ΝΣΚ/5/2001
Τύπος: Γνωμοδότησεις Ν.Σ.Κ.
Κοινοτικό Δίκαιο. Εννοια παραγωγού (πολλαπλασιαστού σπόρων).(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή
(Τριμελούς Επιτροπής) Παραγωγός (πολλαπλασιαστής) σπόρου θεωρείται είτε ο συμβεβλημένος με την σποροπαραγωγική επιχείρηση παραγωγός ο οποίος πράγματι παράγει το σπόρο είτε και αυτή η ίδια η σποροπαραγωγική επιχείρηση μόνο όμως όταν συμβάλλεται με παραγωγούς οι οποίοι αναλαμβάνουν να της προμηθεύσουν το σπόρο ή όταν πολλαπλασιάζει η ίδια το σπόρο σε ιδιόκτητες ή ενοικιαζόμενες εγκαταστάσεις.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΑΕΠΠ/236/2019
Η προσφεύγουσα επιχείρηση ζητά την ακύρωση της απόφασης με αρ. πρωτ. 538/21.12.2018 της Οικονομικής Επιτροπής του Δήμου Βριλησσίων, η οποία ενέκρινε τις προσφορές συμμετεχόντων στον διαγωνισμό με αντικείμενο την «Προμήθεια τροφίμων και ειδών παντοπωλείου για τις ανάγκες του Δήμου Βριλησσίων και των Ν.Π.Δ.Δ. του για το έτος 2019». Επιδιώκει την απόρριψη των προσφορών τεσσάρων εταιριών που συμμετείχαν στο Τμήμα 1 («ΕΙΔΗ ΠΑΝΤΟΠΩΛΕΙΟΥ»), ισχυριζόμενη ότι δεν πληρούν τις τεχνικές προδιαγραφές της διακήρυξης, καθώς τα προσφερόμενα προϊόντα είτε υπολείπονται της ζητούμενης ποσότητας, είτε αναφέρονται αναληθώς. Παραλληλά, αξιώνει να ανακυρωθούν όλες οι προγενέστερες πράξεις και παραλείψεις που η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνει και να αναδειχθεί η ίδια ως προσωρινός ανάδοχος για το εν λόγω τμήμα.
ΕΣ/ΑΠΟΦΑΣΗ/ΤΜ.1/7578/2015
ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗ ΔΙΟΡΘΩΣΗ:Αίτηση ακύρωσης της 55186/Α.Πλ. 7843/15.12.2011 απόφασης του Υφυπουργού Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας(...) Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω, το Τμήμα κρίνει ότι δεν αποδεικνύεται η παραγωγική λειτουργία της επιχείρησης κατά το χρόνο του ελέγχου. Καταρχήν προκύπτει ότι η επιχείρηση δεν διέθετε εξωτερικά χαρακτηριστικά λειτουργούσας επιχείρησης, συμπέρασμα στο οποίο κατατείνουν τα ακόλουθα στοιχεία, όπως αυτά περιγράφονται από τον έλεγχο: α) Η ακαταλληλότητα του χώρου στον οποίο στεγαζόταν η επιχείρηση (υπόγειο οικίας, χώρος ενιαίος με αποθηκευτικό χώρο όπου αποθηκεύονταν παλαιά μηχανήματα που, κατά τον έλεγχο, δεν συνδέονταν με τη λειτουργία της επιχείρησης), την ακαταλληλότητα δε αυτή η εκκαλούσα αμφισβητεί μεν, πλην χωρίς οποιαδήποτε τεκμηρίωση, β) Η έλλειψη πινακίδας του καταστήματος κατά το χρόνο του ελέγχου, ως προς τούτο δε, στους περί του αντιθέτου ισχυρισμούς της εκκαλούσας δεν προσδιορίζεται ούτε αποδεικνύεται ο χρόνος τοποθέτησης της πινακίδας που φέρεται να έχει έκτοτε τοποθετηθεί, και γ) Η έλλειψη σύνδεσης της επιχείρησης με τα δίκτυα τηλεφωνίας και διαδικτύου, γεγονός που αντίκειται στη συνήθη συναλλακτική πρακτική, αφού καθιστά δυσπρόσιτη την επιχείρηση στις συναλλαγές της, τούτο δε συνομολογεί κατ’ ουσίαν και η ίδια η εκκαλούσα, υποστηρίζοντας αορίστως ότι διακόπτει την σύνδεση κατά τους χειμερινούς μήνες. Πρωτίστως όμως, η έλλειψη παραγωγικής λειτουργίας προκύπτει από το γεγονός ότι ο εξοπλισμός (φωτοτυπικά μηχανήματα, σελιδοποιητές, οθόνες, κεραίες, ηλεκτρονικοί υπολογιστές) για τον οποίο επιχορηγήθηκε η εκκαλούσα είτε δεν ήταν συνδεδεμένος είτε δεν λειτουργούσε κατά το χρόνο του ελέγχου, οι δε περί του αντιθέτου ισχυρισμοί της εκκαλούσας, με τους οποίους υποστηρίζει ότι η διακοπή της λειτουργίας των μηχανημάτων ήταν προσωρινή ή επιβεβλημένη για λόγους ασφαλείας είναι παντελώς αναπόδεικτοι, ενώ οι ισχυρισμοί της ότι ο προορισμός του εξοπλισμού ήταν η επίδειξή του σε ενδιαφερόμενους αγοραστές και δεν απαιτούσε τη σύνδεσή του ή ότι η σύνδεση του εξοπλισμού θα καθιστούσε αδύνατο τον έλεγχό του από τους ελεγκτές (βλ. κάμερα), αντίκειται ευθέως στο σκοπό της ενίσχυσης και στις υποχρεώσεις που ανέλαβε η εκκαλούσα. Τα ανωτέρω ισχύουν και ως προς το επιχορηγηθέν λογισμικό γενικής λογιστικής, που κατά τον έλεγχο δεν ήταν εγκατεστημένο σε κανέναν υπολογιστή, κεντρικό ή μη, αφού ο περί του αντιθέτου ισχυρισμός πρέπει ομοίως να απορριφθεί ως αναπόδεικτος. Ενόψει των ανωτέρω, η εμφάνιση από την επιχείρηση εσόδων κατά το πρώτο εξάμηνο λειτουργίας της, τα οποία έσοδα άλλωστε στηρίζονται σε εξαιρετικά περιορισμένο αριθμό συναλλαγών (βλ. τη δήλωση εισοδήματος του έτους 2009), δεν δύναται να αποδείξει την συνεχή λειτουργία αυτής, πολύ περισσότερο που ήδη κατά το χρόνο του ελέγχου και εφεξής εμφανίζει μηδενικά εισοδήματα. Συνεπώς, απορριπτομένου ως αβάσιμου του ανωτέρω λόγου έφεσης στο σύνολό του, το Δικαστήριο κρίνει ότι, εφόσον η επιχείρηση της εκκαλούσας δεν λειτουργούσε παραγωγικά για το σκοπό για τον οποίο ενισχύθηκε, αυτή παρέβη τις μακροχρόνιες υποχρεώσεις που ανέλαβε με τη σύμβαση χρηματοδότησής της. Η κρίση δε αυτή, δεν αναιρείται από το γεγονός ότι η ενισχυθείσα επιχείρηση εμφανίζει παραγωγική λειτουργία σε μεταγενέστερο χρόνο (2013), αφού η δραστηριότητα αυτή δεν μπορεί να ληφθεί υπόψη αναδρομικά, ως συμμόρφωσή της στις υποχρεώσεις της. Απορρίπτει την έφεση.
