×
register
Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΕΣ/ΤΜ.1/1212/2014

Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ:

ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗ ΔΙΟΡΘΩΣΗ: Ζητείται παραδεκτώς η  ακύρωση της 12573/27.9.2007 πράξης του Ειδικού Γραμματέα Προγραμματισμού και Εφαρμογών Γ΄ Κοινοτικού Πλαισίου Στήριξης (Κ.Π.Σ.) (....) Ο προβαλλόμενος ισχυρισμός περί συνδρομής καλής πίστης στο πρόσωπο της εκκαλούσας είναι εξεταστέος μόνο υπό τις προϋποθέσεις της κοινοτικής αρχής της προστατευόμενης εμπιστοσύνης.  Τούτο δε διότι, στο πλαίσιο της συγχρηματοδότησης  από κοινοτικούς πόρους του ως άνω Μέτρου 3.1., ο επιβληθείς καταλογισμός διενεργήθηκε συνεπεία θεσπισθείσας διαδικασίας υποχρεωτικής ανάκτησης παρανόμως διατεθέντων κονδυλίων, κατ’ επιταγή του κοινοτικού δικαίου, του οποίου πρέπει να διασφαλίζεται η εφαρμογή και αποτελεσματικότητα (πρβλ ΔΕΚ απ. της 13.3.2008 στις συνεκδικαζόμενες υποθέσεις C-383/06 έως C-385/06). Περαιτέρω, δεν συντρέχουν εν προκειμένω οι προϋποθέσεις εφαρμογής  της  αρχής της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης  του ελεγχομένου,  στο πλαίσιο της οποίας ερευνάται και η καλή του πίστη, διότι δεν προκύπτει η ύπαρξη συγκεκριμένων και ανεπιφύλακτων διαβεβαιώσεων, αρμοδίως απευθυνθεισών προς  την εκκαλούσα, που να της δημιούργησαν οποιαδήποτε θεμιτή προσδοκία αντίθετη στο επιβληθέντα καταλογισμό, αλλά, αντίθετα, αυτή γνώριζε ότι  η χρηματοδότηση που έλαβε μπορούσε να ανακτηθεί, καθώς τελούσε σε συνάρτηση με την εκπλήρωση των ρητώς αναληφθεισών συμβατικών της δεσμεύσεων, προς τις οποίες δεν συμμορφώθηκε (πρβλ. απ. ΔΕΚ της 19.9.2002  στην υπόθεση C-336/00, απ. Γενικού Δικαστηρίου της 19.9.2012 στην υπόθεση Τ-265/08). Εξάλλου, ο ισχυρισμός περί οικονομικής αδυναμίας, πέραν του αναπόδεικτου χαρακτήρα του, λόγω της μη προσκόμισης επίκαιρων και πλήρων σχετικών στοιχείων (όπως πρόσφατων εκκαθαριστικών σημειωμάτων φόρου εισοδήματος), είναι απορριπτέος προεχόντως ως απαράδεκτος, διότι δεν συνιστά, σύμφωνα με τις εφαρμοστέες διατάξεις,  νόμιμο λόγο για την άρση ή τον περιορισμό της ευθύνης της εκκαλούσας προς επιστροφή των αχρεωστήτως  καταβληθεισών δαπανών (βλ. απ. Ε.Σ. 909/2012). Κατόπιν αυτών και μη υπάρχοντος άλλου λόγου έφεσης, το Τμήμα κρίνει ότι νομίμως καταλογίστηκε η εκκαλούσα με το ανωτέρω ποσό, καθόσον αυτή αθέτησε, χωρίς να αποδεικνύεται η συνδρομή λόγου ανωτέρας βίας, τις υποχρεώσεις που ανέλαβε με την ένταξή της στο ανωτέρω καθεστώς ενισχύσεων. Ειδικότερα, δεν υπέβαλε εμπρόθεσμα, δηλαδή μέχρι τις 24.9.2006 (μετά τη διετή παράταση της αρχικής προθεσμίας που έληγε στις 24.9.2004), φάκελο δικαιολογητικών για τη χορήγηση της δεύτερης δόσης της ενίσχυσης, στο πλαίσιο της πριμοδότησης της πρώτης εγκατάστασης αυτής ως νέας γεωργού, προς το σκοπό  της πιστοποίησης της τήρησης των συμβατικών της υποχρεώσεων, κατά τον κρίσιμο χρόνο ανάπτυξης της γεωργικής της εκμετάλλευσης, κατά παράβαση των διατάξεων της Κ.Υ.Α. 448/2001 και των συμβατικών υποχρεώσεων που ανέλαβε με την αποδοχή της απόφασης ένταξής της στο Μέτρο 3.1.Απορρίπτει την έφεση.


