αυτά όργανα, είτε να συμφωνήσουν με τις παραδοχές της απόφασης αυτής και να προβούν σε όλες τις ως άνω ενδεδειγμένες ενέργειές τους (πλήρης ασφαλιστική κάλυψη του μισθωτού και μετά το πεντάμηνο, έκδοση Π.Ε.Ε. σε βάρος του εργοδότη του κ.λπ.), είτε να κρίνουν αντιθέτως, αιτιολογώντας όμως ειδικώς την αντίθετη αυτή κρίση τους (ομοφ.)
ΝΣΚ/188/2015
Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. – Ασφάλιση των ακινήτων και του εξοπλισμού του Ιδρύματος – Συμμετοχή στη δαπάνη άλλων φορέων.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή
Βάσει των εκτεθέντων και αναλυθέντων, δεν συντρέχει αρμοδιότης (υποχρέωσις ή δικαίωμα) α) ασφαλίσεως του (συνόλου ή οιουδήποτε μέρους του) εξοπλισμού (ιατροτεχνολογικού και μη) του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. και β) αναλογικής συμμετοχής εις τα ασφάλιστρα -συμφώνως προς τον πίνακα κατανομής δαπανών εις τα κτίρια με μικτήν χρήσιν (συστέγασιν)- από Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ., Π.Ε.Δ.Υ. [«πρωτοβάθμιον εθνικόν δίκτυον υγείας» συσταθέν εις το Ε.Σ.Υ. (εθνικόν σύστημα υγείας) δυνάμει του ν. 4238/2004, άρθρο 1 παρ.2 και λειτουργούν εις τας (αποτελούσας υπηρεσίας του ελληνικού δημοσίου) Δ.Υ.Πε.], Ε.Ο.Π.Υ.Υ. (ν.π.δ.δ. συσταθέν δυνάμει του άρθρου 17 παρ.1 του ν. 3918/2011 και Κ.Ε.Α.Ο..
ΝΣΚ/773/1999
Δημόσια έργα. Σχετικά με τις ελλείψεις δικαιολογητικών σε διαγωνισμό για την ανάθεση δημόσιας σύμβασης υπηρεσιών. Συνέχιση διαγωνισμού με ένα υποψήφιο λόγω αποκλεισμού των λοιπών.Η μη υποβολή από διαγωνιζόμενο ενόρκου βεβαιώσεως ενώπιον αρμοδίας αρχής ότι ασκεί το επάγγελμα του Συμβούλου Έργων, όπως ζητούσε η διακήρυξη του διαγωνισμού ως απαραίτητο στοιχείο συμμετοχής, συνιστά λόγο αποκλεισμού από το διαγωνισμό. Νομίμως συνεχίζεται η διαδικασία του διαγωνισμού με τον μόνο απομείναντα υποψήφιο μετά τον αποκλεισμό των λοιπών υποψηφίων.
ΑΕΠΠ/280/2018
Η προσφεύγουσα επιδιώκει με την προδικαστική προσφυγή την ακύρωση της απόφασης με αρ. 41/26-02-2018 του Δ.Σ. των ……, η οποία αποφάσισε τη ματαίωση της διακήρυξης με αριθμ. 2/2017 για τον διεθνή ανοικτό μειοδοτικό δημόσιο διαγωνισμό ανάθεσης της ασφάλισης των περιουσιακών στοιχείων της ……. (CPV: 66515200-5). Το αντικείμενο της σύμβασης αφορά την ασφάλιση των περιουσιακών στοιχείων για δύο έτη με δυνατότητα παράτασης για ένα έτος, με προϋπολογιζόμενη δαπάνη 21.735.000,00 ευρώ με ΦΠΑ. Η προσφυγή διεκδικεί τη νόμιμη συνέχιση της διαδικασίας, υποστηρίζοντας ότι η ματαίωση έγινε χωρίς επαρκή νομική βάση και αιτιολογία, παραβιάζοντας το άρθρο 106 του Ν. 4412/2016.