ΕλΣυν/Τμ.6/60/2007
Από το συνδυασμό των προπαρατεθεισών διατάξεων, αλλά και τη χρονική τους αλληλουχία, προκύπτει ότι η αρχικώς θεσπισθείσα διάταξη του άρθρου 2 του π.δ/τος 609/1985 παρέσχε σε κοινοπραξίες με κοινοπρακτούντα μέλη εργοληπτικές επιχειρήσεις της ίδιας ή κατώτερης τάξης, σε σχέση με την καλούμενη, τη δυνατότητα να συμμετέχουν σε δημοπρασίες δημοσίων έργων, ωστόσο, σε μεταγενέστερο στάδιο κρίθηκε σκόπιμη η ενίσχυση του κατασκευαστικού σχήματος, με την καθιέρωση της δυνατότητας σύμπραξης επιχειρήσεων που ανήκουν στην ίδια με την καλούμενη τάξη ή στην αμέσως ανώτερη αυτής, με προφανή σκοπό τη βελτίωση της ποιότητας των έργων, λόγω της συμμετοχής στην κατασκευή τους εργοληπτών ανώτερης τάξης, ήτοι επιχειρήσεων μεγαλύτερων σε οικονομική βάση, αξιοπιστία και τεχνική ικανότητα, δυνάμενων να ανταποκριθούν επαρκέστερα σε ενδεχόμενες κατασκευαστικές δυσχέρειες και λοιπές απαιτήσεις του δημοπρατούμενου έργου (πρβλ. την υπ΄ αριθμ. 4755/04.10.2006 Ατομ. Γνωμοδ. του Ν.Σ.Κ. στο Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε., καθώς και την υπ΄ αριθμ. 97/19.03.2003 Γνωμοδ. Του Ν.Σ.Κ.). Εξάλλου, με στόχο την ελεύθερη ανάπτυξη οικονομικής δραστηριότητας εκ μέρους και των κοινοπρακτουσών εργοληπτικών επιχειρήσεων κατώτερης τάξης, προβλέφθηκε, ως απαραίτητη προϋπόθεση για την εφαρμογή της οικείας διάταξης, η συμμετοχή τους στην κοινοπραξία με ποσοστό όχι μικρότερο του 25%, διασφαλιζομένης ούτως της τήρησης των αρχών του υγιούς ανταγωνισμού. Ενόψει των ανωτέρω, καθίσταται προφανές ότι ενδεχόμενη εφαρμογή της διάταξης της παραγράφου 7 του άρθρου 2 του π.δ/τος 609/1985, σε συνδυασμό με αυτήν της παραγράφου 9 του ίδιου άρθρου, περί διατήρησης σε κάθε περίπτωση της επιφύλαξης αναφορικά με τα ισχύοντα για τους εργολήπτες της ανώτερης τάξης κατώτατα όρια ανάληψης δημοσίου έργου, θα ακύρωνε εκ των πραγμάτων την ως άνω θεσπισθείσα δυνατότητα σύστασης κοινοπραξίας με εργοληπτική επιχείρηση ανώτερης τάξης, δεδομένου ότι το καθοριζόμενο στο νόμο κατώτατο όριο προϋπολογισμού έργου για την τελευταία πάντοτε θα υπερέβαινε τον προϋπολογισμό του εκάστοτε δημοπρατούμενου έργου. Ως εκ τούτου, και εφόσον δεν είναι δυνατή η ταυτόχρονη εφαρμογή των δύο προεκτεθεισών διατάξεων, εναπόκειται στην Αναθέτουσα Αρχή να ορίσει τις προϋποθέσεις συμμετοχής των κοινοπραξιών σε προκηρυχθέντα διαγωνισμό, παραπέμποντας είτε στη διάταξη της παραγράφου 7 είτε σε αυτήν της παραγράφου 9. Ακολούθως, όταν στη διακήρυξη, η οποία, ως κανονιστική πράξη της αναθέτουσας αρχής, δεσμεύει τόσο την ίδια όσο και τους διαγωνιζομένους, μνημονεύεται μόνο η διάταξη της παραγράφου 7, το παραδεκτό της συμμετοχής κοινοπραξίας στον οικείο διαγωνισμό θα κριθεί αποκλειστικώς επί τη βάσει των όρων αυτής, ενώ αποκλεισμός της από την περαιτέρω διαδικασία, με επίκληση των τιθέμενων από την παράγραφο 9 περιορισμών, δε χωρεί. Τα ανωτέρω δε ισχύουν, ανεξαρτήτως των οριζομένων στη διάταξη της παρ. 41 του άρθρου 16 του ν.1418/1984, περί δυνατότητας δήλωσης στην υπηρεσία τήρησης του Μ.Ε.ΕΠ. δεύτερης έδρας της επιχείρησης και, συνεπεία τούτου, μείωσης του θεσπισθέντος κατώτατου ορίου προϋπολογισμού των εργολαβιών που αυτή μπορεί να αναλάβει, καθόσον η ως άνω διάταξη, κατά τη ρητή γραμματική της διατύπωση, ρυθμίζει την περίπτωση συμμετοχής σε δημοπρασία μεμονωμένων εργοληπτών και όχι συμμετεχουσών σε κοινοπραξία επιχειρήσεων.
