ΣΤΕ/2080/1987
Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις
Με τα δεδομένα αυτά, τόσο ο Διοικητής της Τράπεζας .. όσο και τα εξουσιοδοτημένα απ' αυτόν άλλα όργανα της Τράπεζας, όπως είναι στην προκειμένη περίπτωση η Επιτροπή Νομισματικών και Πιστωτικών Θεμάτων, στην οποία μάλιστα μετέχουν και οι Υποδιοικητές, αποτελούν, κατά την άσκηση της αρμοδιότητάς τους αυτής, δημόσια όργανα αφού και η Τράπεζα …, στην οποία ανήκουν, δεν αποτελεί νομικό πρόσωπο ιδιωτικού καθαρώς δικαίου, αλλά λόγω των προνομίων που της έχουν παραχωρηθεί και των αρμοδιοτήτων που της έχουν ανατεθεί, έχει, ως προς την άσκηση των αρμοδιοτήτων αυτών, προσλάβει δημόσιο χαρακτήρα. Δεν προσκρούει, λοιπόν, σύμφωνα με τη γνώμη αυτή, η άσκηση από τα πιο πάνω όργανα της Τράπεζας … της αρμοδιότητας χορηγήσεως αδειών λειτουργίας Τραπεζών, στις συνταγματικές διατάξεις που καθορίζουν την άσκηση των κρατικών λειτουργών και ειδικότερα της εκτελεστικής λειτουργίας. Αν και κατά τη γνώμη ενός μέλους του Δικαστηρίου με αποφασιστική ψήφο, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 26, 83, 95 § 1 και 103 του Συντάγματος προκύπτει ότι η διοικητική λειτουργία ασκείται κατ' αρχήν από δημόσια όργανα ενταγμένα στις δημόσιες υπηρεσίες. Και σε νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου που εξυπηρετούν ειδικούς σκοπούς.Και ναι μεν αναγνωρίζεται ότι είναι επιτρεπτή, κατ' εξαίρεση, η ανάθεση ασκήσεως συγκεκριμένης διοικητικής αρμοδιότητας σε όργανα νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου, τα οποία χαρακτηρίζονται από τη νομολογία ως νομικά πρόσωπα "διφυούς χαρακτήρος", αλλά η σχετική αρμοδιότητας πρέπει να αφορά συγκεκριμένο σκοπό και δεν μπορεί να επεκτείνεται σε καίριους τομείς της διοικητικής δράσεως, όπως είναι η άσκηση ατομικού δικαιώματος. Επομένως, σύμφωνα με τη γνώμη αυτή, η αρμοδιότητα για την χορήγηση άδειας λειτουργίας τραπεζών πρέπει να ασκείται από δημόσια όργανο και δεν είναι συνταγματική η διάταξη του άρθρου 1 του ν. 1266/1982, κατά το μέρος που επιτρέπει τη μεταβίβαση της κατά το άρθρο 2 του αν.ν. 1665/1951 αρμοδιότητας της καταργηθείσης Νομισματικής Επιτροπής σε όργανα της Τράπεζας .. απαρτούμενα κατά πλειοψηφία από απλούς υπαλλήλους της που δεν έχουν το ειδικό καθεστώς του Διοικητή ή των Υποδιοικητών.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΝΣΚ/466/2011
Εγγύηση Ελληνικού Δημοσίου – Κατάπτωση – Υποκατάσταση στα δικαιώματα των τραπεζών – Αποδέσμευση ασφαλειών – Γνωμοδοτική αρμοδιότητα Ν.Σ.Κ.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
1) Με βάση το διδόμενο ιστορικό το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους στερείται της αρμοδιότητας να εκφέρει γνώμη επί του πρώτου και του δευτέρου ερωτήματος. 2) Δεν παρέχεται αρμοδιότητα στο Δημόσιο να αποδεσμεύει, αυτοβούλως, τις διατηρηθείσες από τις τράπεζες ασφάλειες, μετά από την κατάπτωση της εγγύησής του και την αυτοδίκαια εκ του νόμου υποκατάστασή του στα δικαιώματα των τραπεζών τόσο κατά του πρωτοφειλέτη όσο και κατά των εγγυητών και λοιπών συνυποχρέων από και δια της βεβαίωσης στις αρμόδιες Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες (ΔΟΥ), ως εσόδων του Δημοσίου, των εγγυημένων οφειλών. (ομοφ.)
ΝΣΚ/319/2007
Πληροί τις προϋποθέσεις της διαφήμισης, το έντυπο υλικό προβολής προϊόντων επιχειρήσεων, το οποίο εμπεριέχεται, υπό μορφή ένθετων φυλλαδίων, στα ενημερωτικά έντυπα των Τραπεζών (διακίνηση λογαριασμών, πιστωτικών καρτών κ.λπ.) των οποίων παραλήπτες είναι συγκεκριμένοι χρήστες των υπηρεσιών της οικείας Τράπεζας.
ΝΣΚ/360/2006
Διπλωματική προστασία – Ύπαρξη ή μη ευθύνης του Ελληνικού Δημοσίου.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή
Δεν νομιμοποιείται ο ιδιώτης, ο οποίος θα θεωρούσε ότι η διακρατική συμφωνία στο πλαίσιο διπλωματικής προστασίας βλάπτει τα περιουσιακά του συμφέροντα, προς άσκηση αγωγής αποζημιώσεως κατά του Ελληνικού Δημοσίου, αφού το δικαίωμα της διπλωματικής προστασίας ασκείται ως ίδιον δικαίωμα του Ελληνικού Κράτους, το οποίο και δεν αντιπροσωπεύει τον ιδιώτη. Δεν υφίσταται υποχρέωση του Ελληνικού Δημοσίου προς υπογραφή μνημονίου με τους ενδιαφερομένους ούτε οφείλει αυτό να εξασφαλίσει την σύμφωνη γνώμη αυτών, δεδομένου ότι, ως προανεφέρθη, το Κράτος εν προκειμένω ασκεί ίδιον αυτού δικαίωμα κατά την άσκηση της διπλωματικής προστασίας.
ΝΣΚ/299/2004
Διαφήμιση. Αρμόδια όργανα προς καθορισμό χώρων υπαίθριας διαφήμισης.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή
α) Προκειμένου για εθνική οδό, αρμόδιο όργανο προς καθορισμό χώρων υπαίθριας διαφήμισης, κατά μήκος αυτής και εντός κατοικημένων περιοχών είναι ο οικείος ΟΤΑ. Η σχετική αρμοδιότητα του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας συνυφαίνεται με τις μη κατοικημένες περιοχές. β) Η μη άσκηση της αρμοδιότητας του οικείου ΟΤΑ για τον καθορισμό χώρων διαφήμισης, σύμφωνα με την παρ.1 του άρθρου 3 του Ν 2946/2001 καθώς και η μη, καθ’ υποκατάσταση, άσκηση της αυτής αρμοδιότητας από το Γενικό Γραμματέα της Περιφέρειας, εντός ευλόγου χρόνου, καθιστά ανεπίτρεπτη τη χρήση κοινοχρήστων δημοτικών και κοινοτικών χώρων για την προβολή διαφημίσεων.
ΝΣΚ/340/2001
Δυνατότητα Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης (ΟΤΑ) των ιδρυμάτων και των λοιπών ν.π.δ.δ. αυτών να προβαίνουν σε αγορά μετοχών Τραπεζών ή άλλων εταιρειών, εισηγμένων ή μη στο Χρηματιστήριο.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή
Οι Οργανισμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης (ΟΤΑ) καθώς και τα ιδρύματα και τα λοιπά νομικά τους πρόσωπα δημοσίου δικαίου, μπορούν να αγοράζουν μετοχές Τραπεζών ή άλλων εταιρειών, εισηγμένων ή μη στο Χρηματιστήριο, μετά από απόφαση του δημοτικού τους συμβουλίου ή του διοικητικού συμβουλίου αντίστοιχα, η οποία πρέπει να περιέχει ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία ως προς τον προσδοκώμενο επωφελή χαρακτήρα της επένδυσης.
ΕΛΣΥΝ/Μ.ΟΛΟΜ/1334/2023
Δημοσιονομική διόρθωση σε βάρος επωφεληθέντος από διάθεση ενωσιακών πόρων ιδιωτικού φορέα.