ΕΣ/ΤΜ.6/1990/2017
Ασφάλιση περιουσιακών στοιχείων...ζητείται η ανάκληση της 264/2017 Πράξης του Ζ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου..Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη σκέψη ΙΙ της παρούσας, το Τμήμα κρίνει ότι η υποβληθείσα προς έλεγχο και φερόμενη ως δεύτερη παράταση της αρχικής από 7.7.2015 και ήδη παραταθείσας έως 8.10.2017 ασφαλιστικής σύμβασης για έξι (6) επιπλέον μήνες δεν αποτελεί συμπληρωματική σύμβαση, όπως εσφαλμένως κρίθηκε από το Κλιμάκιο, αλλά κατ’ ουσίαν απευθείας ανάθεση των οικείων υπηρεσιών, δεδομένου ότι έχει ήδη λήξει η αρχική συμβατική διάρκεια, καθώς και η τρίμηνη παράτασή της. Ακολούθως δε, το Τμήμα εξετάζει και κρίνει εξ υπαρχής, χωρίς την προηγούμενη σύμφωνη γνώμη της Ενιαίας Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Συμβάσεων (βλ. Τμ. Μείζ. – Επταμ. Σύνθ. Ελ. Συν. 506/2014), ότι πληρούνται, στη συγκεκριμένη περίπτωση, οι οριζόμενες από το άρθρο 269 του ν. 4412/2016 (ΦΕΚ Α΄ 147) προϋποθέσεις για την προσφυγή στη διαδικασία της απευθείας ανάθεσης των ελεγχόμενων υπηρεσιών, συνεκτιμώντας ότι α) αυτή κατέστη αναγκαία για λόγους κατεπείγοντος, οι οποίοι συνίστανται στη λήξη της τρίμηνης παράτασης της αρχικώς συναφθείσας σύμβασης και οφείλονται σε περιστάσεις που εκφεύγουν της σφαίρας ευθύνης της αναθέτουσας αρχής, ήτοι στην αδυναμία έγκαιρης διενέργειας του νέου διαγωνισμού, η οποία οφείλεται τόσο στην καθυστέρηση των αρμόδιων Υπουργών για την έγκριση του προϋπολογισμού της ... έτους 2017, όσο και στην τρίμηνη καθυστέρηση έκδοσης της 45150/2313/11.9.2017 απόφασης του Υπουργού Υποδομών και Μεταφορών περί έγκρισης ανάληψης πολυετούς υποχρέωσης, καθώς και στην ανάγκη μεταβολής εκ νέου των όρων της οικείας διαγωνιστικής διαδικασίας λόγω των νομοθετικών μεταβολών του ν. 4482/2017, γεγονότα που δεν ήταν δυνατόν να προβλεφθούν από την αιτούσα, καθόσον, όπως έγινε δεκτό και με την 110/2017 Πράξη του Ζ΄ Κλιμακίου, αυτή επέδειξε την απαιτούμενη επιμέλεια για την έγκαιρη σύναψη νέας σύμβασης, εκκινώντας τη σχετική διαδικασία για τη σύνταξη της προκήρυξης του νέου διαγωνισμού ήδη από τον Ιούνιο του 2016 (ένα έτος πριν από τη λήξη του αρχικού συμβατικού χρόνου), β) η ελεγχόμενη σύμβαση έχει προδήλως προσωρινό χαρακτήρα ενόψει του σύντομου χρόνου ισχύος της (εξαμήνου), γ) με την 2/2017 διακήρυξη, κατόπιν της 347/21.9.2017 απόφασης του Δ.Σ. της αιτούσας, έχει προκηρυχθεί η διενέργεια ηλεκτρονικού διεθνούς ανοικτού διαγωνισμού για την ανάθεση των επίμαχων υπηρεσιών για δύο (2) έτη, με δυνατότητα παράτασης για ένα (1) επιπλέον έτος και καταληκτική ημερομηνία υποβολής προσφορών την 21.11.2017 και δ) συντρέχει αδήριτη ανάγκη για τη συνέχιση της ασφάλισης των περιουσιακών στοιχείων της πρώην «….» προς το σκοπό της απρόσκοπτης και ασφαλούς εκτέλεσης του συγκοινωνιακού έργου.Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, πρέπει να γίνει δεκτή η κρινόμενη αίτηση ανάκλησης, να ανακληθεί η 264/2017 Πράξη του Ζ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου και να επιτραπεί να υπογραφεί το ελεγχόμενο σχέδιο σύμβασης μεταξύ της αιτούσας … και της εταιρείας «..» για την ασφάλιση περιουσιακών στοιχείων της πρώην «...».