ΕλΣυν.Κλ.Τμ7/6/2017
Προμήθεια ειδών ατομικής προστασίας:Ενόψει δε του ότι ο αυξημένος κίνδυνος υγείας, που αντιμετωπίζουν οι εργάτες κήπων που πραγματοποιούν τους ψεκασμούς, αναγνωρίζεται από την ως άνω Κ.Υ.Α. με τη χορήγηση σε αυτούς ειδικών γαντιών, στολών προστασίας από χημικά, αρβύλων κλπ., η ίδια προστασία θα πρέπει να παρέχεται και στο επιστημονικό προσωπικό που υποχρεωτικά παρίσταται και συμμετέχει ενεργά στη σχετική διαδικασία, όχι μόνο μέσω της επίβλεψης αλλά και της υποβοήθησης στην παρασκευή του διαλύμματος και στη συνεχή παρουσία του καθ’ όλη τη διάρκεια του ψεκασμού. Στην περίπτωση, αυτή δεν τυγχάνει εφαρμογής το κριτήριο της απασχόλησης του προσωπικού αυτού σε μόνιμη, καθημερινή βάση και καθ’ όλη τη διάρκεια του ωραρίου του, αφενός λόγω του εξειδικευμένου χαρακτήρα των συγκεκριμένων εργασιών, που αφορούν ψεκασμούς, οι οποίοι δεν γίνονται σε καθημερινή βάση, αλλά μόνο, όταν προβλέπεται από τη σχετική νομοθεσία και αφετέρου διότι οι συχνές εφαρμογές βιοκτόνων και φυτοπροστατευτικών επιβάλλουν την κατάρτηση ενός κυκλικού προγράμματος ορισμού υπευθύνου γεωτεχνικού και χειριστών για τις εφαρμογές χημικών ουσιών, προκειμένου αυτοί να προστατευτούν από τη συχνή έκθεσή τους σε χημικές ουσίες, γιατί παρά τη λήψη των απαραίτητων προστατευτικών μέσων, η έκθεση σε χημικά σκευάσματα εγκυμονεί κινδύνους, καθώς η συγκέντρωση των χημικών ουσιών στον οργανισμό επενεργεί αθροιστικά. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η εντελλόμενη με το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα δαπάνη είναι νόμιμη, διότι με αυτό εντέλλεται η πληρωμή στη … ειδών ατομικής προστασίας, που είτε νομίμως, είτε λόγω συγγνωστής πλάνης προμηθεύτηκε ο Δήμος, σύμφωνα με όσα αναφέρθηκαν στην προηγούμενη σκέψη της παρούσας και αυτό θα μπορούσε να θεωρηθεί, αν δεν είχε λήξει το οικονομικό έτος 2016, τις πιστώσεις του οποίου βαρύνει.
ΕΣ/ΤΜ.7(Κ.Π.Ε)/292/2013
Προμήθεια αδρανών υλικών(…)Από το συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων 2286/1995 προκύπτει ότι η προμήθεια κάθε είδους αγαθών από τους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Ο.Τ.Α.) α΄ βαθμού περιλαμβανομένων και των νομικών τους προσώπων και των ιδρυμάτων τους διενεργείται κατά κανόνα κατόπιν δημόσιου ανοικτού διαγωνισμού, ώστε να καθίσταται δυνατή, με την προσέλευση μεγάλου ή έστω ικανού αριθμού μειοδοτών, η ανάπτυξη επαρκούς ανταγωνισμού και η διασφάλιση των οικονομικών συμφερόντων αυτών (Ο.Τ.Α.) με την επιλογή της πλέον συμφέρουσας γι’ αυτούς προσφοράς. Κατ’ εξαίρεση, είναι δυνατή η προσφυγή στη διαδικασία της διαπραγμάτευσης και της απευθείας ανάθεσης σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, που καθορίζονται ρητά και περιοριστικά από το νόμο, μεταξύ των οποίων και εκείνη όπου η αξία της προμήθειας δεν υπερβαίνει το ποσόν των 15.000,00 ευρώ με Φ.Π.Α.(…) Κατά τη σαφή έννοια της άνω διάταξης, 3463/2006 με απόφαση του δημοτικού συμβουλίου μπορεί να ανατεθεί απευθείας από τον οικείο Δήμο η τα νομικά πρόσωπα αυτού, σε κοινωφελή ή αναπτυξιακή δημοτική επιχείρηση, η παροχή υπηρεσιών, στις οποίες όμως δεν περιλαμβάνεται και η προμήθεια υλικών, εφόσον συντρέχουν σωρευτικά οι εξής προϋποθέσεις: α) το συμβατικό αντικείμενο είναι συναφές ή συνδέεται με το αντικείμενο της δραστηριότητας της δημοτικής επιχειρήσεως, β) η αξία των υπηρεσιών δεν υπερβαίνει το ποσό των 45.000,00 ευρώ, χωρίς συνυπολογισμό του Φόρου Προστιθέμενης Αξίας, και γ) η επιχείρηση διαθέτει τα μέσα (προσωπικό, εξοπλισμό κ.λπ.) ώστε να δύναται να εκπληρώσει η ίδια και όχι τρίτα πρόσωπα τις συμβατικές της υποχρεώσεις (βλ. Πρ. VΙΙ Τμ. 212, 349/2009, 192/2007). Τούτο σημαίνει ειδικότερα ότι η δημοτική επιχείρηση οφείλει, πέραν των ειδικότερων ρυθμίσεων που προβλέπουν τα σχετικά με τη δραστηριότητά της ζητήματα στο οικείο καταστατικό, να διαθέτει εν τοις πράγμασι, τα αναγκαία, ίδια μέσα για την εκπλήρωση των υποχρεώσεων που προκύπτουν από την απευθείας ανάθεση (βλ. πράξη VII Τμ. 376/2010).