Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΕΣ/ΤΜ.ΕΒΔΟΜΟ/398/2021

Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 3614/2007

Δημοσιονομική διόρθωση.ζητείται η ακύρωση: α) της 40790/14.4.2015 απόφασης δημοσιονομικής διόρθωσης με ανάκτηση του Υπουργού Οικονομίας, Υποδομών, Ναυτιλίας και Τουρισμού, β) της 40786/14.4.2015 απορριπτικής απόφασης του ίδιου ως άνω Υπουργού επί των αντιρρήσεων της εκκαλούσας και γ) κάθε άλλης συναφούς με αυτές πράξεις της Διοίκησης. Με βάση αυτά, δεν δύναται να γίνει δεκτός ο ισχυρισμός της εκκαλούσας ότι η ασθένεια που έπληξε τον Πρόεδρο και Διευθύνοντα Σύμβουλο αυτής κατέστησε αδύνατη την ολοκλήρωση της επένδυσης εκ μέρους της εκκαλούσας, καθόσον αυτή δεν λειτουργούσε ως ατομική επιχείρηση, ήτοι απολύτως εξαρτώμενη από ένα και μόνο φυσικό πρόσωπο, αλλά με τη μορφή της ανώνυμης εταιρείας, διοικούμενης από συλλογικό όργανο. Περαιτέρω, ο ισχυρισμός της εκκαλούσας περί απροσδόκητης άρνησης της Τράπεζας .... να την δανειοδοτήσει, με αποτέλεσμα να υποστεί η ίδια μεγαλύτερη οικονομική επιβάρυνση από εκείνη, την οποία είχε εκτιμήσει κατά το χρόνο υποβολής της πρότασης ένταξης του επενδυτικού της σχεδίου στο πρόγραμμα ενίσχυσης, είναι απορριπτέος προεχόντως ως αβάσιμος, διότι η αντιμετώπιση οικονομικών προβλημάτων από μία επιχείρηση δεν εμπίπτει στην έννοια της ανωτέρας βίας, στην οποία ανήκουν περιστάσεις ξένες προς τη βούληση και εκτός της σφαίρας επιρροής της, ασυνήθεις και απρόβλεπτες, οι συνέπειες των οποίων δεν θα μπορούσαν να αποφευχθούν, όση επιμέλεια και αν είχε καταβληθεί, αλλά στην έννοια του συνήθους επιχειρηματικού κινδύνου, που συνήθως αναλαμβάνουν οι οικονομικοί φορείς (πρβλ. ΕΣ I Tμ. 264/2018, 444/2016, 2445/2011). Τέλος, απορριπτέος τυγχάνει και ο ισχυρισμός της εκκαλούσας περί συνδρομής στο πρόσωπό της λόγου ανωτέρας βίας, ο οποίος συνίσταται στην απόρριψη του αιτήματος χορήγησης παράτασης προθεσμίας για την ολοκλήρωση του επενδυτικού της σχεδίου. Τούτο δε διότι, αφενός μεν κατά το χρόνο που υπέβαλε το ως άνω αίτημα, είχε ήδη παρέλθει η συμβατική αλλά και η νόμιμη προθεσμία, εντός της οποίας θα μπορούσε να έχει υποβάλει αίτημα τροποποίησης της σύμβασης ως προς την προθεσμία ολοκλήρωσης του προγράμματος και αφετέρου διότι ουδέν απρόβλεπτο και αιφνίδιο γεγονός ενυπάρχει στην απόρριψη του εν λόγω αιτήματος της, καθόσον αυτή ήταν απόρροια απλής εφαρμογής των διατάξεων.5. Τέλος, και ο προβαλλόμενος λόγος έφεσης περί μη τήρησης κατά τη διαδικασία έκδοσης της προσβαλλόμενης απόφασης του δικαιώματος προηγούμενης ακρόασης πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος, καθόσον τηρήθηκε στη συγκεκριμένη περίπτωση η προβλεπόμενη στο άρθρο 11 της 14053/ΕΥΣ1749/27.3.2008 (Β΄ 540) υπουργικής απόφασης διαδικασία. Ειδικότερα, η εκκαλούσα κλήθηκε με την 1977/26.8.2014 επιστολή απαίτησης χρημάτων του Ε.Φ.Δ., η οποία προηγήθηκε της εκδόσεως της προσβαλλόμενης απόφασης, να υποβάλει γραπτώς αντιρρήσεις εντός δεκαπενθήμερης προθεσμίας, στην υποβολή των οποίων άλλωστε προέβη κατ’ ενάσκηση του συνταγματικά κατοχυρωμένου ως άνω δικαιώματος. Και τούτο, παρά το αντικειμενικό και αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι η επικείμενη σε βάρος της έκδοση δυσμενούς διοικητικής πράξης ερείδετο επί αμιγώς αντικειμενικών προϋποθέσεων, δηλαδή τη διαπίστωση της μη ολοκλήρωσης της επίμαχης επένδυσης εντός των νομίμων προθεσμιών, η οποία  προέκυψε από τον διενεργηθέντα διοικητικό έλεγχο.Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω και μη προβαλλομένου άλλου λόγου, το Τμήμα κρίνει ότι η έφεση αυτή πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της, το δε καταβληθέν παράβολο να καταπέσει υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου (άρθρο 73 παρ. 4 του κυρωθέντος με το άρθρο πρώτο του ν. 4129/2013 Κώδικα Νόμων για το Ελεγκτικό Συνέδριο).


