×
register
Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΝΣΚ/394/2006

Τύπος: Γνωμοδότησεις Ν.Σ.Κ.

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ:

Συνέπειες από τη διαπίστωση ότι ακίνητο που κατέχει το Δημόσιο για τη στέγαση υπηρεσίας του είχε ανεγερθεί πάνω σε δημόσιο κτήμα.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή 
Το Δημόσιο παύει να οφείλει αποζημίωση χρήσεως για την κατοχή και χρήση χώρων κτιρίου, μετά τη λήξη σχετικής μισθώσεως, εάν διαπιστωθεί ότι το κτίριο είχε ανεγερθεί πάνω σε δημόσιο κτήμα, δικαιούται δε να αναζητήσει και τα ήδη καταβληθέντα ποσά (μισθώματα και αποζημιώσεις χρήσεως) με αγωγή ή ανταγωγή κατά τα άρθρα 1096 και 1098 ΑΚ, αν ο φερόμενος ως ιδιοκτήτης του κτιρίου ήταν κακής πίστεως.


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΝΣΚ/425/2009

Αρμοδιότητα υπογραφής συμβολαιογραφικής δηλώσεως του άρθρου 1 του Ν 960/1979 που αφορά δημόσιο κτήμα, το οποίο έχει αγοραστεί από το Ελληνικό Δημόσιο, εκπροσωπούμενο στη σχετική συμβολαιογραφική πράξη από τον Υπουργό Δικαιοσύνης.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή 
Σχετικά με δημόσιο κτήμα, το οποίο έχει αγοραστεί από το Ελληνικό Δημόσιο εκπροσωπούμενο από τον Υπουργό Δικαιοσύνης στην οικεία συμβολαιογραφική πράξη, αρμοδιότητα να προβεί στην κατ’ άρθρο 1 του Ν 960/1979 συμβολαιογραφική δήλωση διαθέσεως χώρων σταθμεύσεως επί ανεγερθησόμενου επί του εν λόγω κτήματος κτιρίου, δεν έχουν τα όργανα του Υπουργείου Δικαιοσύνης αλλά του Υπουργείου Οικονομικών.


ΝΣΚ/323/2003

Υποχρεώσεις Δημοσίου έναντι αναγνωρισθέντος κυρίου ακινήτου το οποίο αρχικά νεμόταν το Δημόσιο και ακολούθως κατά τη διάρκεια της επιδικίας εκποίησε σε τρίτο.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή 
Το Δημόσιο έχει υποχρέωση να καταβάλει αποζημίωση στους αναγνωρισθέντες κύριους ακινήτου το οποίο αρχικά νεμόταν το ίδιο (Δημόσιο) και στη συνέχεια και κατά τη διάρκεια της επιδικίας εκποίησε σε τρίτους. Η αποζημίωση αυτή συνίσταται στην τρέχουσα αγοραία αξία του ακινήτου. Το Δημόσιο εάν ήταν καλόπιστο ως προς τη νομή του ακινήτου και την κυριότητά του επ’ αυτού μέχρι της περατώσεως της δίκης δεν οφείλει αποζημίωση στους πιο πάνω αναγνωρισθέντες κυρίους σε αποκατάσταση της ζημίας που αυτοί υπέστησαν από την αποστέρηση της χρήσεως και καρπώσεως του ακινήτου. Η άσκηση της διεκδικητικής ή αναγνωριστικής της κυριότητας αγωγής δεν καθιστά αναγκαίως τον εναγόμενο (Δημόσιο ή ιδιώτη) κακόπιστο νομέα. Τα άρθρα 1096 – 1099 Α.Κ. εφαρμόζονται και στο Δημόσιο.


ΣΤΕ/3910/2009

Εκποίηση δημοτικού ακινήτου:..Επειδή, περαιτέρω, νομίμως αιτιολογείται η πρώτη προβαλλομένη πράξη του Δημοτικού Συμβουλίου καθ’ ό,τι αφορά και την αδυναμία εξευρέσεως άλλων πόρων για την χρηματοδότηση του έργου, αλλά και της μελέτης εφαρμογής του Γ.Π.Σ., με αναφορά σε όσα στοιχεία επικαλείται ο Δήμαρχος στην εισήγησή του και σε όσα στοιχεία του φακέλου επιτρεπτώς συμπληρώνουν την αιτιολογία (βλ. μεταξύ άλλων το από 17.7.2007, υπ’ αρ. 7787Β, έγγραφο του αρμοδίου Υφυπουργού ΠΕΧΩΔΕ επί αναφοράς Βουλευτή, σύμφωνα με το οποίο εξεταζόταν απλώς από το Υπουργείο η δυνατότητα εξευρέσεως πόρων για την χρηματοδότηση του βιολογικού καθαρισμού ..., καθώς και το 2985/8.6.2007 έγγραφο του Δημάρχου ... προς τον Υπουργό ΠΕΧΩΔΕ, με το οποίο ζητείται η εκταμίευση χρημάτων για την ολοκλήρωσή του, εν όψει των πιο πάνω εκκρεμών καταγγελιών στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή). Η εκτίμηση ότι δεν υπάρχουν οι αναγκαίοι πόροι στον Δήμο, ενισχύεται και από την παραδοχή του αιτούντος, ότι ο Δήμαρχος προέβη σε δανεισμό από το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων για την ολοκλήρωση του έργου του βιολογικού καθαρισμού μετά την προηγηθείσα 246/26.10.2005 απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου, χωρίς να επιτύχει την ολοκλήρωσή του (βλ. τοποθέτησή του στην συνεδρίαση της 7.5.2007, οπότε και ελήφθη η 90/2007 απόφαση του δημοτικού συμβουλίου). Πρέπει, συνεπώς, ν’ απορριφθούν ως αβάσιμοι οι αντίθετοι λόγοι, για πλημμελή ως προς αυτό αιτιολογία της πρώτης προσβαλλομένης πράξεως, αφού δεν αμφισβητούν περαιτέρω τα πιο πάνω στοιχεία. Απορριπτέος, ομοίως, είναι και ο ειδικώτερος ισχυρισμός, σύμφωνα με τον οποίον θα έπρεπε το δημοτικό συμβούλιο, προκειμένου ν΄ αποφασίσει, να είχε υπ’ όψιν του μελέτη ή έκθεση εκτιμήσεως, που να προσδιορίζει ακριβώς το απαιτούμενο ποσό για κάθε έναν από τους δύο πιο πάνω σκοπούς· τούτο δε, διότι εν πρώτοις κάτι τέτοιο δεν απαιτείται από τον νόμο, ενώ, πάντως, δεν φαίνεται η κρίση του δημοτικού συμβουλίου να είναι κατά τούτο προϊόν κακής χρήσεως της διακριτικής του ευχέρειας, αφού από την κατά λίγες ημέρες μεταγενέστερή της, τεχνική έκθεση της 187/2008 μελέτης της Τ.Υ.Δ.Κ. (από 10.7.2008), που συνιστά επικαιροποίηση προϋφισταμένης, από το 1994 τοιαύτης, προκύπτει ότι μόνον για την κατασκευή των δευτερευόντων αγωγών θ’ απαιτηθεί ποσό 1.909.708 ευρώ (έναντι αξίας 1.210.000 ευρώ του υπό εκποίησιν ακινήτου).(....)


ΝΣΚ/5/2014

Αναστολή λειτουργίας Δ.Ο.Υ. και κατάργηση Αστυνομικών Σταθμών, στεγαζομένων σε δωρηθέντα προς το Δημόσιο ακίνητα.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή 
Α) Το Δημόσιο, ως δωρεοδόχο ακινήτου για στέγαση Δ.Ο.Υ. η λειτουργία της οποίας ανεστάλη με υπουργική απόφαση, δεν υποχρεούται να αποδώσει το ακίνητο αυτό στον δωρητή Δήμο, καθόσον η εν λόγω υπουργική απόφαση δεν επέχει θέση γεγονότος πλήρωσης της σχετικώς προβλεπόμενης διαλυτικής αίρεσης. Β) Επί καταργήσεως των Αστυνομικών Σταθμών που στεγάζονταν σε δωρηθέντα προς τον σκοπό αυτόν από πρώην κοινότητες ακίνητα, στην περίπτωση που αντικείμενο δωρεάς προς στέγαση τούτων ήταν οικόπεδα με κτίσματα, η κυριότητα τούτων επανέρχεται αυτοδικαίως στους σημερινούς Δήμους (στους οποίους ήδη υπάγονται οι τότε δωρήτριες κοινότητες), με διαπιστωτική πράξη του αρμοδίου Δημοτικού Συμβουλίου που θα μεταγραφεί στο οικείο υποθηκοφυλακείο, εφόσον είτε πρόκειται για δωρητήρια συμβόλαια, συνταχθέντα υπό καθεστώς του ν.δ. 2888/1954 (άρθρο 194) και των εφεξής έκτοτε διαδοχικά ως άνω ισχυσάντων νομοθετημάτων, ανεξαρτήτως καταρχάς του αν περιέχεται ή όχι σ’ αυτά ρήτρα σχετικής προς τούτο διαλυτικής αίρεσης, είτε για προγενέστερα του πιο πάνω ν.δ/τος καθεστώτος, εφόσον, όμως τούτο ρητώς προβλεπόταν στα αντίστοιχα συμβόλαια. Στις ως άνω περιπτώσεις, εφόσον τα κτίσματα αυτά είχαν ανεγερθεί με δαπάνες του Ελληνικού Δημοσίου, δεν στοιχειοθετείται αξίωση τούτου για επιστροφή του δαπανηθέντος από αυτό ποσού για την ανέγερση οικοδομήματος επί των εν λόγω ακινήτων, δεδομένου ότι από το ανωτέρω ιστορικό δεν φέρεται να έχει προκύψει ότι υπήρξε σχετική συμφωνία μεταξύ των μερών για αναδρομική ενέργεια της ανωτέρω διαλυτικής αίρεσης, όπου αυτή προβλεπόταν, κατά την προεκτεθείσα έννοια. (ομοφ.)