(…) Περαιτέρω από τις διατάξεις των άρθρων 27, 28 και 29 του ΕΚΠΟΤΑ συνάγεται ότι, όσον αφορά στις προμήθειες των Ο.Τ.Α. α΄ βαθμού, ο προμηθευτής υποχρεούται να παραδίδει στον οικείο Ο.Τ.Α. τα προς προμήθεια υλικά μέσα στα χρονικά όρια και με τον τρόπο που ορίζει η σύμβαση. Η παραλαβή των ως άνω υλικών γίνεται από επιτροπή παραλαβής, που συγκροτείται για τη συγκεκριμένη κάθε φορά προμήθεια με απόφαση του δημοτικού συμβουλίου, η οποία, κατόπιν ποσοτικού και ποιοτικού ελέγχου αυτών, ανάλογα δε με το αποτέλεσμα αυτού, συντάσσει πρωτόκολλο οριστικής παραλαβής – όταν τα υλικά ανταποκρίνονται στους όρους της σύμβασης - ή απόρριψης – όταν τα υλικά παρουσιάζουν ουσιώδεις αποκλίσεις ή δεν ανταποκρίνονται στους όρους της σύμβασης. Το πρωτόκολλο οριστικής παραλαβής, με το οποίο πιστοποιείται κατά τα ως άνω η παραλαβή των υλικών και η εκπλήρωση από τον αντισυμβαλλόμενο των συμβατικών του υποχρεώσεων, αποτελεί μεταξύ άλλων, απαραίτητο κατά νόμο δικαιολογητικό εκκαθάρισης και εξόφλησης της εντελλόμενης δαπάνης (πρβλ. πράξη VII Τμ. 36/2011).(…) Με δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω, το Κλιμάκιο κρίνει ότι η απευθείας ανάθεση από το Δήμο ..... της ανωτέρω προμήθειας στη ..... είναι μη νόμιμη. Και τούτο διότι, η προμήθεια υλικών και πάσης φύσεως αγαθών δεν εμπίπτει στις διατάξεις του άρθρου 268 του ΔΚΚ, που αναφέρεται αποκλειστικά στην παροχή υπηρεσιών και, ως εκ τούτου, κρίσιμο για την εφαρμογή της διαδικασίας της απευθείας ανάθεσης δεν είναι το ανώτατο όριο των 45.000,00 ευρώ που προβλέπεται από τις διατάξεις του άρθρου αυτού, αλλά εκείνο των 15.000,00 ευρώ που προβλέπεται από τις διατάξεις της 27319/18.7.2002 κοινής απόφασης των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Ανάπτυξης
ΣτΕ/2454/2009
Παροχή διευκρινήσεων -Συμπλήρωση δικαιολογητικών(...)Κατά την έννοια του ανωτέρω όρου 1.2.4 της διακηρύξεως, για τη συμμετοχή στο διαγωνισμό απαιτείται η υποβολή μαζί με την προσφορά πιστοποιητικού ασφαλιστικής ενημερότητας της ιδίας της εταιρείας (του νομικού προσώπου) για το απασχολούμενο από αυτήν προσωπικό, όπως αυτό εμφαίνεται στην υποβαλλόμενη κατά τα ανωτέρω κατάσταση προσωπικού και δη σε σχέση προς τους εργαζομένους σε αυτήν, συμπεριλαμβανομένων και των εκ των μελών του Διοικητικού της Συμβουλίου εργαζομένων στην επιχείρηση με οιανδήποτε σχέση. Εξ άλλου, στο άρθρο 14 παρ. 11 του π.δ. 370/1995 «Προσαρμογή της Ελληνικής νομοθεσίας περί προμηθειών του Δημοσίου προς το Κοινοτικό δίκαιο» (ΦΕΚ Α 199), το οποίο, κατά τη διακήρυξη, διέπει τον ένδικο διαγωνισμό, ορίζονται τα εξής: «Η αναθέτουσα αρχή δύναται να καλεί τους προμηθευτές να συμπληρώνουν τα υποβληθέντα δικαιολογητικά ή να παρέχουν σχετικές διευκρινίσεις εντός των ορίων του παρόντος άρθρου». Τέλος, στην παράγραφο 5 του άρθρου 12 του π.δ. 394/1996 «Κανονισμός Προμηθειών Του Δημοσίου» (ΦΕΚ Α 266), ο οποίος, ομοίως, δυνάμει της διακηρύξεως διέπει τον ένδικο διαγωνισμό, ορίζονται τα εξής: « Μετά την κατάθεση της προσφοράς δεν γίνεται αποδεκτή, αλλά απορρίπτεται ως απαράδεκτη κάθε διευκρίνιση, τροποποίηση ή απόκρουση όρου της διακήρυξης ή της πρόσκλησης ή της προσφοράς. Διευκρινίσεις δίνονται μόνο όταν ζητούνται από αρμόδιο όργανο, είτε ενώπιόν του είτε ύστερα από έγγραφο της Υπηρεσίας, μετά από σχετική γνωμοδότηση του οργάνου. Σημειώνεται, ότι, από τις διευκρινίσεις που δίνονται σύμφωνα με τα παραπάνω, λαμβάνονται υπόψη μόνο εκείνες που αναφέρονται στα σημεία που ζητήθηκαν.». Κατά την έννοια των ανωτέρω διατάξεων, εν όψει και της αυστηρώς τυπικής διαδικασίας των δημοσίων διαγωνισμών, οι προβλεπόμενες από αυτές διευκρινίσεις δίδονται μόνον εφόσον ζητηθούν από το αρμόδιο όργανο κατά τη διαγραφόμενη διαδικασία, λαμβάνονται δε, πάντως, υπόψη μόνον εφόσον έχουν ως αντικείμενο τη συμπλήρωση νομίμως κατ αρχήν υποβληθέντων στοιχείων και όχι την αναπλήρωση της έλλειψης τέτοιων στοιχείων ή την τροποποίηση του περιεχόμενου της προσφοράς ώστε να συμφωνεί με όρους της διακήρυξης (ΣτΕ 1856/2008, 2660/2004 7μ. κ.ά.).
