Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΕΣ/ΤΜ.ΕΒΔΟΜΟ/398/2021

Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 3614/2007

Δημοσιονομική διόρθωση.ζητείται η ακύρωση: α) της 40790/14.4.2015 απόφασης δημοσιονομικής διόρθωσης με ανάκτηση του Υπουργού Οικονομίας, Υποδομών, Ναυτιλίας και Τουρισμού, β) της 40786/14.4.2015 απορριπτικής απόφασης του ίδιου ως άνω Υπουργού επί των αντιρρήσεων της εκκαλούσας και γ) κάθε άλλης συναφούς με αυτές πράξεις της Διοίκησης. Με βάση αυτά, δεν δύναται να γίνει δεκτός ο ισχυρισμός της εκκαλούσας ότι η ασθένεια που έπληξε τον Πρόεδρο και Διευθύνοντα Σύμβουλο αυτής κατέστησε αδύνατη την ολοκλήρωση της επένδυσης εκ μέρους της εκκαλούσας, καθόσον αυτή δεν λειτουργούσε ως ατομική επιχείρηση, ήτοι απολύτως εξαρτώμενη από ένα και μόνο φυσικό πρόσωπο, αλλά με τη μορφή της ανώνυμης εταιρείας, διοικούμενης από συλλογικό όργανο. Περαιτέρω, ο ισχυρισμός της εκκαλούσας περί απροσδόκητης άρνησης της Τράπεζας .... να την δανειοδοτήσει, με αποτέλεσμα να υποστεί η ίδια μεγαλύτερη οικονομική επιβάρυνση από εκείνη, την οποία είχε εκτιμήσει κατά το χρόνο υποβολής της πρότασης ένταξης του επενδυτικού της σχεδίου στο πρόγραμμα ενίσχυσης, είναι απορριπτέος προεχόντως ως αβάσιμος, διότι η αντιμετώπιση οικονομικών προβλημάτων από μία επιχείρηση δεν εμπίπτει στην έννοια της ανωτέρας βίας, στην οποία ανήκουν περιστάσεις ξένες προς τη βούληση και εκτός της σφαίρας επιρροής της, ασυνήθεις και απρόβλεπτες, οι συνέπειες των οποίων δεν θα μπορούσαν να αποφευχθούν, όση επιμέλεια και αν είχε καταβληθεί, αλλά στην έννοια του συνήθους επιχειρηματικού κινδύνου, που συνήθως αναλαμβάνουν οι οικονομικοί φορείς (πρβλ. ΕΣ I Tμ. 264/2018, 444/2016, 2445/2011). Τέλος, απορριπτέος τυγχάνει και ο ισχυρισμός της εκκαλούσας περί συνδρομής στο πρόσωπό της λόγου ανωτέρας βίας, ο οποίος συνίσταται στην απόρριψη του αιτήματος χορήγησης παράτασης προθεσμίας για την ολοκλήρωση του επενδυτικού της σχεδίου. Τούτο δε διότι, αφενός μεν κατά το χρόνο που υπέβαλε το ως άνω αίτημα, είχε ήδη παρέλθει η συμβατική αλλά και η νόμιμη προθεσμία, εντός της οποίας θα μπορούσε να έχει υποβάλει αίτημα τροποποίησης της σύμβασης ως προς την προθεσμία ολοκλήρωσης του προγράμματος και αφετέρου διότι ουδέν απρόβλεπτο και αιφνίδιο γεγονός ενυπάρχει στην απόρριψη του εν λόγω αιτήματος της, καθόσον αυτή ήταν απόρροια απλής εφαρμογής των διατάξεων.5. Τέλος, και ο προβαλλόμενος λόγος έφεσης περί μη τήρησης κατά τη διαδικασία έκδοσης της προσβαλλόμενης απόφασης του δικαιώματος προηγούμενης ακρόασης πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος, καθόσον τηρήθηκε στη συγκεκριμένη περίπτωση η προβλεπόμενη στο άρθρο 11 της 14053/ΕΥΣ1749/27.3.2008 (Β΄ 540) υπουργικής απόφασης διαδικασία. Ειδικότερα, η εκκαλούσα κλήθηκε με την 1977/26.8.2014 επιστολή απαίτησης χρημάτων του Ε.Φ.Δ., η οποία προηγήθηκε της εκδόσεως της προσβαλλόμενης απόφασης, να υποβάλει γραπτώς αντιρρήσεις εντός δεκαπενθήμερης προθεσμίας, στην υποβολή των οποίων άλλωστε προέβη κατ’ ενάσκηση του συνταγματικά κατοχυρωμένου ως άνω δικαιώματος. Και τούτο, παρά το αντικειμενικό και αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι η επικείμενη σε βάρος της έκδοση δυσμενούς διοικητικής πράξης ερείδετο επί αμιγώς αντικειμενικών προϋποθέσεων, δηλαδή τη διαπίστωση της μη ολοκλήρωσης της επίμαχης επένδυσης εντός των νομίμων προθεσμιών, η οποία  προέκυψε από τον διενεργηθέντα διοικητικό έλεγχο.Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω και μη προβαλλομένου άλλου λόγου, το Τμήμα κρίνει ότι η έφεση αυτή πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της, το δε καταβληθέν παράβολο να καταπέσει υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου (άρθρο 73 παρ. 4 του κυρωθέντος με το άρθρο πρώτο του ν. 4129/2013 Κώδικα Νόμων για το Ελεγκτικό Συνέδριο).

Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΕΣ/ΤΜ.ΕΒΔΟΜΟ/610/2021

Δημοσιονομική διόρθωση ποσού..Το επενδυτικό σχέδιο της εκκαλούσας ολοκληρώθηκε στις 20.8.2009 και, συνακόλουθα, η υποχρέωση αυτής να μη μεταβάλει τη χρήση της ενισχυόμενης επένδυσης για χρονικό διάστημα πέντε ετών μετά την ολοκλήρωσή της, σύμφωνα με το άρθρο 8 περ. Γ της απόφασης έγκρισης του επενδυτικού της σχεδίου, καθώς και την αντίστοιχη πρόβλεψη του Οδηγού Εφαρμογής (άρθρο 8 παρ. 8), αφορoύσε στο διάστημα από 20.8.2009 έως 20.8.2014. Η ίδια, με την εκούσια υπαγωγή της στο ενισχυόμενο καθεστώς, είχε συμφωνήσει για την τήρηση της υποχρέωσης αυτής, την οποία και γνώριζε. Άλλωστε, όχι μόνο οι σχετικές ελεγκτικές διαπιστώσεις ανάγονται σε χρονικό διάστημα εντός της κρίσιμης πενταετίας τήρησης των μακροχρόνιων υποχρεώσεων της εκκαλούσας, αλλά και ο ίδιος ο έλεγχος – οι διαπιστώσεις του οποίου συνιστούν την αιτιολογία της προσβαλλόμενης απόφασης – διενεργήθηκε από 17 έως 21.3.2014, ήτοι σε χρονικό διάστημα εντός της κρίσιμης πενταετίας από την ολοκλήρωση του επενδυτικού σχεδίου της εκκαλούσας. Συνακόλουθα, ο σχετικώς προβληθείς λόγος έφεσης είναι απορριπτέος ως αβάσιμος.


