ΝΣΚ/139/2001
Τύπος: Γνωμοδότησεις Ν.Σ.Κ.
ΕΟΤ. Ιαματικές πηγές τοπικής σημασίας.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
Επί των ιαματικών πηγών τοπικής σημασίας, ανεξάρτητα από το χρόνο ανακηρύξεως αυτών, εφαρμογή έχουν οι ειδικές διατάξεις του Ν 4086/1960 και όχι οι διατάξεις των Ν 2636/1998 και 2837/2000. Ο ΕΟΤ έχει υποχρέωση παραχώρησης χωρίς αντιπαροχή της εκμετάλλευσης των ιαματικών πηγών τοπικής σημασίας ιδιοκτησίας του με τις επ αυτών εγκαταστάσεις, κατά τα οριζόμενα στη διάταξη του άρθρου 2 του Ν 4086/1960. Οι διατάξεις των ανωτέρω νεότερων νόμων βρίσκουν πεδίο εφαρμογής μόνον επί των ιαματικών πηγών τουριστικής σημασίας.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΝΣΚ/246/2011
Συμμόρφωση Διοικήσεως σε ακυρωτική απόφαση ΣτΕ – Άρση απαλλοτρίωσης – Τροποποίηση ρυμοτομικού σχεδίου – Διαδικασία.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή
Η Διοίκηση συμμορφούμενη προς την υπ’ αριθμ. 2177/1994 ακυρωτική απόφαση του ΣτΕ, οφείλει να προβεί σε άρση της απαλλοτρίωσης, με τροποποίηση του ρυμοτομικού σχεδίου και ταυτόχρονα να ρυθμίσει εκ νέου το πολεοδομικό καθεστώς του ακινήτου, τηρώντας την διαδικασία που προβλέπουν οι οικείες διατάξεις για την τροποποίηση του ρυμοτομικού σχεδίου, εφαρμόζοντας, λόγω της θέσης του ακινήτου και τις διατάξεις περί προστασίας ιαματικών πηγών και ρεμάτων. (ομοφ.)
ΝΣΚ/125/2000
ΕΟΤ. Μονιμοποιήσεις υπαλλήλων.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή
Προεδρεύων: Γ.Πουλάκος, Αντιπρόεδρος, Εισηγήτρια: Α.Γρηγορίου, Πάρεδρος. Ο ΕΟΤ, μετά την αναδιοργάνωσή του με το νόμο 2636/98 και την κατάργηση ορισμένων υπηρεσιών του, τη δημιουργία νέων και την ανάθεση της διοίκησης και της διαχείρισης των επιχειρηματικών του μονάδων στην "ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΙΑ ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΕΟΤ" που συνεστήθη με το νόμο αυτό, η οποία είχε ως αναγκαίο επακόλουθο τη μεταφορά προσωπικού του Οργανισμού στην ανώνυμη αυτή εταιρία, εξακολουθεί να υφίσταται ως νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου και να υπάγεται στις ρυθμίσεις του ν.2414/96. Επιχείρημα υπέρ της απόψεως αυτής συνάγεται και από το άρθρο 2 παρ.1 του νόμου αυτού, κατά το οποίο παρέχεται η δυνατότητα στις δημόσιες επιχειρήσεις που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του να μετατρέπονται σε ανώνυμες εταιρίες και να καταρτίζουν ή να προσαρμόζουν αναλόγως τα καταστατικά τους, χωρίς να καθιερώνεται η μετατροπή ή η προσαρμογή αυτή ως αναγκαία προϋπόθεση υπαγωγής στις ρυθμίσεις του. Επομένως, κατά τη ρητή διάταξη του άρθρου 18 παρ.1 περ.ια του ν.2738/99, το προσωπικό που έχει παραμείνει στον ΕΟΤ μετά την ως άνω αναδιοργάνωσή του δεν υπάγεται στις διατάξεις του τελευταίου αυτού νόμου περί μονιμοποιήσεων (πλειοψ.).