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΕΣ/ΤΜ.1/3156/2014

ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗ ΔΙΟΡΘΩΣΗ:Με την  έφεση αυτή ζητείται παραδεκτώς η ακύρωση της 12154/9.12.2010 πράξης του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, με την οποία καταλογίστηκε εις βάρος της εκκαλούσας το ποσό των 5.000 ευρώ, το οποίο αντιστοιχεί στην πρώτη δόση της χρηματοδότησης που αυτή έλαβε, ως νέα γεωργός, στο πλαίσιο του Μέτρου 3.1 «Εφάπαξ πριμοδότηση πρώτης εγκατάστασης νέων γεωργών» του Επιχειρησιακού Προγράμματος «Αγροτική Ανάπτυξη – Ανασυγκρότηση της Υπαίθρου 2000-2006».(....)Ενόψει αυτών, το Δικαστήριο κρίνει ότι ο επίδικος καταλογισμός παρίσταται νόμιμος, αφού η εκκαλούσα, χωρίς να προκύπτει η συνδρομή λόγων ανωτέρας βίας, δεν απέκτησε, εντός της ανωτέρω πενταετούς προθεσμίας για την επίτευξη των δεσμευτικών στόχων του σχεδίου δράσης της, επαρκή επαγγελματική ικανότητα, η παράλειψή της δε αυτή συνιστά, κατά νόμο, αθέτηση των όρων ένταξής της στο καθεστώς πριμοδότησης, η οποία επισύρει την ανάκτηση του ποσού της χρηματοδότησης που της είχε μέχρι τότε καταβληθεί. Τέλος, η εκκαλούσα προβάλλει, κατ’ εκτίμηση του υπομνήματος της, ότι εισέπραξε καλόπιστα το καταλογισθέν ποσό και βρίσκεται σε οικονομική αδυναμία να το επιστρέψει. Ο προβαλλόμενος, όμως, ισχυρισμός περί συνδρομής καλής πίστης στο πρόσωπό της, πέραν του ότι απαραδέκτως προβάλλεται το πρώτον με το υπόμνημα, είναι εξεταστέος μόνο υπό τις προϋποθέσεις της κοινοτικής αρχής της προστατευόμενης εμπιστοσύνης, καθόσον, στο πλαίσιο της συγχρηματοδότησης από κοινοτικούς πόρους του  άνω Μέτρου 3.1., ο επιβληθείς καταλογισμός διενεργήθηκε συνεπεία θεσπισθείσας διαδικασίας υποχρεωτικής ανάκτησης παρανόμως διατεθέντων κονδυλίων,  κατ’ επιταγή του κοινοτικού δικαίου, του οποίου πρέπει να διασφαλίζεται η εφαρμογή και αποτελεσματικότητα (βλ. Ε.Σ. Ι Τμ. 1748/2014, πρβλ. ΔΕΚ αποφ. της 13.3.2008 στις συνεκδικαζόμενες υποθέσεις C-383/06 έως C-385/06, σκ. 48, 49, 53). Περαιτέρω, δεν συντρέχουν εν προκειμένω οι προϋποθέσεις εφαρμογής της  αρχής της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, στο πλαίσιο της οποίας ερευνάται και η καλή πίστη της εκκαλούσας, διότι δεν προκύπτει η ύπαρξη συγκεκριμένων και ανεπιφύλακτων διαβεβαιώσεων, αρμοδίως απευθυνθεισών προς αυτή (την εκκαλούσα), που να της δημιούργησαν οποιαδήποτε θεμιτή προσδοκία αντίθετη στο επιβληθέντα καταλογισμό, αλλά, αντίθετα, γνώριζε ότι η χρηματοδότηση που έλαβε μπορούσε να ανακτηθεί, καθώς τελούσε σε συνάρτηση με την εκπλήρωση των ρητά αναληφθεισών συμβατικών της δεσμεύσεων, προς τις οποίες δεν συμμορφώθηκε (βλ. Ε.Σ. Ι Τμ. 1748/2014, πρβλ. αποφ. του Δικαστηρίου της 24.3.2011, C-369/09 P, σκ. 122 επ., της 16.12.2010, C-537/08P, σκ. 63, της 19.9.2002 στην υπόθεση C-336/00, σκ. 59). Ομοίως και ο σχετικός ισχυρισμός περί οικονομικής αδυναμίας, ο οποίος απαραδέκτως, επίσης, προβάλλεται το πρώτον με το υπόμνημα, είναι απορριπτέος, διότι η οικονομική αδυναμία δεν συνιστά, σύμφωνα με τις εφαρμοστέες διατάξεις, νόμιμο λόγο για την άρση ή τον περιορισμό της ευθύνης της εκκαλούσας προς επιστροφή του άνω αχρεωστήτως καταβληθέντος ποσού (Ε.Σ. Ι Τμ. 2322, 1748/2014, 909/2012). Συγκεκριμένα, στο σύστημα των αγροτικών ενισχύσεων που καταβάλλονται από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Προσανατολισμού και Εγγυήσεων, δεν νοείται η απαλλαγή του τελικού αποδέκτη κοινοτικής ενίσχυσης αποκλειστικά και μόνο για λόγους προσωπικής επιείκειας αναγόμενους στην οικονομική αδυναμία επιστροφής του καταλογισθέντος ποσού (πρβλ. απόφαση του Δικαστηρίου της 27ης Μαΐου 1993, C-290/91, Peter, σκέψεις 14-15), καθόσον σε διαφορετική περίπτωση θα αναιρείτο η ενιαία εφαρμογή και η πρακτική αποτελεσματικότητα του κοινοτικού δικαίου (βλ. Ε.Σ. Ι Τμ. 2672, 2322, 1212/2014, πρβλ. προαναφερόμενη απόφαση του Δικαστηρίου της 27ης Μαΐου 1993, C-290/91, Peter, σκέψη 8, απόφαση της 21ης Σεπτεμβρίου 1983, C-205/82 ως 215/82, Deutsche Milchkontor, σκέψεις 17 και 19).Απορρίπτει την έφεση. 