ΕΣ/ΤΜ.1/2212/2008

ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗ ΔΙΟΡΘΩΣΗ Με την υπό κρίση έφεση ζητείται η ακύρωση, α) της 41557/Α.Πλ.6379/8.11.2005 απόφασης δημοσιονομικής διόρθωσης του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, με την οποία καταλογίστηκε εις βάρος της .… το ποσό των 2.150.000 ευρώ, το οποίο φέρεται ότι καταβλήθηκε σε αυτήν αχρεώστητα από κοινοτικούς (Ε.Τ.Π.Α. 75 %) και εθνικούς πόρους (Π.Δ.Ε. 25%), β) των με αρ. πρωτ. 1617/25.2.2005 και 3131/31.5.2005 εκθέσεων αποτελεσμάτων ελέγχου της Υπηρεσίας Διαχείρισης ΕΠ Αττικής και γ) κάθε άλλης συναφούς σχετικής πράξης.(....)Εξάλλου, ο λόγος της έφεσης περί εσφαλμένης εκκαθάρισης του ποσού του καταλογισμού, από το οποίο μη νομίμως δεν αφαιρέθηκε η αμοιβή και τα έξοδα του αναδόχου για τις εκτελεσθείσες από αυτόν εργασίες (άρθρο 50 παρ. 2 π.δ. 609/1985), είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, καθόσον οι εκκρεμείς απαιτήσεις που απορρέουν από την λυθείσα εργολαβική σύμβαση ανάγονται, μετά την απένταξη του επίμαχου έργου, στις σχέσεις μεταξύ των συμβαλλόμενων μερών, ήτοι μεταξύ της εκκαλούσας και του αναδόχου και δεν καλύπτονται από την αναδρομικά καταργηθείσα χρηματοδοτική συνδρομή. Περαιτέρω, αβάσιμος είναι και ο ισχυρισμός  περί εφαρμογής της διάταξης του άρθρου 909 Α.Κ. (μη σωζόμενος πλουτισμός), διότι η προσβαλλόμενη απόφαση ερείδεται επί του ανωτέρω παρατιθέμενου ειδικότερου ρυθμιστικού πλαισίου, που διέπει την καταβολή και διαχείριση των κοινοτικών χρηματοδοτήσεων, προς το οποίο δεν προσιδιάζει η επικαλούμενη διάταξη, τυχόν εφαρμογή της οποίας θα αναιρούσε κατ’ ουσία το σκοπό και τη λογική των δημοσιονομικών διορθώσεων. Ομοίως αβάσιμοι είναι οι ισχυρισμοί της εκκαλούσας περί της μη τοκοφορίας του αχρεωστήτως καταβληθέντος ποσού, καθόσον οι τόκοι οφείλονται  ευθέως εκ του νόμου (βλ. άρθρο 5 παρ. 1 V της 907/052/2.7.2003 Κ.Υ.Α.), ενώ η επιβαλλόμενη από την ανωτέρω Κ.Υ.Α. υποχρέωση  ειδικής ενημέρωσης του καταλογιζομένου  ως προς τα ένδικα βοηθήματα που διαθέτει αποσκοπεί στην διασφάλιση της άσκησης του δικαιώματος εννόμου προστασίας, ενόψει δε του ότι η υπό κρίση έφεση ασκήθηκε παραδεκτά, ο σχετικός ισχυρισμός της εκκαλούσας αλυσιτελώς προβάλλεται. Τέλος, απορριπτέος είναι και ο ισχυρισμός περί έλλειψης παθητικής νομιμοποίησης της εκκαλούσας αναφορικά με την επιβολή της επίδικης δημοσιονομικής διόρθωσης, αφού αυτή είναι, σύμφωνα με την απόφαση ένταξης, ο τελικός δικαιούχος της χρηματοδοτικής συνδρομής, ο οποίος φέρει και την ευθύνη για την εκτέλεση της πράξης.Απορρίπτει την έφεση.


ΔΠρΑθ/6969/2005

ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΜΟΙ:Ζητείται να ακυρωθεί η με αρ. ... απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Ανάπτυξης. Με την απόφαση αυτή, μεταξύ άλλων, υποχρεώθηκε η ανακόπτουσα ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «…» και ήδη μετά την άσκηση της ανακοπής «..» να επιστρέψει στο Ελληνικό Δημόσιο τμήμα της καταβληθείσας σ’ αυτήν, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του ν.1262/1982 και ν.1682/1987, επιχορήγησης και της επιδότησης του επιτοκίου του συναφθέντος από αυτήν τραπεζικού δανείου ύψους 103.421.000 δραχμών.(....)Ο ισχυρισμός δε της ανακόπτουσας ότι υπήρξε ολιγωρία των οργάνων να προβούν σε αυτοψία και έλεγχο για την τήρηση των όρων που τέθηκαν από την εγκριτική της επένδυσης απόφαση δεν αποδεικνύεται από κάποιο στοιχείο, αντιθέτως, μάλιστα, στην από 18.12.1990 έκθεση του Κεντρικού Οργάνου Ελέγχου που προηγήθηκε, κατά τα προαναφερόμενα, της αίτησης της ανωτέρω για την οριστικοποίηση της επένδυσης, αναφέρεται ότι πριν τον έλεγχο αυτό είχε προηγηθεί και προγενέστερος όμοιος, με τον οποίο δεν είχε γίνει δεκτό ότι ο σχετικός μηχανολογικός εξοπλισμός της επίμαχης μονάδας ήταν καινούργιος, όπως απαιτείτο (αφού η επένδυση περιελάμβανε και καινούργιο μηχανολογικό εξοπλισμό), και κατά του οποίου είχε ασκηθεί σχετική ένσταση (βλ. σχετ. σελ 5 έκθεσης) της ανωτέρω, γεγονός από το οποίο συνάγεται ότι υπήρξαν προβλήματα σχετικά με την πιστοποίηση τήρησης όλων των απαιτούμενων όρων που έπρεπε να διερευνηθούν, προκειμένου να εκδοθεί η σχετική απόφαση περί ολοκλήρωσης της επένδυσης. Απορρίπτει την ανακοπή.


