ΝΣΚ/267/2009
Τύπος: Γνωμοδότησεις Ν.Σ.Κ.
Κοινωφελές ίδρυμα. Σύμβαση μακροχρόνιας μίσθωσης ακινήτου σε ανώνυμη εταιρεία ως ξενοδοχειακή εγκατάσταση. Πράξεις συνήθους διαχειρίσεως της περιουσίας. Άσκηση ή μη της κρατικής εποπτείας.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή
Η σύμβαση της μακροχρόνιας μισθώσεως ακινήτου κοινωφελούς ιδρύματος, εξαιρεθέντος κατ’ άρθρο 97 παρ. 3 Α.Ν. 2039/1939 της εποπτείας του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών (ΥΠΟΙΟ), ενόψει και του προορισμού του ακινήτου, εντάσσεται στην κατηγορία των πράξεων συνήθους διαχειρίσεως ξενοδοχειακών εγκαταστάσεων και συνεπώς δεν αποτελεί αντικείμενο της κατ’ εξαίρεση για το ίδρυμα παραμένουσας στον Υπουργό Οικονομίας και Οικονομικών εποπτείας επί θεμάτων διατηρήσεως της καταλειπομένης περιουσίας. (πλειοψ.)
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΝΣΚ/14/2025
Ερωτάται, κατόπιν του με αριθμ. πρωτ. 32658/24-07-2024 αιτήματος της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «S…A.E.», μισθώτριας ενός διατηρητέου ακινήτου κοινωφελούς περιουσίας, που προέρχεται από το κληροδότημα Δ. Θωμαΐδη, το οποίο διαχειρίζεται το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο (Ε.Μ.Π.), αν υφίσταται δυνατότητα, μετά τη λήξη της μακροχρόνιας μίσθωσης να συμφωνηθεί η ανανέωσή της για χρόνο ίσο ή και βραχύτερο της αρχικής διάρκειας της μίσθωσης και με τους ίδιους ή επουσιωδώς διαφορετικούς όρους, καθόσον η μισθώτρια προγραμματίζει να προβεί σε νέες εργασίες συντήρησης και ανακαίνισης του ακινήτου υψηλού κόστους.(....)Υπό τα δεδομένα του ερωτήματος, δεν είναι δυνατή, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 24 παρ. 10, 42 παρ. 3 και 4 και 58 παρ. 1 του ν. 4182/2013, όπως ισχύουν, η ανανέωση μετά τη λήξη της μακροχρόνιας μίσθωσης ακινήτου κοινωφελούς περιουσίας, που προέρχεται από κληροδότημα και διαχειρίζεται το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, δοθέντος ότι με την ισχύουσα από 31-10-2019 σύμβαση ανανεώθηκε η μίσθωση, κατ’ επίκληση του άρθρου 24 παρ. 10 του ν. 4182/2013, στο ανώτατο προβλεπόμενο χρονικό όριο (ομόφωνα).
