×
register
Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΕΣ/Τ6/51/2007

Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 3316/2005

Μελέτες.Αιτιολόγηση πρακτικών.Με τα δεδομένα αυτά, το Τμήμα κρίνει ότι η αναθέτουσα αρχή αιτιολόγησε ειδικά τη δοθείσα στους διαγωνιζομένους βαθμολογία των τεχνικών τους προσφορών, καθώς προέβη, κατόπιν του από 19.1.2007 σχετικού υπομνήματος της Επιτροπής Διαγωνισμού, στην από 23.1.2007 ορθή επανάληψη της ως άνω Δ6/3877/24.11.2006 απόφασης περί έγκρισης του Πρακτικού III/13.11.2006 της Επιτροπής Διαγωνισμού και κατακύρωσης του αποτελέσματος του διαγωνισμού στην ανωτέρω σύμπραξη γραφείων μελετών, συμμορφούμενη ως εκ τούτου με τα οριζόμενα στην προσβαλλόμενη Πράξη του Ζ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου, δεδομένου ότι επαναλήφθηκε κατά νόμιμο τρόπο η διαδικασία από το σημείο στο οποίο είχε εντοπιστεί η πλημμέλεια.


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΕΣ/Τ6/51/2007

Ανάκλση της 4/2007 του Ζ κλιμακίου.η αναθέτουσα αρχή αιτιολόγησε ειδικά τη δοθείσα στους διαγωνιζομένους βαθμολογία των τεχνικών τους προσφορών, καθώς προέβη, κατόπιν του από 19.1.2007 σχετικού υπομνήματος της Επιτροπής Διαγωνισμού, στην από 23.1.2007 ορθή επανάληψη της ως άνω Δ6/3877/24.11.2006 απόφασης περί έγκρισης του Πρακτικού III/13.11.2006 της Επιτροπής Διαγωνισμού και κατακύρωσης του αποτελέσματος του διαγωνισμού στην ανωτέρω σύμπραξη γραφείων μελετών, συμμορφούμενη ως εκ τούτου με τα οριζόμενα στην προσβαλλόμενη Πράξη του Ζ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου, δεδομένου ότι επαναλήφθηκε κατά νόμιμο τρόπο η διαδικασία από το σημείο στο οποίο είχε εντοπιστεί η πλημμέλεια.

ΣτΕ/421/2009

Μελέτες και επιλογή αναδόχου. Υπόδειγμα της εγγυητικής επιστολής, το οποίο είναι δεσμευτικό για τους διαγωνιζομένους και την αρχή που διενεργεί το διαγωνισμό. Για την αναγραφή του ονόματος του συμμετέχοντος γίνεται παραπομπή στην αίτηση συμμετοχής. Δεν απαιτείται η αναγραφή, στον τίτλο της σύμπραξης μελετητικών γραφείων, του πατρωνύμου των φυσικών προσώπων - μελών της. Μη νόμιμη η αιτιολογία αποκλεισμού της αιτούσας. Δεκτή η αίτηση ακύρωσης.


ΕλΣυν/Τμ7/98/2011

Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις προηγούμενες σκέψεις, το Τμήμα κρίνει ότι μη νομίμως ανατέθηκαν στην ανωτέρω φερόμενη ως δικαιούχο του εντάλματος εταιρεία συμβούλων οι υπηρεσίες αξιολόγησης για την κήρυξη περιοχών του Δήμου ως «αισθητικής αναβάθμισης», με τη σύνταξη σχετικής έκθεσης - υπομνήματος. Τούτο δε, διότι οι υπηρεσίες αυτές αφορούν σε αντικείμενο που ανάγεται στο πλαίσιο των καθηκόντων και των αρμοδιοτήτων του υπηρετούντος στο Τμήμα Τεχνικών Υπηρεσιών του Δήμου προσωπικού, όπως προκύπτει από τη διάρθρωση των Υπηρεσιών του.