ΕΣ/ΤΜ.6/1990/2017
Ζητείται η ανάκληση της 264/2017 Πράξης του Ζ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου(...)Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη σκέψη ΙΙ της παρούσας, το Τμήμα κρίνει ότι η υποβληθείσα προς έλεγχο και φερόμενη ως δεύτερη παράταση της αρχικής από 7.7.2015 και ήδη παραταθείσας έως 8.10.2017 ασφαλιστικής σύμβασης για έξι (6) επιπλέον μήνες δεν αποτελεί συμπληρωματική σύμβαση, όπως εσφαλμένως κρίθηκε από το Κλιμάκιο, αλλά κατ’ ουσίαν απευθείας ανάθεση των οικείων υπηρεσιών, δεδομένου ότι έχει ήδη λήξει η αρχική συμβατική διάρκεια, καθώς και η τρίμηνη παράτασή της. Ακολούθως δε, το Τμήμα εξετάζει και κρίνει εξ υπαρχής, χωρίς την προηγούμενη σύμφωνη γνώμη της Ενιαίας Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Συμβάσεων (βλ. Τμ. Μείζ. – Επταμ. Σύνθ. Ελ. Συν. 506/2014), ότι πληρούνται, στη συγκεκριμένη περίπτωση, οι οριζόμενες από το άρθρο 269 του ν. 4412/2016 (ΦΕΚ Α΄ 147) προϋποθέσεις για την προσφυγή στη διαδικασία της απευθείας ανάθεσης των ελεγχόμενων υπηρεσιών, συνεκτιμώντας ότι α) αυτή κατέστη αναγκαία για λόγους κατεπείγοντος, οι οποίοι συνίστανται στη λήξη της τρίμηνης παράτασης της αρχικώς συναφθείσας σύμβασης και οφείλονται σε περιστάσεις που εκφεύγουν της σφαίρας ευθύνης της αναθέτουσας αρχής, ήτοι στην αδυναμία έγκαιρης διενέργειας του νέου διαγωνισμού, η οποία οφείλεται τόσο στην καθυστέρηση των αρμόδιων Υπουργών για την έγκριση του προϋπολογισμού της Ο.Σ.Υ. Α.Ε. έτους 2017, όσο και στην τρίμηνη καθυστέρηση έκδοσης της 45150/2313/11.9.2017 απόφασης του Υπουργού Υποδομών και Μεταφορών περί έγκρισης ανάληψης πολυετούς υποχρέωσης, καθώς και στην ανάγκη μεταβολής εκ νέου των όρων της οικείας διαγωνιστικής διαδικασίας λόγω των νομοθετικών μεταβολών του ν. 4482/2017, γεγονότα που δεν ήταν δυνατόν να προβλεφθούν από την αιτούσα, καθόσον, όπως έγινε δεκτό και με την 110/2017 Πράξη του Ζ΄ Κλιμακίου, αυτή επέδειξε την απαιτούμενη επιμέλεια για την έγκαιρη σύναψη νέας σύμβασης, εκκινώντας τη σχετική διαδικασία για τη σύνταξη της προκήρυξης του νέου διαγωνισμού ήδη από τον Ιούνιο του 2016 (ένα έτος πριν από τη λήξη του αρχικού συμβατικού χρόνου), β) η ελεγχόμενη σύμβαση έχει προδήλως προσωρινό χαρακτήρα ενόψει του σύντομου χρόνου ισχύος της (εξαμήνου), γ) με την 2/2017 διακήρυξη, κατόπιν της 347/21.9.2017 απόφασης του Δ.Σ. της αιτούσας, έχει προκηρυχθεί η διενέργεια ηλεκτρονικού διεθνούς ανοικτού διαγωνισμού για την ανάθεση των επίμαχων υπηρεσιών για δύο (2) έτη, με δυνατότητα παράτασης για ένα (1) επιπλέον έτος και καταληκτική ημερομηνία υποβολής προσφορών την 21.11.2017 και δ) συντρέχει αδήριτη ανάγκη για τη συνέχιση της ασφάλισης των περιουσιακών στοιχείων της πρώην «Ε.Θ.Ε.Λ. Α.Ε.» προς το σκοπό της απρόσκοπτης και ασφαλούς εκτέλεσης του συγκοινωνιακού έργου.Ανακαλεί την 264/2017 Πράξη του Ζ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
