×
register
Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΕλΣυν.Κλ.Β/226/2010

Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 3274/2004, 3448/2006

ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΜΟΙ:Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην πέμπτη σκέψη της παρούσας, οι ως άνω δαπάνες, συνολικού ύψους 33.070.753 δρχ., που προέκυψαν κατά το χρόνο παράτασης εκτέλεσης του προϋπολογισμού της ελεγχόμενης χρήσης, εμπίπτουν στις νομιμοποιητικές διατάξεις των άρθρων 26 του ν. 3274/2004 και 29 παράγρ.8 του ν. 3448/2006, παρά το γεγονός ότι δεν τηρήθηκε η προσήκουσα δημοσιολογιστική διαδικασία,  καθόσον οι δαπάνες αυτές καλύφθηκαν από τον οικείο Δήμο, ενώ κατά τον έλεγχο που διεξήχθη από την αρμόδια Επίτροπο δεν τέθηκε υπό αμφισβήτηση η συνδρομή των προϋποθέσεων εφαρμογής των σχετικών νομιμοποιητικών διατάξεων. Κατ’ ακολουθίαν των προεκτεθέντων, δεν συντρέχει περίπτωση καταλογισμού των υπολόγων του Δήμου ...... του Νομού ......, οικονομικού έτους 2000, λόγω αναδρομικής νομιμοποίησης των επίμαχων δαπανών.


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΥΠΕΣ/62571/2004

Ερμηνευτική εγκύκλιος των άρθρων 2,21 παράγρ. 1, 22 παράγρ.7,8, και 9, 27,28,29,33 και 35 παράγρ. 2,6,10 και 12 του Ν.3274/2004"Οργάνωση και λειτουργία των Οργανισμών Τ.Α α και β βαθμού." (Εγκύκλιος αριθμ 54/04)


ΕλΣυν.Κλ.Β/91/2011

Καταλογισμοί..προμήθεια κινητών τηλεφώνων και για εργασίες εγκατάστασης συστήματος επικοινωνίας των οχημάτων (...)Περαιτέρω, το Κλιμάκιο κρίνει ότι η δαπάνη αυτή δεν μπορεί να νομιμοποιηθεί με τις διατάξεις των άρθρων 26 παρ.1 του ν.3274/2004 και 29 παρ.8 του ν.3448/2006, για τον ίδιο λόγο που αναφέρθηκε στην προηγούμενη σκέψη. Τούτων έπεται ότι πρέπει να καταλογιστεί, υπέρ του Δήμου .... το ποσό των 3.000.000 δραχμών ή 8.804,11 ευρώ, σε βάρος των ως άνω υπολόγων, αλληλεγγύως και εις ολόκληρον, εξαιρουμένης της Διευθύντριας των Οικονομικών Υπηρεσιών, …., η οποία θα πρέπει να απαλλαγεί, μολονότι υπέγραψε το ως άνω χρηματικό ένταλμα, καθώς           είχε εκφράσει αντιρρήσεις για την έκδοσή του, όπως εμφαίνεται στην 17220/9.10.1996 αναφορά του Προϊσταμένου του Λογιστηρίου, …… προς το Δήμαρχο. Ειδικότερα, το ως άνω ποσό θα πρέπει να καταλογιστεί σε βάρος του Δημάρχου, ….., ο οποίος έδωσε εντολή για την έκδοση του χρηματικού εντάλματος, υπέγραψε αυτό, και συμμετείχε στη συνεδρίαση του δημοτικού συμβουλίου για τη λήψη της απόφασης πραγματοποίησης της επίμαχης δαπάνης, του Ειδικού Ταμία - Ελεγκτού Εξόδων, ……, απορριπτομένου ως αβασίμου του περί αντιθέτου ισχυρισμού του, περί μη ευθύνης αυτού, καθώς και των μελών του δημοτικού συμβουλίου που έλαβαν τη γενεσιουργό της ως άνω δαπάνης απόφαση.(..)Επειδή δεν προκύπτει κανένα άλλο χρηματικό έλλειμμα, ούτε διαπιστώθηκε άλλη λογιστική ανωμαλία, σε βάρος των υπολόγων, θα πρέπει να κηρυχθούν εν μέρει ορθώς έχοντες οι λογαριασμοί της διαχείρισης του Δήμου ...., οικονομικού έτους 1996, και να καθοριστεί το χρηματικό υπόλοιπο της 31 Δεκεμβρίου 1996, που θα μεταφερθεί στο επόμενο οικονομικό έτος, στο ποσό των 28.952.775 δραχμών ή 84.967,80 ευρώ.