ΕΣ/ΤΜ.1/389/2018

Καταλογισμός-αχρεωστήτως καταβληθείσες αποδοχές σχολικής σύμβουλου.(..)σύμφωνα με τη μνημονευόμενη στο προσκομιζόμενο από 22.1.2016 ακριβές απόσπασμα πρακτικού ανάληψης υπηρεσίας, από 17.1.2012 απόφαση του Περιφερειακού Διευθυντή Εκπαίδευσης Αττικής, ήτοι μετά την 11η Ιανουαρίου 2012, οπότε ο νεοεπιλεγείς σχολικός σύμβουλος της 23ης Περιφέρειας (....), είχε ήδη αναλάβει υπηρεσία, και οπωσδήποτε μετά την 16η.1.2012, οπότε η Διοίκηση θεώρησε ότι έληξε η θητεία της εκκαλούσας, ο λόγος έφεσής της ότι δεν υπήρξε έγκαιρη πριν την 16.1.2012 ανάληψη καθηκόντων από τους νεοεπιλεγέντες σχολικούς συμβούλους για όλα τα σχολεία ευθύνης της και συνεπώς η θητεία της δεν έληξε την ημερομηνία αυτή, με αποτέλεσμα ο ένδικος καταλογισμός να παρίσταται μη νόμιμος, είναι αβάσιμος. Ομοίως, ο ισχυρισμός της εκκαλούσας ότι όφειλε αυτή να τοποθετηθεί, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 14 παρ. 3 του ν. 3467/2006, σε προσωποπαγή θέση μετά την αποχώρησή της από τη θέση του σχολικού συμβούλου, αβασίμως προτείνεται, δοθέντος ότι η παύση των καθηκόντων της συνδέεται αποκλειστικά, κατά την προαναφερθείσα και ισχύουσα για τους τοποθετηθέντες με βάση το νομικό πλαίσιο του ν. 3467/2006 σχολικούς συμβούλους διάταξη του άρθρου 24 παρ. 2 του νόμου αυτού, με την ανάληψη υπηρεσίας των νεοτοποθετηθέντων σχολικών συμβούλων και δεν τίθεται υπό την αίρεση της τοποθέτησης της απερχόμενης συμβούλου σε άλλη θέση. Αβασίμως, εξάλλου προβάλλεται ότι για τη λήξη της θητείας της εκκαλούσας απαιτείτο και η έκδοση εντολής από την υπηρεσία για αποχώρηση και παράδοση του αρχείου της, καθόσον η προαναφερθείσα διάταξη με σαφήνεια θέτει ως απώτατο όριο της συνέχισης της ήδη λήξασας θητείας σχολικού συμβούλου την πράξη ανάληψης υπηρεσίας του νεοεπιλεγέντος σχολικού συμβούλου. ...Περαιτέρω, ο ισχυρισμός της εκκαλούσας ότι καθόλο το επίμαχο χρονικό διάστημα (16.1.2012 έως 29.2.2012) παρουσιαζόταν καθημερινά στην υπηρεσία και εργαζόταν με πλήρες ωράριο, ανεξαρτήτως του ότι προτείνεται αορίστως, εφόσον δε στοιχεί με συγκεκριμένα στοιχεία του φακέλου, δεν αναιρεί το γεγονός της λήξης της θητείας της, με την ανάληψη καθηκόντων από τους νεοεπιλεγέντες, ούτε βέβαια η αχρεώστητη καταβολή σε αυτήν αποδοχών κατά το χρόνο αυτό δύναται να αποδείξει την εν τοις πράγμασι άσκηση καθηκόντων από αυτήν...Επίσης, αβασίμως επικαλείται η εκκαλούσα παραβίαση των αρχών της χρηστής διοίκησης και της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, καθόσον, το μεν, δεν παρήλθε μακρός χρόνος μεταξύ του επίμαχου χρονικού διαστήματος και του ένδικου καταλογισμού, το δε, η εκκαλούσα που ούτε επικαλείται ούτε αποδεικνύει τυχόν οικονομική της αδυναμία δεν μπορεί να θεωρηθεί καλόπιστη, εφόσον γνώριζε ήδη από τον Ιανουάριο του έτους 2012, με την κοινοποίηση σ΄αυτήν του αναφερομένου στη σκέψη ΙΙΙ της παρούσας Φ.351.1/15/453/Δ1/20.1.2012 εγγράφου, τη θέση της Διοίκησης..Συνακόλουθα, πρέπει η ένδικη έφεση να απορριφθεί ως αβάσιμη..