ΑΕΠΠ/173/2020
Παροχή υπηρεσιών καθαριότητας...Επειδή, περαιτέρω με τον δεύτερο λόγο του ο προσφεύγων προβάλλει ότι είναι αδικαιολόγητος και αντιανταγωνιστικός ο όρος 2.2.7.70 που θεσπίζει κριτήριο επιλογής περί του ότι ο προσφέρων πρέπει να «διαθέτει ασφαλιστήριο αστικής ευθύνης τουλάχιστον 2.500.000,00 ευρώ», όρος που όμως ήδη με τις από 9-1-2020 διευκρινίσεις της αναθέτουσας τροποποιήθηκε ως εξής «Σχετικά με το ύψος της ασφαλιστικής κάλυψης Αριθμός Απόφασης: 173/2020 6 των επαγγελματικών κινδύνων που απαιτείται από τη διακήρυξη (παρ. 2.2.7.68) μειώνεται το ύψος της ασφάλισης, στο ποσό που αντιστοιχεί στο 100% της σύμβασης χωρίς ΦΠΑ, ήτοι 1.280.000 ευρώ.». Παρά ταύτα και παρά την παράταση υποβολής προσφορών έως και την 23-1-2020, ο προσφεύγων δεν υπέβαλε προσφορά, καίτοι η απαίτηση συνολικής κάλυψης του ασφαλιστηρίου μειώθηκε στο 100% της εκτιμώμενης αξίας της υπό ανάθεση σύμβασης. Σε κάθε όμως περίπτωση, δεν προβάλλει ότι η απαίτηση ασφάλισης αστικής ευθύνης σε ποσό ίσο με αυτό της εκτιμώμενης αξίας της σύμβασης είναι τυχόν υπέρμετρη και αδικαιολόγητη. Εξάλλου, μια τέτοια απαίτηση που μάλιστα αφορά ποσό ίσο με αυτό του προϋπολογισμού της διακήρυξης άνευ ΦΠΑ προκύπτει όλως εύλογη και δικαιολογημένη σε σχέση με το προφανές συμφέρον της αναθέτουσας να διασφαλιστεί έναντι κάθε κινδύνου και ζημίας τυχόν προκύψει από αντισυμβατική συμπεριφορά του αναδόχου ή ευθύνη έναντι τρίτων που θα βλαφθούν από τις υπηρεσίες του, ενώ εξάλλου, δεν απαιτήθηκε η ασφάλιση αυτή να αφορά ειδικά την υπό ανάθεση σύμβαση, αλλά κάθε επιχειρηματική δραστηριότητα του οικονομικού φορέα και άρα το όριο της, ανερχόμενο στην εκτιμώμενη αξία της διακήρυξης, συνιστά ένα ποσό συνολικής ασφαλιστικής κάλυψης με πεδίο αναφοράς πλήθος άλλων τυχόν πεδίων ευθύνης πλην αυτού της συγκεκριμένης διαδικασίας και άρα, η δια τέτοιας απαίτησης και δη τέτοιου ποσού κάλυψης, καλυπτόμενη εν τέλει βλάβη στο πλαίσιο της προκείμενης σύμβασης ενδεχομένως να είναι μικρότερη, αφού δια του παραπάνω ποσού καλύπτεται κάθε αστική ευθύνη της επιχείρησης και όχι αποκλειστικά από την προκείμενη σύμβαση. Επιπλέον, ακριβώς δεδομένου ότι δεν απαιτήθηκε η ασφάλιση να συναφθεί αποκλειστικά για την επίδικη σύμβαση, όρος που θα ήταν ενδεχομένως ιδιαίτερα περιοριστικός και συνεπαγόμενος σημαντικό κόστος για τους οικονομικούς φορείς, αλλά τέθηκε ως ένα κριτήριο οικονομικής και χρηματοοικονομικής επάρκειας που αφορά την εν γένει δραστηριότητα του οικονομικού φορέα, όπως αντίστοιχα ο κύκλος εργασιών, δεν προκύπτει ότι είναι ούτε δυσανάλογος σε σχέση με τον επιδιωκόμενο σκοπό ανάδειξης φερέγγυου αναδόχου ούτε ιδιαίτερα περιοριστικός και αδικαιολόγητος. Άλλωστε, κατ’ άρ. 75 παρ. 3 Ν. 4412/2016 οι αναθέτουσες αρχές δύνανται να θεσπίζουν κριτήρια επιλογής κατά τα οποία οι οικονομικοί φορείς θα πρέπει να «διαθέτουν την αναγκαία οικονομική και χρηματοδοτική ικανότητα για την εκτέλεση της σύμβασης. Για το σκοπό αυτόν, οι αναθέτουσες αρχές … Μπορούν επίσης να απαιτούν κατάλληλο επίπεδο ασφαλιστικής κάλυψης έναντι επαγγελματικών κινδύνων.». Άρα, ρητά εκ του νόμου η ασφάλιση έναντι επαγγελματικών κινδύνων καταλλήλου επιπέδου, ορίζεται ως παραδεκτό κριτήριο επιλογής, ενώ ως τέτοιο κατάλληλο επίπεδο αν μη τι άλλο προδήλως παραδεκτά μπορεί να οριστεί το ανώτατο ύψος της υπό σύναψη σύμβασης, ιδίως αφού η ασφαλιστική κάλυψη δεν θα προορίζεται ειδικώς για την τελευταία, αλλά ως ένας δείκτης και ένα εχέγγυο ότι ο ανάδοχος μπορεί να καλύψει τυχόν ζημίες εκ της εκτέλεσης των συμβατικών του υποχρεώσεων, σε περίπτωση αρνητικής εξέλιξης. Ακόμη, ο προσφεύγων ουδόλως προσδιορίζει ποιο τυχόν ύψος θα ήταν εύλογο και από ποιο σημείο και άνω, η απαίτηση καθίσταται κατ’ αυτόν αδικαιολόγητη. Επίσης, ουδόλως αναφέρει ούτε στοιχειοθετεί ότι αυτός εμποδίζεται τυχόν να αποκτήσει το προσόν αυτό, ακόμη και δια στήριξης σε ικανότητες τρίτων και ως προς ποιο επίπεδο και άνω, αλλά αορίστως βάλλει κατ’ αυτού. Ομοίως αορίστως προβάλλει ότι αποκλείονται εκ του ως άνω όρου όλες εκτός από συγκεκριμένες ή συγκεκριμένη εταιρία, που δεν κατονομάζει, ενώ εξάλλου η τυχόν κατοχή από έναν οικονομικό φορέα τέτοιου ύψους ασφαλιστηρίου, ουδόλως εμποδίζει τον ίδιο και οιονδήποτε τρίτο να το αποκτήσει και αυτός το προσόν αυτό. Eξάλλου, η μη κατοχή από τον οικονομικό φορέα συγκεκριμένου ζητούμενου προσόντος δεν σημαίνει ότι η απαίτηση είναι αντιανταγωνιστική, πολλώ δε μάλλον φωτογραφική υπέρ οιουδήποτε άλλου ή ακόμη και περισσοτέρων που την πληρούν. Ακόμη, κατ’ άρ. 346 και 360 παρ. 1 Ν. 4412/2016, το δικαίωμα προδικαστικής προστασίας κατοχυρώνεται υπέρ οικονομικών φορέων προς προστασία του δικαιώματος τους να συμμετάσχουν σε διαδικασία ανάθεσης δημόσιας σύμβασης και να τη διεκδικήσουν για να την αναλάβουν, άρα υπέρ οικονομικών φορέων με πρόθεση συμμετοχής σε τέτοια διαδικασία, που όμως παρεμποδίζονται ως προς το δικαίωμα τους αυτό από συγκεκριμένους προσβαλλόμενους εξ αυτών όρων.Σε κάθε περίπτωση, ο προσφεύγων εν τέλει δεν υπέβαλε προσφορά, καίτοι το απαιτούμενο επίπεδο κάλυψης μειώθηκε κατά 48,8% και άρα, δεν προκύπτει εν τέλει, και δια τούτου, η πρόθεση του να μετάσχει όντως στη διαδικασία, συμμετοχή που τυχόν εμποδιζόταν ειδικώς δια των προσβαλλόμενων όρων. Τα ανωτέρω δε, που ισχύουν και για τον πρώτο ανωτέρω λόγο του, ισχύον επιπλέον του ότι στον διαγωνισμό εν τέλει υπεβλήθησαν δύο προσφορές, οι οποίες επικαλούνται την πλήρωση των προκείμενων προσβαλλόμενων όρων του πρώτου και του δεύτερου λόγου της προσφυγής. Άρα, ασχέτως εκπροθέσμου της προσφυγής, και ο δεύτερος λόγος της προσφυγής προκύπτει και αβάσιμος, αλλά και περαιτέρω, απαράδεκτος λόγω έλλειψης ειδικότερου επί των ισχυρισμών του εννόμου συμφέροντος.