ΕΣ/ΤΜ.7/2462/2006

Έλλειμμα διαχείρισης Δήμου...Ειδικότερα, η συγκεκριμένη δαπάνη πρέπει να προβλέπεται από διάταξη νόμου ή να χαρακτηρίζεται ως λειτουργική, επειδή εξυπηρετεί, σύμφωνα με τις γενικές ή καταστατικές διατάξεις των ως άνω φορέων την αποστολή και τις αρμοδιότητές τους. Η πρόβλεψη της δαπάνης σε νομική διάταξη καλύπτει και την πρόβλεψη της διαδικασίας, μέσω της οποίας δημιουργείται για τον οικείο ΟΤΑ υποχρέωση εξόφλησης της δαπάνης, όπως αυτή ρητά προβλέπεται στη νεώτερη διάταξη του ν.3448/2006. Με τις ως άνω διατάξεις, ερμηνευόμενες σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 98 παρ.1δ, στις οποίες κατοχυρώνεται ο κατασταλτικός έλεγχος των δαπανών του Δημοσίου, των ΟΤΑ και των νπδδ από το Ελεγκτικό Συνέδριο, στο πλαίσιο του οποίου προστατεύεται η αρμοδιότητα των οργάνων του Ελεγκτικού Συνεδρίου για έλεγχο και καταλογισμό των υπολόγων των εν λόγω νομικών προσώπων, και 102 παρ. 5 του ισχύοντος Συντάγματος, με τις οποίες το Κράτος λαμβάνει όλα τα απαραίτητα μέτρα για την εξασφάλιση της οικονομικής αυτοτέλειας και των πόρων των ΟΤΑ για την εκπλήρωση της αποστολής τους, αλλά με ταυτόχρονη διασφάλιση της διαφάνειας κατά τη διαχείριση των πόρων αυτών, νομιμοποιούνται εκείνες μόνο οι δαπάνες, που πληρώθηκαν από τους ως άνω φορείς και συγκεντρώνουν τις προεκτεθείσες προϋποθέσεις, εφόσον κατά τη διαδικασία ανάληψης της σχετικής υποχρέωσης και εκτέλεσης αυτών δεν παραβιάστηκε ουσιώδης διαδικαστικός τύπος. Αποτελούν δε ουσιώδεις τύπους ιδίως α)η μη ύπαρξη διαγωνιστικής διαδικασίας ως επιλογή διαδικασίας για την ανάθεση των συμβάσεων, καθώς και η μη ειδική για το λόγο αυτό αιτιολόγηση της εφαρμογής εξαιρετικής διαδικασίας(με διαπραγμάτευση ή απευθείας ανάθεση), με αποτέλεσμα να μην διασφαλίζονται τα οικονομικά συμφέροντα του οικείου δήμου, β) η μη τήρηση των κανόνων δημοσιότητας και η έλλειψη διαφάνειας της όλης διαδικασίας ανάθεσης, γ) η μη προστασία των οικονομικών συμφερόντων του οικείου δήμου, δ) η μη τήρηση των κανόνων του λογιστικού των ΟΤΑ αναφορικά με την διεξαγωγή της ταμειακής διαχείρισης του οικείου δήμου(εξωταμειακές διαχειρίσεις), ε) η μη υποβολή των συγκεκριμένων δαπανών στον προληπτικό έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου και στ) η μη υποβολή δημοσίων συμβάσεων στον προβλεπόμενο από τις οικείες διατάξεις προσυμβατικό έλεγχο νομιμότητας του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Κατ΄ ακολουθίαν των ανωτέρω, η καταβολή αμοιβών σε εργολήπτες για την αποκατάσταση ζημιών σχολείων από το σεισμό, καθώς και για την πραγματοποίηση μουσικής εκδήλωσης(συναυλίας), χωρίς την έκδοση χρηματικών ενταλμάτων συνιστά παραβίαση ουσιώδους διαδικαστικού τύπου, κατά την προεκτεθείσα έννοια, καθόσον πρόκειται σαφώς για εξωταμιακή διαχείριση, η οποία από τη φύση της δεν μπορεί να διασφαλίσει τα οικονομικά συμφέροντα του οικείου δήμου, ενώ παραβιάζει και την αρχή της διαφάνειας κατά τη διενέργεια των υποκειμένων αυτής διαχειριστικών πράξεων. 