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΕΣ/ΤΜ.ΕΒΔΟΜΟ/610/2021

Δημοσιονομική διόρθωση ποσού..Το επενδυτικό σχέδιο της εκκαλούσας ολοκληρώθηκε στις 20.8.2009 και, συνακόλουθα, η υποχρέωση αυτής να μη μεταβάλει τη χρήση της ενισχυόμενης επένδυσης για χρονικό διάστημα πέντε ετών μετά την ολοκλήρωσή της, σύμφωνα με το άρθρο 8 περ. Γ της απόφασης έγκρισης του επενδυτικού της σχεδίου, καθώς και την αντίστοιχη πρόβλεψη του Οδηγού Εφαρμογής (άρθρο 8 παρ. 8), αφορoύσε στο διάστημα από 20.8.2009 έως 20.8.2014. Η ίδια, με την εκούσια υπαγωγή της στο ενισχυόμενο καθεστώς, είχε συμφωνήσει για την τήρηση της υποχρέωσης αυτής, την οποία και γνώριζε. Άλλωστε, όχι μόνο οι σχετικές ελεγκτικές διαπιστώσεις ανάγονται σε χρονικό διάστημα εντός της κρίσιμης πενταετίας τήρησης των μακροχρόνιων υποχρεώσεων της εκκαλούσας, αλλά και ο ίδιος ο έλεγχος – οι διαπιστώσεις του οποίου συνιστούν την αιτιολογία της προσβαλλόμενης απόφασης – διενεργήθηκε από 17 έως 21.3.2014, ήτοι σε χρονικό διάστημα εντός της κρίσιμης πενταετίας από την ολοκλήρωση του επενδυτικού σχεδίου της εκκαλούσας. Συνακόλουθα, ο σχετικώς προβληθείς λόγος έφεσης είναι απορριπτέος ως αβάσιμος.


ΝΣΚ/390/2009

Όρια του ελέγχου νομιμότητας, που ασκείται από το δημόσιο φορέα εφαρμογής των επενδυτικών νόμων για κρατικές ενισχύσεις, όσον αφορά τα υποβαλλόμενα από το φορέα της ιδιωτικής επένδυσης δικαιολογητικά και στοιχεία, δημόσια και ιδιωτικά έγγραφα.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή 
Για την έκδοση απόφασης υπαγωγής επενδυτικού σχεδίου στο Ν 3299/2004 ή απόφασης ολοκλήρωσης και ένταξης της παραγωγικής λειτουργίας της επένδυσης, η αρμόδια υπηρεσία στηρίζεται στα έγγραφα δικαιολογητικά που επικαλείται και προσκομίζει ο φορέας της επένδυσης και δη τα μεν αποτελούντα δημόσια έγγραφα, εφόσον ελέγξει την εξωτερική νομιμότητα αυτών, τα δε ιδιωτικά, εφόσον έχουν αποδεικτική δύναμη, μη δικαιούμενη να ερευνήσει την εγκυρότητά τους, ειμή μόνον αν έχει αναγνωριστεί η ακυρότητά τους δικαστικώς. Τούτο ισχύει ειδικώς και για την απαιτούμενη, προκειμένης επενδύσεως υπαγόμενης στο Ν 3299/2004 για την ίδρυση σταθμού επιβατηγών αυτοκινήτων, σύμβαση πολυετούς μισθώσεως του ακινήτου, στο οποίο θα ιδρυθεί ο σταθμός, την εγκυρότητα της οποίας δεν δικαιούται να ερευνήσει, ειμή μόνον στην περίπτωση που ήθελε αναγνωριστεί δικαστικώς η ακυρότητά της.