ΝΣΚ/192/2014
Εγκυρότητα ή μη συμβάσεων εργασίας με εργοδότη το Ίδρυμα Αποδήμου Ελληνισμού, ευθύνη για καταβολή του μισθού και των ασφαλιστικών εισφορών, ευθύνη για κρατικά όργανα από άσκηση εποπτείας, έλλειψη διοίκησης του Ιδρύματος και ευθύνη για τη φύλαξη και διοίκηση της κινητής του περιουσίας.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
1α) Οι συναφθείσες συμβάσεις εργασίας μεταξύ του Ιδρύματος Αποδήμου Ελληνισμού και των εργαζομένων του είναι έγκυρες, β), γ) ο εργοδότης (Ίδρυμα Απόδημου Ελληνισμού), ευθύνεται για την καταβολή του μισθού και των ασφαλιστικών εισφορών των εργαζομένων, δ) ως προς την κρατική ευθύνη για πράξεις και παραλείψεις στο πλαίσιο εποπτείας του Ιδρύματος, δεν μπορεί να τύχει απαντήσεως κατά το άρθρο 6 παρ.6 του ν. 3086/2002 του Οργανισμού ΝΣΚ, δεν μπορεί να εναχθεί το Δημόσιο παραδεκτά και βάσιμα από τους εργαζομένους στο Ίδρυμα για την καταβολή του μισθού. 2α) Σε περίπτωση έλλειψης διοικήσεως του νομικού προσώπου, συντρέχει λόγος διορισμού της από το δικαστήριο. Μέχρι τον ορισμό προσωρινής διοίκησης δεν προκύπτει για το Δ.Σ. του Ιδρύματος, αρμοδιότητα διαχείρισης και φύλαξης της κινητής του περιουσίας. Η αρμόδια αρχή, κατ’ αναλογική εφαρμογή του άρθρου 5 του ν. 4182/2013 μέχρι τον ορισμό προσωρινής διοίκησης, είναι αρμόδια για τη διαχείριση και φύλαξή της, β) ενδεχόμενη η ευθύνη της αρμόδιας αρχής, εάν διαπιστωθούν συγκεκριμένες πράξεις ή παραλείψεις της ως προς τη διαχείριση και φύλαξή της μέχρι τον ορισμό προσωρινής διοίκησης. (ομοφ.) ΑΠΟΔΕΚΤΗ
ΝΣΚ/214/2006
Μεταβίβαση περιουσίας σε συσταθέν ίδρυμα. Δυνατότητα εκποίησης περιουσιακών στοιχείων μέχρι θανάτου ιδρυτή. Διαδικασία. Εποπτεία Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή
Η αφιερωθείσα με τη συμβολαιογραφική πράξη συστάσεως του Ιδρύματος ακίνητη περιουσία πρέπει να μεταβιβασθεί με συμβολαιογραφικά έγγραφα, που θα μεταγραφούν, και τις περιλήψεις αυτών συντάσσει ο συμβ/φος. Οφείλονται κατ’ αρχήν δικαιώματα συμβολαιογράφου, φύλακα υποθηκών και Ταμείου Νομικών. Σε περίπτωση εκποιήσεως ακινήτων από τον ιδρυτή πριν από τη μεταβίβασή τους στο ίδρυμα, θα εφαρμοσθούν όσα ορίζονται σχετικά στη συστατική πράξη και όχι στον ΑΝ 2039/1939.
ΝΣΚ/27/2006
Νομιμοποίηση Οικονομικής Επιθεώρησης του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών, να διενεργήσει οικονομικό και διαχειριστικό έλεγχο στα στρατιωτικά νοσοκομεία, και συγκεκριμένα στο Ν.Ν.Α. και στο Ν.Ι.Μ.Τ.Σ.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή
Α) Αποκλείεται ρητά η διενέργεια οικονομικού και διαχειριστικού ελέγχου στις διαχειρίσεις χρηματικού και υλικού, καθώς και στους υπολόγους του Ν.Ν.Α., από τους Οικονομικούς Επιθεωρητές του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών, εφόσον η αρμοδιότητα αυτή ανήκει αποκλειστικά, σύμφωνα με τις ειδικές δημοσιολογιστικές διατάξεις του Λογιστικού των Ενόπλων Δυνάμεων, στους Οικονομικούς Επιθεωρητές του οικείου Κλάδου των Ε.Δ., και κατά περίπτωση στο κλιμάκιο των Οικονομικών Επιθεωρητών και των τριών Κλάδων των Ε.Δ., κατόπιν διαταγής του Αρχηγού αυτών. Β) Είναι δυνατή η διενέργεια οικονομικής επιθεώρησης αυτοτελώς από τους Οικονομικούς Επιθεωρητές του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών επί της διαχειρίσεως των κεφαλαίων και της περιουσίας μόνον του Ν.Ι.Μ.Τ.Σ., σύμφωνα με την προβλεπόμενη στις οικείες διατάξεις διαδικασία. Σε κάθε περίπτωση, είναι δυνατή η διενέργεια οικονομικής επιθεώρησης από τους αρμόδιους Οικονομικούς Επιθεωρητές του Ελεγκτικού Σώματος Στρατού, τόσο στις χρηματικές διαχειρίσεις, όσο και στους υπολόγους του Ν.Ι.Μ.Τ.Σ., κατόπιν αποφάσεως του εποπτεύοντος το εν λόγω Ν.Π.Δ.Δ., Υπουργού Εθνικής Αμύνης, σύμφωνα με την προβλεπόμενη στις οικείες διατάξεις του Στρατιωτικού Κανονισμού Ελεγκτικού Σώματος, διαδικασία.