ΝΣΚ/286/1992
286/1992 - Ελληνικός Οργανισμός Τουρισμού. Προσωπικό επί σχέσει ιδιωτ. δικαίου. Αποχώρηση λόγω γήρατος. Θέματα : ΕΟΤ,ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΙΔΙΩΤΙΚΟ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ,ΣΥΝΤΑΞΗ ΓΗΡΑΤΟΣ,ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΗ,ΑΠΟΛΥΣΗ ΑΠΟΧΩΡΗΣΗ ΚΑΤΑΓΓΕΛΙΑ, Διατάξεις : Ν 2112/1920 ΒΔ 16/18-7-1920 Ν 919/1955 ΠΔ 410/1988 ΝΔ 4109/1960Α2 ΑΝ 1624/1951Α1 Η αποζημίωση που θα δοθεί σε εξερχομένη λόγω γήρατος υπάλληλο της υπηρεσίας αυτεπιστασίας του ΕΟΤ (ΑΚΤΗ Αλίμου), θα πρέπει να υπολογισθεί και καταβληθεί σύμφωνα με τις διατάξεις του Π.Δ/γματος 410/88, δηλαδή με τις διατάξεις του αφορούν το προσωπικό με σχέση ιδιωτικού δικαίου του Δημοσίου, των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδίοικησης και των λοιπών Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου.
ΝΣΚ/284/2000
Ε.Ο.Τ. Μονιμοποιήσεις υπαλλήλων.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
Το προσωπικό με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου του ν.π.δ.δ. με την επωνυμία "Ελληνικός Οργανισμός Τουρισμού" δεν υπάγεται στις διατάξεις του ν.2738/1999 περί μονιμοποιήσεως, καθόσον ο Οργανισμός αυτός, μετά την αναδιοργάνωσή του με το ν.2636/1998 και την κατάργηση ορισμένων υπηρεσιών του, τη δημιουργία νέων και την προβλεπομένη ανάθεση της διοίκησης και της διαχείρισης των επιχειρηματικών του μονάδων στην "ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΙΑ ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΕΟΤ" που συνεστήθη με το νόμο αυτό, εξακολουθεί να υφίσταται ως νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου και να υπάγεται στις ρυθμίσεις του ν.2414/1996. (πλειοψ.) ΑΠΟΔΕΚΤΗ η γνώμη της πλειοψηφίας.
ΝΣΚ/264/2002
α) Αιγιαλός. Τουριστικά δημόσια κτήματα. Αρμοδιότης έκδοσης αδείας για εκτέλεση έργων στον αιγιαλό που αποτελεί τουριστικό δημόσιο κτήμα. β) Αρμοδιότης έκδοσης αδείας για εκτέλεση έργων στον αιγιαλό επί παραχωρήσεώς του στην ΓΓΑ.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
α) Μετά την υπαγωγή με τον Ν 2837/2000 της διοίκησης, διαχείρισης και εκμετάλλευσης της περιουσίας του ΕΟΤ στα «Ελληνικά Τουριστικά Ακίνητα ΑΕ» αρμόδιος για να εκδώσει άδεια εκτέλεσης έργων στον αιγιαλό, που αποτελεί τουριστικό δημόσιο κτήμα, είναι ο Υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών (πλειοψ.). β) Με το άρθρο 9 του Ν 719/77 δεν μπορεί να παραχωρηθεί αιγιαλός στην Γενική Γραμματεία Αθλητισμού, διότι ο νόμος αυτός αφορά την ιδιωτική περιουσία του Δημοσίου και όχι την δημόσια κτήση, όπως ο αιγιαλός. Επομένως αρμόδιος για την χορήγηση άδειας εκτέλεσης έργων στον αιγιαλό στην ΓΓΑ για σκοπούς, που προβλέπονται στις κείμενες διατάξεις, είναι ο Υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών (πλειοψ.).
ΝΣΚ/399/2006
Νομιμότητα αιτήματος υπαλλήλων της εταιρίας «Ελληνικό Καζίνο Πάρνηθας Α.Ε.» για μετάταξή τους στο Υπουργείο Τουριστικής Ανάπτυξης με το άρθρο 4 παρ.5 του Ν 3139/2003.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή
Με την παρ.3 του άρθρου 28 του Ν 2636/1998, παρασχέθηκε η δυνατότητα μετάταξης του προσωπικού του Ε.Ο.Τ. και των Υπηρεσιών Αυτεπιστασίας του Ε.Ο.Τ., για τους λόγους που αναφέρονται σ’ αυτή, στο Δημόσιο, σε Ν.Π.Δ.Δ. και στους Ο.Τ.Α. α’ και β’ βαθμού, με την παρ.5 του ίδιου άρθρου καθορίσθηκε η διαδικασία μετάταξης και με την παρ.7 καθορίσθηκε το επιτρεπόμενο χρονικό όριο των μετατάξεων, δηλ. ότι επιτρέπεται να διενεργούνται για χρονικό διάστημα τριών (3) χρόνων από την έναρξη της ισχύος του νόμου αυτού (27-8-1998) και συνεπώς μέχρι 27-8-2001. Στη συνέχεια με την παρ.4 του άρθρου 12 του Ν 2941/2001 η πιο πάνω προθεσμία παρατάθηκε για δύο χρόνια από την έναρξη της ισχύος του νόμου αυτού (12-9-2001), δηλ. μέχρι 12-9-2003 και με την παρ.5 του άρθρου 4 του Ν 3139/2003, με την οποία αντικαταστάθηκε η παρ.5 του άρθρου 28 του Ν 2636/1998, τροποποιήθηκε στην ουσία το 5ο εδάφιό της και διευρύνθηκε ο κύκλος των προσώπων που ήταν δυνατόν να μεταταγούν με την προσθήκη των υπαλλήλων της Α.Ε. ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΑ ΑΚΙΝΗΤΑ, της Α.Ε. Ξενοδοχεία τελεφερίκ και Καζίνα Αττικής και των εταιριών της παρ.1 του άρθρου 10 του Ν 2837/2000, όπως αντικαταστάθηκε από την παρ.2 του άρθρου 24 του Ν 2919/2001. Με την τελευταία διάταξη της παρ.5 του άρθρου 4 του Ν 3139/2003 διευρύνθηκε ο κύκλος των προσώπων που ήταν δυνατόν να μεταταγούν, κατά τα εκτεθέντα, δεν παρατάθηκε όμως εκ νέου η καταληκτική ημερομηνία μετατάξεων, δηλ. η 12-9-2003. Κατόπιν των εκτεθέντων είναι πρόδηλο, ότι μετατάξεις του πιο πάνω προσωπικού με τις εκτεθείσες διατάξεις δεν είναι δυνατό να λάβουν χώρα μετά την 12-9-2003 και συνεπώς όσες σχετικώς αιτήσεις έχουν υποβληθεί μετά την ημερομηνία αυτή δεν είναι δυνατόν να ικανοποιηθούν.
ΕλΣυν.Κλ.Τμ.1/29/2018
ΠΑΡΟΧΗ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΚΑΘΑΡΙΟΤΗΤΑΣ:Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω, εν όψει του σκοπού της δημοτικής επιχείρησης «…», που συνίσταται, μεταξύ άλλων, στην αξιοποίηση των ιαματικών πηγών της Λουτρόπολης … και την εξυπηρέτηση των λουόμενων-επισκεπτών της, οι ανάγκες του εν λόγω νομικού προσώπου σε υπηρεσίες καθαριότητας δεν είναι εποχικού ή πρόσκαιρου χαρακτήρα, απορριπτομένου ως αβασίμου του πρώτου λόγου διαφωνίας της Επιτρόπου. Περαιτέρω, όμως, το Κλιμάκιο κρίνει ότι η απασχόληση των φερόμενων ως δικαιούχων υπαλλήλων στην ως άνω δημοτική επιχείρηση, κατ’ επίκληση των διατάξεων του άρθρου 24 του ν. 4479/2017, δεν είναι νόμιμη, κατά τον βασίμως προβαλλόμενο δεύτερο λόγο διαφωνίας της Επιτρόπου. Τούτο δε, διότι, όπως αναφέρεται στην 52/21.7.2017 απόφαση του Δ.Σ. του ανωτέρω νομικού προσώπου και έκρινε και το Α.Σ.Ε.Π., με το 15437/14.11.2017 έγγραφο του, οι εν λόγω υπάλληλοι απασχολήθηκαν μεν, μέχρι τις 7.6.2017, σε υπηρεσίες καθαριότητας, πλην όμως όχι ανταποδοτικές, όπως απαιτούν οι προαναφερθείσες διατάξεις, δεδομένου ότι οι υπηρεσίες αυτές, εν προκειμένω, αμείβονται από τα έσοδα που προκύπτουν από το αντίτιμο που καταβάλλουν οι ωφελούμενοι πολίτες-χρήστες των παροχών υδροθεραπείας.Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η εντελλόμενη, με το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα πληρωμής, δαπάνη δεν είναι νόμιμη και, επομένως, αυτό δεν πρέπει να θεωρηθεί.ΑΝΑΚΛΗΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΣ/ΤΜ.1/7/2018