ΕΣ/ΤΜ.ΕΒΔΟΜΟ/499/2021

Ενίσχυση τουριστικών δραστηριοτήτων.Δημοσιονομική διόρθωση...Επίσης, προβάλλεται ότι η προσβαλλομένη στερείται νόμιμου ερείσματος διότι, μη νομίμως εξέλαβε ότι η εκκαλούσα είχε την υποχρέωση να παράγει ικανά έσοδα από την επένδυση για διάστημα πέντε ετών από την πιστοποίηση της ολοκλήρωσής της, ενώ, αντιθέτως, αρκούσε, μετά το στάδιο υλοποίησης του επενδυτικού σχεδίου, μόνο η ετοιμότητα της επιχείρησης για προσφορά υπηρεσιών χωρίς να απαιτείται και κερδοφορία της επιχείρησης για το χρονικό αυτό διάστημα. Ο λόγος αυτός πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος, αφού το συμπέρασμα στο οποίο κατέληξε ο έλεγχος ήταν ότι η επιχείρηση της εκκαλούσας δεν λειτούργησε, ως όφειλε, κατά το χρονικό διάστημα της πενταετίας κατά το οποίο είχε αναλάβει μακροχρόνιες υποχρεώσεις, σύμφωνα με τις προεκτεθείσες διατάξεις και την απόφαση έγκρισης του επενδυτικού σχεδίου. Το συμπέρασμα δε αυτό προέκυψε, μεταξύ άλλων, από την έλλειψη επισκεψιμότητας που αναίρεσε κατ΄ουσιάν τον σκοπό της επένδυσης (βλ. άρθρο 3 παρ.3.2. του οδηγού εφαρμογής), όπως καταδείχθηκε, με πρόσφορο τρόπο από την παντελή έλλειψη εσόδων και την μη έκδοση δελτίων παροχής υπηρεσιών, για το χρονικό διάστημα που τελικώς ελήφθη υπόψη για τον υπολογισμό του ποσού της ανάκτησης (48,5 μήνες από τους 60 μήνες), το οποίο (διάστημα) είναι κατ΄αρχήν αρκούντως επαρκές, προκειμένου να στηρίξει το συμπέρασμα αυτό, λαμβανομένου υπόψη ότι η ύπαρξη πελατών στις ξενοδοχειακές επιχειρήσεις είναι συνυφασμένη με τη λειτουργία τους (Ι Τμ. 263/2018). Εξάλλου, η υλοποίηση του φυσικού και οικονομικού αντικειμένου του χρηματοδοτούμενου έργου και η διατήρηση της λειτουργικής ετοιμότητας σηματοδοτεί μεν την έναρξη των μακροχρόνιων υποχρεώσεων αλλά δεν αποτελεί απόδειξη τήρησης αυτών, όπως δεν αποτελεί απόδειξη και η εκπλήρωση άλλων υποχρεώσεων του λήπτη της ενίσχυσης, που προβλέπονται από την φορολογική και τουριστική νομοθεσία (δήλωση έναρξης εργασιών, τήρηση βιβλίων και στοιχείων, λήψη σήματος ΕΟΤ κτλ). Εξάλλου, ο ισχυρισμός της εκκαλούσας ότι το ανωτέρω συμπέρασμα του ελέγχου καταρρίπτεται από την παραδοχή ότι κατά το από 30.9.2011 έως 1.10.2012 χρονικό διάστημα η επιχείρηση βρισκόταν σε λειτουργία, αφού τούτο προϋποθέτει αφενός την ύπαρξη προπαρασκευαστικών ενεργειών (και συνεπώς λειτουργική ετοιμότητα) προ της πρώτης ημερομηνίας, αφετέρου τη συνέχιση της λειτουργίας της για ικανό διάστημα μετά τη δεύτερη ημερομηνία, δεν αρκεί προκειμένου να κλονίσει την αιτιολογία της προσβαλλόμενης πράξης. Και τούτο διότι, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, η προσβαλλόμενη πράξη, προκειμένου να στηρίξει την κρίση της περί μη λειτουργίας της επένδυσης για χρονικό διάστημα 48,5 μηνών συνεκτίμησε, πέραν της παντελούς έλλειψης εσόδων, το γεγονός ότι η έναρξη λειτουργίας αυτής, κατά παράβαση της παρ. Γ του άρθρου 8 της απόφασης έγκρισης, έλαβε χώρα την 1.7.2010, δηλαδή μετά από 1,5 χρόνο περίπου από την έναρξη της πενταετίας των μακροχρόνιων υποχρεώσεών της και ότι εκτός της αναφοράς των δύο προαναφερομένων ΑΠΥ στο Ε3 της επιχείρησης, κανένα άλλο στοιχείο δεν προσκομίστηκε στον έλεγχο, που να αποδεικνύει οποιαδήποτε επιχειρηματική δραστηριότητα κατά το διάστημα αυτό είτε σε επίπεδο εκμίσθωσης δωματίων, είτε σε επίπεδο προπαρασκευαστικών ενεργειών, όπως λ.χ. το βιβλίο πόρτας ή πρόσληψη προσωπικού ή καταβολή εξόδων συντήρησης τουριστικής μονάδας.


ΝΣΚ/180/2011

Εξώδικη διαμαρτυρία της ΑΛΦΑ-ΤΡΑΠΕΖΑ Α.Ε. σχετικά με σύμβαση εκχώρησης δημοσίας δαπάνης Επενδυτικού Σχεδίου.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή 
Ανεξαρτήτως του γεγονότος της αναγγελίας της από 23-7-2008 συμβάσεως παροχής ενεχύρου-εκχωρήσεως απαιτήσεων επιχορηγήσεως μεταξύ της ΑΛΦΑ ΤΡΑΠΕΖΑ Α.Ε. και του φορέα της επένδυσης, η υπηρεσία πρέπει να προβεί στην αναζήτηση της καταβληθείσας ενίσχυσης και στον καταλογισμό αυτής στο φορέα, σύμφωνα με τις διατάξεις της κυα 450/2001, ως ισχύει, της κυα 320752/2004 και της 296996/5742/2005 σχετικής εγκυκλίου του ΥπΑΑΤ. (ομοφ.)


ΝΣΚ/252/2006

Δυνατότητα ανάκλησης της υπ’ αριθ. 1967/214/30-1-2004 απόφασης του Υφυπουργού Ανάπτυξης, με την οποία είχε ανακληθεί απόφαση του ιδίου που αφορούσε υπαγωγή ειδικής επένδυσης ανωνύμου εταιρείας στον αναπτυξιακό νόμο 2601/1998.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή 
Η παύση της παραγωγικής λειτουργίας της επενδύσεως, που έτυχε ως ενίσχυση επιχορήγηση από το Δημόσιο για την κάλυψη τμήματος της ενισχυόμενης δαπάνης της επένδυσης και η μη τήρηση των όρων της απόφασης υπαγωγής του επενδυτικού φορέα στο άρθρο 3 του Ν 2601/98 οφειλόμενη στο γεγονός, ότι ο τελευταίος (επενδυτικός φορέας) κηρύχθηκε σε κατάσταση πτωχεύσεως, επιφέρει την εκ του νόμου αυτοδίκαιη ανάκληση της υπουργικής απόφασης υπαγωγής του στο Ν 2601/98. Συνεπώς η εκδοθείσα απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης που είχε διαπιστώσει τα ανωτέρω δεν ανακαλείται έστω κι αν η πτώχευση του επενδυτικού φορέα ανακλήθηκε αυτοδίκαια από τη δημοσίευση της απόφασης του αρμοδίου Εφετείου που επικύρωσε τη συμφωνία ρύθμισης και περιορισμού των χρεών του μεταξύ αυτού και των πιστωτών του.