ΝΣΚ/29/2010
Κοινωφελείς σκοποί – Εκμίσθωση ακινήτων άνευ δημοπρασίας – Ειδικοί εξαιρετικοί λόγοι.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
Η δυνατότητα απ’ ευθείας εκμισθώσεως των ακινήτων κοινωφελούς σκοπού σε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, συντρέχει στην περίπτωση της διενέργειας κατ’ ελάχιστον τεσσάρων ατελέσφορων - άγονων δημοπρασιών υπό την προϋπόθεση ότι, οι χρόνοι διενεργείας τους απέχουν μεταξύ τους μεγάλο διάστημα και είναι επίκαιρες αναφορικά με το χρόνο λήψεως της αποφάσεως για τη μη διενέργεια δημοπρασίας και ότι επιπλέον για τις ατελέσφορες αυτές δημοπρασίες έχουν τηρηθεί οι ουσιαστικές και τυπικές διατυπώσεις δημοσιότητας, που προβλέπονται από τις οικείες διατάξεις του Β.Δ/τος της 30-11/4-12-1939. Το γεγονός αυτό όμως, αυτοτελώς, δεν συνεπάγεται άνευ ετέρου την προσφυγή στη διαδικασία του άρθρου 94, του αρμοδίου γνωμοδοτικού οργάνου, οφείλοντος να συνεκτιμά πάντοτε τα δεδομένα της συγκεκριμένης περιπτώσεως και άλλες ενδεχομένως συντρέχουσες περιστάσεις. (ομοφ.) Προϋπόθεση για την απ’ ευθείας εκμίσθωση ακινήτων κοινωφελούς σκοπού στην περίπτωση αυτή, είναι η επίτευξη μισθώματος ανταποκρινόμενου στην αγοραία μισθωτική αξία του ακινήτου. (πλειοψ.) Η άνευ δημοπρασίας εκμίσθωση ακινήτου ανήκοντος κατά ποσοστό εξ’ αδιαιρέτου σε ίδρυμα, είναι δυνατή μόνο κατά τις προϋποθέσεις του άρθρου 94 του ΑΝ 2039/1939. Λόγω της φύσεως των διατάξεων των άρθρων 72, 74 και 94 του ΑΝ 2039/1939, που αφορούν την διαχείριση και εκμίσθωση της υπέρ κοινωφελών σκοπών περιουσίας ως διατάξεων μη δημοσίας τάξεως, υπερισχύει η βούληση του διαθέτη για τον τρόπο εκτελέσεως των διατάξεων της διαθήκης του, περιοριζόμενου του κατά το άρθρο 2 παρ.3 του ως άνω ΑΝ 2039/1939 ελέγχου του Κράτους και της εν γένει εποπτείας του Υπουργού Οικονομικών ήδη Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας, στην τήρηση των διατάξεων του νόμου, της διαθήκης και της συστατικής εν γένει πράξεως. (ομοφ.)