ΕΣ/Τμ4(ΚΠΕ)/9/2014
ΠΑΡΟΧΗ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ: Μη νόμιμη (...) Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν στις νομικές σκέψεις που προηγήθηκαν, μη νομίμως προσέφυγε το Πανεπιστήμιο -μετά την από 13.9.2012 ματαίωση του διενεργηθέντος βάσει της 3/2010 διακήρυξης διαγωνισμού- στη διαδικασία της από Δεκέμβριο 2012 διαπραγμάτευσης με τις εταιρείες που είχαν συμμετάσχει στον ματαιωθέντα διαγωνισμό, καθόσον οι υποβληθείσες στο διαγωνισμό αυτόν προσφορές δεν δύνανται να χαρακτηρισθούν –κατά την έννοια του άρθρου 2 παρ. 13 Ι εδαφ. α΄ του ν. 2286/1995- ως μη κανονικές κατ’ επίκληση του οικονομικώς ασύμφορου χαρακτήρα τους ενόψει της επιγενόμενης της διενέργειας του διαγωνισμού και κατακύρωσης του αποτελέσματος αυτού (26.10.2010) μείωσης του εργατικού κόστους με την 6/28.2.2012 ΠΥΣ, Περαιτέρω δε η μείωση του ποσού της εγγυητικής επιστολής συμμετοχής συνεπεία της μείωσης της προϋπολογιζόμενης δαπάνης (ποσό 170.000 ευρώ σύμφωνα με την από Δεκέμβριο 2012 πρόσκληση σε διαπραγμάτευση έναντι ποσού 350.000 ευρώ σύμφωνα με τη 3/2010 διακήρυξη του ματαιωθέντος διαγωνισμού), καθώς και η τροποποίηση του αντικειμένου του έργου (απασχόληση 77 φυλάκων σύμφωνα με την πρόσκληση σε διαπραγμάτευση έναντι 157 φυλάκων σύμφωνα με την διακήρυξη του ανοικτού διαγωνισμού) αποτελούν ουσιώδεις τροποποιήσεις των όρων της αρχικής διακήρυξης, καθόσον δύνανται να επιφέρουν τη συμμετοχή και άλλων υποψηφίων πέραν αυτών που συμμετείχαν στον ματαιωθέντα διαγωνισμό. Περαιτέρω, η προσφυγή στη διαπραγμάτευση με τις εταιρείες που είχαν συμμετάσχει στον ματαιωθέντα διαγωνισμό δεν δύναται να δικαιολογηθεί ούτε κατ’ επίκληση του άρθρου 2 παρ. 13 V του ν. 2286/1995, ήτοι επείγουσας ανάγκης οφειλόμενης σε απρόβλεπτες περιστάσεις που δεν ανάγονται στη σφαίρα ευθύνης της αναθέτουσας αρχής. Τούτο διότι η διάταξη αυτή παρέχει στην αναθέτουσα αρχή την ευχέρεια να προσφύγει στην εξαιρετική διαδικασία της διαπραγμάτευσης, για ανάθεση υπηρεσιών που είναι αναγκαίες για την άμεση εξυπηρέτηση των αναγκών που προέκυψαν εξαιτίας απρόβλεπτων γεγονότων και όχι για να καλυφθούν οι τακτικές ανάγκες της αναθέτουσας αρχής. Εν προκειμένω, η ματαίωση του διαγωνισμού στις 13.9.2012 συνεπεία της λήξης της ισχύος των προσφορών και μείωσης του εργατικού κόστους μετά την 6/28.2.2012 ΠΥΣ συνιστά μεν απρόβλεπτη περίσταση, μη οφειλόμενη σε υπαιτιότητα του Πανεπιστημίου, δικαιολογεί, όμως, την ανάθεση των υπηρεσιών φύλαξης μόνο για το χρονικό διάστημα που κρίνεται απολύτως αναγκαίο για την προκήρυξη και διενέργεια τακτικού διαγωνισμού και όχι την ανάθεση μετά από διαπραγμάτευση του συνολικού αντικειμένου του ματαιωθέντος διαγωνισμού (ήτοι για δύο έτη, με δικαίωμα προαίρεσης για ένα επιπλέον έτος). Συνακόλουθα, και για τους ίδιους ακριβώς λόγους η απευθείας ανάθεση των υπηρεσιών φύλαξης του Πανεπιστημίου στη φερόμενη ως δικαιούχο των ελεγχόμενων χρηματικών ενταλμάτων εταιρεία κατά το επίμαχο χρονικό διάστημα μηνών Φεβρουαρίου, Μαρτίου και Απριλίου 2013 ομοίως δεν βρίσκει έρεισμα στις προαναφερόμενες διατάξεις του άρθρου 2 παρ. 13 V του ν. 2286/1995. Ειδικότερα, μετά τη ματαίωση