ΕλΣυν.Κλ.Β/334/2010

ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΜΟΙ:Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω, δεν είναι νόμιμη η επιχορήγηση, καθ’ όσον, ανεξαρτήτως του ότι για ορισμένους συλλόγους συντρέχουν οι τιθέμενες από τη διάταξη του άρθρου 262 του Δ.Κ.Κ. προϋποθέσεις, δεν είναι επιτρεπτή η καταβολή οικονομικής ενίσχυσης για την κάλυψη των λειτουργικών δαπανών των εν λόγω συλλόγων. Επιπλέον, η δαπάνη αυτή δεν νομιμοποιείται κατά τις διατάξεις των άρθρων   26 παρ. 1 του ν. 3274/2004 και 29 παρ. 8 του ν. 3448/2006, καθ’ όσον δεν πληρούνται οι προβλεπόμενες από αυτές προϋποθέσεις (βλ. ανωτέρω, σκέψη V). Επομένως, πρέπει να καταλογιστούν με το ως άνω έλλειμμα που δημιουργήθηκε στη διαχείριση του Δήμου Αγίου ...., κατά το οικονομικό έτος 1997, οι παρακάτω, ευθυνόμενοι αλληλεγγύως και εις ολόκληρον, μέχρι το ποσό που ορίζεται για τον καθένα, ως υπόλογοι, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην τρίτη σκέψη της παρούσας, ως εξής : α) η Τμηματάρχης Οικονομικών Υπηρεσιών, …., με το ποσό των 3.500.000 δρχ., διότι, υπό την ιδιότητά της αυτή, υπέγραψε όλα τα ως άνω χρηματικά εντάλματα με τα οποία πραγματοποιήθηκαν οι ανωτέρω κριθείσες μη νόμιμες δαπάνες, β) η Διευθύντρια Οικονομικών Υπηρεσιών, ...., με το ποσό των 3.500.000 δρχ., διότι, υπό την ιδιότητά της αυτή, υπέγραψε όλα τα ως άνω χρηματικά εντάλματα με τα οποία πραγματο-ποιήθηκαν οι ανωτέρω κριθείσες μη νόμιμες δαπάνες, γ) ο ελεγκτής εσόδων – εξόδων Ο.Τ.Α., ...., με το ποσό των 3.500.000 δρχ. διότι, υπό την ιδιότητά του αυτή, υπέγραψε όλα τα ως άνω χρηματικά εντάλματα με τα οποία πραγματοποιήθηκαν οι ανωτέρω κριθείσες μη νόμιμες δαπάνες, δ) οι κατωτέρω δημοτικοί σύμβουλοι που συμμετείχαν στις 288/1997 και 345/1997 αποφάσεις έγκρισης των επιμέρους κριθεισών ως μη νόμιμων δαπανών: 1. …., μετά τον επισυμβάντα θάνατο του οποίου μοναδικοί εξ αδιαθέτου κληρονόμοι του είναι η χήρα αυτού…, το γένος … και οι θυγατέρες του ...., … και ….., οι οποίες ευθύνονται κατά το λόγο της κληρονομικής τους μερίδας, 2. ...., 3…., 4…., 5. ...., 6…., 7. …, 8. …., 9. ….., 10. …., 11. …, 12. … και          13. …., μετά τον επισυμβάντα θάνατο του οποίου μοναδικοί    εξ αδιαθέτου κληρονόμοι του είναι η χήρα αυτού …. και          τα τέκνα του …ς και…., οι οποίοι ευθύνονται κατά το     λόγο της κληρονομικής τους μερίδας, με το ποσό των 3.500.000 δρχ.,               ε) οι δημοτικοί σύμβουλοι ….και…., μέχρι το ποσό των 3.000.000 δρχ., λόγω της συμμετοχής τους στην 13η/31.7.1997 συνεδρίαση κατά την οποία ελήφθη ομόφωνα η προμνησθείσα 288/1997 απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου και στ) οι δημοτικοί σύμβουλοι               1. …., 2…., 3. ….,           4….., 5. …., 6. ….,     7. …. και 8. ….. μέχρι το ποσό των 500.000 δρχ., λόγω της συμμετοχής τους στη 15η/30.9.1997 συνεδρίαση κατά την οποία ελήφθη ομόφωνα η προμνησθείσα 345/1997 απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου. 


ΕΣ/ΚΛ.Β/44/2014

ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΜΟΙ:..περί της ορθότητας ή μη των λογαριασμών της διαχείρισης του Δήμου … Νομού …, οικονομικού έτους 2000.(...)Από τις προεκτεθείσες διατάξεις συνάγεται ότι για τη μίσθωση από τους Ο.Τ.Α. ακινήτων που ανήκουν σε τρίτους διενεργείται υποχρεωτικά μειοδοτική δημοπρασία για την ανάδειξη της συμφερότερης για τον Ο.Τ.Α. προσφοράς, η οποία πραγματοποιείται σύμφωνα με τα ειδικότερα οριζόμενα στα άρθρα 2 και 3 του π.δ/τος 270/1981. Περαιτέρω, για την κανονικότητα της δαπάνης απαιτείται να επισυνάπτονται στο χρηματικό ένταλμα πληρωμής του πρώτου μισθώματος κάθε έτους αντίγραφα των αποφάσεων των αρμοδίων οργάνων του δήμου περί εγκρίσεως των όρων της διακήρυξης και κατακύρωσης της δημοπρασίας, της σύμβασης μίσθωσης, σε περίπτωση δε μη διενέργειας της δημοπρασίας.αντίγραφο της απόφασης του δημοτικού συμβουλίου και της επ’ αυτής ομοίας της διοικητικής αρχής και αντίγραφο του συμβολαίου μισθώσεως. Από τον δειγματοληπτικό έλεγχο που διενεργήθηκε προέκυψε ότι με το 1012, οικονομικού έτους 2000, χρηματικό ένταλμα πληρωμής του Δήμου … ποσού 48.797 δρχ. (143,20 ευρώ) εξοφλήθηκε δαπάνη που αφορούσε στην καταβολή μισθώματος για τη χρήση από τον ως άνω Δήμο αποθήκης μηνός Δεκεμβρίου του έτους 2000. Πλην όμως, από τον διενεργηθέντα έλεγχο δεν προέκυψαν στοιχεία που να αποδεικνύουν την τήρηση της προπεριγραφείσας διαδικασίας μειοδοτικής δημοπρασίας για τη μίσθωση του εν λόγω ακινήτου και συνεπώς, η υπό κρίση δαπάνη παρίσταται μη νόμιμη, εκ της οποίας προκαλείται ισόποσο έλλειμμα στην ελεγχόμενη διαχείριση. (...)Με τα δεδομένα αυτά, και ενόψει του ότι αφενός στα συμπεράσματα της Πορισματικής Έκθεσης αναφέρεται ότι η απώλεια του 1027, οικονομικού έτους 2000, χρηματικού εντάλματος πληρωμής του Δήμου …, που αφορούσε πληρωμή του δώρου Χριστουγέννων των μονίμων υπαλλήλων του Δήμου μετά την εξόφλησή του δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως σκόπιμο γεγονός, και ότι όλοι οι υπάλληλοι πληρώθηκαν κανονικά, αφετέρου δε δεν καθίσταται σαφές σε ποιο χρονικό σημείο απωλέσθηκε το χρηματικό ένταλμα και εξαιτίας ποιου συγκεκριμένου γεγονότος, ώστε η απώλειά του να δύναται να αποδοθεί σε συγκεκριμένο πρόσωπο, το Κλιμάκιο κρίνει ότι ... πρέπει να απαλλαγούν οι υπόλογοι της ελεγχόμενης διαχείρισης από την ανωτέρω απώλεια δικαιολογητικών.