ΝΣΚ/248/2016

Δικαστήρια - Νομολογία - Δέσμευση Διοίκησης - Δημόσιο Συμφέρον - Ανάκληση διοικητικών πράξεων.(...)α) Η νομολογία, η οποία έχει διαμορφωθεί με τις υπ’ αριθμ. 978/2012, 2270/2014, 3349/2014 και 4781/2014 αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας συνιστά «παγία νομολογία», καθόσον αφορά την δοθείσα από τις αποφάσεις αυτές ερμηνευτική νομική λύση για την δόμηση εντός των μνημειακού χαρακτήρα οικισμών της Ύδρας και της Χώρας Πάτμου. Η νομολογία αυτή μάλιστα επαναλήφθηκε και με τις μετέπειτα εκδοθείσες υπ’ αρ. 166/2015 (ΕΑ), 4363/2015 και 1248/2016 αποφάσεις του ιδίου δικαστηρίου. β) Ενδείκνυται η Διοίκηση, σε συμφωνία προς τις ανωτέρω αποφάσεις, να εξετάσει τις όμοιες υποθέσεις, ήδη εκκρεμείς ενώπιον αυτής ή μελλοντικές, που αφορούν τη δόμηση στους ίδιους οικισμούς, υιοθετώντας την δοθείσα από τις αποφάσεις αυτές ερμηνευτική νομική λύση. γ) Καθόσον αφορά τις ήδη εκδοθείσες πράξεις και οι οποίες τελούν σε αντίθεση προς την ερμηνευτική νομική λύση, που έχει δοθεί με τις ανωτέρω δικαστικές αποφάσεις, η Διοίκηση δύναται να τις ανακαλέσει οποτεδήποτε και να εξετάσει εκ νέου τις σχετικές υποθέσεις υπό το φως αυτής της νομικής ερμηνευτικής λύσεως, με βάση τις γενικές αρχές, που ισχύουν για την δυνατότητα ανακλήσεως των παράνομων ευμενών ατομικών διοικητικών πράξεων, επικαλούμενη λόγους σπουδαίου δημοσίου συμφέροντος (προστασία μνημειακών οικισμών), λαμβάνοντας, όμως, υπόψη τα δικαιώματα ή τις επωφελείς καταστάσεις, που έχουν δημιουργηθεί από τις πράξεις αυτές για καλόπιστους διοικούμενους, εκτός εάν, κατά την αιτιολογημένη κρίση της Διοικήσεως, συντρέχουν λόγοι γενικότερου δημοσίου συμφέροντος προστασίας των συγκεκριμένων μνημειακού χαρακτήρα οικισμών, σε βαθμό τέτοιο, ώστε να επιβάλλεται η ανάκληση, ακόμα και των πράξεων αυτών (ομοφ).


ΕλΣυν/Κλ.Ζ/263/2008

Από τις ανωτέρω διατάξεις, σε συνδυασμό με τις αρχές της διαφάνειας και της ίσης μεταχείρισης των διαγωνιζομένων, που διέπουν τις διαδικασίες ανάθεσης δημόσιων συμβάσεων και επιβάλλουν, σε κάθε περίπτωση, αιτιολόγηση της επιλογής του αναδόχου, προκύπτει ότι η Αναθέτουσα Αρχή, κατά το στάδιο αξιολόγησης και βαθμολόγησης των τεχνικών προσφορών των συμμετεχόντων, οφείλει να αιτιολογεί ειδικά, με αναφορά σε συγκεκριμένα στοιχεία των τεχνικών προσφορών τους, την δοθείσα σε αυτούς βαθμολογία στα αναφερόμενα στο άρθρο 22 της προκήρυξης επιμέρους κριτήρια (Πληρότητα και αρτιότητα της εκτίμησης του αντικειμένου της μελέτης – πληρότητα και ορθότητα του σχολιασμού του, αποτελεσματικότητα των προτάσεων για την αντιμετώπιση τυχόν προβλημάτων). Η παραπάνω όμως εκ του νόμου υποχρέωση αιτιολόγησης της δοθείσας βαθμολογίας δεν μπορεί να γίνει δεκτό ότι εκπληρώνεται στην περίπτωση που διατυπώνονται γενικού και συμπερασματικού χαρακτήρα παρατηρήσεις επί των τεχνικών προσφορών των διαγωνιζομένων, χωρίς να παρατίθενται τα ειδικότερα εκείνα στοιχεία που αιτιολογούν αυτές και κατ΄ επέκταση δικαιολογούν τις βαθμολογικές αποκλίσεις, καθόσον διαφορετικά ο δικαστικός έλεγχος νομιμότητας επί της πληρότητας και σαφήνειας της σχετικής κρίσης της αναθέτουσας αρχής θα καθίστατο αδύνατος (βλ. σχετ. Πράξεις 205/2007, 224/2006 VI Τμ. Ε.Σ).