ΕΣ/ΤΜ.7/4/2016
ΑΠΟΔΟΧΕΣ...ζητείται η ανάκληση της 318/2015 Πράξης του Κλιμακίου Προληπτικού Ελέγχου στο VII Τμήμα...Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη μείζονα σκέψη της παρούσας Πράξεως, το Τμήμα κρίνει ότι: A) Η υπαγωγή του προσωπικού των Δημοτικών Επιχειρήσεων Ύδρευσης Αποχέτευσης στο μισθολόγιο του δημόσιου τομέα από 1.1.2013, με την επανάληψη της διάταξης του άρθρου 31 του Ν. 4024/2011 στο άρθρο 12 του Ν. 4093/2012, βρίσκει έρεισμα στα κριτήρια που θεσπίζονται για την υπαγωγή νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου ευρύτερων κατηγοριών στις ρυθμίσεις αυτού (μισθολογίου). Οι ως άνω Επιχειρήσεις πληρούν τα κριτήρια αυτά, καθόσον επιδιώκουν δημόσιο σκοπό (διανομή ύδατος, συντήρηση και επέκταση δικτύου ύδρευσης), παρέχοντας αγαθά και υπηρεσίες ζωτικής σημασίας για το κοινωνικό σύνολο, τα μέλη τους διορίζονται από το Δημοτικό Συμβούλιο και τελούν υπό την εποπτεία του Γραμματέα της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης, η δε ένταξή τους, με διατάξεις τυπικών νόμων, στο ενιαίο μισθολόγιο δεν αντίκειται στις διατάξεις των άρθρων 23 παρ.1, 5 παρ.1 και 22 παρ.2 και 4 του ισχύοντος Συντάγματος διότι, αιτιολογείται από σκοπό υπέρτερου δημοσίου συμφέροντος, αυτόν της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης και του εξορθολογισμού των οικονομικών απολαβών των μισθωτών (ώστε να μην παρατηρούνται σημαντικές διαφοροποιήσεις μεταξύ των αποδοχών που χορηγούνται στο δημόσιο ή ευρύτερο δημόσιο τομέα και αυτών που καταβάλλονται σε επιχειρήσεις που, καίτοι οργανώνονται με τη μορφή νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου, τελούν σε άμεση συνάρτηση προς την κεντρική εξουσία ή τους πρωτοβάθμιους φορείς αυτοδιοίκησης), με στόχο την εξυγίανση των δημοσίων οικονομικών και την προώθηση διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων ώστε να εξέλθει στο μέλλον η χώρα από την οξεία δημοσιονομική κρίση. Κατά συνέπεια, ο καθορισμός των αποδοχών των μισθωτών χωρίς τη μεσολάβηση των συλλογικών διαπραγματεύσεων για περιορισμένο χρονικό διάστημα (έως τη λήξη, το έτος 2016, του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής) είναι δικαιολογημένος ανεξαρτήτως : α) της νομικής μορφής της επιχείρησης, του ότι δεν συγκαταλέγεται στο Μητρώο Φορέων Γενικής Κυβέρνησης (καθόσον τούτο δεν αποτελεί κριτήριο) και του ότι οι πόροι της προέρχονται από ίδια έσοδα (η τιμολογιακή πολιτική κάθε επιχείρησης ωστόσο εγκρίνεται με απόφαση του οικείου Δημοτικού Συμβουλίου), καθόσον, στην τελευταία περίπτωση, το οικονομικό βάρος της λειτουργίας της, εξαιτίας της ζωτικής σημασίας των υπηρεσιών που προσφέρει, μετακυλύεται στο κοινωνικό σύνολο, β) του ότι ενδεχομένως, μετά το πέρας της ως άνω χρονικής περιόδου, οι συλλογικές διαπραγματεύσεις θα εκκινήσουν από το όριο των αποδοχών που επάγεται το νέο μισθολόγιο, με συνέπεια τη δυσμενέστερη μισθολογική μεταχείριση των εργαζομένων σε σχέση με όσα ίσχυαν πριν από την 1.1.2013, καθόσον τούτο, πέραν του ότι επιβάλλεται από την ανάγκη εξορθολογισμού των απολαβών του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα (στο μέτρο που μέρος του τελευταίου οργανώνεται από έναν Οργανισμό Τοπικής Αυτοδιοίκησης και συνίσταται στην παροχή υπηρεσιών ζωτικής σημασίας για τους πολίτες, τις οποίες αυτοί δεν μπορούν να αρνηθούν), εξαρτάται πλήρως από τη μελλοντική δημοσιονομική και οικονομική κατάσταση της χώρας, γ) του ότι ως προς τις εργασιακές συνθήκες, οι ως άνω επιχειρήσεις δεν εξομοιώνονται με τυπική δημόσια υπηρεσία, διότι οι διαφοροποιήσεις που παρατηρούνται στη λειτουργία της επιχείρησης (εργασία πέραν του συνήθους ωραρίου, αντιμετώπιση έκτακτων βλαβών, ανθυγιεινές συνθήκες εργασίας) δύνανται να αντιμετωπισθούν στο πλαίσιο του ενιαίου μισθολογίου, όπως συμβαίνει σε άλλα νομικά πρόσωπα που χωρίς να αποτελούν, ομοίως, τυπική δημόσια υπηρεσία, οργανώνονται ως νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου (π.χ. νοσοκομεία) και υπάγονται στο ενιαίο μισθολόγιο, Β) Η νομική μορφή των Δημοτικών Επιχειρήσεων Ύδρευσης και Αποχέτευσης, ως νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου κοινωφελούς χαρακτήρα και η χρηματοδοτική τους αυτάρκεια, δεν αίρουν τη στενή σύνδεση αυτών με τον οικείο Οργανισμό Τοπικής Αυτοδιοίκησης, με απόφαση του οποίου ιδρύονται, διορίζονται τα μέλη της διοίκησής τους και καθορίζεται η τιμολογιακή τους πολιτική, ούτε την άσκηση εποπτείας επ’ αυτών από τον Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης, ούτε το γεγονός ότι παρέχουν ζωτικής σημασίας υπηρεσίες, εξυπηρετώντας δημόσιο σκοπό (οι οποίες σε περίπτωση, που δεν είχαν συστηθεί ως ίδια νομικά πρόσωπα, θα παρέχονταν απευθείας από τον οικείο Ο.Τ.Α.), παράγοντες, οι οποίοι τις καθιστούν υπόχρεες στην εφαρμογή των ρυθμίσεων του νέου μισθολογίου. Ως εκ τούτου, δεν μπορεί να γίνει λόγος για αυτοτέλεια αυτών, αλλά για οικονομική αυτάρκεια, ο νομοθετικός περιορισμός της οποίας, για την επίτευξη υπέρτερου δημόσιου σκοπού (οικονομική ανάκαμψη της χώρας) είναι, ως ανωτέρω εξετέθη, θεμιτός...
Κατόπιν αυτών, απορρίπτει την αίτηση ανάκλησης.
ΔΕΚ/C-360/1996
Περίληψη 5 Το άρθρο 1, στοιχείο ββ, δεύτερο εδάφιο, της οδηγίας 92/50, για τον συντονισμό των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων υπηρεσιών, που ορίζει ότι «ως οργανισμός δημοσίου δικαίου νοείται κάθε οργανισμός που δημιουργείται για την ικανοποίηση συγκεκριμένων αναγκών γενικού συμφέροντος που δεν έχουν βιομηχανικό ή εμπορικό χαρακτήρα», έχει την έννοια ότι ο νομοθέτης εισήγαγε διάκριση μεταξύ, αφενός, των αναγκών γενικού συμφέροντος που δεν έχουν βιομηχανικό ή εμπορικό χαρακτήρα και, αφετέρου, των αναγκών γενικού συμφέροντος που έχουν βιομηχανικό ή εμπορικό χαρακτήρα. Η έννοια των αναγκών γενικού συμφέροντος που δεν έχουν βιομηχανικό ή εμπορικό χαρακτήρα καλύπτει και τις ανάγκες που εξυπηρετούνται ή θα μπορούσαν να εξυπηρετηθούν και από ιδιωτικές επιχειρήσεις. Πράγματι, το γεγονός ότι υπάρχει ανταγωνισμός δεν αρκεί για να αποκλειστεί το ενδεχόμενο ένας οργανισμός ο οποίος χρηματοδοτείται ή ελέγχεται από το κράτος, τους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοικήσεως ή άλλους οργανισμούς δημοσίου δικαίου να καθορίζει τη στάση του με βάση εκτιμήσεις μη οικονομικής φύσεως. Η ύπαρξη ανταγωνισμού δεν