ΕΣ/ΤΜ.7/610/2016

ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΜΟΙ:Με την κρινόμενη έφεση, όπως νομίμως αναπτύσσεται με το από 10.3.2014 υπόμνημα, ζητείται η ακύρωση της …/29.8.2012 απόφασης της Οικονομικής Επιθεωρήτριας της Οικονομικής Επιθεώρησης Κρήτης …, με την οποία καταλογίστηκε υπέρ του Δήμου …, καθολικού διαδόχου  του  ήδη  καταργηθέντος  Δήμου  … (άρθρα 1 παρ. 2 περ. 10.Α.1 και 283 παρ. 3 του ν. 3852/2010) και σε βάρος του εκκαλούντος, πρώην  Δημάρχου  …, το ποσό των 17.659,29 ευρώ, που φέρεται ως έλλειμμα στη χρηματική διαχείριση του ως άνω Δήμου κατά τα έτη 1999 και 2000 (1.1.1999 έως 31.12.2000).(....)Περαιτέρω, κατά την κρίση του Τμήματος, οι ανωτέρω δαπάνες δεν νομιμοποιούνται με τις διατάξεις του άρθρου 26 παρ. 1 του ν. 3274/2004, όπως αυτές ερμηνεύτηκαν με τις διατάξεις του άρθρου 29 παρ. 8 του ν. 3448/2006, καθόσον δεν συντρέχει η μία από τις σωρευτικά απαιτούμενες προϋποθέσεις νομιμοποίησής τους, δηλαδή δεν προβλέπονται από διάταξη νόμου, ούτε κατά τα προεκτεθέντα μπορούν να θεωρηθούν ως λειτουργικές, αφού δεν αποδείχθηκε ότι οι μεν δαπάνες κινητής τηλεφωνίας ικανοποιούσαν  λειτουργική ανάγκη του δήμου και, ειδικότερα, αδήριτη υπηρεσιακή ανάγκη κατά τον κρίσιμο χρόνο, οι δε δαπάνες προμήθειας καυσίμων ότι συντέλεσαν άμεσα ή έμμεσα στην καλύτερη και αποτελεσματικότερη εκπλήρωση των σκοπών του Δήμου. Ωστόσο, το Δικαστήριο, λαμβάνοντας υπόψη τη βαρύτητα των δημοσιονομικών παραβάσεων που διαπιστώθηκαν και το γεγονός ότι το επίδικο έλλειμμα προκλήθηκε από ελαφρά αμέλεια του εκκαλούντος και για το λόγο αυτό δεν καταλογίστηκαν σε βάρος του προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής, κρίνει ότι συντρέχει περίπτωση εφαρμογής των διατάξεων της παρ. 1 του άρθρου 37 του ν. 3801/2009 και, συνεπώς, περιορισμού του καταλογισθέντος σε βάρος του εκκαλούντος ποσού σε 8.500,00 ευρώ.Δέχεται εν μέρει την από 16.10.2012 έφεση του … του ….Μεταρρυθμίζει την …/29.8.2012 απόφαση καταλογισμού της Οικονομικής Επιθεωρήτριας της Οικονομικής Επιθεώρησης … του Υπουργείου Οικονομικών και περιορίζει το καταλογισθέν σε βάρος του εκκαλούντος ποσό σε οκτώ χιλιάδες πεντακόσια ευρώ (8.500,00 ευρώ). 