ΕΣ/ΤΜ.1/1871/2017

ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗ ΔΙΟΡΘΩΣΗ:ζητείται παραδεκτώς η ακύρωση της ... απόφασης του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών κατά το μέρος αυτής που αντιστοιχεί στο ποσό των 117.698,35 ευρώ πλέον τόκων και με την οποία επιβλήθηκε σε βάρος της εκκαλούσας, ανώνυμης εταιρείας, δημοσιονομική διόρθωση, ποσού 133.352,80 ευρώ, πλέον τόκων, το οποίο φέρεται ότι καταβλήθηκε σε αυτήν αχρεωστήτως(...)Ήδη με την κρινόμενη αίτηση προσβάλλονται μόνον τα κεφάλαια του καταλογισμού που αφορούν στις θέσεις εργασίας (νέες και υφιστάμενες) (...)Δεδομένου ότι κρίσιμος χρόνος κατά τις οικείες διατάξεις και την απόφαση υπαγωγής,  για τη δημιουργία του 50% των νέων θέσεων εργασίας (5 Ε.Μ.Ε.) είναι ο χρόνος ολοκλήρωσης της επένδυσης και της έναρξης της παραγωγικής της λειτουργίας, έπρεπε οι οικείες προσλήψεις να έχουν πραγματοποιηθεί έως τις 24.3.2009, ημερομηνία που ορίσθηκε ότι ολοκληρώθηκε η επένδυση με την ... απόφαση του Υπουργού και του Υφυπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, ανεξαρτήτως του πόσες ημέρες εργάσθηκαν οι προσληφθέντες εντός αυτού του έτους. Σε κάθε περίπτωση δε, καθ’ όλο το έτος 2008 και έως τις 24.3.2009 υπήρχε δυνατότητα και όχι υποχρέωση της εκκαλούσας να προσλάβει νέους εργαζόμενους. Ακολούθως η πρόσληψη εργαζομένων πλήρους απασχόλησης με σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου (οποτεδήποτε και αν έγινε μέχρι την ολοκλήρωση της επένδυσης) καλύπτει την υποχρέωση αυτής για δημιουργία πέντε νέων θέσεων εργασίας, καθόσον κάθε ένας εξ αυτών αντιστοιχεί σε 1 Ε.Μ.Ε.  Η διαπίστωση της Ε.Δ.ΕΛ. ότι ήδη από το έτος 2008 υπήρχαν 5 σπουδαστές που έκαναν την πρακτική τους και είχαν προσληφθεί 5 άτομα με σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου, εφόσον συνέχιζαν να παρέχουν τις υπηρεσίες τους έως τον κρίσιμο χρόνο της ολοκλήρωσης της επένδυσης (24.3.2009) καλύφθηκε η υποχρέωση δημιουργίας πέντε νέων θέσεων εργασίας, ανεξαρτήτως του πόσες ημέρες απασχολήθηκαν εντός του έτους 2008.(...)Ακυρώνει την ... απόφαση δημοσιονομικής διόρθωσης του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών, κατά το μέρος που επιβλήθηκε σε αυτήν δημοσιονομική διόρθωση ύψους 117.698,35 ευρώ, πλέον τόκων.