ΝΣΚ/408/2007
Διαθήκη ιδιόγραφη. Διαθήκης εκτελεστές. Κοινωφελείς σκοποί.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή
Τα κατονομαζόμενα στην από 30-8-2001 ιδιόγραφη διαθήκη του Θ.Μ. έξι φυσικά πρόσωπα, τα οποία ορίστηκαν να εκποιήσουν το σύνολο της ακίνητης περιουσίας του και να διανείμουν το προϊόν της εκποιήσεως κατά τα σ’ αυτήν οριζόμενα, εγκαταστάθηκαν ως κληρονόμοι επί του κοινού μεριδίου του 25% της ακίνητης περιουσίας του διαθέτη και έκαστος εξ αυτών ατομικά επί ποσοστού 4,16% αυτής, συμμετέχοντας κατά το πιο πάνω ποσοστό της κληρονομικής τους μερίδας επί του προϊόντος της εκποίησης της ακίνητης περιουσίας κατά τον καθορισθέντα με τη διαθήκη τρόπο διανομής αυτής μεταξύ των συγκληρονόμων. Ταυτόχρονα, όμως, είναι και εκτελεστές της εν λόγω διανεμητικής διατάξεως της διαθήκης περί εκποιήσεως των ακινήτων και διανομής του τιμήματος μεταξύ των συγκληρονόμων κατά το ποσοστό της κληρονομικής μερίδας εκάστου, κατά τα στη διαθήκη οριζόμενα, υπαγόμενοι ως προς τα καθήκοντα και τις υποχρεώσεις τους στον ΑΝ 2039/1939 και όχι στον ΑΚ. Η αποποίηση της κληρονομίας από τα έξι πιο πάνω φυσικά πρόσωπα με δήλωση στον Γραμματέα του Πρωτοδικείου της κληρονομίας, δεν συνεπάγεται και την αποποίηση του λειτουργήματός τους ως εκτελεστών της διατάξεως της διαθήκης για τον τρόπο διανομής της καταλειπομένης ακίνητης περιουσίας μεταξύ των συγκληρονόμων, με την εκποίησή της εκ μέρους τους και την, εν συνεχεία, διανομή του προϊόντος της εκποιήσεως μεταξύ τους κατά το λόγο της κληρονομικής μερίδας εκάστου. Μετά την αποποίηση της κληρονομίας από τα πιο πάνω κατονομαζόμενα στην από 30-8-2001 ιδιόγραφη διαθήκη του Θ.Μ. έξι φυσικά πρόσωπα, η κληρονομική τους μερίδα επί του 25% της ακίνητης περιουσίας του διαθέτη και η αντίστοιχη συμμετοχή τους κατά το ποσοστό αυτό στη διανομή του προϊόντος της εκποιήσεως κατά την πιο πάνω διανεμητική διάταξη της διαθήκης, θα προσαυξήσει τις μερίδες των λοιπών συγκληρονόμων επί της ακίνητης περιουσίας κατά το λόγο της κληρονομικής τους μερίδας, οι οποίοι ούτω θα λάβουν το σύνολο του προϊόντος της εκποιήσεως κατά την εκτέλεση της πιο πάνω διανεμητικής διατάξεως της διαθήκης και ότι, σε κάθε περίπτωση, δεν συντρέχει περίπτωση διορισμού κηδεμόνα ως προς τη διαχείριση της ακίνητης περιουσίας, εφόσον η εξουσία διαχειρίσεως της κληρονομουμένης ακίνητης περιουσίας ανήκει στους κατά τα άνω διορισθέντες εκτελεστές της διαθήκης. Εφόσον, επομένως, μετά την αποποίηση εκ μέρους των πιο πάνω έξι φυσικών προσώπων της επαχθείσης σ’ αυτά κληρονομίας και την εγκατάσταση λόγω προσαυξήσεως, κατά τα ήδη πιο πάνω αναπτυχθέντα, επί του συνόλου της ακίνητης περιουσίας του διαθέτη των λοιπών νομικών προσώπων, τα οποία με την διαθήκη είχαν εγκατασταθεί επί του 75% αυτής, κατά τα σ’ αυτήν προσδιοριζόμενα ποσοστά και αιτίες διαθέσεως, τα πιο πάνω νομικά πρόσωπα θα υπεισέλθουν, κατά το αντίστοιχο ποσοστό της κληρονομικής μερίδας εκάστου επί της ακίνητης περιουσίας, και στις τυχόν υφιστάμενες μισθωτικές σχέσεις επί των ακινήτων αυτής και μέχρι την εκποίηση αυτών προς διανομή του προϊόντος της εκποιήσεως, σύμφωνα με τη διανεμητική διάταξη της διαθήκης και αυτά θα έχουν την αντίστοιχη υποχρέωση προς καταβολή των χρεών από την τοιαύτη διαχείριση των εν λόγω ακινήτων, εφόσον αυτά βαρύνουν τον εκμισθωτή και όχι τον μισθωτή επί τη βάσει της μισθωτικής σχέσεως.
ΝΣΚ/76/2004
Κυριότητα καταλειπόμενων περιουσιών για εκτέλεση κοινωφελών σκοπών. Φορολογία. Απαλλαγές από ΦΜΑΠ. Κεφάλαια αυτοτελούς διαχείρισης.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
Ι. α) Όταν δεν σκοπείται η ίδρυση ιδρύματος ως αυτοτελούς νομικού προσώπου δεν έχουν εφαρμογή οι διατάξεις περί ιδρύματος, αλλά οι διατάξεις περί δωρεάς υπό τρόπον, εγκαταστάσεως και κληροδοσίας υπό τρόπον και η κυριότητα περιέρχεται στα νομικά πρόσωπα στα οποία ανατέθηκε η εκτέλεση του ειδικού κοινωφελούς σκοπού κατά τις άνω ειδικότερες διακρίσεις. β) Αναφορικώς με τα ιδρύματα που συνιστώνται μετά το θάνατο του ιδρυτή, τα ιδρύματα αυτά κατά το διάστημα που μεσολαβεί μεταξύ του θανάτου του ιδρυτή και της εγκρίσεως του ιδρύματος θεωρούνται κατά πλάσμα του νόμου ότι υφίστανται σε σχέση με οποιοδήποτε θέμα που αναφέρεται στην περιουσία που έχει ταχθεί από τον ιδρυτή υπέρ αυτών. Το άνω ίδρυμα αποκτά την περιουσία βάσει των διατάξεων του κληρονομικού δικαίου ήτοι αυτοδικαίως μεν αν έχει εγκατασταθεί ως κληρονόμος ή κληροδόχος ορισμένου αντικειμένου, ενώ αν πρόκειται περί άλλης φύσεως κληροδοσίας κλπ, αποκτά ενοχικό δικαίωμα να αποκτήσει από τον βεβαρυμένο την παροχή των περιουσιακών στοιχείων που του κληροδοτήθηκαν. γ) Αν η ιδρυτική πράξη είναι δικαιοπραξία εν ζωή ο ιδρυτής υποχρεούται μόλις συσταθεί το ίδρυμα να μεταβιβάσει σ’ αυτό την ταχθείσα περιουσία η οποία αποκτάται από το ίδρυμα. Το ίδρυμα έχει κατ’ αρχήν ενοχική αξίωση κατά του ιδρυτή και των κληρονόμων του για τη μεταβίβαση της ταχθείσης περιουσίας η οποία δεν αποκτάται αυτοδικαίως με τη σύσταση του ιδρύματος. δ) Όσον αφορά τις περιουσίες των παρ.3 και 4 του άρθρου 96 του ΑΝ 2039/39, λεκτέον ότι οι σχετικές διατάξεις συνιστούν απόκλιση από τις επί του θέματος ρυθμίσεις του ΑΚ και προβλέπουν ιδία διαδικασία περιελεύσεως των περιουσιών αυτών σε υφιστάμενα άλλα ιδρύματα ή νομικά πρόσωπα ή σε νέο κοινωφελές ίδρυμα. ΙΙ. Υποχρέωση καταβολής του φόρου και δη από τότε που γεννάται η σχετική φορολογική υποχρέωση, έχουν τα πρόσωπα που μνημονεύονται στην παρ.2 του άρθρου 22 του Ν 2459/97 αλλά και ο υπεισερχόμενος στη θέση κηδεμόνα σχολάζουσας κληρονομίας εκτελεστής της διαθήκης. ΙΙΙ. Οι απαλλαγές από το ΦΜΑΠ ορίζονται περιοριστικώς στο νόμο και χορηγούνται στα νομίμως συνιστώμενα ιδρύματα ως και στα ιδρύματα που εμπίπτουν στο άρθρο 114 ΑΚ. Στα υποτελή ιδρύματα ισχύουν οι απαλλαγές που αφορούν τα νομικά πρόσωπα στα οποία προσκολλώνται. IV. Τα κεφάλαια αυτοτελούς διαχειρίσεως για τα οποία δεν καθορίστηκε ίδιος τρόπος διοικήσεως δεν αποτελούν υποκείμενο του ΦΜΑΠ, αλλά αντί αυτών τέτοιο υποκείμενο αποτελούν τα νομικά πρόσωπα στα οποία ανατέθηκε η εκτέλεση του κοινωφελούς σκοπού. Ακολουθούν τη νομική μεταχείριση του νομικού προσώπου στο οποίο ανήκουν. Αν είναι πλείονα η περιουσία ενός εκάστου εξ αυτών προστίθεται στην περιουσία του νομικού προσώπου. Τα άνω υποτελή ιδρύματα δεν έχουν ίδιο αφορολόγητο όριο. (πλειοψ.)
ΝΣΚ/343/2003
Εκποίηση ακινήτου Φιλανθρωπικού Ιδρύματος με την επωνυμία «Γηροκομείον Λαζάρου και Αθηνάς Α. Ρίζου». Εποπτεία και έλεγχος της διαχείρισης της περιουσίας αυτού.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
Όσο αφορά την εποπτεία επί Γηροκομείων (ήδη Μ.Φ.Η.) που αποτελούν ιδρύματα και επιδιώκουν κοινωφελή σκοπό, αυτή ανήκει στον Υπουργό των Οικονομικών, ο οποίος ασκεί και τον έλεγχο των πράξεων διοικήσεως και διαχειρίσεως, εφόσον δεν ορίζεται σχετικώς στη συστατική πράξη, ενώ, η εποπτεία του Υπουργού Υγείας και Πρόνοιας, που ησκείτο κατ’ άρθρα 1 παρ.1 και 6 παρ.2 του ΝΔ 1118/1972 και 15 του Π. Δ/τος 692/1979 και η οποία ήδη ασκείται από την αρμόδια Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση κατ’ άρθρο 14 της, κατ’ εξουσιοδότηση των διατάξεων των παρ. 2 και 5 του άρθρου 1 του Ν 2345/1995, εκδοθείσης με αριθμό Π4Β/οικ 3176/1996 απόφασης του Υπουργού Υγείας και Πρόνοιας, περιορίζεται αποκλειστικά και μόνο στην «…παροχή οργανωμένων υπηρεσιών, κατά την έννοια της παρ.1 του άρθρου 1 του παρόντος νόμου» (άρθρο 3 παρ.1 του Ν 2345/1995), ήτοι στην πιστή εφαρμογή των διατάξεων αναφορικά με την έκδοση της απαιτούμενης άδειας λειτουργίας, τον έλεγχο των προϋποθέσεων ίδρυσης και λειτουργίας ως προς τα εξυπηρετούμενα πρόσωπα και το περιεχόμενο των παρεχομένων προς αυτά υπηρεσιών και ευκολιών, τους απαιτούμενους γενικά χώρους και τα θέματα της κατάλληλης διαρρύθμισης των κτιρίων κλπ (άρθρο 1 παρ.2 του Ν 2345/1995), καθώς και την επίβλεψη και τη συνεχή παρακολούθηση των υπηρεσιών που παρέχονται από τους ως άνω φορείς ως προς την ποιότητα και την επάρκεια αυτών (άρθρο 1 παρ.4 του Ν 2345/1995).