ΕΣ/ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑΣ/1340/2010

ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΜΟΙ:Αίτηση για αναίρεση της 1373/2006 οριστικής απόφασης του VIΙ Τμήματος του Ελεγκτικού.Στην υπό κρίση υπόθεση, η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, όπως στο ακροτελεύτιο στίχο αυτής διαλαμβάνει, δημοσιεύθηκε την 27.6.2006, δηλαδή μετά την έναρξη ισχύος των προαναφερόμενων διατάξεων. Εξάλλου, η προσβαλλόμενη απόφαση, με βάση τα αναφερόμενα στη σκέψη με στοιχείο 6, ανέλεγκτα κατ’ αναίρεση πραγματικά περιστατικά, αφού δέχθηκε ότι οι αποδοχές των ειδικών συμβούλων και συνεργατών και ιδιαιτέρων γραμματέων των δήμων κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα καθορίζονται από τις διατάξεις της εκδοθείσας, κατ’ εξουσιοδότηση του άρθρου 67 παρ. 12 του         ν. 1416/1984, 99751/8911/1984 κοινής απόφασης των Υπουργών Εσωτερικών και Οικονομικών, οι οποίες, ως ειδικότερες, κατισχύουν εκείνες της 2302/24.2.1983 κοινής απόφασης των Υπουργών Προεδρίας της Κυβέρνησης και Οικονομικών έκρινε ότι η εκκαθάριση και η καταβολή  των αποδοχών των δύο ειδικών συμβούλων και του ειδικού συνεργάτη του Δήμου ......., καθώς και της ιδιαιτέρας γραμματέως του Δημάρχου ....... από 1.1.2000 έως 31.12.2001 που έγινε σύμφωνα με τις διατάξεις της 2302/24.2.1983 κοινής υπουργικής απόφασης δεν είναι νόμιμη με συνέπεια από τη μη νόμιμη καταβολή διαφοράς αποδοχών ποσού 10.481.776 δραχμές ή 30.760,90 ευρώ να δημιουργηθεί ισόποσο έλλειμμα στη διαχείριση του Δήμου ....... για τα οικονομικά έτη 2000 και 2001 και, λαμβάνοντας υπόψη ότι  ο αναιρεσείων, με την ιδιότητα Αντιδημάρχου του Δήμου ......., αρμόδιου για την υπογραφή όλων των χρηματικών ενταλμάτων μισθοδοσίας, έδωσε εντολή, παρά τις αντιρρήσεις του οικείου Ταμία, να πληρωθεί η κατά τα ανωτέρω προκύψασα μη νόμιμη διαφορά αποδοχών με συνέπεια να δημιουργηθεί  ισόποσο έλλειμμα στη διαχείριση του Δήμου αυτού κατέληξε στο συμπέρασμα ότι νόμιμα καταλογίσθηκε σε βάρος του ισόποσο με το δημιουργηθέν έλλειμμα χρηματικό ποσό. Κατά την κατάστρωση, όμως, του δικανικού του συλλογισμού, το δικάσαν Δικαστήριο παρέλειψε να ερευνήσει και να αιτιολογήσει εάν συντρέχει περίπτωση εφαρμογής των προαναφερομένων διατάξεων των άρθρων 26 του     ν. 3274/2004 και 29 παρ. 8 του ν. 3448/2006 στην υπό κρίση υπόθεση και εάν με βάση τις διατάξεις αυτές που ίσχυαν κατά την δημοσίευση την προσβαλλόμενης απόφασης, οι επίμαχες δαπάνες που είχαν κριθεί μη νόμιμες θεωρούνται κατά πλάσμα του νόμου νόμιμες. Κατόπιν αυτών, πρέπει η κρινόμενη αίτηση να γίνει εν μέρει δεκτή κατά παραδοχή του πρώτου λόγου αυτής που προβάλλεται βάσιμα, να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση μόνο για το λόγο αυτό και να αναπεμφθεί η παρούσα υπόθεση στο Τμήμα που την εξέδωσε, γιατί χρειάζεται διευκρίνιση στο πραγματικό αυτής, όπως ορίζεται στο διατακτικό, να διαταχθεί η επιστροφή στον αναιρεσείοντα του καταβληθέντος παραβόλου αναιρέσεως που κατατέθηκε (άρθρα 59 του π.δ. 774/1980 και 61 παρ. 3 και 117 του π.δ. 1225/1981) και να απαλλαγούν εν όλω, κατ’ εκτίμηση των περιστάσεων, οι αντίδικοι από την καταβολή δικαστικών εξόδων (άρθρ. 275 παρ. 1 του Κ.Δ.Δ. σε συνδυασμό με το άρθρο 123 του π.δ. 1225/1981, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 12 παρ. 2 του ν. 3472/2006 – Α΄ 135).(..)Αναιρεί την 1373/2006 οριστική απόφαση του VΙΙ Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου μόνο για το λόγο που αναφέρεται στο σκεπτικό.