ΣΤΕ/345/2014

ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΜΟΙ:Ζητείται η αναίρεση της υπ’αριθ.1340/2007 αποφάσεως του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, με την οποία απορρίφθηκε έφεση της ήδη αναιρεσείουσας εταιρείας κατά της υπ’αριθ. 6969/2005 αποφάσεως του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών. Με την τελευταία αυτή απόφαση είχε απορριφθεί ανακοπή της ιδίας εταιρείας κατά της υπ’αριθ. ... αποφάσεως των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Βιομηχανίας, Ενέργειας και Τεχνολογίας, με την οποία, μεταξύ άλλων, είχε διαταχθεί η επιστροφή στο Δημόσιο τμήματος της καταβληθείσας στην αναιρεσείουσα επιχορήγησης κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του ν.1262/1982 και του ν.1682/1987 και τμήματος του ποσού που αντιστοιχούσε στην επιδότηση του επιτοκίου συναφθέντος τραπεζικού δανείου, συνολικού ύψους 103.421.000 δραχμών.(....)Ο δε ισχυρισμός της αναιρεσείουσας ότι υπήρξε ολιγωρία των οργάνων να προβούν σε αυτοψία και έλεγχο για την τήρηση των όρων που είχαν τεθεί από την εγκριτική της επένδυσης απόφαση κρίθηκε από το δικάσαν δικαστήριο ότι δεν αποδεικνυόταν από κάποιο στοιχείο, αντιθέτως, μάλιστα, στην από 18.12.1990 έκθεση του Κεντρικού Οργάνου Ελέγχου που είχε προηγηθεί, κατά τα προαναφερόμενα, της αίτησης της ανωτέρω για την οριστικοποίηση της επένδυσης, αναφερόταν ότι πριν τον έλεγχο αυτό είχε προηγηθεί και προγενέστερος όμοιος, με τον οποίο δεν είχε γίνει δεκτό ότι ο σχετικός μηχανολογικός εξοπλισμός της επίμαχης μονάδας ήταν καινούργιος, όπως απαιτείτο (αφού η επένδυση περιελάμβανε και καινούργιο μηχανολογικό εξοπλισμό), και κατά του οποίου είχε ασκηθεί σχετική ένσταση της ανωτέρω, γεγονός από το οποίο συναγόταν ότι υπήρξαν προβλήματα σχετικά με την πιστοποίηση τήρησης όλων των απαιτούμενων όρων που έπρεπε να διερευνηθούν, προκειμένου να εκδοθεί η σχετική απόφαση περί ολοκλήρωσης της επένδυσης.Απορρίπτει την υπό κρίση αίτηση.


ΕΣ/ΤΜ.1/1804/2011

Δημοσιονομική διόρθωση ποσού...Με βάση τα παρατιθέμενα πραγματικά περιστατικά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις νομικές σκέψεις που προηγήθηκαν, το Τμήμα κρίνει καταρχήν ότι νόμιμα η διαδικασία που ακολουθήθηκε για την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης δημοσιονομικής διόρθωσης στηρίχθηκε στις διατάξεις της 907/052/2.7.2003 κοινή υπουργικής απόφασης, η οποία, όπως αναφέρθηκε, εφαρμόζεται και στην περίπτωση χρηματοδοτήσεων που έχουν ήδη καταβληθεί μέχρι την έναρξη ισχύος της αλλά και στην περίπτωση που διαπιστωθεί αχρεώστητη ή παράνομη καταβολή χρηματοδότησης κατά τη διενέργεια ελέγχου από την Ειδική Υπηρεσία Διαχείρισης ενός Ε.Π., σύμφωνα με το άρθρο 6 του ν. 2860/2000, όπως πράγματι συνέβη στην υπό κρίση υπόθεση. Σε κάθε περίπτωση, η διαδικασία αυτή δε διαφέρει ουσιαστικά από την περιγραφόμενη στην 15954/(ππο)559/11.8.2006 απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Ανάπτυξης (ΦΕΚ Β΄ 1266), που εκδόθηκε μεταγενέστερα και αφορά στην ανάκτηση των αχρεωστήτως ή παρανόμως καταβληθέντων ποσών για την υλοποίηση προγραμμάτων συγχρηματοδοτούμενων στο πλαίσιο του Ε.Τ.Π.Α. του Γ΄ Κ.Π.Σ., μεταξύ άλλων, και του Ε.Π. «Ανταγωνιστικότητα». Εξάλλου, ούτε η εκκαλούσα επικαλείται ούτε από τα στοιχεία του φακέλου προκύπτει η επέλευση οποιασδήποτε βλάβης στα δικαιώματα της, που να οφείλεται ειδικά στη διαδικασία που ακολουθήθηκε. Κατά συνέπεια, ο προβαλλόμενος από την εκκαλούσα λόγος, σύμφωνα με τον οποίο η προσβαλλόμενη απόφαση δημοσιονομικής διόρθωσης πρέπει να ακυρωθεί ως ερειδόμενη σε ανίσχυρη κοινή υπουργική απόφαση είναι αβάσιμος και πρέπει να απορριφθεί. Περαιτέρω, η εκκαλούσα, παρά το ότι στη συναφθείσα ως άνω από 25.11.2002 σύμβαση αλλά και στην από 23.8.2006 έκθεση ελέγχου φέρεται ως τελικός αποδέκτης, εντούτοις αποτελεί τον τελικό δικαιούχο της συγχρηματοδοτούμενης επένδυσης, κατά την έννοια των διατάξεων των άρθρων 9 (περίπτ. ιβ) του Κανονισμού (ΕΚ)1260/1999 και 1 (περίπτ. στ) του ν. 2860/2000, καθόσον αποτελεί το φορέα που είχε την ευθύνη υλοποίησης – με δική της οργάνωση και μέσα – της επένδυσης. Κατά συνέπεια, φέρει την ιδιότητα του δημοσίου υπολόγου, ευθυνόμενη για κάθε πταίσμα αναφορικά με τις παρατυπίες που διαπιστώνονται κατά την υλοποίηση της επένδυσης αυτής. (...)Ενόψει αυτών, κατά παραδοχή του αντίστοιχου λόγου με τον οποίο προβάλλεται έλλειψη υπαιτιότητας ως προς τη διαπιστωθείσα παρατυπία, πρέπει η ένδικη έφεση να γίνει δεκτή και να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη με αυτήν απόφαση δημοσιονομικής διόρθωσης, ενώ παρέλκει ως αλυσιτελής η εξέταση των λοιπών προβαλλόμενων με την έφεση λόγων. Ακολούθως, πρέπει να διαταχθεί η απόδοση στην εκκαλούσα του κατατεθέντος παραβόλου της έφεσης (άρθρα 56 παρ. 2 του π.δ/τος 774/1980 και 61 παρ. 5 του π.δ/τος 1225/1981), ενώ πρέπει να απαλλαγεί το Ελληνικό Δημόσιο από την δικαστική δαπάνη της εκκαλούσας (άρθρο 275 παρ. 1 του Κ.Διοικ.Δικ., σε συνδυασμό προς το άρθρο 123 του π.δ/τος 1225/1981, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 12 παρ. 2 του ν. 3472/2006).