ΕΣ/ΤΜ.7(Κ.Π.Ε)/30/2013
Συμπληρωματικές εργασίες κατασκευής περιβάλλοντος χώρου παιδικού και βρεφονηπιακού σταθμού (…)Από τις ανωτέρω διατάξεις 3669/2008 συνάγεται ότι ως δημόσιο τεχνικό έργο νοείται κάθε νέα κατασκευή, επέκταση, ανακαίνιση, επισκευή, συντήρηση ή ερευνητική εργασία, που εκτελείται από δημόσιους φορείς, στους οποίους συμπεριλαμβάνονται οι Οργανισμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Ο.Τ.Α.), απαιτεί τεχνική γνώση και επέμβαση και το αποτέλεσμά της συνδέεται άμεσα με το έδαφος ή το υπέδαφος κατά τρόπο διαρκή και σταθερό, ώστε να μπορεί να θεωρηθεί ότι αποτελεί συστατικό του κατά την έννοια του άρθρου 953 Α.Κ.. Αντιθέτως, πρόκειται για εκτέλεση εργασιών και όχι για δημόσιο τεχνικό έργο, όταν το αποτέλεσμα των εργασιών δεν καθίσταται συστατικό του εδάφους, καθώς και όταν για την επίτευξη του αποτελέσματος δεν απαιτείται η χρήση ειδικών τεχνικών γνώσεων και μεθόδων και η χρησιμοποίηση εξειδικευμένου επιστημονικού ή τεχνικού προσωπικού και ανάλογων τεχνικών μέσων ή εγκαταστάσεων. Στην ανάθεση και κατασκευή των δημοσίων έργων εφαρμόζονται οι διατάξεις του ν. 3669/2008, με τον οποίο κωδικοποιήθηκαν οι διατάξεις της νομοθεσίας περί δημοσίων έργων, που προβλέπουν την επιβάρυνση της δαπάνης των εργασιών με γενικά έξοδα και εργολαβικό όφελος, υπολογιζόμενα, ανάλογα με την πηγή χρηματοδότησης, σε ποσοστό 18% ή 28% επί της αξίας των εκτελεσθεισών εργασιών κατασκευής του έργου (πρξ. VII Τμ. Ελ.Συν. 40/2011, 38, 70, 368/2010, 331, 374/2009 κ.ά).(…) Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην προηγούμενη σκέψη, το Κλιμάκιο κρίνει ότι το αντικείμενο της επίμαχης σύμβασης, όπως παρατέθηκε ανωτέρω, αφορά σε εκτέλεση έργου, καθόσον οι εκτελούμενες εργασίες αποπεράτωσης του κτιρίου και διαμόρφωσης του περιβάλλοντος χώρου του παιδικού και βρεφονηπιακού σταθμού συνιστούν κατασκευή, κατά την έννοια του άρθρου 1 παρ.3 του ν.3669/2008, το αποτέλεσμα της οποίας συνδέεται με το έδαφος κατά τρόπο διαρκή και σταθερό, ώστε να μπορεί να θεωρηθεί ότι αποτελεί συστατικό του. Επιπλέον, για την εκτέλεση των παραπάνω εργασιών απαιτούνται ειδικές τεχνικές γνώσεις και μέθοδοι και εξειδικευμένο τεχνικό προσωπικό, προκειμένου να εξασφαλισθεί η πλήρης και ασφαλής λειτουργία όλων των εγκαταστάσεων του παιδικού σταθμού και κυρίως η ασφαλής λειτουργία των ηλεκτρικών εγκαταστάσεων καθώς και των εγκαταστάσεων ύδρευσης, αποχέτευσης και θέρμανσης(…)συμφερόντων αυτών (Ο.Τ.Α.) με την επιλογή της πλέον συμφέρουσας γι’ αυτούς προσφοράς. Κατ’ εξαίρεση, είναι δυνατή η προσφυγή στη διαδικασία της διαπραγμάτευσης και της απευθείας ανάθεσης σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, που καθορίζονται ρητά και περιοριστικά από το νόμο, μεταξύ των οποίων και εκείνη όπου η αξία της προμήθειας δεν υπερβαίνει το ποσόν των 15.000,00 ευρώ με Φ.Π.Α.(…) Κατά τη σαφή έννοια της άνω διάταξης, 3463/2006 με απόφαση του δημοτικού συμβουλίου μπορεί να ανατεθεί απευθείας από τον οικείο Δήμο η τα νομικά πρόσωπα αυτού, σε κοινωφελή ή αναπτυξιακή δημοτική επιχείρηση, η παροχή υπηρεσιών, στις οποίες όμως δεν περιλαμβάνεται και η προμήθεια υλικών, εφόσον συντρέχουν σωρευτικά οι εξής προϋποθέσεις: α) το συμβατικό αντικείμενο είναι συναφές ή συνδέεται με το αντικείμενο της δραστηριότητας της δημοτικής επιχειρήσεως, β) η αξία των υπηρεσιών δεν υπερβαίνει το ποσό των 45.000,00 ευρώ, χωρίς συνυπολογισμό του Φόρου Προστιθέμενης Αξίας, και γ) η επιχείρηση διαθέτει τα μέσα (προσωπικό, εξοπλισμό κ.λπ.) ώστε να δύναται να εκπληρώσει η ίδια και όχι τρίτα πρόσωπα τις συμβατικές της υποχρεώσεις (βλ. Πρ. VΙΙ Τμ. 212, 349/2009, 192/2007). Τούτο σημαίνει ειδικότερα ότι η δημοτική επιχείρηση οφείλει, πέραν των ειδικότερων ρυθμίσεων που προβλέπουν τα σχετικά με τη δραστηριότητά της ζητήματα στο οικείο καταστατικό, να διαθέτει εν τοις πράγμασι, τα αναγκαία, ίδια μέσα για την εκπλήρωση των υποχρεώσεων που προκύπτουν από την απευθείας ανάθεση (βλ. πράξη VII Τμ. 376/2010).(…) Περαιτέρω από τις διατάξεις των άρθρων 27, 28 και 29 του ΕΚΠΟΤΑ συνάγεται ότι, όσον αφορά στις προμήθειες των Ο.Τ.