του διαγωνισμού στις 13.9.2012 δικαιολογείτο η απευθείας ανάθεση των υπηρεσιών φύλαξης για το χρονικό διάστημα που ήταν απολύτως αναγκαίο για την τήρηση των προθεσμιών διενέργειας νέου τακτικού διαγωνισμού. Κατά τους επίμαχους δε μήνες, είχε πλέον παρέλθει ικανό χρονικό διάστημα, εντός του οποίου το Πανεπιστήμιο όφειλε να έχει προκηρύξει τακτικό διαγωνισμό. Αλυσιτελώς, προβάλλει συναφώς το Πανεπιστήμιο ότι μετά τη ματαίωση του διαγωνισμού θεωρήθηκαν τα εντάλματα από τον Επίτροπο, καθόσον αυτά θεωρήθηκαν, όπως επιτάσσει ο νόμος, για ένα εύλογο χρονικό διάστημα, προκειμένου να καλυφθούν οι άμεσες και επιτακτικές ανάγκες του Πανεπιστημίου σε υπηρεσίες φύλαξης που προέκυψαν μετά την απρόβλεπτη ματαίωση του τακτικού διαγωνισμού και να παρασχεθεί στο Πανεπιστήμιο η δυνατότητα να προκηρύξει νέο τακτικό διαγωνισμό. Άλλωστε, οι επίμαχες απευθείας αναθέσεις δεν μπορούν να εκληφθούν ούτε ως νόμιμη παράταση της από 22.1.2008 σύμβασης μεταξύ του Πανεπιστημίου και της φερόμενης ως δικαιούχου των χρηματικών ενταλμάτων εταιρείας, καθόσον η παράταση αυτή δεν βρίσκει νόμιμο έρεισμα ούτε σε διάταξη της κείμενης νομοθεσίας ούτε όμως και στο άρθρο 9 της ως άνω αρχικής σύμβασης, στο οποίο προβλεπόταν ότι «Η σύμβαση μπορεί να τροποποιηθεί, όταν συμφωνήσουν γι’ αυτό τα συμβαλλόμενα μέρη», ενόψει της αόριστης διατύπωσης του άρθρου αυτού, στο οποίο δεν γίνεται ρητή αναφορά σε δυνατότητα παράτασης ούτε στους ειδικότερους όρους (ποιοτικούς και ποσοτικούς) αυτής. Τέλος, κατά τα βασίμως προβαλλόμενα από τον Επίτροπο, λαμβανομένης υπόψη της προϋπολογιζόμενης δαπάνης της από Δεκέμβριο 2012 πρόσκλησης σε διαπραγμάτευση ποσού 2.764.227,64 ευρώ (μη συμπεριλαμβανομένου Φ.Π.Α.), που αντιστοιχεί σε ετήσια δαπάνη ποσού 1.382.113,82 ευρώ, η ως άνω περιγραφόμενη τακτική των τμηματικών επιμέρους αναθέσεων των επίμαχων υπηρεσιών φύλαξης στη φερόμενη ως δικαιούχο των ελεγχόμενων χρηματικών ενταλμάτων εταιρεία (η οποία τακτική συνεχίζεται από τη ματαίωση του διαγωνισμού στις 13.9.2012 ήδη για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο του έτους, καθόσον δεν έχει υποβληθεί ακόμη προς έλεγχο σχέδιο σύμβασης με τον μειοδότη της διαδικασίας διαπραγμάτευσης) καταστρατηγεί τις διατάξεις περί προσυμβατικού ελέγχου από το αρμόδιο Κλιμάκιο του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
ΕΣ/ΤΜ.6/1979/2020
Εκπόνηση μελετών περιβαλλοντικών αδειοδοτήσεων...ζητείται η ανάκληση της 294/2020 Πράξης του Ζ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου...Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα προς όσα εκτέθηκαν στη σκέψη 2 της παρούσας, το Τμήμα κρίνει ότι η πρόβλεψη στη διακήρυξη, ως κριτηρίου οικονομικής επάρκειας, της υποχρέωσης κάθε προσφέροντος να διαθέτει εν ισχύ ασφαλιστική κάλυψη με όριο αποζημίωσης ανά απαίτηση μεγαλύτερο από 1.000.000,00 ευρώ, που σκοπεί στην απόδειξη της οικονομικής ευρωστίας των διαγωνιζόμενων και στη δυνατότητά τους να αποζημιώσουν την αναθέτουσα αρχή σε περίπτωση επέλευσης του ασφαλιστικού κινδύνου, όσον αφορά σε μεμονωμένους υποψηφίους, έχει κατ’ αρχήν διαμορφωθεί σε εύλογο ύψος, δοθέντος ότι το όριο αποζημίωσης είναι ανάλογο