ΑΕΠΠ/67/2018

Ο προσφεύγων με την προδικαστική προσφυγή επιδιώκει την ακύρωση ή τροποποίηση της απόφασης της αναθέτουσας αρχής (Γενικό Νοσοκομείο Άρτας) που εγκρίνει το πρακτικό δικαιολογητικών συμμετοχής και τεχνικής αξιολόγησης του διαγωνισμού. Το αντικείμενο της σύμβασης αφορά την 'Προμήθεια τροφίμων' για τις ανάγκες του Γ.Ν. Άρτας και του τμήματος αρμοδιότητας του Ξενώνα Ψυχάργως, με προϋπολογισμένη δαπάνη 204.751,16 € (συμπεριλαμβανομένου ΦΠΑ) για ένα έτος. Ο διαγωνισμός αφορούσε διάφορες κατηγορίες τροφίμων όπως χυμοί φρούτων, γαλακτοκομικά προϊόντα, κονσερβοποιημένα προϊόντα, οπωροκηπευτικά κ.ά. Ο προσφεύγων ισχυρίζεται ότι η απόρριψη της προσφοράς του ήταν παράνομη, μη συμμορφούμενη με τους όρους της διακήρυξης του διαγωνισμού.


ΕλΣυν/Τμ.6/2785/2012

VIII. Με τα δεδομένα αυτά, το Τμήμα άγεται κατ’ αρχάς στην κρίση ότι, παρά τα περί του αντιθέτου γενόμενα δεκτά από το Κλιμάκιο, παράβαση ουσιώδους τύπου της διαδικασίας, ως εκ της μη δημοσίευσης περίληψης της διακήρυξης στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, δεν στοιχειοθετείται, αφού η τήρηση της διατύπωσης αυτής δεν επιβάλλεται για τους διαγωνισμούς που, όπως εν προκειμένω, διέπονται από τον ν. 3316/2005. Ωσαύτως εσφαλμένη παρίσταται, περαιτέρω, η κρίση της προσβαλλόμενης Πράξης ότι η βαθμολόγηση της τεχνικής προσφοράς των υποψηφίων πάσχει, καθόσον, μολονότι η υπό ανάθεση μελέτη ήταν προεκτιμώμενης αμοιβής άνω των 120.000 ευρώ και η διακήρυξη δεν περιελάμβανε σχετική πρόβλεψη, η Επιτροπή Διαγωνισμού αξιολόγησε την εκ μέρους των διαγωνιζομένων «γνώση των τοπικών συνθηκών». Πράγματι, παρά την εμφατική, πλην διακηρυκτικού και μόνο χαρακτήρα αναφορά στο συγκεκριμένο στοιχείο στο προοίμιο του επίμαχου II/7.10.2011 Πρακτικού, από το σύνολο του περιεχόμενου αυτού καθίσταται σαφές ότι η - δεδομένη, άλλωστε, για όλους τους διαγωνιζομένους, λόγω της εκεί προηγούμενης δραστηριοποίησής τους - γνώση της περιοχής ελήφθη υπόψη από την Επιτροπή, όχι αυτοτελώς, υπό την έννοια της αναγωγής της σε ιδιαίτερο μέτρο σύγκρισης των προσφορών μεταξύ τους, αλλά αποκλειστικώς σε σχέση με την αξιοποίησή της από τους υποψηφίους για την προσήκουσα εκτίμηση των δυσχερειών του μελετητικού αντικείμενου, δοθέντος δε ότι επί τη βάσει της τελευταίας ήταν που αιτιολογήθηκε η διαφορετική, για καθέναν από αυτούς, βαθμολογία, ούτε οι διατάξεις του άρθρου 7 παρ. 6 του ν. 3316/2005, οι οποίες, όπως προεκτέθηκε, δεν αποκλείουν τη λήψη υπόψη του ως άνω στοιχείου προς επίρρωση της αιτιολογίας της βαθμολόγησης, ως προς τα λοιπά καθιερούμενα κριτήρια αξιολόγησης, ούτε οι αρχές της διαφάνειας και της ίσης μεταχείρισης παραβιάσθηκαν στην προκειμένη περίπτωση. Όσον αφορά, εξ άλλου, τη συγκρότηση πενταμελούς, αντί τριμελούς, Επιτροπής Διαγωνισμού, η λεπτομερής παράθεση στο προαναφερόμενο Πρακτικό των ειδικών απαιτήσεων της υπό εκπόνηση μελέτης πλήρως δικαιολογεί την εκτίμηση της Υπηρεσίας ότι ο διαγωνισμός επιβαλλόταν να διενεργηθεί από διευρυμένης σύνθεσης Επιτροπή και, ως εκ τούτου, υπέρβαση των ακραίων ορίων της παρεχόμενης από το άρθρο 21 του ν. 3316/2005 ευρείας διακριτικής ευχέρειας της Αναθέτουσας Αρχής δεν συντρέχει. Ασχέτως, τέλος, της ενδεχόμενης σύναψης δανείου για τη χρηματοδότηση της μελέτης, βέβαιο είναι και με την προσβαλλόμενη Πράξη δεν αμφισβητείται ότι τόσο κατά το χρόνο έναρξης της διαδικασίας δημοπράτησης, όσο και κατά το χρόνο κατακύρωσης του αποτελέσματος του διαγωνισμού, υπήρχε εγγεγραμμένη στον προϋπολογισμό του Δήμου επαρκής πίστωση, με συνέπεια να πληρούται η τασσόμενη από το άρθρο 158 παρ. 6 του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων τυπική προϋπόθεση.