ΕλΣυν.Τμ.6/2443/2012

ΜΕΛΕΤΕΣ:Αίτηση ανάκλησης της 230/2012 Πράξεως του Ζ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου(...)Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη μείζονα σκέψη της παρούσας αποφάσεως, το Τμήμα άγεται στην κρίση ότι : Α) Η αλλαγή του κτιριολογικού προγράμματος, η οποία δεν οφείλεται σε εξωτερικούς απρόβλεπτους παράγοντες, οι οποίοι επιβάλλουν την τοιαύτη μεταβολή, αλλά στη βούληση των οργάνων Διοίκησης του Ιδρύματος αναφορικά με τη χρήση του κτιρίου, δεν συνιστά απρόβλεπτο γεγονός, δυνάμενο να δικαιολογήσει την κατάρτιση συμπληρωματικής συμβάσεως, ενώ περαιτέρω, ως ήδη εξετέθη, συντρεχουσών των απρόβλεπτων περιστάσεων, είναι δυνατή η κατάρτιση συμπληρωματικής συμβάσεως εφόσον ο ανάδοχος δεν έχει εκπληρώσει την παροχή του και η σύμβαση εξακολουθεί να είναι ως προς τις απορρέουσες από αυτή υποχρεώσεις, ενεργός. (…)Β) Η δυνατότητα διαχωρισμού των σχετικών μελετών από τις αρχικές τοιαύτες σημαίνει ότι αυτές μπορούν να δημοπρατηθούν ανεξαρτήτως και αυτοτελώς ως προς τις αρχικές μελέτες χωρίς τούτο να επηρεάζει την λειτουργικότητά τους. Η πρόβλεψη, με την 212/30η/15.9.2011 απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου, ότι οι μελέτες που απαιτούνται για την αλλαγή του κτιριολογικού προγράμματος και τη μετατροπή του κτιρίου σε «κτίριο Διοίκησης» μπορεί να εκπονηθούν από τη Διεύθυνση Τεχνικής και Στέγασης του Ιδρύματος, αποδεικνύει ότι αυτές θα μπορούσαν να εκτελεσθούν από κάποιον άλλο πλην της αρχικής αναδόχου συμπράξεως, ανεξαρτήτως αν αυτός θα ήταν η ως άνω Διεύθυνση ή άλλος τρίτος ιδιώτης. Ως εκ τούτου, οι προβαλλόμενοι ισχυρισμοί περί υποστελέχωσης της υπηρεσίας λόγω συνταξιοδοτήσεων και περί αδυναμίας του εναπομείναντος προσωπικού να εκπονήσει το σύνολο των μελετών μέχρι τη λήξη της οικοδομικής αδείας, ενόψει, μεταξύ άλλων, και της απασχολήσεως αυτού με πληθώρα αντικειμένων, και αληθείς υποτιθέμενοι, δεν ασκούν επιρροή εν προκειμένω, καθόσον δεν παρέχουν ερείσματα για την αυτοτέλεια ή τη συμπληρωματικότητα των μελετών, αλλά μόνο για την εκτέλεσή τους ή μη από την αρμόδια υπηρεσία του Ιδρύματος. Γ) Περαιτέρω, σχετικά με την εκπόνηση μελέτης κατ’ εφαρμογή του ΚΕΝΑΚ, πέραν των όσων εξετέθησαν ανωτέρω, επισημαίνεται ότι η μεταφορά των δεδομένων που προκύπτουν από άλλες μελέτες (θέρμανσης, κλιματισμού, θερμομόνωσης κ.λπ.) και η χρήση αυτών κατά την σύνταξη της μελέτης ΚΕΝΑΚ δεν αποδεικνύεται ότι γίνεται μόνον από το πρόγραμμα που έχει εκπονήσει ο αρχικός μελετητής, εν πάση δε περιπτώσει και εάν ακόμη αυτό ήταν αληθές, τούτο δεν αιτιολογεί το ότι δεν μπορούν να διαχωριστούν από αυτές της αρχικής, αλλά ενδεχομένως δικαιολογεί την απευθείας ανάθεση των οικείων μελετών βάσει των διατάξεων του άρθρου 10 παρ.2 περ.