ΕΣ/ΤΜ.6/342/2019

Έλλειμμα διαχείρισης...ζητείται η ακύρωση της 59/2016 Πράξης του Β΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου...Η εν λόγω νομιμοποιητική των επίμαχων δαπανών του ως άνω Νομικού Προσώπου Ιδιωτικού Δικαίου διάταξη, η οποία δεν διαφέρει κατά περιεχόμενο από άλλες αντίστοιχες που έχουν κριθεί στο παρελθόν από το Δικαστήριο τούτο ως μη αντικείμενες σε συνταγματικές διατάξεις (άρθρα 26 ν. 3274/2004 και 29 παρ. 8 ν. 3448/2006 και Ε.Σ. Ολ. 1573/2008, 1719/2010, 1747/2010 κ.α.), δεν προσκρούει στο άρθρο 98 του Συντάγματος περί Ελεγκτικού Συνεδρίου ούτε σε κάποια άλλη συνταγματική διάταξη, καθόσον σε καμία περίπτωση δεν θίγει ούτε περιορίζει τον κατασταλτικό έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου, ο οποίος ασκείται με βάση το εκάστοτε ισχύον νομοθετικό πλαίσιο διενεργείας δημοσίων δαπανών, το οποίο μπορεί να έχει θεσπισθεί ακόμη και αναδρομικά μετά την διενέργεια των δαπανών, αφού ο νομοθέτης δεν κωλύεται να μεταβάλει αναδρομικά τους όρους νομιμότητας των δαπανών ακόμη και συγκεκριμένης διαχείρισης, οι δε τιθέμενες, όπως εν προκειμένω, προϋποθέσεις, που εξαρτούν τη νομιμοποίηση των δαπανών, από την σύμφωνη με τους σκοπούς  της διαχείρισης εκτέλεση έργων, προμηθειών και υπηρεσιών καθώς και από την βεβαίωση πραγματικής εκτέλεσης των εργασιών αυτών, διασφαλίζουν τα όρια της νομιμοποίησης, ήτοι ότι οι διατάξεις αυτές δεν θα οδηγήσουν στην απαλλαγή από τη δημοσιονομική ευθύνη, διαχειριστές υπολόγους με ποινικώς ύποπτη δράση. Η  άποψη αυτή ενισχύεται και από την δυνατότητα του νομοθέτη, η οποία δεν έχει αμφισβητηθεί μέχρι σήμερα ως προς την συνταγματικότητά της από τα δικαστήρια, με νομοθετικές ρυθμίσεις και παρεμβάσεις να μειώνει ή ακόμη πολλές φορές και να εξαφανίζει καταλογισμούς και πρόστιμα για παραβάσεις της δημοσιολογιστικής, φορολογικής, τελωνειακής κ.α. νομοθεσίας πράγμα που σημαίνει ότι εφόσον επιτρέπεται το μείζον λογικό, εύλογο και προ πάντων σύμφωνο με το Σύνταγμα είναι και το έλασσον, όπως συμβαίνει εν προκειμένω, με την αναδρομική νομοθετική ρύθμιση και θέσπιση προϋποθέσεων νομιμότητας ήδη διενεργηθεισών δημοσίων δαπανών συγκεκριμένης διαχείρισης. Κατά συνέπεια, η προσβαλλόμενη πράξη του Β΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου εκδοθείσα κατά παράβαση της διάταξης του άρθρου 45 του ν. 4301/2014 που νομιμοποίησε στο σύνολό τους τις επίμαχες δαπάνες είναι μη νόμιμη και για το λόγο αυτό ακυρωτέα, η δε κρινόμενη έφεση, παρελκούσης ως αλυσιτελούς της έρευνας των λοιπών λόγων αυτής, πρέπει, με αυτή την νομική βάση και αιτιολογία, να γίνει δεκτή και να εξαφανισθεί η προσβαλλόμενη πράξη του Β΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου καθό μέρος αφορά τον εκκαλούντα. Πλην όμως η γνώμη αυτή δεν κράτησε.Ακυρώνει, ως προς τον εκκαλούντα την 59/2016 Πράξη του Β΄ Κλιμακίου


ΕΣ/ΤΜ.6/315/2019

Έλλειμμα διαχείρισης νομικού προσώπου...Η εν λόγω νομιμοποιητική των επίμαχων δαπανών του ως άνω Νομικού Προσώπου Ιδιωτικού Δικαίου διάταξη, η οποία δεν διαφέρει κατά περιεχόμενο από άλλες αντίστοιχες που έχουν κριθεί στο παρελθόν από το Δικαστήριο τούτο ως μη αντικείμενες σε συνταγματικές διατάξεις (άρθρα 26 ν. 3274/2004 και 29 παρ. 8 ν. 3448/2006 και  Ε.Σ. Ολ. 1573/2008, 1719/2010, 1747/2010 κ.α.), δεν προσκρούει στο άρθρο 98 του Συντάγματος περί Ελεγκτικού Συνεδρίου ούτε σε κάποια άλλη συνταγματική διάταξη, καθόσον σε καμία περίπτωση δεν θίγει ούτε περιορίζει τον κατασταλτικό έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου, ο οποίος ασκείται με βάση το εκάστοτε ισχύον νομοθετικό πλαίσιο διενεργείας δημοσίων δαπανών, το οποίο μπορεί να έχει θεσπισθεί ακόμη και αναδρομικά μετά την διενέργεια των δαπανών, αφού ο νομοθέτης δεν κωλύεται να μεταβάλει αναδρομικά τους όρους νομιμότητας των δαπανών ακόμη και συγκεκριμένης διαχείρισης, οι δε τιθέμενες, όπως εν προκειμένω, προϋποθέσεις, που εξαρτούν τη νομιμοποίηση των δαπανών, από την σύμφωνη με τους σκοπούς  της διαχείρισης εκτέλεση έργων, προμηθειών και υπηρεσιών καθώς και από την βεβαίωση πραγματικής εκτέλεσης των εργασιών αυτών, διασφαλίζουν τα όρια της νομιμοποίησης, ήτοι ότι οι διατάξεις αυτές δεν θα οδηγήσουν στην απαλλαγή από τη δημοσιονομική ευθύνη, διαχειριστές υπολόγους με ποινικώς ύποπτη δράση. Η  άποψη αυτή ενισχύεται και από την δυνατότητα του νομοθέτη, η οποία δεν έχει αμφισβητηθεί μέχρι σήμερα ως προς την συνταγματικότητά της από τα δικαστήρια, με νομοθετικές ρυθμίσεις και παρεμβάσεις να μειώνει ή ακόμη πολλές φορές και να εξαφανίζει καταλογισμούς και πρόστιμα για παραβάσεις της δημοσιολογιστικής, φορολογικής, τελωνειακής κ.α. νομοθεσίας πράγμα που σημαίνει ότι εφόσον επιτρέπεται το μείζον λογικό, εύλογο και προ πάντων σύμφωνο με το Σύνταγμα είναι και το έλασσον, όπως συμβαίνει εν προκειμένω, με την αναδρομική νομοθετική ρύθμιση και θέσπιση προϋποθέσεων νομιμότητας ήδη διενεργηθεισών δημοσίων δαπανών συγκεκριμένης διαχείρισης. Κατά συνέπεια, η προσβαλλόμενη πράξη του Β΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου εκδοθείσα κατά παράβαση της διάταξης του άρθρου 45 του ν. 4301/2014 που νομιμοποίησε στο σύνολό τους τις επίμαχες δαπάνες είναι μη νόμιμη και για το λόγο αυτό ακυρωτέα, η δε κρινόμενη έφεση, παρελκούσης ως αλυσιτελούς της έρευνας των λοιπών λόγων αυτής, πρέπει, με αυτή την νομική βάση και αιτιολογία, να γίνει δεκτή και να εξαφανισθεί η προσβαλλόμενη πράξη του Β΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου καθό μέρος αφορά τον εκκαλούντα. Πλην όμως η γνώμη αυτή δεν κράτησε. Κατ΄ ακολουθίαν των ανωτέρω, η κρινόμενη έφεση πρέπει να γίνει δεκτή και να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη πράξη. Ακολούθως, μετά την αποδοχή της έφεσης, πρέπει να διαταχθεί η επιστροφή στον εκκαλούντα του παραβόλου που κατέθεσε για την άσκηση της έφεσης (άρθρο 73 παρ.4 του Κώδικα Νόμων για το Ελεγκτικό Συνέδριο) και εκτιμωμένων  των περιστάσεων, να απαλλαγεί ο εφεσίβλητος από την καταβολή της δικαστικής δαπάνης του εκκαλούντος (βλ. άρθρο 275 παρ. 1 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, σε συνδυασμό με το άρθρο 123 του π.δ/τος 1225/1981, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 12 παρ. 2 του ν. 3472/2006).