ΕΣ/ΚΛ.Ζ/169/2015

Πώληση ακινήτου του Δημοσίου...Με τα δεδομένα αυτά, λαμβάνοντας υπόψη ότι οι όροι αποπληρωμής του τιμήματος και οι λοιποί όροι της σύμβασης αγοραπωλησίας του ανωτέρω ακινήτου είναι νόμιμοι και σύμφωνοι με τους όρους του διαγωνισμού, καθώς και ότι κατά της ανωτέρω διαδικασίας δεν έχει ασκηθεί ή εκκρεμεί ένσταση ή ένδικο βοήθημα από τους λοιπούς διαγωνιζομένους (βλ. την από 12.5.2015 βεβαίωση του Προέδρου του Δ.Σ. του …), δεν διαπιστώνονται ουσιώδεις νομικές πλημμέλειες στην ελεγχόμενη διαγωνιστική διαδικασία και, συνεπώς, δεν κωλύεται η υπογραφή του υποβληθέντος προς έλεγχο σχεδίου σύμβασης.


ΕΣ/Τ6/129/2007

Οι αναθέτοντες φορείς, κατά τη διενέργεια δημόσιων διαγωνισμών οφείλουν σε κάθε περίπτωση να τηρούν την αρχή της απαγόρευσης των διακρίσεων, η οποία συνεπάγεται, ιδίως, υποχρέωση διαφάνειας. Η τελευταία επιβάλλεται, προκειμένου η αναθέτουσα αρχή να διασφαλίζει την τήρηση της ως άνω γενικής αρχής, συνίσταται δε, μεταξύ άλλων, στον έλεγχο του αμερόληπτου χαρακτήρα των οικείων διαδικασιών του διαγωνισμού (πρβλ. Δ.Ε.Κ. Αποφάσεις της 7.12.2000, C-324/98, σκέψεις 60-63, της 27.11.2001, C-285/99, σκέψη 38 κ.α.). Κατά συνέπεια και δοθέντος ότι στους διενεργούμενους δημόσιους διαγωνισμούς υπηρεσιών η θεσμοθέτηση σταδίων κατά τη διαδικασία ανάδειξης του αναδόχου αποβλέπει ακριβώς στην κατά αντικειμενικό και διαφανή τρόπο επιλογή του παρόχου υπηρεσιών, η μη τήρηση των εν λόγω σταδίων στοιχειοθετεί παράβαση ουσιώδους τύπου της διαδικασίας. Τέτοια περίπτωση συντρέχει και όταν η αναθέτουσα αρχή, προκειμένου να συγκροτήσει την επιτροπή αξιολόγησης των προσφορών σε διαγωνισμό, επιλέγει, ως μέλος αυτής, πρόσωπο, το οποίο φέρει την ιδιότητα μέλους του έχοντος την αποφασιστική αρμοδιότητα για την κατακύρωση των αποτελεσμάτων αυτού συλλογικού οργάνου, καθόσον με τον τρόπο αυτό, και ανεξαρτήτως της ουσιαστικής συμμετοχής του ως άνω μέλους στη λήψη αποφάσεων του εν λόγω οργάνου, ουσιαστικά παρακάμπτεται το γνωμοδοτικό στάδιο του διαγωνισμού, ως ουσιώδης τύπος της διεξαγόμενης διαδικασίας (βλ. Πράξη VI Τμ. 10/2007, 29/2005, IV Τμ. 182/2004, 157/2003, 109/2001).