ΝΣΚ/34/2023
Ερωτάται: Α) Εάν είναι δυνατή η εφαρμογή της διάταξης της περ. ε΄ της παρ.4 του άρθρου 2 του ν. 4182/2013 που προβλέπει την, κατόπιν έκδοσης υπουργικής απόφασης, υπαγωγή στην εποπτεία του Υπουργού Οικονομικών των κοινωφελών περιουσιών των οποίων η αξία εκτιμάται, μετά την προηγηθείσα εκκαθάριση ως ανώτερη των 10.000.000 ευρώ, στην περίπτωση του ιδρύματος «Χ….», του οποίου η αρμοδιότητα εποπτείας, με την κατ’ εξουσιοδότηση του άρθρου 17 παρ. 1 του ν. 2873/2000, εκδοθείσα κ.υ.α. 1080662/1461/Α0006/8-10-2002 (Β΄ 1330) είχε μεταβιβαστεί στον (τότε) Γενικό Γραμματέα Περιφέρειας, εν συνεχεία δυνάμει των διατάξεων του ν. 3852/2010 στον Γενικό Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης, κατόπιν και μετά την κατάργηση της σχετικής διάταξης με την παρ.1 του άρθρου 28 του ν. 4325/2015 και την σύσταση σε κάθε Αποκεντρωμένη Διοίκηση θέσης Προϊσταμένου που έφερε τον τίτλο «Συντονιστής Αποκεντρωμένης Διοίκησης» στον Συντονιστή Αποκεντρωμένης Διοίκησης και , ήδη, μετά την προσθήκη δυνάμει του άρθρου 63 του ν. 4954/2022 στο άρθρο 6 του ν. 3852/2010 νέου άρθρου 6Α, που προβλέπει ότι σε κάθε Αποκεντρωμένη Διοίκηση προΐσταται Γραμματέας, στον Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης. Β) Σε περίπτωση καταφατικής απάντησης στο προηγούμενο σκέλος του ερωτήματος, με βάση ποιό κριτήριο γίνεται η εκτίμηση της ακίνητης περιουσίας (αντικειμενική αξία ή εμπορική) και Γ) εάν ο πρόσφατος ισολογισμός των κοινωφελών περιουσιών των Ιδρυμάτων αποτελεί ασφαλές κριτήριο για την υπαγωγή τους στην αρμοδιότητα εποπτείας του Υπουργού Οικονομικών.(...)Α) Ο νομοθέτης, στα πλαίσια άσκησης της εξουσίας του και της συνταγματικά επιτρεπτής διακριτικής του ευχέρειας, επαναξιολογώντας τον τρόπο υλοποίησης της συνταγματικής υποχρέωσης για διασφάλιση της βούλησης των δωρητών και διαθετών κοινωφελών περιουσιών, προέκρινε, προκειμένου για τις μεγάλης αξίας κοινωφελείς περιουσίες, την άσκηση της κρατικής εποπτείας δια του Υπουργού Οικονομικών, ως προσφορότερου τρόπου για την εξυπηρέτηση του υπέρτερου δημόσιου συμφέροντος σκοπού. Το γεγονός ότι στο παρελθόν, υπό την ισχύ του παλαιότερου νομοθετικού πλαισίου του α.ν. 2039/1939 και του ν. 2873/2000, υπήρξε, με την από 8.10.2002 κ.υ.α., μερική μεταβίβαση της αρμοδιότητας εποπτείας της κεντρικής διοίκησης (Υπουργού Οικονομικών) προς τις περιφερειακές κρατικές υπηρεσίες (Γεν. Γραμματέα τότε Περιφέρειας) επί συγκεκριμένων και περιοριστικώς σε κατάλογο αναφερομένων κοινωφελών περιουσιών (ιδρυμάτων και κληροδοτημάτων), δεν κωλύει τον νομοθέτη να προβεί σε αναδιοργάνωση του εν γένει συστήματος εποπτείας, επαναφέροντας αρμοδιότητα στην κεντρική διοίκηση, εφόσον αυτό προκρίνει ως επωφελέστερο για τον σκοπό αυτό, ούτε επιβάλλει στον νομοθέτη την εσαεί διατήρηση μερικής εποπτείας των συγκεκριμένων κοινωφελών περιουσιών, μέσω των περιφερειακών κρατικών υπηρεσιών. Ως εκ τούτου, στην περίπτωση του ιδρύματος του ερωτήματος, είναι δυνατή η, μετά από έκδοση σχετικής ειδικής απόφασης του Υπουργού Οικονομικών , υπαγωγή του Ιδρύματος Γ. και Α.