ΕΣ/ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ/177/2022

ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΜΟΙ: επιδιώκεται η αναίρεση της 2342/2017 απόφασης του VI Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου (...) Επομένως, οι διαφορές που αναφύονται από καταλογιστικές αποφάσεις των οικονομικών επιθεωρητών, οι οποίες εκδίδονται ύστερα από έλεγχο νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου, που διαχειρίζονται χρήματα που προέρχονται τόσο από επιχορηγήσεις προερχόμενες από τον κρατικό προϋπολογισμό, όσο και από αντίτιμο παροχής υπηρεσιών, η ενιαία διαχείριση των οποίων ανάγεται σε σκοπό δημόσιου συμφέροντος, υπάγoνται στη δικαιοδοσία του Ελεγκτικού Συνεδρίου (...) Το Ελεγκτικό Συνέδριο δικάζον αναιρετικώς και με γνώμονα την απονομή πλήρους και αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας εντός των ορίων της αναιρετικής δίκης, δεν δεσμεύεται από τη σειρά των αναιρετικών λόγων όπως αυτοί εμφανίζονται στο αναιρετήριο, αλλά δύναται να εξετάσει αυτούς με τη σειρά που κατά την κρίση του προσήκει ώστε να ικανοποιηθούν οι απαιτήσεις της λογικής αλληλουχίας, πρωτίστως όμως οι αρχές της δίκαιης δίκης. Εξ άλλου, με βάση τον ίδιο γνώμονα, δικαιούται να ερμηνεύει τα δικόγραφα των διαδίκων, εφόσον δεν παραποιεί το περιεχόμενο αυτών, προκειμένου να αναδειχθεί το προδήλως εμπεριεχόμενο σε αυτά νόημα, έστω και αν αυτό δεν αποτυπώθηκε γλωσσικά με τη δέουσα ευκρίνεια.(...) οι τελεσίδικες δικαστικές αποφάσεις των πολιτικών δικαστηρίων αποτελούν δεδικασμένο και επομένως δεν επιτρέπεται να αμφισβητηθεί και να καταστεί αντικείμενο νέας δίκης το δικαίωμα που κρίθηκε και η σχέση από την οποία αυτό έχει παραχθεί. Η δεσμευτική αυτή ενέργεια του δεδικασμένου σε μεταγενέστερη δίκη προϋποθέτει ότι αυτή αναφέρεται στο ίδιο αντικείμενο και στηρίζεται στην ίδια ιστορική και νομική αιτία. Ειδικότερα, ταυτότητα ιστορικής αιτίας υπάρχει, όταν τα πραγματικά περιστατικά, που συγκροτούν το πραγματικό της νομικής διάταξης που εφαρμόσθηκε και ήταν αναγκαία κατά νόμο για την κατάφαση ή άρνηση της διαγνωσθείσας έννομης συνέπειας, συγκροτούν το πραγματικό εν όλω ή εν μέρει της νομικής διάταξης που πρέπει να εφαρμοσθεί στη νέα δίκη. Επομένως, δεν αποκλείεται νέα δικαστική διάγνωση της ίδιας έννομης σχέσης στηριζόμενη σε διάφορη ιστορική αιτία. Εξ άλλου, η ταυτότητα της νομικής αιτίας προϋποθέτει θεμελίωση της φερόμενης προς διάγνωση έννομης συνέπειας στον αυτό νομικό κανόνα με εκείνο, που αποτέλεσε τη βάση για την κατάφαση ή άρνηση της προηγουμένως τελεσιδίκως διαγνωσθείσας έννομης συνέπειας.(...)Το Δικαστήριο διαπιστώνει κατ’ αρχάς ότι η παράβαση για την οποία απαλλάχθηκε ο αναιρεσείων (παράνομη και δόλια ιδιοποίηση κινητού πράγματος...) είναι όλως διακριτή της δημοσιολογιστικής ευθύνης που του αποδόθηκε, ως υπολόγου διαχειριστή της περιουσίας του Ινστιτούτου, για την κατάφαση της οποίας απαιτείται, όπως προεκτέθηκε ..., αφενός μεν η πρόκληση ελλείμματος στο νομικό πρόσωπο λόγω μη σύννομης διαχείρισης της περιουσίας του, αφετέρου δε η συνδρομή έστω και ελαφράς αμέλειας στο πρόσωπό του, η οποία μάλιστα τεκμαίρεται.(...)Εν όψει τούτων, το Δικαστήριο κρίνει ότι με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση δεν διατυπώθηκε οποιαδήποτε κρίση ή αιτιολογία που να θέτει εν αμφιβόλω το αθωωτικό αποτέλεσμα των ως άνω ποινικών αποφάσεων, υπό την έννοια της αμφισβήτησης της κρίσης αυτών ως προς τη συνδρομή ή μη στο πρόσωπο του αναιρεσείοντος των στοιχείων της αντικειμενικής ή και της υποκειμενικής υπόστασης του αδικήματος, για το οποίο αυτός διώχθηκε και αθωώθηκε. Συνεπώς, το δικάσαν Τμήμα, το οποίο δέχθηκε ότι δεν δεσμεύεται από τις προαναφερθείσες ποινικές αποφάσεις, τις συνεκτίμησε όμως αμφότερες και έκρινε ότι δεν αμφισβητείται με τις παραδοχές του το αθωωτικό τους αποτέλεσμα, ορθώς ερμήνευσε και εφάρμοσε το τεκμήριο της αθωότητας, απορριπτόμενου ως αβάσιμου του σχετικού λόγου αναίρεσης.(...) Υπό τα δεδομένα αυτά, κατ’ ορθή ερμηνεία και εφαρμογή των διατάξεων δεν απαλλάχθηκε από το σύνολο του καταλογισθέντος σε αυτόν ποσού (κεφάλαιο και προσαυξήσεις) του επίδικου κονδυλίου του ελλείμματος, καθώς ελλείψει έκδοσης οποιασδήποτε εγκριτικής απόφασης, έστω και από αναρμόδιο όργανο, δεν μπορεί να γίνει δεκτό ότι αυτός έδρασε με ελαφρά αμέλεια.(...)Το Δικαστήριο υπενθυμίζει ότι, επί αχρεωστήτως λαβόντος, οι αρχές της χρηστής διοίκησης εμποδίζουν τον καταλογισμό του με το αχρεωστήτως εισπραχθέν από αυτόν ποσό όταν αυτός εισέπραξε καλόπιστα το αχρεώστητο ποσό, επιπλέον δε τελεί σε οικονομική αδυναμία να το επιστρέψει (καλοπιστία και οικονομική αδυναμία αχρεωστήτως λαβόντος). Οι ίδιες αρχές, εφαρμοζόμενες επί δημοσιονομικώς υπευθύνου, εμποδίζουν τον καταλογισμό του όταν αυτός, επί πολυπλόκου διαχειρίσεως, ακολούθησε υποστηρίξιμη ερμηνεία του νόμου ενεργών καλοπίστως εντός των ορίων του καθήκοντος αυτού έτσι ώστε, στη συγκεκριμένη περίπτωση, η ενεργοποίηση εις βάρος του της καταλογιστικής αξίωσης του Δημοσίου να εμφανίζεται ως καταχρηστική (συγγνωστή πλάνη υπολόγου). Σύμφωνα με τα ανωτέρω, το Δικαστήριο κρίνει ότι ο αναιρεσείων προέβη στις ως άνω μη νόμιμες δαπάνες κατά συγγνωστή πλάνη, ήτοι στη βάση υποστηρίξιμης αντίληψης περί του ότι ενεργούσε σύννομα. Δέχεται εν μέρει την αίτηση....Περιορίζει το καταλογισθέν σε βάρος του ήδη αναιρεσείοντος ποσό σε 67.032.098 δρχ. και ήδη εκατόν ενενήντα έξι χιλιάδες επτακόσια δεκαεννέα ευρώ και εικοσιεννέα λεπτά (196.719,29 ευρώ) και απαλλάσσει αυτόν από τις προσαυξήσεις.