Όπως προκύπτει από την πάγια νομολογία του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, προκειμένου να διασφαλίζεται στην πράξη η τήρηση των παρατεθεισών κοινοτικών αρχών της ίσης μεταχείρισης και της διαφάνειας στο πλαίσιο της διαδικασίας ανάθεσης των δημοσίων συμβάσεων υπηρεσιών, η αναθέτουσα αρχή υποχρεούται να προβλέπει με σαφήνεια στη διακήρυξη του διαγωνισμού τους όρους συμμετοχής και ανάδειξης διαγωνιζομένου ως αναδόχου των υπό ανάθεση υπηρεσιών, ώστε κάθε ενδιαφερόμενος αφενός να διαθέτει όλες τις απαραίτητες πληροφορίες, για να αποφασίσει περί της συμμετοχής του ή μη στον προκηρυχθέντα διαγωνισμό, αφετέρου δε, σε περίπτωση συμμετοχής του στο διαγωνισμό, να έχει τις αυτές ακριβώς με τους λοιπούς διαγωνιζομένους ευκαιρίες, τόσο κατά το χρόνο της προετοιμασίας προς υποβολή της προσφοράς του όσο και κατά το στάδιο της αποτίμησης αυτής (πρβλ. Δ.Ε.Κ. αποφάσεις της 12.12.2002, C-470/99, σκέψη 93, της 18.10.2001, C-19/00, σκέψεις 34, 41 και 43 και της 25.04.1996, C-87/94, σκέψη 54). Σε αυτά τα πλαίσια και σε περίπτωση σύναψης μιας δημόσιας σύμβασης βάσει της οικονομικά πλέον συμφέρουσας προσφοράς η αναθέτουσα αρχή δύναται να προσδώσει ειδικό βάρος στα προκαθορισθέντα στοιχεία ενός κριτηρίου ανάθεσης, προβαίνοντας σε επιμερισμό μεταξύ των στοιχείων αυτών των μονάδων που καθόρισε, δυνάμει του οικείου κριτηρίου, εφόσον η οικεία απόφαση α) δεν τροποποιεί τα οριζόμενα στη διακήρυξη κριτήρια ανάθεσης της σύμβασης β) δεν περιλαμβάνει στοιχεία, τα οποία, αν ήταν γνωστά κατά την προετοιμασία υποβολής των προσφορών θα είχαν, ενδεχομένως, επηρεάσει αυτήν την προετοιμασία και γ) δεν ελήφθησαν κατά την έκδοσή της στοιχεία δυνάμενα να επιφέρουν δυσμενή διάκριση σε βάρος ενός ή περισσότερων εκ των υποβαλλόντων προσφορά. Επομένως, σε περίπτωση που η αρμόδια Επιτροπή Διαγωνισμού προβεί σε κατ΄ ουσίαν τροποποίηση των προκαθορισμένων τεχνικών ή οικονομικών κριτηρίων ανάθεσης της υπό σύναψη σύμβασης, παραβιάζει ουσιώδη τύπο της διαδικασίας, πλήττοντας ούτως τις αρχές της ίσης μεταχείρισης και προστασίας του υγιούς ανταγωνισμού (βλ. και C-331/04, Συλλ. 2005, Ι-00000, σκέψη 32).