ΕΣ/ΤΜ.1/2672/2014

ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗ ΔΙΟΡΘΩΣΗ:Με την έφεση αυτή ζητείται παραδεκτώς η ακύρωση της 9244/8.7.2009 καταλογιστικής πράξης του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, που υπογράφεται κατ΄ εντολή του από τον Γενικό Γραμματέα του ιδίου Υπουργείου. Με την πράξη αυτή καταλογίσθηκε σε βάρος της εκκαλούσας το ποσό των 11.200 ευρώ, το οποίο αντιστοιχεί στην πρώτη δόση της χρηματοδότησης που αυτή έλαβε ως νέος γεωργός στο πλαίσιο του Μέτρου 3.1 «Εφάπαξ πριμοδότηση πρώτης εγκατάστασης νέων γεωργών» του Επιχειρησιακού Προγράμματος «Αγροτική Ανάπτυξη - Ανασυγκρότηση της Υπαίθρου 2000 - 2006».(.....)Άλλωστε δεν συντρέχει στην προκειμένη περίπτωση παράβαση της αρχής της χρηστής διοίκησης, όπως αβάσιμα διατείνεται η εκκαλούσα. Και τούτο διότι η διαπλασθείσα από τη νομολογία του Δικαστηρίου αυτού αρχή της χρηστής και εύρυθμης διοίκησης κατά τον καταλογισμό σε βάρος δημοσίων υπαλλήλων ή συνταξιούχων με μισθολογικές παροχές ή συντάξεις που τους καταβλήθηκαν αχρεωστήτως, δεν είναι συμβατή με το καθεστώς των κοινοτικών ενισχύσεων που προβλέπει την ανάληψη εκ μέρους του δικαιούχου συγκεκριμένων υποχρεώσεων και δεσμεύσεων, οι οποίες έχουν αποτυπωθεί στην απόφαση ένταξης και στη σύμβαση, καθώς και την ανάκτηση της χρηματοδότησης σε περίπτωση αθέτησης αυτών, συνακόλουθα, δεν έχει εφαρμογή στην αναζήτηση αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών βάσει του κοινοτικού δικαίου (πρβλ. ΣτΕ  2451/2007 σκ. 7), του οποίου πρέπει να διασφαλίζεται από τον εθνικό δικαστή η εφαρμογή και η αποτελεσματικότητα  (βλ. απόφαση της 8ης Νοεμβρίου 2005, C.443/03 Leffler, Συλλογή 2005, σ.Ι-9611, σκ. 51). Εξάλλου, δεν συντρέχουν εν προκειμένω οι προϋποθέσεις εφαρμογής της αρχής της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης που περιλαμβάνεται στην κοινοτική έννομη τάξη, στο πλαίσιο της οποίας ερευνάται η καλή πίστη του δικαιούχου, καθόσον η εκκαλούσα με τη μη υποβολή αίτησης για χορήγηση δεύτερης δόσης, σύμφωνα με την ΚΥΑ 448/2001, κατέστη υπαίτια πρόδηλης παραβίασης των όρων της οικονομικής ενίσχυσης, όπως αυτοί αποτυπώθηκαν στην 319018/10160/63/31.12.2002 απόφαση ένταξης και στην 241017/2.5.2003 πράξη αποδοχής (βλ. κατ’ αναλογία απόφαση του Πρωτοδικείου της 7ης Νοεμβρίου 2002, στις συνεκδικαζόμενες υποθέσεις T-141/99, T-142/99, T-150/99 και T-151/99, Vela Srl, Tecnagrind SL, σκέψη 388 επ.). Τέλος, αυτοτελώς η οικονομική αδυναμία της εκκαλούσας προς καταβολή του ποσού της δημοσιονομικής διόρθωσης, πέραν του ότι δεν αποδεικνύεται εν προκειμένω με την προσκόμιση επίκαιρων στοιχείων, δεν συνιστά λόγο που θα μπορούσε να δικαιολογήσει αυτοτελώς την απαλλαγή της, για λόγους προσωπικής επιείκειας, από την υποχρέωση επιστροφής της επίμαχης οικονομικής ενίσχυσης. Συγκεκριμένα, στο σύστημα των αγροτικών ενισχύσεων που καταβάλλονται από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Προσανατολισμού και Εγγυήσεων, δεν νοείται η απαλλαγή του τελικού αποδέκτη κοινοτικής ενίσχυσης αποκλειστικά και μόνο για λόγους προσωπικής επιείκειας αναγόμενους στην οικονομική αδυναμία επιστροφής του καταλογισθέντος ποσού (πρβλ. απόφαση του Δικαστηρίου της 27ης Μαΐου 1993, C-290/91, Peter, σκέψεις 14-15), καθόσον σε διαφορετική περίπτωση θα αναιρείτο η ενιαία εφαρμογή και η πρακτική αποτελεσματικότητα του κοινοτικού δικαίου (πρβλ. προαναφερόμενη απόφαση του Δικαστηρίου της 27ης Μαΐου 1993, C-290/91, Peter, σκέψη 8, απόφαση της 21ης Σεπτεμβρίου 1983, C-205/82 ως 215/82, Deutsche Milchkontor, σκέψεις 17 και 19).Απορρίπτει την  έφεση. 