Α. α΄ βαθμού, ο προμηθευτής υποχρεούται να παραδίδει στον οικείο Ο.Τ.Α. τα προς προμήθεια υλικά μέσα στα χρονικά όρια και με τον τρόπο που ορίζει η σύμβαση. Η παραλαβή των ως άνω υλικών γίνεται από επιτροπή παραλαβής, που συγκροτείται για τη συγκεκριμένη κάθε φορά προμήθεια με απόφαση του δημοτικού συμβουλίου, η οποία, κατόπιν ποσοτικού και ποιοτικού ελέγχου αυτών, ανάλογα δε με το αποτέλεσμα αυτού, συντάσσει πρωτόκολλο οριστικής παραλαβής – όταν τα υλικά ανταποκρίνονται στους όρους της σύμβασης - ή απόρριψης – όταν τα υλικά παρουσιάζουν ουσιώδεις αποκλίσεις ή δεν ανταποκρίνονται στους όρους της σύμβασης. Το πρωτόκολλο οριστικής παραλαβής, με το οποίο πιστοποιείται κατά τα ως άνω η παραλαβή των υλικών και η εκπλήρωση από τον αντισυμβαλλόμενο των συμβατικών του υποχρεώσεων, αποτελεί μεταξύ άλλων, απαραίτητο κατά νόμο δικαιολογητικό εκκαθάρισης και εξόφλησης της εντελλόμενης δαπάνης (πρβλ. πράξη VII Τμ. 36/2011).(…) Με δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω, το Κλιμάκιο κρίνει ότι η απευθείας ανάθεση από το Δήμο ..... τη
ΕΣ/Τμ.7(ΚΠΕ)169/2013
Αμοιβή μελέτης με τίτλο: «Υδραυλική μελέτη αντλιοστασίων λυμάτων ......». Ως αιτιολογία της άρνησής της η Επίτροπος προέβαλε ότι η μελέτη αυτή, που ανατέθηκε απευθείας, έχει όμοιο γνωστικό αντικείμενο με τη μελέτη «Υδραυλική προμελέτη μονάδας επεξεργασίας λυμάτων(...)ο ν. 3316/2005 «Ανάθεση και εκτέλεση δημοσίων συμβάσεων εκπόνησης μελετών και παροχής συναφών υπηρεσιών και άλλες διατάξεις» (Α΄ 42, διορθ. σφαλμ. Α΄ 85) ορίζει, στην παρ. 2 περ. α΄ του άρθρου 1, ότι: «“Μελέτη” είναι το αποτέλεσμα συστηματικής και αναλυτικής επιστημονικής και τεχνικής εργασίας και έρευνας σε συγκεκριμένο απλό ή σύνθετο γνωστικό αντικείμενο, που αποβλέπει ιδίως στην παραγωγή τεχνικού έργου ή στην επέμβαση σε τεχνικό έργο ή αφορά στο σχεδιασμό και την απεικόνιση τεχνικού έργου ή παραγωγικής διαδικασίας ή σε μεθόδους ανάπτυξης και σχεδιασμού του ευρύτερου χώρου (…)», στο άρθρο 2 παρ. 1 και 2, ότι: «1. Ο νόμος αυτός ρυθμίζει τη σύναψη και εκτέλεση όλων των δημοσίων συμβάσεων, ανεξαρτήτως αξίας, για την εκπόνηση μελετών και παροχή λοιπών υπηρεσιών μηχανικού και των άλλων ελευθερίων επαγγελμάτων των κατηγοριών μελετών της παραγράφου 2, που εμπίπτουν καθ’ ύλην στο «Παράρτημα ΙΙ Α» της Οδηγίας 2004/18/ΕΚ και στο «Παράρτημα XVIIΑ» της Οδηγίας 2004/17/ΕΚ, όπως εκάστοτε ισχύουν, όταν οι μελέτες δεν εκπονούνται και οι υπηρεσίες δεν παρέχονται από το προσωπικό της αναθέτουσας Αρχής. (…) 2. Οι μελέτες ή και υπηρεσίες επίβλεψης μελετών και έργων, ανάλογα με το αντικείμενό τους, διακρίνονται στις ακόλουθες κατηγορίες: (1) (…) (13) Μελέτες υδραυλικών έργων (εγγειοβελτιωτικών έργων, φραγμάτων, υδρεύσεων, αποχετεύσεων) και διαχείρισης υδατικών πόρων (…)», στο άρθρο 4: «3. Για τη διεξαγωγή διαγωνισμού του νόμου αυτού η αναθέτουσα Αρχή εγκρίνει τα αντίστοιχα συμβατικά τεύχη, που περιλαμβάνουν το φάκελο έργου και τη Συγγραφή Υποχρεώσεων. Προϋπόθεση για την έναρξη της διαδικασίας ανάθεσης οριστικής μελέτης είτε μεμονωμένα είτε με άλλα στάδια μελετών είναι η ένταξη του έργου στον προγραμματικό σχεδιασμό του φορέα», στο άρθρο 7, ότι: «1. Για την ανάθεση της οριστικής μελέτης χωρίς αξιολόγηση προκαταρκτικών μελετών όπως και των μελετών της παρ. 5 του άρθρου 5, ο εργοδότης συντάσσει προκήρυξη, η οποία δημοσιεύεται κατά το άρθρο 12. Η διαδικασία ανάθεσης που ακολουθείται είναι είτε η ανοικτή είτε η κλειστή, αναλόγως της πολυπλοκότητας, του μεγέθους και της εξειδικευμένης εμπειρίας που απαιτείται για την εκπόνηση της μελέτης». Κατ’ εξουσιοδότηση των διατάξεων του άρθρου 45 παρ. 3 και 4 του ν. 3316/2005 εκδόθηκε η Δ15/οικ/19263/2009 (Β΄ 1837) απόφαση του Υπουργού ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε., ισχύουσα κατά τον κρίσιμο στην προκειμένη περίπτωση χρόνο, που ορίζει στο άρθρο μόνο αυτής: «1. (…) 2. (…) τα όρια αμοιβής κάθε τάξης πτυχίου καθορίζονται σε EURO όπως παρακάτω: Α) Για τις κατηγορίες μελετών του άρθρου 2 του π.δ. 798/1978 1-10-13-14-16 ΠΤΥΧΙΟ Α ΤΑΞΗΣ Από 0,0029 EURO έως 38,078 EURO». Τέλος, η παράγραφος 1 του άρθρου 12 του π.