με τη συνολική προεκτιμώμενη αξία της υπό ανάθεση μελέτης. Πλην όμως, εφόσον α) κατά τη διακήρυξη επιτρέπεται η συμμετοχή στον διαγωνισμό ενώσεων μελετητών, β) η υπό ανάθεση σύνθετη μελέτη περιλαμβάνει την εκπόνηση περισσότερων επιμέρους μελετών, υπαγόμενων σε διαφορετικές κατηγορίες, η μερική προϋπολογιζόμενη δαπάνη των οποίων, κυμαινόμενη από 30.000 ευρώ έως 500.000 ευρώ, προφανώς υπολείπεται του συνολικού αθροίσματος αυτών, γ) ανεξαρτήτως της υποχρέωσης υποβολής ενιαίας προσφοράς για το σύνολο του δημοπρατούμενου αντικειμένου, κάθε μέλος μιας ένωσης μελετητών δύναται να συμμετέχει σε επιμέρους μόνο κατηγορίες από τις δημοπρατούμενες μελέτες, ανάλογα με την τεχνική και επαγγελματική ικανότητα που διαθέτει, πρέπει, κατά την κρίση του Τμήματος, να γίνει δεκτό ότι το επίπεδο οικονομικής επάρκειας που απαιτείται να διαθέτουν τα μέλη των ανωτέρω ενώσεων πρέπει να είναι ανάλογο του οικονομικού μεγέθους της σύμβασης που προτίθενται να αναλάβουν. Κατά τούτο, η προβλεπόμενη στο άρθρο 19.2 της διακήρυξης απαίτηση κατά την οποία, σε περίπτωση υποβολής προσφοράς από ένωση οικονομικών φορέων, το ανωτέρω κριτήριο οικονομικής επάρκειας (που κατά τα προαναφερθέντα συναρτάται με τον συνολικό προϋπολογισμό της σύμβασης) πρέπει να ικανοποιείται από ένα τουλάχιστον μέλος της ένωσης ανά κατηγορία μελέτης, ανεξάρτητα από το μέγεθος της επιμέρους κατηγορίας στην οποία συμμετέχει, συνιστά δυσανάλογο περιορισμό στη δυνατότητα συμμετοχής στον διαγωνισμό, ιδίως για τις κατηγορίες μελετών με συγκριτικώς πολύ μικρό οικονομικό αντικείμενο (όπως εν προκειμένω η τοπογραφική, η γεωλογική και η περιβαλλοντική μελέτη) και, επομένως, αντίκειται στο άρθρο 75 παρ. 2 του ν. 4412/2016. Προς τούτο, άλλωστε, συνηγορεί και η διατύπωση της διάταξης του άρθρου 22.2 της διακήρυξης (η οποία ευλόγως αποτυπώνεται στα Πρότυπα Τεύχη διακηρύξεων μελετών), κατά την οποία «Η πλήρωση των απαιτήσεων της οικονομικής και χρηματοοικονομικής επάρκειας (…) του άρθρου 19.2 (…) αρκεί να ικανοποιείται αθροιστικά από τα μέλη της ένωσης», διάταξη ωστόσο που η αναθέτουσα αρχή επιχείρησε να αδρανοποιήσει με την κρίσιμη αμφισβητούμενη διάταξη. Εξάλλου, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται, προς αντίκρουση των προβλεπομένων στο άρθρο 254 παρ. 3 του ν. 4412/2016 (βλ. και άρθρο 19 παρ. 2 του ν. 4412/2016), ότι η πλήρωση του κρίσιμου κριτηρίου οικονομικής επάρκειας από ένα μόνο μέλος της ένωσης γενικά και όχι ανά κατηγορία μελέτης, δεν αρκεί, καθόσον τούτο θα οδηγούσε σε αδυναμία ενεργοποίησης της ασφαλιστικής κάλυψης σε περίπτωση που το ασφαλιζόμενο μέλος της ένωσης δεν συμμετείχε στην εκπόνηση της επιμέρους μελέτης στο πλαίσιο της οποίας επήλθε ο ασφαλιζόμενος κίνδυνος.(...)Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, το Τμήμα κρίνει, κατά πλειοψηφία, ότι η υπό κρίση προσφυγή ανάκλησης και η υπέρ αυτής ασκηθείσα παρέμβαση πρέπει να απορριφθούν, το δε αχρεωστήτως καταβληθέν παράβολο πρέπει να επιστραφεί στην προσφεύγουσα.Αποφαίνεται ότι δεν πρέπει να ανακληθεί η 294/2020 Πράξη του Ζ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
ΑΝΑΘΕΩΡΗΘΗΚΕ ΜΕ ΤΗΝ ΕΣ/ΕΛΑΣΣΟΝΑ ΟΛΟΜ/2494/2020