στερείται, ωστόσο, παντελώς σημασίας προκειμένου να κριθεί κατά πόσον μια ανάγκη γενικού συμφέροντος έχει μη βιομηχανικό ή εμπορικό χαρακτήρα. Οι τελευταίες αυτές ανάγκες εξυπηρετούνται κατά κανόνα κατά τρόπο διαφορετικό από την προσφορά αγαθών ή υπηρεσιών στην αγορά. Πρόκειται κατά κανόνα για ανάγκες τις οποίες, για λόγους που άπτονται του γενικού συμφέροντος, επιλέγει να ικανοποιήσει το ίδιο το κράτος ή επί των οποίων επιθυμεί να διατηρήσει καθοριστική επιρροή. Η αποκομιδή και η επεξεργασία των οικιακών απορριμμάτων μπορούν να θεωρηθούν ως συνιστώσες ανάγκη γενικού συμφέροντος. Επειδή ενδέχεται η ανάγκη αυτή να μη μπορεί να ικανοποιηθεί στον βαθμό που κρίνεται απαραίτητος για λόγους δημόσιας υγείας και προστασίας του περιβάλλοντος μέσω υπηρεσιών αποκομιδής προσφερομένων εξ ολοκλήρου ή εν μέρει στους ιδιώτες από ιδιωτικές επιχειρήσεις, η δραστηριότητα αυτή συγκαταλέγεται μεταξύ εκείνων ως προς τις οποίες το κράτος μπορεί να αποφασίσει ότι πρέπει να ασκούνται από δημόσιες αρχές ή επί των οποίων επιθυμεί να διατηρήσει καθοριστική επιρροή. 6 Η εφαρμογή του άρθρου 6 της οδηγίας 92/50, για τον συντονισμό των διαδικασιών σύναψης δημοσίων συμβάσεων υπηρεσιών, το οποίο ορίζει ότι «[η οδηγία] δεν εφαρμόζεται για τη σύναψη δημοσίων συμβάσεων υπηρεσιών με φορέα που αποτελεί ο ίδιος αναθέτουσα αρχή σύμφωνα με το άρθρο 1, στοιχείο ββ», εξαρτάται από την προϋπόθεση ότι οι νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις από τις οποίες απορρέει το αποκλειστικό δικαίωμα του οργανισμού συμβιβάζονται με τη Συνθήκη. Η προστασία των ανταγωνιστών των οργανισμών δημοσίου δικαίου εξασφαλίζεται από τα άρθρα 85 επ. της Συνθήκης. 7 Η ιδιότητα ενός οργανισμού ως οργανισμού δημοσίου δικαίου, στην οποία αναφέρεται το άρθρο 1, στοιχείο ββ, δεύτερο εδάφιο, της οδηγίας 92/50, για τον συντονισμό των διαδικασιών σύναψης δημοσίων συμβάσεων υπηρεσιών, δεν εξαρτάται από το τμήμα που αντιπροσωπεύει η εξυπηρέτηση αναγκών γενικού συμφέροντος που δεν έχουν βιομηχανικό ή εμπορικό χαρακτήρα σε σχέση προς την όλη δραστηριότητα του εν λόγω οργανισμού. Είναι επίσης αδιάφορο το γεγονός ότι ένα χωριστό νομικό πρόσωπο το οποίο μετέχει στον ίδιο ενιαίο οικονομικό όμιλο με τον οργανισμό αυτόν ασκεί εμπορικές δραστηριότητες. 8 Το άρθρο 1, στοιχείο ββ, δεύτερο εδάφιο, της οδηγίας 92/50, για τον συντονισμό των διαδικασιών σύναψης δημοσίων συμβάσεων υπηρεσιών, έχει την έννοια ότι η ύπαρξη ή η απουσία αναγκών γενικού συμφέροντος που δεν έχουν βιομηχανικό ή εμπορικό χαρακτήρα εκτιμώνται αντικειμενικά, η δε νομική μορφή των διατάξεων στις οποίες διατυπώνονται οι ανάγκες αυτές δεν έχει, ως προς το ζήτημα αυτό, σημασία.
ΕΣ/ΚΛ.ΤΜ.7/64/2016
ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ ΣΥΜΒΑΣΗ:Με τα ανωτέρω δεδομένα και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη σκέψη ΙΙ της παρούσας, το Κλιμάκιο κρίνει ότι η προαναφερόμενη σύμβαση, σε εκτέλεση της οποίας εκδόθηκε το επίμαχο χρηματικό ένταλμα, δεν αποτελεί, κατ’ ορθό νομικό χαρακτηρισμό αυτής, προγραμματική σύμβαση του άρθρου 100 του ν. 3852/2010, αλλά συνιστά, κατ’ ουσίαν, απευθείας ανάθεση εκπόνησης μελέτης του άρθρου 2 παρ. 2 του ν. 3316/2005 από το Δήμο ...... στο Γ.Π.Α., όπως βασίμως προβάλλει η Επίτροπος. Και τούτο διότι, όπως προκύπτει από το προεκτεθέν περιεχόμενο της σύμβασης, τα συμβαλλόμενα μέρη δεν εκκινούν από κοινή αφετηρία, συμπράττοντας ισόρροπα για την από κοινού εξυπηρέτηση ενός δημόσιου σκοπού, αλλά επιδιώκουν την ικανοποίηση όλως διακριτών και αντίθετων συμφερόντων, ήτοι ο μεν Δήμος ......, ο οποίος στην οικεία συγγραφή υποχρεώσεων αναφέρεται ως «εντολέας», αποσκοπεί στην υλοποίηση του συμβατικού αντικειμένου και την παραλαβή του προβλεπόμενου παραδοτέου, το δε Γ.Π.Α., που στην ως άνω συγγραφή αναφέρεται ως «εντολοδόχος», αποβλέπει στην απόληψη του καθορισμένου συμβατικού ανταλλάγματος για την εκπόνηση της μελέτης. Ειδικότερα, η συμβολή του Δήμου περιορίζεται, κατά κύριο λόγο, στην καταβολή της δαπάνης για την εκτέλεση του συμβατικού αντικειμένου, ενώ όλως αορίστως αναφέρεται η υποχρέωσή του για «παροχή τεχνικής υποστήριξης, όπου ζητηθεί», η οποία, άλλωστε, είναι δυνατό να μην ενεργοποιηθεί (εφόσον δεν ζητηθεί). Ο δε τρίτος συμβαλλόμενος Αγροτικός Μελισσοκομικός Συνεταιρισμός ...... έχει υποτυπώδη συμμετοχή στη σύμβαση, αναλογικά με το συνολικό αντικείμενό της, καθώς η υποχρέωσή του προς υπόδειξη των χώρων που θεωρεί κατάλληλους για μελισσοκομικά πάρκα και των μελισσοκομικών φυτών, η οποία προβλέπεται ότι θα εκπληρωθεί σε συνεργασία με το Γ.Π.Α. και το Δήμο, αποτελεί ουσιαστικά αντικείμενο της μελέτης, η εκπόνηση της οποίας έχει - κατά τα ανωτέρω - ανατεθεί στο Γ.Π.Α., ενώ η μόνη αυτοτελής υποχρέωση του Συνεταιρισμού συνίσταται στη επιλογή των μελισσοκόμων που θα επιμορφωθούν από το Γ.Π.Α.. Επιπλέον, ο Δήμος ...... είναι ο μόνος εκ των τριών συμβαλλομένων που βαρύνεται με το οικονομικό αντικείμενο της σύμβασης, ενώ η προβλεφθείσα στο άρθρο 3 της σύμβασης μονομερής περιουσιακή μετακίνηση από το Δήμο προς το Γ.Π.Α. δεν περιορίζεται στην κάλυψη λειτουργικών εξόδων, αλλά χαρακτηρίζεται ρητώς ως «αμοιβή», που θα καταβληθεί σταδιακά, ανάλογα με την πρόοδο των εργασιών, ενώ προβλέπεται ότι η συνολική αμοιβή θα καταβληθεί, σε κάθε περίπτωση, με την αποδοχή της μελέτης. Εξάλλου, το ίδιο το Γ.Π.Α., στο υπ’ αριθμ. πρωτ. 21469/7.10.2015 έγγραφό του, αναφέρει ρητώς ότι, «από τη στιγμή που το Γ.Π.Α. θα εκτελέσει την επίμαχη μελέτη, είναι προφανές ότι ο Δήμος θα είναι αυτός που καταβάλλει το οφειλόμενο τίμημα για την εκπόνησή της». Υπέρ της ερμηνευτικής αυτής εκδοχής συνηγορεί και ο συνυπολογισμός στο συμβατικό τίμημα του αναλογούντος Φόρου Προστιθέμενης Αξίας, ο οποίος προβλέπεται μόνον στις εξ επαχθούς αιτίας συμβάσεις παροχής υπηρεσιών (βλ. Πράξεις VII Τμ. 51, 29/2015). Κατόπιν αυτών και δοθέντος ότι η επίμαχη σύμβαση δεν αποτελεί γνήσια προγραμματική σύμβαση, αλυσιτελώς προβάλλει η Επίτροπος την έλλειψη αναλυτικού χρονοδιαγράμματος, το οποίο περιλαμβάνεται στο ελάχιστο περιεχόμενο των προγραμματικών συμβάσεων και το οποίο, σε κάθε περίπτωση, δεν μπορεί να εξαντλείται στην απλή πρόβλεψη της διάρκειας της σύμβασης, ούτε αναπληρώνεται από την απλή παράθεση - έστω και σε χρονολογική σειρά - των επί μέρους συμβατικών δράσεων. Περαιτέρω, όπως προαναφέρθηκε και σύμφωνα με το τεχνικό αντικείμενό της, η σύμβαση αφορά την εκπόνηση μελέτης του ν. 3316/2005 - όπως συνομολογεί και το ίδιο το Γ.