ΕΣ/ΤΜ.1/2215/2008

ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗ ΔΙΟΡΘΩΣΗ: Ζητείται η ακύρωση της 279915/2228/9.5.2006 πράξης καταλογισμού του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων Με βάση τα προπαρατιθέμενα πραγματικά περιστατικά και σύμφωνα με τις νομικές σκέψεις που προηγήθηκαν, το Δικαστήριο κρίνει ότι η προσβαλλόμενη πράξη στερείται νόμιμης αιτιολογίας, καθόσον κατά την έκδοσή της,  δεν εξετάστηκε το παραπάνω 7424/30.7.2004 έγγραφό της Διεύθυνσης Γεωργίας με το οποίο έγινε δεκτό, ύστερα από άσκηση αντιρρήσεων από την εκκαλούσα, ότι αυτή τηρεί τις δεσμεύσεις που ανέλαβε προκειμένου να υπαχθεί στο Πρόγραμμα  των Νέων Αγροτών. Επομένως, η προσβαλλόμενη πράξη είναι νομικά πλημμελής αφού δεν καθίσταται βέβαιη η παραβίαση υποχρεώσεων από μέρους της εκκαλούσας, ώστε να επιβάλλεται η επιστροφή της χρηματοδότησης που είχε εισπραχθεί. Εν όψει τούτων, η προσβαλλόμενη πράξη, με την οποία καταλογίστηκε σε βάρος της εκκαλούσας το ως άνω ποσό ως αχρεστήτως καταβληθέν δεν είναι νομίμως αιτιολογημένη και για το λόγο αυτό, πρέπει να γίνει δεκτή η υπό κρίση έφεση, να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη πράξη, να αρθεί ο καταλογισμός και να διαταχθεί η επιστροφή  του κατατεθέντος παραβόλου στην εκκαλούσα, κατ’ άρθρο 61 παρ.5 του π.δ. 1225/1981. Τέλος, το Δικαστήριο εκτιμώντας τις περιστάσεις της υπόθεσης κρίνει ότι πρέπει να απαλλαγεί το Ελληνικό Δημόσιο από τα δικαστικά έξοδα της εκκαλούσας, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 123 του π.δ/τος 1225/1981, όπως ισχύει και της παρ. 1 εδάφ. 2 τελευταίο του άρθρου 275 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (ν.2717/1999, Α΄97).(....)Ακυρώνει την 279915/2228/9.5.2006 πράξη καταλογισμού του Υπουργού          Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων


ΔΕΕ/C‑475 - C‑482/2020

Συνεκδικαζόμενες υποθέσεις C-475/20, C-476/20, C-477/20, C-478/20, C-479/20, C-480/20, C-481/20, C-482/20

«Προδικαστική παραπομπή – Ελευθερία εγκατάστασης – Περιορισμοί – Τυχερά παίγνια – Παραχωρήσεις της εκμετάλλευσης των μηχανικών, ηλεκτρομηχανικών και ηλεκτρονικών ψυχαγωγικών παιγνίων που διεξάγονται με παιγνιομηχανήματα – Εθνική νομοθεσία η οποία επιβάλλει εισφορά στους παραχωρησιούχους – Αρχή της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης»


ΕΣ/ΤΜ.Ι/1914/2016

Καταλογισμός ποσού...Τέλος, δεν έχει αρθεί το νόμιμο έρεισμα του διά της προσβαλλόμενης πράξης καταλογισμού της εκκαλούσας από τη διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 61 του ν. 4235/2014 (Α΄ 32/11.2.2014), η οποία ισχύει από τη δημοσίευση του νόμου αυτού στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (βλ. άρθρο 72 του νόμου) και ορίζει ότι: «Γεωργοί που εντάχθηκαν στο Μέτρο 3.1 «Εφάπαξ πριμοδότηση πρώτης εγκατάστασης» του Άξονα προτεραιότητας 3 «Βελτίωση της ηλικιακής σύνθεσης του αγροτικού πληθυσμού» του Επιχειρησιακού Προγράμματος «Αγροτική Ανάπτυξη – Ανασυγκρότηση της Υπαίθρου 2000-2006» και δεν προσκόμισαν την άδεια ίδρυσης – λειτουργίας της πτηνοκτηνοτροφικής μονάδας τους, απαλλάσσονται μεν από την υποχρέωση επιστροφής της πρώτης δόσης της ενίσχυσης που τους καταβλήθηκε, δεν δικαιούνται όμως τη δεύτερη (τελική) δόση αυτής είτε η σχετική υπόθεση εκκρεμεί στο Ελεγκτικό Συνέδριο είτε όχι.». Τούτο δε, διότι η ανωτέρω διάταξη δεν εφαρμόζεται, ως αντίθετη με τις ισχύουσες κατά τον κρίσιμο χρόνο και άμεσα εφαρμοστέες στην Ελλάδα, ως κράτος μέλος της ΕΕ, υπέρτερης τυπικής ισχύος εκτεθείσες στη σκέψη ΙΙΙ διατάξεις των άρθρων 38 και 39 του Κανονισμού (ΕΚ) 1260/1999, που, σύμφωνα και με όσα έγιναν δεκτά στην ίδια αυτή σκέψη, καθιστούν υποχρεωτικό τον διά αποφάσεων δημοσιονομικών διορθώσεων, όπως η προσβαλλόμενη πράξη, καταλογισμό από τα αρμόδια όργανα της ελληνικής διοίκησης σε βάρος των οικείων αχρεωστήτως λαβόντων, όπως εν προκειμένω η εκκαλούσα, ποσών που αυτοί έλαβαν αχρεωστήτως, όπως το ποσό της πρώτης δόσης (αρχικής και συμπληρωματικής) της επίμαχης ενίσχυσης, στο πλαίσιο συγχρηματοδοτούμενων από τα Διαρθρωτικά Ταμεία της ΕΕ παρεμβάσεων, όπως το επίμαχο συγχρηματοδοτούμενο από το ΕΓΤΠΕ Μέτρο, με συνέπεια να μην είναι δυνατή η διά της ανωτέρω κατώτερης τυπικής ισχύος διάταξης άρση του διά της προσβαλλόμενης πράξης επίδικου καταλογισμού της εκκαλούσας (πρβλ. Δ.Ε.Ε. απόφαση της 13 Μαρτίου 2008, C-383/06 έως C-385/06, σκέψεις 48, 49, 53).Κατ’ ακολουθία αυτών που προηγουμένως κρίθηκαν, η υπό κρίση έφεση, περιλαμβανομένου του αιτήματος της εκκαλούσας για την επιδίκαση της δικαστικής της δαπάνης σε βάρος του αντιδίκου της Δημοσίου, πρέπει να απορριφθεί και το κατατεθέν παράβολο να καταπέσει υπέρ του Δημοσίου.


ΕΣ/ΤΜΗΜΑ ΠΡΩΤΟ/394/2025

Η απόφαση 394/2025 του Πρώτου Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου απέρριψε την έφεση της εκκαλούσας, συνδικαιούχου του τραπεζικού λογαριασμού του θανόντος συζύγου της. Σε βάρος της είχε καταλογιστεί το συνολικό ποσό των 13.734,82 ευρώ, το οποίο προέκυψε από αχρεωστήτως καταβληθείσες συντάξεις (12.150,34 ευρώ) για το διάστημα Δεκεμβρίου 2010 έως Σεπτεμβρίου 2012, καθώς και πρόστιμο (1.584,48 ευρώ). Το Δικαστήριο έκρινε νόμιμο τον καταλογισμό, καθώς η εκκαλούσα δεν κατάφερε να καταρρίψει το νόμιμο τεκμήριο ότι εισέπραξε τα ποσά. Απέρριψε επίσης τους ισχυρισμούς της περί αντίθεσης στις αρχές της χρηστής διοίκησης και δικαιολογημένης εμπιστοσύνης. Διατάχθηκε η κατάπτωση του παραβόλου.


ΝΣΚ/223/2008

Ανάθεση με διαπραγμάτευση κατ’ εφαρμογή του άρθρου 25 παρ.1 περ.β’ του Π.Δ/τος 60/2007, υποέργου του ΥΠ.ΠΟ. στο Ινστιτούτο Πληροφορικής του Ιδρύματος Τεχνολογίας και Έρευνας της Κρήτης. Είναι δυνατή, κατά το διδόμενο πραγματικό, η ανάθεση του υποέργου 6 «Εγκατάσταση του Πληροφοριακού Συστήματος του Εθνικού Αρχείου Μνημείων (ΠΟΛΕΜΩΝ)» του έργου «Ψηφιοποίηση και Ψηφιακή Τεκμηρίωση Συλλογών Μνημείων του Υπουργείου Πολιτισμού» στο Ινστιτούτο Πληροφορικής του Ιδρύματος Τεχνολογίας και Έρευνας της Κρήτης, με διαπραγμάτευση χωρίς τη δημοσίευση προκήρυξης.(ΔΕΚ 199/1985, ΔΕΚ 107/1992, ΔΕΚ C-24/1991, Γνωμ. ΝΣΚ 295/2005, 165/1990, Ευτ. Κουτούττα - Ρεγκάκου, Δημόσιες Συμβάσεις και Κοινοτικό Δίκαιο ).

ΕΣ/ΑΠΟΦΑΣΗ/ΤΜ.1/7578/2015

ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗ ΔΙΟΡΘΩΣΗ:Αίτηση ακύρωσης της  55186/Α.Πλ. 7843/15.12.2011  απόφασης του Υφυπουργού Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας(...) Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω, το Τμήμα κρίνει ότι δεν αποδεικνύεται η παραγωγική λειτουργία της επιχείρησης κατά το χρόνο του ελέγχου.  Καταρχήν προκύπτει ότι η επιχείρηση δεν διέθετε εξωτερικά χαρακτηριστικά λειτουργούσας επιχείρησης, συμπέρασμα στο οποίο κατατείνουν τα ακόλουθα στοιχεία, όπως αυτά περιγράφονται από τον έλεγχο: α) Η ακαταλληλότητα του χώρου στον οποίο στεγαζόταν η επιχείρηση (υπόγειο οικίας, χώρος ενιαίος με αποθηκευτικό χώρο όπου αποθηκεύονταν παλαιά μηχανήματα που, κατά τον έλεγχο, δεν συνδέονταν με τη λειτουργία της επιχείρησης), την ακαταλληλότητα δε αυτή η εκκαλούσα αμφισβητεί μεν, πλην χωρίς οποιαδήποτε τεκμηρίωση, β) Η έλλειψη πινακίδας του καταστήματος κατά το χρόνο του ελέγχου, ως προς τούτο δε, στους περί του αντιθέτου ισχυρισμούς της εκκαλούσας δεν προσδιορίζεται ούτε αποδεικνύεται ο χρόνος τοποθέτησης της πινακίδας που φέρεται να έχει έκτοτε τοποθετηθεί, και γ) Η έλλειψη σύνδεσης της επιχείρησης με τα δίκτυα τηλεφωνίας και διαδικτύου, γεγονός που αντίκειται στη συνήθη συναλλακτική πρακτική, αφού καθιστά δυσπρόσιτη την επιχείρηση στις συναλλαγές της, τούτο δε συνομολογεί κατ’ ουσίαν και η ίδια η εκκαλούσα, υποστηρίζοντας αορίστως ότι διακόπτει την σύνδεση κατά τους χειμερινούς μήνες.  Πρωτίστως όμως, η έλλειψη παραγωγικής λειτουργίας προκύπτει από το γεγονός ότι ο εξοπλισμός (φωτοτυπικά μηχανήματα, σελιδοποιητές, οθόνες, κεραίες, ηλεκτρονικοί υπολογιστές) για τον οποίο επιχορηγήθηκε η εκκαλούσα είτε δεν ήταν συνδεδεμένος είτε δεν λειτουργούσε κατά το χρόνο του ελέγχου, οι δε περί του αντιθέτου ισχυρισμοί της εκκαλούσας, με τους οποίους υποστηρίζει ότι η διακοπή της λειτουργίας των μηχανημάτων ήταν προσωρινή ή επιβεβλημένη για λόγους ασφαλείας είναι παντελώς αναπόδεικτοι, ενώ οι ισχυρισμοί της ότι ο προορισμός του εξοπλισμού ήταν η επίδειξή του σε ενδιαφερόμενους αγοραστές και δεν απαιτούσε τη σύνδεσή του ή ότι η σύνδεση του εξοπλισμού θα καθιστούσε αδύνατο τον έλεγχό του από τους ελεγκτές (βλ. κάμερα), αντίκειται ευθέως στο σκοπό της ενίσχυσης και στις υποχρεώσεις που ανέλαβε η εκκαλούσα.  Τα ανωτέρω ισχύουν και ως προς το επιχορηγηθέν λογισμικό γενικής λογιστικής, που κατά τον έλεγχο δεν ήταν εγκατεστημένο σε κανέναν υπολογιστή, κεντρικό ή μη, αφού ο περί του αντιθέτου ισχυρισμός πρέπει ομοίως να απορριφθεί ως αναπόδεικτος.  Ενόψει των ανωτέρω, η εμφάνιση από την επιχείρηση εσόδων κατά το πρώτο εξάμηνο λειτουργίας της, τα οποία έσοδα άλλωστε στηρίζονται σε εξαιρετικά περιορισμένο αριθμό συναλλαγών (βλ. τη δήλωση εισοδήματος του έτους 2009), δεν δύναται να αποδείξει την συνεχή λειτουργία αυτής, πολύ περισσότερο που ήδη κατά το χρόνο του ελέγχου και εφεξής εμφανίζει μηδενικά εισοδήματα.  Συνεπώς, απορριπτομένου ως αβάσιμου του ανωτέρω λόγου έφεσης στο σύνολό του, το Δικαστήριο κρίνει ότι, εφόσον η επιχείρηση της εκκαλούσας δεν λειτουργούσε παραγωγικά για το σκοπό για τον οποίο ενισχύθηκε, αυτή παρέβη τις μακροχρόνιες υποχρεώσεις που ανέλαβε με τη σύμβαση χρηματοδότησής της.  Η κρίση δε αυτή, δεν αναιρείται από το γεγονός ότι η ενισχυθείσα επιχείρηση εμφανίζει παραγωγική λειτουργία σε μεταγενέστερο χρόνο (2013), αφού η δραστηριότητα αυτή δεν μπορεί να ληφθεί υπόψη αναδρομικά, ως συμμόρφωσή της στις υποχρεώσεις της. Απορρίπτει την έφεση.​