Στο Ελεγκτικό Συνέδριο υπάγονται κατά το Σύνταγμα (άρθρο 98) δύο βασικές κατηγορίες διαφορών, ήτοι αυτές που πρωτογενώς, κατά συνταγματική επιταγή, υπάγονται ρητώς στη δικαιοδοσία του, και αυτές που, ενόψει της ενδεικτικής απαρίθμησης των δικαιοδοτικών του αρμοδιοτήτων, υπάγονται εκάστοτε δυνάμει νομοθετικής διάταξης. Δεν υφίσταται συνταγματικώς απαίτηση «απολύτου συναφείας», αλλά αρκεί, κατ’ ορθή ερμηνεία του Συντάγματος, η απλή συνάφεια της υπαχθείσας νομοθετικώς στη δικαιοδοσία του Ελεγκτικού Συνεδρίου διαφοράς με τις πρωτογενώς εκ του Συντάγματος υπαχθείσες, άλλως τα προέχοντα χαρακτηριστικά αυτής.
Ο «έλεγχος των λογαριασμών» (δημοσιονομικός έλεγχος) συνιστά άσκηση δημοσίου δικαίου αρμοδιότητας και, εφόσον έχει ως αποτέλεσμα τη λήψη αποκαταστατικού μέτρου, γεννά διοικητική διαφορά ουσίας με δημοσιονομικό χαρακτήρα η οποία υπάγεται πρωτογενώς στη δικαιοδοσία του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
Οι τελικοί λήπτες των ενισχύσεων - είτε είναι δημόσια νομικά πρόσωπα είτε απλοί ιδιώτες - καθίστανται, λόγω της ένταξής τους σε συγχρηματοδοτούμενο από ενωσιακούς πόρους επιχειρησιακό πρόγραμμα, υπόχρεοι σε δημόσια λογοδοσία και αποκτούν, κατά το μέρος που υπόκεινται στη λογοδοσία αυτή, την ιδιότητα του υπολόγου.
ΕλΣυν.Κλ.Ε/203/2014
Δημόσια έργα-έλεγχος νομιμότητας: Με τα δεδομένα αυτά, το Κλιμάκιο κρίνει ότι το σχέδιο σύμβασης εισάγεται απαραδέκτως για την άσκηση ελέγχου νομιμότητας, καθόσον αφορά σε έργο με προϋπολογιζόμενη δαπάνη κατώτερη του ποσού των 10.000.000 ευρώ, χωρίς Φ.Π.Α. Συνεπώς, το Κλιμάκιο στερείται αρμοδιότητας για τη διενέργεια προσυμβατικού ελέγχου επ’ αυτού και πρέπει να απόσχει.
ΝΣΚ/160/2006
Κατάργηση της διάταξης της παρ.12 άρθρου 28 Ν 2738/1999 που απαιτεί τη σύμφωνη γνώμη του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας για την παραχώρηση χρήσης χώρων στα λιμάνια αρμοδιότητας των δημοτικών λιμενικών ταμείων.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή
Η διάταξη της παρ.12 άρθρου 28 Ν 2738/1999 η οποία προέβλεπε ότι για την παραχώρηση χρήσης χώρων στα λιμάνια αρμοδιότητας των συνιστώμενων ν.π.δ.δ. απαιτείται η σύμφωνη γνώμη του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας έχει σιωπηρά καταργηθεί μετά την ισχύ του άρθρου 24 Ν 2971/2001.