ΕΣ/ΤΜ.7/2016/2017

Καταλογισμοι:Κατόπιν όσων έγιναν δεκτά στις προηγούμενες σκέψεις, πρέπει, κατά παραδοχή ως βάσιμου του σχετικού λόγου, να γίνει δεκτή η κρινόμενη έφεση και να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη πράξη κατά το μέρος που με αυτήν καταλογίζεται εις βάρος της εκκαλούσας το επίδικο έλλειμμα με τις ανάλογες επ’ αυτού προσαυξήσεις. Περαιτέρω, μετά την παραδοχή της έφεσης πρέπει να αποδοθεί στην εκκαλούσα το καταβληθέν παράβολο, σύμφωνα με το άρθρο 73 παρ. 4 του Κώδικα Νόμων για το Ελεγκτικό Συνέδριο, ενώ, κατ’ εκτίμηση των περιστάσεων της υπόθεσης, πρέπει να απαλλαγούν το Ελληνικό Δημόσιο και ο Δήμος ..... από τα δικαστικά έξοδα της εκκαλούσας, σύμφωνα με το άρθρο 275 παρ. 1 του κυρωθέντος με το άρθρο πρώτο του ν. 2717/1999 (Α΄ 97) «Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας», το οποίο, κατ’ άρθρο 123 του π.δ. 1225/1981, όπως αντικαταστάθηκε  από  το άρθρο  12  παρ. 2 του ν. 3472/2006 (Α΄ 135), εφαρμόζεται αναλόγως και στην παρούσα δίκη.