δ. 171/1987 (Α΄ 84) ως έχει τροποποιηθεί και ισχύει, ορίζει ότι: «Επιτρέπεται η κατάτμηση των δημοτικών (…) έργων και η σύνταξη των αντίστοιχων μελετών, με αναγραφή στον προϋπολογισμό του Δήμου (…) κατατμημένων πιστώσεων για την εκτέλεση αυτών ανά δημοτικό διαμέρισμα». Με τις διατάξεις του ν. 3316/2005 καθιερώνεται ο κανόνας της σύναψης των συμβάσεων μελετών ύστερα από δημόσιο, ανοικτό ή κλειστό, διαγωνισμό, ώστε να επιτυγχάνεται ανάπτυξη επαρκούς ανταγωνισμού και η διασφάλιση των οικονομικών συμφερόντων των Ο.Τ.Α.. Κατ’ εξαίρεση είναι δυνατή η προσφυγή στη διαδικασία της απευθείας ανάθεσης σε περιπτώσεις περιοριστικά καθορισμένες. Τέτοια περίπτωση συντρέχει όταν η προεκτιμώμενη συνολική αμοιβή όλων των σταδίων της υπό ανάθεση μελέτης δεν υπερβαίνει το 30% του ανώτατου ορίου αμοιβής πτυχίου Α΄ τάξης της κατηγορίας μελετών στην οποία αυτή ανήκει. Προκειμένου για υδραυλικές μελέτες (κατηγορία μελετών 13) το ανώτατο αυτό όριο καθορίζεται από 3.9.2009 στο ποσό των 38.078 ευρώ, ήτοι για την απευθείας ανάθεση τέτοιας κατηγορίας μελετών το όριο είναι 11.423 ευρώ (38.078 Χ 30% = 11.423 ευρώ). Επομένως, δεν επιτρέπεται η απευθείας ανάθεση όταν η συνολική αμοιβή της υπό ανάθεση μελέτης υπερβαίνει το ως άνω όριο των 11.423 ευρώ. Περαιτέρω, στην περίπτωση περισσότερων μελετών που ανήκουν στην ίδια κατηγορία, δηλαδή έχουν ομοειδές γνωστικό αντικείμενο και αποτελούν τα τμήματα στα οποία έχει κατατμηθεί μία μελέτη, τα ανωτέρω εξακολουθούν να ισχύουν. Επομένως, η εφαρμοστέα διαδικασία ανάθεσης εξευρίσκεται με τη συνάθροιση της δαπάνης που απαιτείται για την εκπόνηση της συνολικής μελέτης, δηλαδή για το σύνολο των επιμέρους μελετών και όχι με βάση το ύψος της δαπάνης που προκύπτει για κάθε τμήμα. Κατά συνέπεια, ο επιμερισμός μιας μελέτης, η οποία λόγω του ύψους της αμοιβής για την εκπόνησή της δεν εμπίπτει στις περιπτώσεις μελετών που επιτρέπεται να ανατίθενται απευθείας, σε περισσότερες ομοειδείς με αντίστοιχες προς αυτές χωριστές πιστώσεις στον οικείο προϋπολογισμό και η απευθείας ανάθεση των επιμέρους μελετών χωριστά λόγω ποσού, κατά παράκαμψη της διαδικασίας ε
ΕΣ/ΚΛΙΜ.ΣΤ/171/2018
Προμήθεια με χρηματοδοτική μίσθωση(...) Με τα δεδομένα αυτά και όπως η ίδια η αναθέτουσα αρχή υπολαμβάνει ενόψει του περιεχομένου της 103/2017 μελέτης, το αντικείμενο της ελεγχόμενης προμήθειας αποτελείται από δύο αυτοτελή και απολύτως διακριτά μεταξύ τους είδη οχημάτων, ήτοι απορριμματοφόρα (Ομάδα Α) και διπλοκάμπινα ημιφορτηγά με ανατρεπόμενη καρότσα (Ομάδα Β), τα οποία διαθέτουν ίδιες τεχνικές προδιαγραφές, ομαδοποιούνται χωριστά και αξιολογούνται κατ’ αρχήν αυτοτελώς με βάση τα κριτήρια αξιολόγησης που προσιδιάζουν στα οικεία τεχνικά χαρακτηριστικά. Ως εκ τούτου και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη σκέψη ΙΙ της παρούσας, η επιλογή της αναθέτουσας αρχής να μην υποδιαιρέσει τη σύμβαση σε δύο (2) τμήματα αντιστοιχούντα στους ανωτέρω ζητούμενους τύπους οχημάτων, αλλά αντ’ αυτού να απαιτήσει την υποχρεωτική υποβολή προσφοράς για το σύνολο των ειδών της διακήρυξης, έχρηζε εν προκειμένω ειδικής αιτιολογίας, η οποία, όμως, ουδόλως προκύπτει από τα έγγραφα της προμήθειας και δη τα επιμέρους τεύχη που περιλαμβάνονται στην 103/2017 μελέτη της Διεύθυνσης Τεχνικών Υπηρεσιών. Αντιθέτως, μάλιστα, στη μελέτη αυτή, γίνεται αναφορά όχι μόνο στα διαφορετικά τεχνικά χαρακτηριστικά των δύο ειδών, αλλά και στο ότι αυτά προορίζονται να καλύψουν τις ανάγκες διαφορετικών υπηρεσιών (τα μεν απορριμματοφόρα της Διεύθυνσης Καθαριότητας, Ανακύκλωσης και Ηλεκτροφωτισμού, τα δε ημιφορτηγά των Διευθύνσεων Καθαριότητας, Ανακύκλωσης και Ηλεκτροφωτισμού και Περιβάλλοντος και Πρασίνου), γεγονός που θα απέκλειε την εμπλοκή τυχόν περισσότερων αναδόχων – και την όποια εξ αυτού του λόγου υποτιθέμενη τυχόν δυσλειτουργία - κατά την εκτέλεση του αντικειμένου που θα ανετίθετο στον καθένα. Η στερούμενη οποιασδήποτε αιτιολογίας μη υποδιαίρεση της ελεγχόμενης προμήθειας σε δύο (2) τμήματα, όπως, ειδικότερα, αυτά υπολαμβάνονται στην ανωτέρω μελέτη, καθιστά εν προκειμένω πλημμελή τη διαγωνιστική διαδικασία στο σύνολό της, όχι μόνο διότι αντίκειται ευθέως στο προεκτιθέμενο