ΣΤΕ ΕΑ 829/2009
Προμήθεια ειδών ιατροτεχνολογικού εξοπλισμού:..Επειδή, η αιτούσα ισχυρίζεται, περαιτέρω, ότι στην προδιαγραφή 11 του είδους 36 δεν καθίσταται σαφές εάν η επιφάνεια κατάκλισης της τράπεζας πρέπει να κινείται ηλεκτρικά ή χειροκίνητα και ότι η ασάφεια αυτή επιτρέπει την προσφορά τραπεζών υποδεέστερης τεχνολογίας που χρησιμοποιούν μηχανική κίνηση. Ο λόγος αυτός, ο οποίος εσφαλμένα στρέφεται κατά της προδιαγραφής 11 του είδους 36, δοθέντος ότι κατά τη διακήρυξη η προδιαγραφή που αφορά την επιφάνεια κατάκλισης της τράπεζας του είδους 36 είναι η υπ’ αριθ. 9, είναι απορριπτέος ως αλυσιτελώς προβαλλόμενος μετά την απόρριψη, κατά τα ανωτέρω, των λόγων των αναφερομένων σε όρους της διακήρυξης (προδιαγραφές 1, 3 και 4 του είδους 36) που, αυτοτελώς εφαρμοζόμενοι, καθιστούν, κατά την αιτούσα, αδύνατη τη νόμιμη συμμετοχή της στον ένδικο διαγωνισμό για το εν λόγω είδος (πρβλ. Ε.Α. 691/2009).Επειδή, κατόπιν τούτων η υπό κρίση αίτηση πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της.
ΔΕΚ/C-324/2007
«Δημόσιες συμβάσεις – Διαδικασίες συνάψεως δημοσίων συμβάσεων – Συμβάσεις παραχωρήσεως δημοσίων υπηρεσιών – Παραχώρηση σχετική με την εκμετάλλευση δημοτικού δικτύου καλωδιακής τηλεόρασης – Ανάθεση από δήμο σε διαδημοτικό συνεταιρισμό – Υποχρέωση διαφάνειας – Προϋποθέσεις – Άσκηση, από την παραχωρούσα αρχή, ελέγχου ανάλογου με εκείνον που ασκεί στις δικές της υπηρεσίες»(....) 1) Τα άρθρα 43 ΕΚ και 49 ΕΚ, οι αρχές της ίσης μεταχείρισης και της απαγορεύσεως διακρίσεων λόγω ιθαγένειας καθώς και της συνακόλουθης υποχρεώσεως διαφάνειας δεν απαγορεύουν την παραχώρηση από δημόσια αρχή, χωρίς προκήρυξη διαγωνισμού, δημόσιων υπηρεσιών σε διαδημοτικό συνεταιρισμό του οποίου όλα τα μέλη είναι δημόσιες αρχές, εφόσον οι δημόσιες αυτές αρχές ασκούν στον συνεταιρισμό αυτό έλεγχο ανάλογο με εκείνον που ασκούν στις δικές τους υπηρεσίες και ο εν λόγω συνεταιρισμός πραγματοποιεί το κύριο μέρος της δραστηριότητάς του με αυτές τις δημόσιες αρχές. 2) Υπό την επιφύλαξη της επαληθεύσεως από το αιτούν δικαστήριο των πραγματικών περιστατικών που αφορούν το περιθώριο αυτονομίας που διαθέτει ο εν λόγω συνεταιρισμός, υπό περιστάσεις όπως αυτές της κύριας δίκης, υπό τις οποίες οι αποφάσεις σχετικά με τις δραστηριότητες διαδημοτικού συνεταιρισμού που ελέγχεται αποκλειστικά από δημόσιες αρχές λαμβάνονται από καταστατικά όργανα του συνεταιρισμού αυτού που απαρτίζονται από εκπροσώπους των δημοσίων αρχών που είναι μέλη, ο έλεγχος που ασκείται επί των αποφάσεων αυτών από τις εν λόγω δημόσιες αρχές μπορεί να θεωρηθεί ότι καθιστά δυνατή για τις αρχές αυτές την άσκηση επ’ αυτού ελέγχου ανάλογου με εκείνον που ασκούν στις δικές τους υπηρεσίες. 3) Στην περίπτωση που μία δημόσια αρχή προσχωρεί σε διαδημοτικό συνεταιρισμό του οποίου όλα τα μέλη είναι δημόσιες αρχές, προκειμένου να του μεταβιβάσει τη διαχείριση δημόσιας υπηρεσίας, ο έλεγχος που ασκούν επ’ αυτού οι αρχές που είναι μέλη του συνεταιρισμού, μπορεί να χαρακτηριστεί ως ανάλογος με τον έλεγχο που ασκούν στις δικές τους υπηρεσίες, όταν ασκείται από τις αρχές αυτές από κοινού, με απόφαση λαμβανόμενη, ενδεχομένως, κατά πλειοψηφία.