β) του Ν. 3316/2005, δηλαδή σε περίπτωση που υφίστανται αποκλειστικά δικαιώματα η σύμβαση μπορεί να ανατεθεί σε συγκεκριμένο υποψήφιο και όχι μέσω καταρτίσεως συμπληρωματικής συμβάσεως και Δ) Λόγοι δημοσίου συμφέροντος, οι οποίοι δικαιολογούν τη σύναψη της συμπληρωματικής συμβάσεως δεν μπορούν να γίνουν δεκτοί εν προκειμένω καθόσον α) ο αρχικός σχεδιασμός του κτιρίου ως κτίριο Διοικήσεως και οι διαδοχικές αλλαγές της χρήσεως αυτού το έτος 2005 σε Περιφερειακό Υποκατάστημα – Υγειονομική Μονάδα Αθηνών του Ιδρύματος και το έτος 2011 σε κτίριο Διοικήσεως, οφείλονται σε υπαιτιότητα της αναθέτουσας αρχής («αλλαγή σχεδιασμού και πολιτικής από την νέα Διοίκηση ενός Ν.Π.Δ.Δ.», όπως αναφέρεται στη σελ.2 του υπομνήματος) και δεν δικαιολογούνται από οιαδήποτε απρόβλεπτη περίσταση, β) οι διαδοχικές αλλαγές της χρήσεως του κτιρίου έχουν αυξήσει το κόστος αυτού σχεδόν στο διπλάσιο, καθώς ο προϋπολογισμός της αρχικής συμβάσεως ανερχόταν στο ποσό των 925.000,00 ευρώ χωρίς Φ.Π.Α. και ήδη, με την ελεγχόμενη συμπληρωματική σύμβαση εγγίζει το ποσό του 1.769.605,11 ευρώ χωρίς Φ.Π.Α., γ) η αναθέτουσα αρχή δεν επικαλείται τη συνδρομή οιασδήποτε μορφής νομικής πλάνης στο πρόσωπο των αρμοδίων οργάνων της προκειμένου να καταστήσει ανεκτή την τοιαύτη υπέρβαση της προϋπολογισθείσας δαπάνης, αλλά και το γεγονός ότι η ολοκλήρωση του συνόλου των μελετών, η έκδοση της οικοδομικής αδείας και των σχετικών τευχών δημοπρατήσεων, οι οποίες έλαβαν χώρα για τη χρήση του κτιρίου ως Περιφερειακού Υποκαταστήματος του Ιδρύματος, τελικά θα παραμείνουν αχρησιμοποίητες κατά παράβαση κάθε έννοιας χρηστής δημοσιονομικής διαχειρίσεως, η οποία επιβάλλει τον εξορθολογισμό της χρήσης του δημοσίου χρήματος και επομένως την εκταμίευση αυτού μόνον για την αντιμετώπιση των πράγματι επιβεβλημένων αναγκών που εξυπηρετούν το δημόσιο συμφέρον, δ) το υψηλό κόστος των μισθωμάτων που καταβάλλει η Διοίκηση του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ για τη μίσθωση των χώρων λειτουργίας της (περίπου 109.729,36 ευρώ μηνιαίως) και αληθές υποτιθέμενο, δεν άγει στην παραδοχή της αιτήσεως ανακλήσεως, πρωτίστως διότι, για τη μεταστέγαση των οικείων υπηρεσιών, απαιτείται κατ΄ αρχάς, η εκτέλεση των σχετικών εργασιών (δηλαδή του έργου), το οποίο απαιτεί επιπλέον χρήματα και χρόνο, ε) η ένταξη του έργου σε ευρωπαϊκό πρόγραμμα χρηματοδοτήσεως προϋποθέτει τη νομιμότητα ως προς την επιλογή της χρήσεως του κτιρίου και στ) η αναβάθμιση της περιοχής λόγω της αναπλάσεως του κτιρίου, δεν ανάγεται στους σκοπούς του ασφαλιστικού οργανισμού ώστε να προτάσσεται παραδεκτώς ως λόγος ανακλήσεως της προσβαλλομένης πράξεως ή να δύναται βασίμως να στοιχειοθετήσει την ανάκληση αυτής (..) Απορρίπτει την από 31.5.2012 αίτηση ανακλήσεως του νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου με την επωνυμία «΄Ιδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων – Ενιαίο Ταμείο Ασφάλισης Μισθωτών».​


ΕΣ/ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ/1334/2023

Δημοσιονομική διόρθωση ποσού 168.000,00 ευρώ, πλέον τόκων ύψους 12.475,84 ευρώ, ήτοι συνολικού ποσού 180.475,84 ευρώ, που καταβλήθηκε σ’ αυτήν στο πλαίσιο υλοποίησης του Υποέργου 6 με τίτλο «Ενίσχυση της Πολιτιστικός Πολυχώρος Προσομοίωσης Παραδοσιακών Αγροτικών Δραστηριοτήτων Ε.Π.Ε. στη θεματική ενότητα Τουρισμός»(...)Το Συμβούλιο της Επικρατείας, όπως αναλυτικά εκτέθηκε στις σκέψεις 4 έως 6 της παρούσας, αρνήθηκε τη δικαιοδοσία του Ελεγκτικού Συνεδρίου επί των διαφορών εκ δημοσιονομικών διορθώσεων επικαλούμενο δύο κατά βάση συνταγματικού επιπέδου επιχειρήματα: Πρώτον, ότι με βάση την κατά το Σύνταγμα ενδεικτική απαρίθμηση των δικαιοδοτικών αρμοδιοτήτων του Ελεγκτικού Συνεδρίου, ο κοινός νομοθέτης δύναται να υπαγάγει στη δικαιοδοσία του Ελεγκτικού Συνεδρίου μόνον τις υποθέσεις που είναι «απολύτως συναφείς» με τις πρωτογενώς υπαχθείσες από το Σύνταγμα στη δικαιοδοσία του. Και, δεύτερον, ότι ως δημόσιοι υπόλογοι κατά την οικεία συνταγματική ρύθμιση νοούνται μόνον αυτοί στους οποίους έχει ανατεθεί εξουσία διαχείρισης χρημάτων που ανήκουν σε δημόσιο φορέα, όχι δε και οι ωφελούμενοι από δημόσια ενίσχυση ιδιώτες, ακόμη και αν υπόκεινται κατά νόμο σε δημοσίου δικαίου υποχρεώσεις και έλεγχο.(...)το Ελεγκτικό Συνέδριο ανήχθη από το Σύνταγμα του 1975 σε αυτοτελή δικαιοδοτικό κλάδο, απολαύον του αυτού βαθμού ανεξαρτησίας που απολαύουν μεταξύ τους ο Άρειος Πάγος και το Συμβούλιο της Επικρατείας. Συνεπώς, ως μη αποτελούν πλέον ειδικό διοικητικό δικαστήριο, οι ρυθμίσεις περί τις δικαιοδοτικές του αρμοδιότητες δεν πρέπει να ερμηνεύονται στενά ως εξαίρεση εκ του κανόνα της γενικής δικαιοδοσίας της διοικητικής δικαιοσύνης, αλλά αυτοτελώς ενόψει των σκοπών που εξυπηρετεί η υπαγωγή των οικείων διαφορών στη δικαιοδοσία του.(...)Από τις διατάξεις που παρατέθηκαν στις τρεις προηγούμενες σκέψεις συνάγεται ότι στο Ελεγκτικό Συνέδριο έχουν ανατεθεί νομοθετικώς δικαιοδοτικές αρμοδιότητες που δεν δύνανται να χαρακτηρισθούν ως τελούσες σε «απόλυτη συνάφεια» με τις διαφορές εκ του ελέγχου των λογαριασμών δημοσίων υπολόγων, ως αντιλαμβάνεται την έννοια του δημοσίου υπολόγου το Συμβούλιο της Επικρατείας....το Ελεγκτικό Συνέδριο δικάζει ένδικα βοηθήματα κατά καταλογιστικών πράξεων ή αποφάσεων που αφορούν διαχείριση επιχορηγήσεων και χρηματοδοτήσεων προς ιδιώτες, οι οποίες προέρχονται από ενωσιακούς πόρους.(...)Η αυτοτέλεια της υποκείμενης αιτίας του «ελέγχου των λογαριασμών», ως στοιχείο προσδιοριστικό της δικαιοδοσίας του Ελεγκτικού Συνεδρίου επί των αντίστοιχων διαφορών, είναι συνυφασμένη με τη θεσμική αποστολή του Ελεγκτικού Συνεδρίου ως του ανωτάτου δημοσιονομικού δικαστηρίου της Χώρας, το οποίο, μέσω ιδίως των σχετικών με τον έλεγχο των λογαριασμών αρμοδιοτήτων του (είτε ελεγκτικών είτε δικαιοδοτικών), εγγυάται τη σύννομη και με όρους διαφάνειας διαχείριση των πεπερασμένων δημόσιων πόρων υπέρ του δημοσίου συμφέροντος(...)Με βάση τα προεκτεθέντα, στη δικαιοδοσία του Ελεγκτικού Συνεδρίου ανήκει και η εκδίκαση των διαφορών που προκύπτουν από τον καταλογισμό προσώπων (φυσικών ή νομικών) στα οποία καταβλήθηκαν αχρεωστήτως ή παρανόμως χρηματικά ποσά από το Δημόσιο (ή από ΟΤΑ ή ΝΠΔΔ κ.λπ.), έστω και αν τα πρόσωπα αυτά δεν είναι «δημόσιοι υπόλογοι» ως αντιλαμβάνεται την έννοια αυτή το Συμβούλιο της Επικρατείας, καθόσον ο σε βάρος τους καταλογισμός συνιστά πράξη «τακτοποίησης» δημόσιου λογαριασμού και, εντεύθεν, μέσο αποκατάστασης της επελθούσας βλάβης στον οικείο Προϋπολογισμό και δη υπό διττή έννοια, ήτοι αφενός ως ακύρωση της προηγηθείσας υλικής πράξης διενέργειας του εξόδου (είτε μερικής είτε ολικής, ανάλογα με το μέγεθος της βλάβης του Προϋπολογισμού του φορέα) και αφετέρου ως δημιουργία νόμιμου (εκτελεστού) τίτλου για την επιστροφή του σχετικού ποσού στο Δημόσιο (ή σε ΟΤΑ, ΝΠΔΔ κ.λπ.).(...)Τέλος, δεν αναδείχθηκε στην αναιρεσιβαλλομένη στοιχείο εκ του οποίου να προκύπτει ότι η αναιρεσείουσα υπέβαλε ανακριβή ή ανεπαρκή στοιχεία, ώστε να εγερθεί ζήτημα κακής πίστεως αυτής. Ενόψει τούτου, όταν εγκρίθηκε από τους αρμόδιους φορείς το αρχικό και εν συνεχεία το αναλυτικό σχέδιο της επίδικης επένδυσης, οποιοσδήποτε διοικούμενος ευρισκόμενος στη θέση της αναιρεσείουσας ευλόγως μπορούσε να τρέφει, στηριγμένος σε καθοριστικής σημασίας πράξεις φορέων δημόσιας λειτουργίας, τη δικαιολογημένη πεποίθηση ότι η επένδυσή του ήταν επιλέξιμη. Εξ άλλου, το γεγονός ότι η αναιρεσείουσα δήλωσε σε φορολογική αρχή ότι η επένδυσή της αφορούσε μουσείο, δεν ασκεί επιρροή στην ανωτέρω κρίση, διότι ακόμη και αν μια τέτοια δήλωση έγινε προς αποφυγή φορολογικής επιβάρυνσης της δηλούσας, δεν ασκεί επιρροή στον χαρακτηρισμό της επίδικης επένδυσης ως τουριστικής καθόσον τούτο συντελείται αντικειμενικώς με βάση κριτήρια εκ της εφαρμοστέας ειδικής για την επένδυση νομοθεσίας. Δέχεται την αίτηση αναίρεσης.