Π.Α., με το υπ’ αριθμ. πρωτ. 21469/7.10.2015 έγγραφό του - και δη μελέτης φυτοτεχνικής διαμόρφωσης περιβάλλοντος χώρου και έργων πρασίνου, ενώ και στην προαναφερόμενη 185/17.3.2015 εγκριτική απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου γίνεται λόγος για εκπόνηση μελέτης. Ο δε ισχυρισμός του Γ.Π.Α. ότι, κατ’ άρθρον 100 παρ. 1α του ν. 3852/2010, είναι δυνατή η σύναψη προγραμματικής σύμβασης για τη μελέτη προγραμμάτων ανάπτυξης μιας περιοχής, είναι απορριπτέος, προεχόντως, ως αλυσιτελής, δοθέντος ότι - κατά τα ανωτέρω αναφερόμενα - δεν συντρέχουν εν προκειμένω τα κρίσιμα εννοιολογικά στοιχεία της έννοιας της προγραμματικής σύμβασης. Κατά συνέπεια, για την ανάθεση της ως άνω μελέτης έπρεπε να τύχουν εφαρμογής οι διατάξεις του ν. 3316/2005, οι οποίες καθιερώνουν ως κανόνα τη διενέργεια ανοικτού διαγωνισμού, στον οποίο η δυνατότητα συμμετοχής του ως άνω εκπαιδευτικού ιδρύματος δεν θα μπορούσε να αποκλεισθεί (βλ. Πράξη VII Τμ. 23/2015). Προσφυγή στην εξαιρετική διαδικασία της απευθείας ανάθεσης θα μπορούσε να είναι νόμιμη μόνον εφόσον συνέτρεχε μία τουλάχιστον από τις εξαιρετικές περιπτώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 10 του ως άνω νόμου, κάτι που δεν προκύπτει ούτε από το έγγραφο επανυποβολής του εντάλματος και τα συνημμένα σε αυτό έγγραφα, ούτε και από τα λοιπά στοιχεία του φακέλου. Ομοίως, δεν προκύπτει η συνδρομή των προϋποθέσεων εφαρμογής του άρθρου 209 παρ. 3 του Κ.Δ.Κ., σχετικά με το οποίο, τόσο ο Δήμος, όσο και το Γ.Π.Α., ρητώς αναφέρουν, στα ως άνω συνημμένα έγγραφα, ότι δεν εφαρμόσθηκε εν προκειμένω. Επιπλέον, αλυσιτελώς προβάλλει το Γ.Π.Α. ότι οι επίμαχες εργασίες εκπονούνται από το Εργαστήριο Σηροτροφίας και Μελισσοκομίας του Πανεπιστημίου και πραγματοποιούνται για πρώτη φορά με αυτόν τον τρόπο στην Ελλάδα, καθώς το αποτέλεσμα των εργασιών αυτών συνίσταται σε ένα ήδη γνωστό τεχνικό αντικείμενο (τη μελέτη χωροθέτησης και οργάνωσης Μελισσοκομικού Πάρκου) και, ως εκ τούτου, ανεξαρτήτως εάν για την παραγωγή του θα χρησιμοποιηθούν ή όχι νέες μέθοδοι και ανεξαρτήτως της σημασίας του για τον οικείο επιστημονικό κύκλο, στερείται πρωτοτυπίας και δεν ήταν δυνατή η απευθείας ανάθεση της σύμβασης ως «ερευνητικού έργου». Τέλος, δεν αποδεικνύεται ότι το υπηρετούν στο Δήμο ...... προσωπικό αδυνατεί να εκπονήσει την επίμαχη μελέτη, δοθέντος ότι, κατά τα άρθρα 12 (βλ., ιδίως, περ. α΄ στ. 2 και 8) και 19 του Οργανισμού Εσωτερικής Υπηρεσίας του Δήμου (βλ. την 77914/2639/2014 απόφαση της Γενικής Γραμματέως Αποκεντρωμένης Διοίκησης Αιγαίου, ΦΕΚ Β΄ 42/14.1.2014), η εκπόνησή της εμπίπτει στις αρμοδιότητες του Τμήματος Αγροτικής Παραγωγής και Μαστίχας της Διεύθυνσης Τοπικής Οικονομικής Ανάπτυξης, σε συνεργασία με την Τεχνική Υπηρεσία, ενώ, σύμφωνα με το άρθρο 33 του Οργανισμού, προβλέπονται, μεταξύ άλλων, οι εξής οργανικές θέσεις, με σχέση εργασίας δημοσίου δικαίου: 1 Κλάδου Π.Ε.9 Ειδικότητας Γεωπονίας και 2 Π.Ε.9 Γεωπόνων, 1 Τ.Ε.9 Γεωπόνων (Αρχιτεκτονικής Τοπίου), 1 Τ.Ε.9 Γεωπόνων (Φυτικής Παραγωγής) και 2 Τ.Ε. Τεχνολόγων Γεωπονίας (Ζωική