Χ. στην εποπτεία του. Ως προς τα ζητήματα που τίθενται με το Β΄ και Γ΄ σκέλος του ερωτήματος, με τις περί μητρώου διατάξεις των άρθρων 12 έως και 14 του νέου Κώδικα (ν. 4182/2013) , που ικανοποιούν την συνταγματική επιταγή της παρ. 3 του άρθρου 109 Σ, για τη σύνταξη κεντρικού και αποκεντρωμένων μητρώων κοινωφελών περιουσιών, ο νομοθέτης έθεσε τις γενικές αρχές και κατευθύνσεις ως προς τον τρόπο τήρησης και λειτουργίας των μητρώων κοινωφελών περιουσιών. Ειδικότερα, ως προς τον υπολογισμό της αξίας των ακινήτων, η παρ. 4 του άρθρου 13 ρητά αναφέρει ότι, κατά τη σχετική καταχώριση στο μητρώο, λαμβάνεται υπόψη η αντικειμενική ή φορολογητέα αξία τους, προκειμένου δε για την επικαιροποίησή της, απαιτείται υποχρεωτικά η αναφορά της φορολογητέας αξίας κάθε ακινήτου στον ετήσιο ισολογισμό. Η Διοίκηση, συνεπώς, για τον υπολογισμό και την επικαιροποίηση της αξίας των ακινήτων των κοινωφελών περιουσιών, υποχρεούται να εφαρμόζει τις, κατά περίπτωση, ισχύουσες διατάξεις του ν.4182/2013 και των κατ’ εξουσιοδότηση αυτού εκδοθεισών υπουργικών αποφάσεων, σε συνδυασμό με τις εκάστοτε ισχύουσες εγκύκλιες οδηγίες. Η καταλληλότητα ή το πρόσφορον του ισολογισμού, ως μέσου αποδεικτικού της αξίας περιουσιακών στοιχείων κοινωφελών περιουσιών, αποτελεί ζήτημα τεχνικό και αναγόμενο στην ουσιαστική εκτίμηση της Διοίκησης (ομόφωνα).
ΝΣΚ/354/2006/ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ
Διοικητικά έγγραφα κατ’ άρθρο 5 του κυρωθέντα με το άρθρο πρώτο του Ν 2690/1999 Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας και δικαίωμα προσβάσεως σ’ αυτά του καταγγέλοντα κατοχή δημοσίου κτήματος κατ’ άρθρο 25 του ΑΝ 1539/1938.Ο προκαλέσας έρευνα για το ιδιοκτησιακό καθεστώς κατεχομένου ακινήτου κατ’ άρθρο 25 του ΑΝ 1539/1938 θεμελιώνει το κατ’ άρθρο 5 παρ.1 του κυρωθέντα με το άρθρο πρώτο του Ν 2690/1999 (ΦΕΚ Α΄ 45) Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας δικαίωμα προσβάσεως και γνώσεως στα διοικητικά έγγραφα του τηρουμένου στην αρμόδια υπηρεσία φακέλου σχετικά με τη διενεργηθείσα πιο πάνω έρευνα (ομοφ.), στα οποία (διοικητικά έγγραφα) ανήκουν, κατά την έννοια του πιο πάνω άρθρου 5 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας, τόσο η απόφαση του Γενικού Γραμματέα Δημοσιονομικής Πολιτικής του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών περί αποδοχής στο σύνολό της, της εκδοθείσης γνωμοδοτήσεως του Γνωμοδοτικού Συμβουλίου Δημοσίων Κτημάτων περί μη προβολής δικαιωμάτων του Δημοσίου επί της κατεχομένης εκτάσεως (ομοφ.), όσο και το ενημερωτικό σημείωμα της Προϊσταμένης της Διευθύνσεως Δημόσιας Περιουσίας προς τον Γενικό Γραμματέα Δημοσιονομικής Πολιτικής περί μη αποδοχής της πιο πάνω γνωμοδοτήσεως, το οποίο αναφέρεται κατά στοιχεία και περιεχόμενο στην τελευταία απόφαση (πλειοψ.), ενώ, αντιθέτως, δεν αποτελεί διοικητικό έγγραφο το ευρισκόμενο στον τηρούμενο φάκελο της υποθέσεως σχέδιο αποφάσεως περί μη αποδοχής της εκδοθείσης γνωμοδοτήσεως του Γνωμοδοτικού Συμβουλίου Δημοσίων Κτημάτων, το οποίο τελικώς δεν υπεγράφη από τον προς τούτο καθ’ ύλην αρμόδιο Γενικό Γραμματέα Δημοσιονομικής Πολιτικής, δεν έλαβε καν αριθμό πρωτοκόλλου και έτσι δεν οριστικοποιήθηκε το περιεχόμενό του (πλειοψ.).