ΝΣΚ/107/2021

Η ισχύς των γενικών και ειδικών όρων του ιδιωτικού συμφωνητικού μίσθωσης και οι έννομες συνέπειές τους, μετά τη λήξη της χρονικής διάρκειας της σύμβασης μίσθωσης, η οποία καταρτίσθηκε για τη στέγαση Υπηρεσιών του e-ΕΦΚΑ, υπό την προϋπόθεση ότι ο εκμισθωτής δεν έχει εκφράσει την εναντίωσή του στην περαιτέρω παραμονή των Υπηρεσιών του e-ΕΦΚΑ στο μίσθιο ακίνητο και οι ενέργειες στις οποίες θα πρέπει να προβεί το Τμήμα Στέγασης του e-ΕΦΚΑ, σε περίπτωση άρνησης του εκμισθωτή να προβεί στις αναγκαίες, για τη λειτουργικότητα του κτιρίου, επισκευές.(..)Στα δύο (2) ενοικιαζόμενα, από τον e-ΕΦΚΑ, ακίνητα, για την στέγαση των Υπηρεσιών του, τα οποία κείνται επί της οδού Ναυαρίνου αρ. 14 και επί της οδού Γερανίου αρ. 42, μετά τη λήξη της τελευταίας συμβατικής παράτασης της μίσθωσής τους, την 31-12-2016 και 2-6-2018, αντίστοιχα, έχουν, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 611 του Α.Κ. περί πλασματικής αναμίσθωσης, συναφθεί νέες μισθώσεις αόριστης χρονικής διάρκειας, οι οποίες ναι μεν είναι διαφορετικές από τις παλαιές, αλλά με τους ίδιους συμφωνηθέντες, αρχικά, συμβατικούς όρους, δεσμεύουσες τόσο τους συνιδιοκτήτες-εκμισθωτές του πρώτου από τα δύο προαναφερόμενα κτίρια, όσο και την ως υπερθεματίστρια, στον σχετικό δημόσιο αναγκαστικό πλειστηριασμό, νέα ιδιοκτήτρια-εκμισθώτρια του δεύτερου από τα κτίρια αυτά, ούτως ώστε συνεχίζουν να ισχύουν και να παράγουν έννομα αποτελέσματα και για τα δύο ακίνητα αυτά, ο ειδικός όρος του αρχικού οικείου ιδιωτικού συμφωνητικού μίσθωσης, ενός εκάστου, σύμφωνα με τον οποίο οι εκμισθωτές των συγκεκριμένων κτιρίων, υποχρεούνται να καταβάλουν το χρηματικό κόστος της επισκευής των ανελκυστήρων αυτών των κτιρίων. Τέλος, σε περίπτωση που οι εκμισθωτές αρνηθούν, κατά παράβαση της αμέσως πιο πάνω αναφερόμενης σχετικής συμβατικής υποχρέωσής τους, να επωμισθούν την δαπάνη της επισκευής των ανελκυστήρων των δύο αυτών κτιρίων, θα πρέπει ο e-ΕΦΚΑ, δεδομένης της διακοπής της λειτουργίας αυτών των ανελκυστήρων και των ανυπέρβλητων δυσχερειών, στη λειτουργία των στεγαζόμενων Υπηρεσιών του, την οποία αυτή συνεπάγεται, να ενεργήσει τις εργασίες αποκατάστασης της λειτουργίας των ανελκυστήρων εις βάρος των εκμισθωτών και εκ της εγγεγραμμένης στον προϋπολογισμό του e-ΕΦΚΑ πιστώσεως για την πληρωμή των μισθωμάτων και να παρακρατήσει το ποσό της γενομένης δαπάνης, από τα πρώτα, μετά την επισκευή, πληρωθησόμενα μισθώματα, μετά από προηγηθείσα σχετική βεβαίωση της Τεχνικής Υπηρεσίας του e-ΕΦΚΑ.