ΕΣ/ΤΜ.1/1218/2014

ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗ ΔΙΟΡΘΩΣΗ: Ζητείται παραδεκτώς η ακύρωση της 137/0052/19.1.2009 Τέλος, ο λόγος έφεσης κατά τον οποίο η ανάκτηση χωρεί κατά παράβαση της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης της εκκαλούσας, η οποία καλοπίστως προέβη στην κρίσιμη μεταβίβαση μόνο μετά από την προβλεπόμενη έγκριση της Νομαρχιακής Διεύθυνσης Αλιείας, πρέπει ομοίως να απορριφθεί ως αβάσιμος.  Και τούτο διότι, όπως έγινε δεκτό ανωτέρω, η Νομαρχιακή Υπηρεσία Αλιείας δεν ήταν αρμόδια για να αποφασίσει την αναστολή των υποχρεώσεων της εκκαλούσας για λόγους ανωτέρας βίας παρά μόνο να εγκρίνει την μεταβίβαση αλιευτικών σκαφών σύμφωνα με τους όρους του π.δ/τος 261/1991, όπως και έπραξε με την Α1806/8.9.2005 απόφασή της.  Επομένως, στο μέτρο που, κατά παράβαση των υποχρεώσεων της εκκαλούσας, δεν τηρήθηκε η προβλεπόμενη από την ΚΥΑ 142932/28.8.2003 διαδικασία, η τυχόν εμπιστοσύνη της δεν παρίσταται δικαιολογημένη. Απορρίπτει την έφεση. 


C-201/2010

«Κανονισμός (ΕΚ, Ευρατόμ) 2988/95 – Προστασία των οικονομικών συμφερόντων της Ευρωπαϊκής Ενώσεως – Άρθρο 3 – Ανάκτηση επιστροφής κατά την εξαγωγή – Τριακονταετής προθεσμία παραγραφής – Κανόνας περί παραγραφής κατά το γενικό αστικό δίκαιο κράτους μέλους – “Κατ’ αναλογία” εφαρμογή – Αρχή της ασφαλείας δικαίου – Αρχή της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης – Αρχή της αναλογικότητας» Στις συνεκδικαζόμενες υποθέσεις C-201/10 και C-202/10, με αντικείμενο αιτήσεις εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, τις οποίες υπέβαλε το Finanzgericht Hamburg (Γερμανία) με αποφάσεις της 12ης Φεβρουαρίου 2010, οι οποίες περιήλθαν στο Δικαστήριο στις 26 Απριλίου 2010, στο πλαίσιο των δικών