ΝΣΚ/305/2016

Υπαγωγή εταιρείας στις διατάξεις του ν. 3299/2004, για την ενίσχυση επενδυτικού της σχεδίου - Δυνατότητα ανάκλησης της σχετικής απόφασης.(...) Τυχόν ανάκληση της απόφασης περί υπαγωγής της επένδυσης στις διατάξεις του ν. 3299/2004, ενόψει των πραγματικών δεδομένων του ερωτήματος, ανεξαρτήτως της παρέλευσης ή μη του ευλόγου χρόνου προς τούτο, και σε συνδυασμό με το γεγονός ότι η επένδυση έχει ήδη ολοκληρωθεί (ημερομηνία πιστοποίησης της επένδυσης και έναρξης της παραγωγικής λειτουργίας από Κ.Ο.Ε. στις 18.01.2012), θα παραβίαζε τις αρχές της χρηστής διοίκησης και της προστατευόμενης εμπιστοσύνης του διοικουμένου, καθόσον η υπηρεσία με σειρά ενεργειών της και για μεγάλο χρονικό διάστημα δημιούργησε στον ενδιαφερόμενο την πεποίθηση ότι η υπαγωγή της εν λόγω επένδυσης στον ως άνω νόμο δεν έχει πρόβλημα και η σχετική διαδικασία θα ολοκληρωθεί, εφόσον τηρήσει τους όρους της απόφασης υπαγωγής, όπως αυτή τροποποιήθηκε (ομόφ.)


ΝΣΚ/112/2008

Ιδιωτικές επενδύσεις. Χρόνος ολοκλήρωσης της επένδυσης κατά τον Ν 3299/2004.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή 
1) Εν όψει της αυτοτέλειας του κινήτρου της επιδότησης του κόστους της δημιουργούμενης απασχόλησης που θεσπίζει ο Ν 3299/2004 έναντι του κόστους της επένδυσης και εφόσον ο ως άνω νόμος δεν καθορίζει ρητά τις προϋποθέσεις που θα πρέπει να πληρούνται για τη διαπίστωση ολοκλήρωσης των επενδύσεων που οι φορείς τους επιλέγουν το είδος αυτό της ενίσχυσης, είναι δυνατόν να ορισθεί στην απόφαση υπαγωγής ότι για τη διαπίστωση της ολοκλήρωσης και έναρξης της παραγωγικής λειτουργίας της επένδυσης, απαιτείται η πιστοποίηση της πραγματοποίησης του φυσικού αντικειμένου αυτής και η βεβαίωση της δημιουργίας των νέων θέσεων εργασίας, ενώ η πραγματοποίηση του οικονομικού αντικειμένου της επένδυσης μπορεί να ορισθεί ότι θα πιστοποιείται σε ημερομηνία διάφορη, αλλά πάντως, εντός του χρόνου που ο φορέας της επένδυσης ελέγχεται για την πρόοδο των εργασιών της επένδυσης και για τη συμμόρφωσή του με τους όρους της απόφασης υπαγωγής. (πλειοψ.) 2) Στην εξεταζόμενη περίπτωση της επένδυσης της εταιρίας «…..ΑΕ» δεν τηρήθηκαν οι τασσόμενοι από την απόφαση υπαγωγής όροι ολοκλήρωσης της επένδυσης, διότι δεν προκύπτει διαφοροποίηση μεταξύ του χρόνου ολοκλήρωσης του φυσικού αντικειμένου της επένδυσης και του χρόνου ολοκλήρωσης του οικονομικού αντικειμένου αυτής. (ομοφ.)


ΝΣΚ/360/2013

Εγγραφή εμπράγματου βάρους σε ακίνητο επιχείρησης, που έχει υπαχθεί στις διατάξεις του επενδυτικού ν. 3299/2004 και συγχρηματοδοτείται από εθνικούς πόρους και από κοινοτικά κονδύλια.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή 
Η εγγραφή εμπράγματου βάρους σε ακίνητο επιχείρησης που έχει υπαχθεί στον επενδυτικό νόμο 3299/2004 και συγχρηματοδοτείται από εθνικούς πόρους και από κοινοτικά κονδύλια, το οποίο έχει εγγραφεί προς εξασφάλιση δανείου που δεν έχει χορηγηθεί για την υλοποίηση της συγκεκριμένης επένδυσης, δεν αντίκειται στο κοινοτικό και εθνικό δίκαιο, με δεδομένο δε ότι ο επενδυτικός νόμος 3299/2004 στο άρθρο 10 αυτού, το οποίο καθορίζει τις υποχρεώσεις του φορέα της επένδυσης, δεν προβλέπει και απαγόρευση εγγραφής εμπράγματου βάρους στο ακίνητο της επένδυσης, η εγγραφή τούτου στο ακίνητο της επένδυσης, μη συνιστώσα παράβαση υποχρέωσης, δεν επιφέρει τις συνέπειες της παραγράφου 2Α του ίδιου άρθρου και νόμου (ανάκληση απόφασης υπαγωγής κ.λπ). (πλειοψ.)


ΕΣ/ΤΜ.1/914/2012

Δημοσιονομική διόρθωση ποσού... Ανεξαρτήτως τούτου, οι εν λόγω ισχυρισμοί προβάλλονται αλυσιτελώς δεδομένου ότι βάση του επίδικου καταλογισμού είναι η μη επίτευξη του ενεργειακού στόχου, όπως αυτός προσδιορίστηκε στην επενδυτική πρόταση της εκκαλούσας και στη συνέχεια στην απόφαση ένταξης και στην από 2.9.2004 σύμβαση που υπογράφτηκε μεταξύ αυτής και του ενδιάμεσου φορέα, και ο οποίος δεν επιτεύχθηκε, γεγονός που δεν αμφισβητείται ούτε από την ίδια την εκκαλούσα, η οποία στην έφεσή της αποδέχεται ότι η κατανάλωση ηλεκτρικού ρεύματος ήταν αυξημένη σε σχέση με τα στοιχεία προβλέψεων που είχαν υποβληθεί. Εξ άλλου τα δεδομένα που κατά τους ισχυρισμούς της διαφοροποιούν την κατανάλωση της ηλεκτρικής ενέργειας (π.χ. ύπαρξη μόνο ενός μετρητή σε όλο το εργοστάσιο, καιρικές συνθήκες) ήταν ήδη γνωστά σ΄αυτήν κατά την υποβολή της επενδυτικής της πρότασης και θα μπορούσαν να είχαν ληφθεί υπόψη κατά τη διαμόρφωσή της. Τέλος, η πιστοποίηση της επίτευξης του επενδυτικού στόχου από τον ανεξάρτητο φορέα, βάσει της οποίας έγινε η αποπληρωμή, δεν δεσμεύει το όργανο που διενεργεί το δημοσιονομικό έλεγχο, αντικείμενο του οποίου είναι η τήρηση των όρων όπως περιγράφονται στην απόφαση ένταξης και στη σχετική σύμβαση. Κατόπιν τούτων είναι νόμιμη η επιβολή, με την προσβαλλόμενη απόφαση, δημοσιονομκής διόρθωσης εις βάρος της εκκαλούσας και η κρινόμενη έφεση πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της. Συνακόλουθα, λόγω ήττας της εκκαλούσας, πρέπει να απορριφθεί το αίτημά της περί απόδοσης της δικαστικής της δαπάνης (άρθρα 123 του π.δ. 1225/1981 και 275 παρ.1 του ΚΔιοικΔ). Τέλος, απορριπτομένης της έφεσης πρέπει να διαταχθεί η κατάπτωση του κατατεθέντος παραβόλου υπέρ του Δημοσίου.