άρθρο 59 παρ. 1 του ν. 4412/2016 αντιστρατευόμενη, παραλλήλως, τους περιγραφόμενους στο προοίμιο της Οδηγίας σκοπούς του κοινοτικού νομοθέτη, αλλά και για τον πρόσθετο λόγο στο μέτρο που, στο διενεργηθέντα διαγωνισμό, δεν αναπτύχθηκε τελικώς ανταγωνισμός, αφού κατατέθηκε μία μόνο προσφορά και δη από εταιρία που έχει τη δυνατότητα τόσο κατασκευής και διάθεσης και των δύο τύπων οχημάτων, όσο και έκδοσης εγγυητικής επιστολής συμμετοχής του ποσού που απαιτούσε η διακήρυξη (17.107,20 ευρώ), κατά απόλυτο περιορισμό εκείνων των οικονομικών φορέων που θα μπορούσαν – από τεχνικής ή οικονομικής απόψεως, σχετιζόμενης είτε με την προηγούμενη εμπειρία, είτε με την χρηματοοικονομική τους ικανότητα - να προσφέρουν οχήματα είτε μόνον της Α, είτε μόνον της Β ομάδας, προσκομίζοντας εγγυητική επιστολή συμμετοχής ποσού αντιστοιχούντος στον επιμέρους προϋπολογισμό εκάστου τμήματος. Περαιτέρω, επί του σχεδίου σύμβασης, το Κλιμάκιο διαπιστώνει ότι: 1) Ο περιεχόμενος στο άρθρο 15 όρος ότι «η σύμβαση τροποποιείται όταν συμφωνήσουν γι’ αυτό και τα δύο συμβαλλόμενα μέρη, ύστερα από γνωμοδότηση της επιτροπής αξιολόγησης» διατυπώνεται αορίστως και δη χωρίς να ληφθούν υπόψη τα οριζόμενα στο εφαρμοστέο κατά τον ελεγχόμενο διαγωνισμό άρθρο 132 του ν. 4412/2016. 2) Το προβλεπόμενο στο άρθρο 9 χρονικό διάστημα δέκα (10) εργασίμων ημερών από την έγγραφη ειδοποίηση του αναδόχου, εντός του οποίου πρέπει να αποκαθίσταται η βλάβη οχήματος και να παραδίδεται αυτό σε πλήρη λειτουργία, δεν ανταποκρίνεται στο περιεχόμενο της από 18.10.2017 υπεύθυνης δήλωσης του αναδόχου (βλ. φάκελο δικαιολογητικών συμμετοχής) ότι η έντεχνη αποκατάσταση βλάβης οχήματος θα διενεργείται εντός το πολύ πέντε (5) ημερών. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, κωλύεται η υπογραφή του σχεδίου σύμβασης με την εταιρία «…...».
ΑΝΑΚΛΗΘΗΚΕ ΜΕ ΤΗΝ ΕΣ/ΤΜ.ΜΕΙΖ-ΕΠΤΑΜ.ΣΥΝΘ/1629/2018, Η ΟΠΟΙΑ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΕ ΤΗΝ ΕΣ/ΤΜ.6/1320/2018.
ΔΕΚ/C-57/1994
Προσέγγιση νομοθεσιών * Διαδικασίες συνάψεως συμβάσεων δημοσίων έργων * Οδηγία 71/305 * Παρεκκλίσεις από τους κοινούς κανόνες * Στενή ερμηνεία * 'Υπαρξη εξαιρετικών περιστάσεων * Βάρος αποδείξεως.1. Οσάκις προσφυγή ασκηθείσα βάσει του άρθρου 169 της Συνθήκης κηρύσσεται απαράδεκτη με το αιτιολογικό ότι το δικόγραφο της προσφυγής της Επιτροπής στηρίζεται σε αιτίαση διαφορετική από εκείνη που περιέχεται στην αιτιολογημένη γνώμη, η Επιτροπή μπορεί να θεραπεύσει την πλημμέλεια που διαπίστωσε το Δικαστήριο με την άσκηση, όσον αφορά τα ίδια πραγματικά περιστατικά, νέας προσφυγής στηριζομένης στις ίδιες αιτιάσεις, λόγους και επιχειρήματα με την αρχικώς εκδοθείσα αιτιολογημένη γνώμη, χωρίς να χρειάζεται να κινήσει εκ νέου ολόκληρη την προ της ασκήσεως της προσφυγής διαδικασία ή να εκδώσει συμπληρωματική γνώμη. 2. Οι διατάξεις του άρθρου 9 της οδηγίας 71/305, περί συντονισμού των διαδικασιών για τη σύναψη των συμβάσεων δημοσίων έργων, οι οποίες επιτρέπουν παρεκκλίσεις από τους κανόνες που αποσκοπούν στη διασφάλιση της αποτελεσματικής ασκήσεως των αναγνωριζομένων από τη Συνθήκη δικαιωμάτων στον τομέα των συμβάσεων δημοσίων έργων, πρέπει να ερμηνεύονται στενά. Το βάρος αποδείξεως περί του ότι συντρέχουν όντως οι δικαιολογούσες την παρέκκλιση εξαιρετικές περιστάσεις το φέρει όποιος τις επικαλείται. Λαμβανομένου υπόψη του γράμματος του άρθρου 9, σημείο β', της οδηγίας, δυνάμει του οποίου οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να συνάπτουν συμβάσεις έργων χωρίς να εφαρμόζουν τις διατάξεις της οδηγίας, και ιδίως εκείνες που προβλέπουν τη δημοσίευση προκηρύξεως, "όταν για τεχνικούς ή καλλιτεχνικούς λόγους ή για λόγους σχετιζομένους με την προστασία των δικαιωμάτων αποκλειστικότητας τα έργα δύνανται να εκτελεστούν μόνο από ορισμένο ανάδοχο", το κράτος μέλος οφείλει, για να δικαιολογήσει την προσφυγή στη διαδικασία της απευθείας αναθέσεως, όχι μόνον να αποδείξει την ύπαρξη τεχνικών λόγων κατά την έννοια της διατάξεως αυτής, αλλά και να αποδείξει ότι οι τεχνικοί αυτοί λόγοι καθιστούν απολύτως αναγκαία τη σύναψη της επίδικης συμβάσεως με συγκεκριμένη επιχείρηση.