ΕΣ/Τ7/41/2008

Για τη σύναψη από την αναθέτουσα αρχή δημόσιας σύμβασης υπηρεσιών μετά τη διενέργεια τακτικού δημόσιου διαγωνισμού κατά τις διατάξεις του π.δ. 346/1998, συντάσσεται διακήρυξη σύμφωνα με το Παράρτημα ΙΙΙ του εν λόγω π.δ., η οποία, ως κανονιστική διοικητική πράξη που διέπει τον διαγωνισμό και δεσμεύει με τους κατά νόμο όρους της τόσο την αναθέτουσα αρχή όσο και τους διαγωνιζομένους (βλ. Πράξη IV Τμήματος 103/2006), πρέπει να περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, σαφή κριτήρια κατακύρωσης του διαγωνισμού και να προσδιορίζει τη βαρύτητα καθενός από αυτά, προκειμένου να γνωρίζουν οι ενδιαφερόμενοι κατά την υποβολή των προσφορών τους την ύπαρξη και τη σημασία τους, στοχεύοντας στην επίτευξη πλήρους διαφάνειας και στην προστασία του ανταγωνισμού, χωρίς να επιτρέπεται η μετά τη δημοσίευση της διακήρυξης θέσπιση νέων κριτηρίων, ο προσδιορισμός της σειράς σπουδαιότητάς τους και των συντελεστών βαρύτητάς τους (βλ. σχετ. ΔΕΚ C-225/1998, Επιτροπή κατά Γαλλίας, C-513/1999, Concordia Bus κ.ά.). Ειδικότερα, η αξιολόγηση των προσφορών των συμμετεχόντων στη διαδικασία ανάθεσης συμβάσεων υπηρεσιών πρέπει να είναι ειδικώς αιτιολογημένη, δηλαδή να παρατίθενται στο πρακτικό αξιολόγησης τα στοιχεία που έλαβε υπόψη της η αναθέτουσα αρχή και τα οποία δικαιολογούν, για κάθε συγκεκριμένο κριτήριο αξιολόγησης που τίθεται από τη διακήρυξη, την ποιοτική και ποσοτική υπεροχή της προσφοράς του αναδόχου συγκριτικά με τις προσφορές των λοιπών διαγωνιζόμενων. Σε κάθε περίπτωση, τα ως άνω στοιχεία θα πρέπει τουλάχιστον να προκύπτουν με σαφήνεια από τα λοιπά στοιχεία του φακέλου (πρακτικά εισηγήσεις, γνωμοδοτήσεις, κ.λ.π). Η εν λόγω ειδική κρίση της αναθέτουσας αρχής δεν δύναται να αναπληρωθεί από την παρεχόμενη βαθμολογία στα κριτήρια αξιολόγησης της προσφοράς, καθόσον η αναφορά συγκεκριμένων στοιχείων, πέραν του ότι επιβάλλεται για λόγους διαφάνειας, είναι αναγκαία τόσο για την υποβολή αντιρρήσεων από τους λοιπούς διαγωνιζόμενους, όσο κυρίως για το δικαστικό έλεγχο της κρίσης (πρβλ. Δ.Ε.Κ. Τ-4/2001, Renco κατά Συμβουλίου, Τ-169/2000, Esedra κατά Επιτροπής, Τ-166/1994, Koyo Seiko κατά Συμβουλίου κ.ά.). Συνεπώς, η έλλειψή της αποτελεί ουσιώδη πλημμέλεια που καθιστά μη νόμιμη τη διαδικασία αξιολόγησης των προσφορών και συναφώς τη διαδικασία ανάθεσης της μελέτης. Επιπλέον, για τη νόμιμη διενέργεια του διαγωνισμού είναι υποχρεωτική η τήρηση των προβλεπόμενων από το νόμο διατυπώσεων δημοσιότητας της διακήρυξης, οι οποίες επιτάσσουν, μεταξύ άλλων, την αποστολή των ουσιωδών στοιχείων της διακήρυξης προς δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εφόσον η σχετική υπηρεσία υπάγεται στο πεδίο εφαρμογής του π.δ. 346/98 (βλ. Πράξεις IV Τμήματος 26/2007, 125/2006). Η μη τήρηση της ως άνω υποχρεωτικής διατύπωσης δημοσιότητας συνιστά ουσιώδη πλημμέλεια της διαγωνιστικής διαδικασίας και συνεπάγεται την ακυρότητά της, καθώς η τήρησή της συνιστά ουσιώδη τύπο της διαδικασίας δημοπράτησης των δημοσίων συμβάσεων, δεδομένου ότι αποσκοπεί στην ευρεία συμμετοχή στο διαγωνισμό και στη διασφάλιση συνθηκών πραγματικού ανταγωνισμού, προκειμένου να επιτευχθεί το καλύτερο δυνατό για την αναθέτουσα αρχή αποτέλεσμα (Πράξη VII Τμήματος 182/2007).