ΕΣ/ΤΜ.1/1711/2016

ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗ ΔΙΟΡΘΩΣΗ:Ζητείται η ακύρωση α) της 1061/28.5.2010 απόφασης της Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, με την οποία επιβλήθηκε στην εκκαλούσα δημοσιονομική διόρθωση ποσού 232.500 ευρώ(...) Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη μείζονα σκέψη της παρούσας, το Τμήμα άγεται στην κρίση ότι η επιβολή της επίμαχης δημοσιονομικής διόρθωσης παρίσταται νόμιμη. Πράγματι, η αν μη τι άλλο ανακρίβεια - ως προς την ταυτότητα και την έδρα της φερόμενης ως πωλήτριας εταιρείας - κατ’ αρχάς του τιμολογίου που υποβλήθηκε από τον τελικό αποδέκτη της ενίσχυσης, προς απόδειξη της αγοράς του μηχανολογικού εξοπλισμού και, περαιτέρω, του ωσαύτως ελαττωματικού αποδεικτικού μεταφοράς των μηχανημάτων από την Μεγάλη Βρετανία στην Ελλάδα μέσω Ιταλίας, καθιστά μη επιλέξιμες τις δαπάνες όχι μόνο για την αγορά αυτή, αλλά, ενόψει του μεγέθους της (68,56% του προϋπολογισμού για την υλοποίηση του φυσικού αντικειμένου) και του ουσιώδους της απόκλισης που συνεπάγεται, για το σύνολο του επενδυτικού σχεδίου, αφού, χωρίς την αγορά του μηχανολογικού εξοπλισμού, ούτε η εγκατάσταση μίας πλήρους, λειτουργικής, βιώσιμης και παραγωγικής βιοτεχνικής μονάδας, όπως το φυσικό αντικείμενο της είχε εγκριθεί προς χρηματοδότηση, ούτε η παρεπόμενου χαρακτήρα πιστοποίηση της μονάδας αυτής με ISO, θα μπορούσαν να θεωρηθούν ολοκληρωμένες. Δοθέντος δε ότι υπεύθυνη, κατά το νόμο, για τον έλεγχο της ακρίβειας των δικαιολογητικών του τελικού αποδέκτη και την τήρηση εν γένει των όρων επιλεξιμότητας των δαπανών της επένδυσης ήταν, ως τελικός δικαιούχος, η εκκαλούσα, νομίμως η αχρεωστήτως καταβληθείσα χρηματοδότηση αναζητείται από αυτήν. Και ναι μεν η εκκαλούσα υποστηρίζει ότι η προσβαλλόμενη απόφαση πάσχει ως ανεπαρκώς αιτιολογημένη, τούτο, ωστόσο, δεν αληθεύει, εφόσον, όπως προκύπτει από την επισκόπηση της απόφασης αυτής, στο σώμα της μνημονεύονται, μεταξύ άλλων, η 518/350/12.2.2003 κοινή υπουργική απόφαση και η 430/18.2.2003 υπουργική απόφαση, σε παραβίαση των διατάξεων των οποίων υπέπεσε η εκκαλούσα, καθώς και η από 20.10.2009 έκθεση αρχικού ελέγχου και το από 10.3.2010 πόρισμα συμπληρωματικού ελέγχου, με συνέπεια πλήρως να εξειδικεύεται η νομική και ιστορική αιτία της ανάκτησης. Όσον αφορά δε τους συναφείς λόγους έφεσης αφενός ότι η αιτιολογία της προσβαλλομένης απόφασης ελέγχεται ως αντιφατική, στο μέτρο που στην έκθεση και στο πόρισμα άλλοτε το ελαττωματικό τιμολόγιο χαρακτηρίζεται μη νόμιμο και άλλοτε εικονικό ή μη πραγματικό, ενώ σε άλλα σημεία αμφισβητείται απλώς η έδρα της πωλήτριας εταιρείας στη Μεγάλη Βρετανία και σε άλλα ακόμη και η ίδια η ύπαρξή της, αφετέρου ότι αναιτιολόγητα απορρίφθηκαν οι υποβληθείσες, κατά την προδικασία, αντιρρήσεις της εκκαλούσας, αμφότεροι αποβαίνουν απορριπτέοι, ο πρώτος διότι και μόνη η διαπίστωση της ανακρίβειας του τιμολογίου αρκεί εν προκειμένω για την κατάφαση του μη επιλέξιμου των δαπανών του επενδυτικού σχεδίου, χωρίς να ασκεί επιρροή ο καθορισμός - και δη από άποψη φορολογικού δικαίου - του ειδικότερου ελαττώματος είτε του τιμολογίου καθεαυτού, είτε της συναλλαγής που αφορούσε, και ο δεύτερος ως αορίστως προβαλλόμενος, καθόσον καμία συγκεκριμένη αιτίαση, με την ένδικη έφεση, δεν προσάπτεται στα συμπεράσματα του συμπληρωματικού ελέγχου που διενεργήθηκε ακριβώς για τη διεξοδική διερεύνηση της βασιμότητας των αντιρρήσεων της εκκαλούσας.Απορρίπτει την έφεση.