ΕΣ/ΤΜ.6/1905/2013

Λειτουργία της εγκατάστασης επεξεργασίας νερού...ζητείται η ανάκληση της 34/2013 πράξης του Ζ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου..Ενόψει δε της ως άνω φύσεως των κοινοπραξιών (προσωρινές ενώσεις φυσικών ή νομικών προσώπων χωρίς ιδία νομική προσωπικότητα), η πολλαπλή συμμετοχή υποψηφίων σε δημόσιο διαγωνισμό υπό διάφορες ιδιότητες συνιστά, καθεαυτή, αμάχητο τεκμήριο περί καταλύσεως της αρχής της μυστικότητας των προσφορών. Εξάλλου, ο περιορισμός που εισάγει ο όρος αυτός ως προς την υποβολή των προσφορών εμπίπτει στην αναγνωρισθείσα και από το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης ευχέρεια εκτίμησης των εθνικών αρχών ως προς τους όρους αποκλεισμού των υποψηφίων και πληροί τις προϋποθέσεις που τίθενται από αυτό για τη θέσπιση τέτοιων περιορισμών, αφού, ενόψει της νομικής φύσης της κοινοπραξίας κατά το ημεδαπό δίκαιο, δεν υφίσταται διαφοροποίηση του προσώπου όταν αυτό μετέχει στην ίδια διαγωνιστική διαδικασία αυτοτελώς και ταυτόχρονα ως μέλος κοινοπραξίας (βλ. Ε.Σ. VI Tμ. αποφ. 255/2012, 2752, 2779/2011, ΣτΕ Επ429/2008). Τέλος, στην υπό κρίση περίπτωση, ανεξαρτήτως του εάν ο εν λόγω όρος της διακήρυξης του επίμαχου διαγωνισμού, με τον οποίο προβλέπεται απαγόρευση υποβολής προσφοράς από υποψηφίους που είναι μέλη του ιδίου ομίλου, είναι συμβατός ή όχι με την αρχή της αναλογικότητας, όπως η αρχή αυτή οριοθετείται στο ημεδαπό δίκαιο και στο δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, πάντως, εφόσον στην ελεγχόμενη διαγωνιστική διαδικασία δεν υποβλήθηκε προσφορά από εταιρείες του ίδιου ομίλου και κατ’ επέκταση δεν ανέκυψε εξ αυτού του λόγου ζήτημα αποκλεισμού υποψηφίου, δεν μπορεί να θεωρηθεί νομικώς πλημμελής η συγκεκριμένη διαγωνιστική διαδικασία για τον υποθετικό και μόνο λόγο ότι ο περιορισμός αυτός θα μπορούσε να είχε λειτουργήσει αποτρεπτικά για τη συμμετοχή μελών του ίδιου ομίλου. Κατόπιν αυτών, το Τμήμα άγεται στην κρίση ότι εσφαλμένως το Κλιμάκιο εξέλαβε ότι ο ως άνω όρος είναι μη νόμιμος και ότι παρεμποδίζει τη συμμετοχή στη διαγωνιστική διαδικασία του μεγαλύτερου δυνατού αριθμού υποψηφίων.Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, πρέπει οι υπό κρίση αιτήσεις να γίνουν δεκτές, να ανακληθεί η προσβαλλόμενη πράξη του Ζ΄ Κλιμακίου και να διαταχθεί η επιστροφή στις αιτούσες των κατατεθέντων από αυτές παραβόλων (άρθρο 73 παρ. 4 του ν. 4129/2013, Φ.Ε.Κ. Α΄ 52).Ανακαλεί την 34/2013 πράξη του Ζ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου.


ΕλΣυν.Τμ.6/2509/2009

Προμήθεια αντιδραστηρίων και αναλωσίμων για αυτόματους βιοχημικούς αναλυτές:..ζητείται η ανάκληση της 103/2009 πράξης του Στ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου.Με τα δεδομένα αυτά, το Κλιμάκιο δεν έσφαλε στην κρίση του, δεχόμενο ότι ανεπιτρέπτως χρησιμοποιήθηκε το κριτήριο αυτό ως κριτήριο για την ανάθεση της ελεγχόμενης προμήθειας (τεχνική αξιολόγηση της προσφοράς), καθόσον κατά νόμο αφορά αποκλειστικά στην εξακρίβωση της ικανότητας των υποψηφίων να εκτελέσουν την σύμβαση. Είναι δε αλυσιτελής ο ισχυρισμός του αιτούντος ότι το κριτήριο αυτό είναι απαραίτητο για την ασφάλεια της λειτουργίας του Νοσοκομείου, καθόσον η ανωτέρω κρίση του Κλιμακίου δεν απαγορεύει στο Νοσοκομείο να θέτει τον όρο αυτόν ως κριτήριο για την αξιολόγηση της καταλληλότητας των υποψηφίων. Περαιτέρω, ο ισχυρισμός του αιτούντος ότι η πλημμέλεια δεν κατέστη ουσιώδης διότι κατά το στάδιο της αξιολόγησης οι προσφορές των λοιπών υποψηφίων είχαν ήδη απορριφθεί ως τεχνικά μη αποδεκτές, και συνεπώς δεν νοθεύτηκε ο ανταγωνισμός, είναι αβάσιμος για το λόγο ότι η ένταξη του ως άνω μη νόμιμου όρου στο άρθρο 13 της διακήρυξης λειτούργησε πιθανόν αποτρεπτικά στο να λάβουν μέρος κάποιες ενδιαφερόμενες εταιρίες, και, συνεπώς, στην περίπτωση αυτή νοθεύτηκε ο ανταγωνισμός.(..)Κατ' ακολουθίαν των ανωτέρω, το Τμήμα κρίνει ότι δεν συντρέχει νόμιμος λόγος ανάκλησης της 103/2009 πράξης του Στ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου και συνεπώς, η αίτηση ανάκλησης, με την οποία υποστηρίζονται τα αντίθετα, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμη.