ΝΣΚ/217/2014
Τύπος: Γνωμοδότησεις Ν.Σ.Κ.
Υποχρέωση ή μη καταβολής δικαστικής εγγύησης λόγω αλλοδαπότητος από αλλοδαπά φυσικά ή νομικά πρόσωπα, που δεν έχουν μόνιμη κατοικία ή έδρα στην Ελλάδα, αλλά σε Κράτη είτε εντός είτε εκτός της Ε.Ε. (συμπεριλαμβανομένης της Τουρκίας), τα οποία ασκούν αγωγές και εν γένει ένδικα βοηθήματα στα ελληνικά δικαστήρια ή επισπεύδουν αναγκαστική εκτέλεση σε υποθέσεις που αφορούν διεκδίκηση ή αναγνώριση εμπραγμάτων δικαιωμάτων.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
Δεν προβλέπεται στο ελληνικό δίκαιο, υποχρέωση καταβολής δικαστικής εγγύησης λόγω αλλοδαπότητος από αλλοδαπά φυσικά ή νομικά πρόσωπα που δεν έχουν μόνιμη κατοικία ή έδρα στην Ελλάδα, αλλά σε Κράτη είτε εντός είτε εκτός της E.E. (συμπεριλαμβανομένης της Τουρκίας), τα οποία ασκούν αγωγές και εν γένει ένδικα βοηθήματα στα ελληνικά δικαστήρια ή επισπεύδουν αναγκαστική εκτέλεση σε υποθέσεις που αφορούν διεκδίκηση ή αναγνώριση εμπραγμάτων δικαιωμάτων. (ομοφ.) ΑΠΟΔΕΚΤΗ
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΝΣΚ/12/2021
Ερωτήματα της Αρχής Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες σχετικά με την υποβολή Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης και Δηλώσεων Οικονομικών Συμφερόντων.(...)α) Δεν μπορεί να γίνει αναλογική εφαρμογή της διάταξης της περίπτωσης λθ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του ν. 3213/2003, κατά το μέρος που αυτή εξαιρεί από την υποβολή Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης (ΔΠΚ) και Δηλώσεων Οικονομικών Συμφερόντων (ΔΟΣ) τα φυσικά πρόσωπα αλλοδαπών επιχειρήσεων, που συνάπτουν δημόσιες συμβάσεις και έχουν μόνιμη κατοικία εκτός Ελλάδας, στις λοιπές περιπτώσεις της παραγράφου αυτής, που αφορούν αλλοδαπά φυσικά πρόσωπα με μόνιμη κατοικία εκτός Ελλάδας, καθώς και στα αλλοδαπά φυσικά πρόσωπα των ελληνικών εργοληπτικών επιχειρήσεων, με μόνιμη κατοικία, επίσης, εκτός Ελλάδας (ομόφωνα). β) Οι όροι «εταίροι», «βασικοί μέτοχοι» και «διευθυντικά στελέχη», που αναφέρονται στην αυτή ως άνω διάταξη της περίπτωσης λθ΄, ταυτίζονται εννοιολογικά με τους αντίστοιχους όρους της διάταξης του άρθρου 2 του ν. 3310/2005 (ομόφωνα). Ως «εκτελεστικά μέλη οργάνου διοίκησης» νοούνται τα μέλη οργάνου διοίκησης νομικών προσώπων, για τα οποία, πέρα από την άσκηση αποφασιστικών αρμοδιοτήτων, συντρέχει και το τυπικό στοιχείο της επιλογής (εκλογή) και ότι έχουν τηρηθεί οι προς τούτο απαιτούμενες διατυπώσεις, όπως αποδεικνύεται από τα προβλεπόμενα έγγραφα (κατά πλειοψηφία). γ) Η έννοια του όρου «ιδιοκτήτης» αφορά ατομικές επιχειρήσεις (ομόφωνα). δ) Η διάταξη της περίπτωσης λε΄ του άρθρου 1 παρ. 1 του ν. 3213/2003, που αφορά σε Ανώνυμη Αθλητική Εταιρεία, δεν μπορεί να τύχει αναλογικής εφαρμογής και στις λοιπές περιπτώσεις της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του παραπάνω νόμου (ομόφωνα). ε) Στο ρυθμιστικό πεδίο των κανόνων του «πόθεν έσχες» δεν περιλαμβάνεται και ο τυχών «πραγματικός δικαιούχος», παρά μόνο κατά το μέρος και στην έκταση που αναφέρεται στο άρθρο 2 του ν. 3310/2005 στα «παρένθετα πρόσωπα» και στις «ελεγχόμενες επιχειρήσεις» (ομόφωνα).
ΠΟΛ.1029/2018
Εφαρμογή των διατάξεων της περίπτωσης στ΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 12 του ν.4172/2013 στις περιπτώσεις που τα αντισυμβαλλόμενα φυσικά ή νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες που λαμβάνουν τις παρεχόμενες υπηρεσίες, έχουν φορολογική κατοικία ή μόνιμη εγκατάσταση στην αλλοδαπή.(ΑΔΑ:ΩΦ6346ΜΠ3Ζ-0Ρ4)
ΝΣΚ/280/2007
Ανάκληση άδειας λάντζας, λόγω εκλείψεως των προϋποθέσεων χορηγήσεώς της.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
Δεν υφίσταται λόγος ανακλήσεως της άδειας λέμβου (λάντζας) που χορηγήθηκε σε πλοίο συμπλοιοκτησίας, σε περίπτωση κατά την οποία διαπιστώνεται ότι ένας ή περισσότεροι εκ των συμπλοιοκτητών ή όλοι, μετά τη χορήγηση της άδειας λάντζας, δεν έχει μόνιμη κατοικία εντός της περιοχής δικαιοδοσίας της Λιμενικής Αρχής για την οποία είχε εκδοθεί και ισχύει η άδεια, διότι λόγω της φύσεως της συμπλοιοκτησίας ως ιδιάζουσας μορφής εκμεταλλεύσεως πλοίου, μη εχούσης νομική προσωπικότητα και έδρα, η υπό των διατάξεων των άρθρων 3 παρ. 2 και 21 παρ. 3α του υπ’ αριθμ. 17/1997 Γενικού Κανονισμού Λιμένα (ΓΚΛ) απαίτηση της έδρας ή της μονίμου κατοικίας όλων των συμπλοιοκτητών, εντός της περιοχής αρμοδιότητας μιας λιμενικής αρχής, κατά τη χορήγηση της αδείας λάντζας και μετ’ αυτήν άγει, σε περίπτωση πλοιοκτητών με διαφορετική μόνιμη κατοικία και με δεδομένο ότι δεν μπορεί να γίνει λόγος ούτε περί έδρας της συμπλοιοκτησίας, σε απόλυτη αδυναμία εκμεταλλεύσεως του πλοίου, συνιστώσα ανεπίτρεπτο περιορισμό της επαγγελματικής ελευθερίας. (πλειοψ.)
Ε.2019/2023
Φορολογική μεταχείριση των αμοιβών που καταβάλλονται για υπηρεσίες της περ. δ’ της παρ. 1 του άρθρου 62 του ν. 4172/2013 (Α΄167), οι οποίες παρέχονται στην Ελλάδα από μόνιμη εγκατάσταση αλλοδαπών νομικών προσώπων/οντοτήτων με φορολογική κατοικία στην Ελβετία ή σε κράτος με το οποίο έχει συναφθεί Σύμβαση Αποφυγής Διπλής Φορολογίας (Σ.Α.ΔΦ.) που εμπεριέχει διατάξεις περί μη διακριτικής μεταχείρισης.ΟΡΘΗ ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ- ΑΔΑ:Ψ5ΜΥ46ΜΠ3Ζ-67Μ
ΝΣΚ/131/2011
Παρακρατήσεις και κατασχέσεις που διενεργούνται στα ποσά συντάξεων των συνταξιούχων του ΤΑΠ-ΔΕΗ.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
Α) Δεν είναι νόμιμη, η κατόπιν αιτήσεως και συμφωνίας των συμβαλλομένων μερών, παρακράτηση οποιουδήποτε ποσού από τις συντάξεις των εν λόγω συνταξιούχων για εξόφληση οφειλών τους είτε προς τον Προμηθευτικό Συνεταιρισμό ΔΕΗ, είτε από δάνεια συναφθέντα με τον ίδιο τον ασφαλιστικό οργανισμό, είτε ακόμη από προσωπικά (και όχι για πρώτη κατοικία) δάνεια του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων (ή του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου) ή άλλης Τράπεζας ή δανειοδοτικού οργανισμού, καθόσον δεν αποτελεί νόμιμη εκχώρηση των άρθρων 62 του Ν.2214/1994 και 19 του Ν.2322/1995, αλλά λογίζεται ως απλή (ταμειακή) εξυπηρέτηση των εν λόγω συναφθεισών δανειακών συμβάσεων. Β) Προκειμένου δε, για την ικανοποίηση απαιτήσεων ένεκα διατροφής εκ του νόμου ή χρεών προς την ΔΕΗ και μόνον, νοούνται σαφώς οι απαιτήσεις επί των «τακτικών αποδοχών» της καταβαλλόμενης μηνιαίας σύνταξης, μετά την αφαίρεση των νομίμων κρατήσεων, και μέχρι του 1/4 του συνολικού ποσού αυτής, ενώ, σε περίπτωση συρροής κατασχέσεων εκ του νόμου, σύμφωνα με την ισχύουσα αρχή της χρονικής προτεραιότητας, κάθε προγενέστερη κατάσχεση υπερισχύει της επόμενης, μόνο για το ποσό που έχει επιβληθεί. (ομοφ.)
ΣτΕ/2844/2004
Προκειμένου περί αλλοδαπών μελετητών ή αλλοδαπών μελετητικών γραφείων, εφόσον η διέπουσα αυτούς αλλοδαπή νομοθεσία δεν προβλέπει, προς θεμελίωση τυπικού προσόντος, την κατάταξή τους σε τάξεις ανάλογα με την εμπειρία τους, δεν μπορεί μεν να γίνει αναγωγή της εμπειρίας που διαθέτουν σε κάποια από τις τάξεις πτυχίων που προβλέπει η ελληνική νομοθεσία για την κατάταξη των ελληνικών μελετητικών σχημάτων, η αναθέτουσα, όμως, αρχή υποχρεούται, κατά την έννοια των ανωτέρω διατάξεων, να ερευνήσει ποιές μελέτες μπορεί να αναλάβει ο αλλοδαπός μελετητής ή το αλλοδαπό μελετητικό γραφείο, σύμφωνα με τη νομοθεσία που τους διέπει, με βάση τα ουσιαστικά προσόντα που έχουν και, ενόψει τούτου, να εκφέρει κρίση αν η εμπειρία που διαθέτουν είναι ανάλογη τουλάχιστον με εκείνη που πρέπει να έχουν, κατά την ελληνική νομοθεσία, οι έλληνες μελετητές ή τα ελληνικά μελετητικά γραφεία για να αποκτήσουν πτυχία των τάξεων εκείνων, τις οποίες απαιτεί η επίμαχη πρόσκληση εκδηλώσεως ενδιαφέροντος για την ανάληψη των μελετών στις οποίες αυτή αφορά. Συνεπώς, δεν μπορούν να μετάσχουν στο διαγωνισμό αλλοδαπά μελετητικά σχήματα, τα οποία δεν διαθέτουν, για τις υδραυλικές μελέτες, εμπειρία ανάλογη τουλάχιστον, υπό την εκτεθείσα έννοια, με εκείνη που έχουν οι έλληνες μελετητές και τα ελληνικά μελετητικά γραφεία Γ΄ ή Δ΄ τάξεως, δεν αποκλείεται, όμως, από τις ανωτέρω διατάξεις η συμμετοχή αλλοδαπών μελετητικών σχημάτων που διαθέτουν εμπειρία μεγαλύτερη από εκείνη που απαιτείται για την κατοχή πτυχίου των τάξεων αυτών. Υπό την έννοια δε αυτή, οι ανωτέρω διατάξεις της προσκλήσεως εκδηλώσεως ενδιαφέροντος δεν θέτουν τους έλληνες μελετητές και τα ελληνικά μελετητικά γραφεία, που πρέπει να έχουν, για να μετάσχουν στο διαγωνισμό, πτυχίο Γ΄ ή Δ΄ τάξεως, στην κατηγορία των υδραυλικών μελετών, και όχι ανώτερης, σε δυσμενέστερη θέση σε σχέση με τους αλλοδαπούς μελετητές και τα αλλοδαπά μελετητικά γραφεία. Και τούτο διότι και οι έλληνες μελετητές και τα ελληνικά μελετητικά γραφεία κάτοχοι πτυχίων των ανωτέρω τάξεων μπορεί να διαθέτουν εν τοις πράγμασι εμπειρία μεγαλύτερη από εκείνη που αντιστοιχεί στα πτυχία των τάξεων αυτών, αφού η προαγωγή πτυχίου μελετητή σε ανώτερη τάξη δεν γίνεται αυτομάτως με την παρέλευση μόνον ορισμένου χρόνου από την κτήση του διπλώματος, αλλά απαιτείται, σύμφωνα με το άρθρα 2 παρ. 1 και 2 του Π.Δ. 840/1978 και 9 παρ. 1 του Ν. 716/1977, η υποβολή σχετικής αιτήσεως εκ μέρους του ενδιαφερομένου, συνοδευομένης από πιστοποιητικά, εκ των οποίων να προκύπτει η ουσιαστική πείρα του. Κατά την άποψη, όμως, του Συμβούλου Δημ. Πετρούλια, κατά την έννοια των ανωτέρω διατάξεων της προσκλήσεως εκδηλώσεως ενδιαφέροντος, προκειμένου να μετάσχουν στον επίμαχο διαγωνισμό, οι αλλοδαποί μελετητές ή τα αλλοδαπά μελετητικά γραφεία πρέπει να έχουν τα τυπικά προσόντα που προβλέπει το ελληνικό δίκαιο για την ανάληψη της εκπονήσεως μελέτης, δεν ασκεί δε επιρροή το γεγονός ότι ενδεχομένως το διέπον αυτούς αλλοδαπό δίκαιο, εν αντιθέσει με το ελληνικό, δεν προβλέπει την κατάταξη των μελετητών σε τάξεις ανάλογα με την εμπειρία τους. Εφόσον δε, σύμφωνα με την προαναφερθείσα πρόσκληση, δεν επιτρέπεται η συμμετοχή στο διαγωνισμό μελετητών ή μελετητικών γραφείων κατόχων πτυχίου ανώτερης τάξεως από εκείνη που προβλέπεται για κάθε μελέτη, η αναθέτουσα αρχή πρέπει να εξετάσει σε ποια τάξη πτυχίου θα κατατασσόταν το αλλοδαπό μελετητικό σχήμα ανάλογα με την εμπειρία των μελών του, της εμπειρίας εκτιμωμένης όπως και για την κατάταξη των ελλήνων μελετητών (δηλαδή, σύμφωνα με τα άρθρα 3 παρ. 4 και 8 παρ. 3 του Ν. 716/1977, προκειμένου περί πτυχίου ανωτέρας της Α΄ τάξεως, ενόψει του διαδραμόντος χρόνου από της κτήσεως του διπλώματος σε συνδυασμό με «αποδεδειγμένη ανάλογη ικανοποιητική πείρα»). Από της εξεταζομένης δε απόψεως δεν ασκεί επιρροή το γεγονός ότι, όπως προκύπτει από τα άρθρα 2 παρ. 1 και 2 του Π.Δ. 840/1978 και 9 παρ. 1 του Ν. 716/1977, η παρέλευση χρόνου και μόνον από της κτήσεως του διπλώματος δεν αποτελεί ικανή προϋπόθεση για την αυτόματη προαγωγή του πτυχίου και ότι για την προαγωγή αυτή απαιτείται η υποβολή σχετικής αιτήσεως εκ μέρους του ενδιαφερομένου μελετητή, συνοδευομένης από πιστοποιητικά, εκ των οποίων να προκύπτει η ουσιαστική πείρα του.
ΝΣΚ/62/2019
Διορισμός συγγενή του ιδρυτή-διαθέτη στη θέση του Προέδρου Κοινωφελούς Ιδρύματος, σύμφωνα με ιδιόγραφη διαθήκη του.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
1. Για την ανάδειξη του Προέδρου του ανωτέρω Ιδρύματος, πρέπει να εφαρμόζεται το, σύμφωνα με την αντίστοιχη διάταξη της διαθήκης, άρθρο 3 του Οργανισμού του Ιδρύματος, που ορίζει ότι ως μέλη της Επιτροπής προτιμώνται πάντοτε κάτοικοι της Πάργας, ως Πρόεδρος δε της Επιτροπής εκλέγεται ένας εκ των εχόντων συγγένεια με τον διαθέτη, μελών της Επιτροπής, κατοίκων ως άνω. 2. Αποκλείεται να συμμετέχει στη διοίκηση του Ιδρύματος, ενδιαφερόμενη για τη θέση του Προέδρου της Διαχειριστικής Επιτροπής, ανεξαρτήτως της επικαλούμενης μακρινής συγγενείας της με το διαθέτη, εφόσον δεν είναι μόνιμη κάτοικος Πάργας. 3. Αν και εν προκειμένω δεν διαπιστώνεται διάσταση περιεχομένου ανάμεσα στη βούληση του διαθέτη και τους ορισμούς του Οργανισμού του Ιδρύματος σε σχέση με τα χαρακτηριστικά που θα πρέπει να έχει ο Πρόεδρός του, σε κάθε περίπτωση, οποιαδήποτε αμφισβήτηση για την ερμηνεία της διαθήκης ως προς τη διοίκηση της καταλειφθείσας με αυτή κοινωφελούς περιουσίας, μπορεί να αρθεί, είτε δικαστικώς είτε δια της νομοθετικής οδού, που θα είχε το χαρακτήρα της τροποποίησης ή αντικατάστασης του άρθρου 3 του Οργανισμού του Ιδρύματος (ομόφ.).
ΝΣΚ/466/2012
Εκ του νόμου εγγυοδοσία υπέρ του Δημοσίου κατά την εκτέλεση μη αμετακλήτων αποφάσεων – Υπαγωγή στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 4 παρ.1 του Ν. 3068/2002, των αποφάσεων ασφαλιστικών μέτρων, διαταγών πληρωμής και προσωρινών διαταγών – Εξαίρεση δικαστικών αποφάσεων ή εκτελεστών τίτλων από την εφαρμογή της ως άνω διατάξεως – Κρίσιμη ημερομηνία για τον υπολογισμό των τόκων – Απρόθεσμα ένδικα βοηθήματα.Οι αποφάσεις επί αιτήσεων ασφαλιστικών μέτρων, οι διαταγές πληρωμής και οι προσωρινές διαταγές δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των διατάξεων της παρ.1 του άρθρου 4 του Ν. 3068/2002, όπως συμπληρώθηκε με την παρ.5 του άρθρου 326 του Ν. 4072/2012, για την αναγκαστική εκ του νόμου εγγυοδοσία υπέρ του Δημοσίου κατά την εκτέλεση δικαστικών αποφάσεων. (πλειοψ.) Στο πεδίο εφαρμογής των ως άνω διατάξεων δεν υπάγονται: α) οι καταψηφιστικές αποφάσεις των πολιτικών δικαστηρίων και του Ελεγκτικού Συνεδρίου, με εξαίρεση καταψηφιστική απόφαση που δίκασε διαφορά από δημόσιο έργο, β) οι τίτλοι που αναφέρονται στις περιπτώσεις γ’ έως και ζ’ της παρ.2 του άρθρου 904 Κ.Πολ.Δ., με εξαίρεση τις αποφάσεις αλλοδαπών δικαστηρίων που κηρύχθηκαν εκτελεστές, γ) οι αναγνωριστικές και οι διαπλαστικές δικαστικές αποφάσεις και δ) οι καταψηφιστικές αποφάσεις, εφόσον δεν επιδικάζουν χρηματική απαίτηση. (πλειοψ.) Κρίσιμη ημερομηνία για τον υπολογισμό των τόκων θεωρείται: αα) όσον αφορά μεν την έναρξη τοκοφορίας, η ημερομηνία επιδόσεως της αγωγής, εκτός αν από το διατακτικό του εκτελεστού τίτλου προκύπτει διαφορετική ημερομηνία, ββ) όσον αφορά δε τη λήξη, η ημερομηνία εκτελέσεως του τίτλου εκ μέρους του Δημοσίου, δηλαδή η ημερομηνία πληρωμής. (ομοφ.) Σε χρονικό περιορισμό δεν υπάγονται τα ένδικα βοηθήματα των άρθρων 313, 586, 696 παρ.3, 901 Κ.Πολ.Δ. και 205 παρ.5 και 215 παρ.2 Κ.Διοικ.Δικ. (ομοφ.)
ΝΣΚ/235/2016
Αν το δεδικασμένο που προκύπτει από τις υπ’ αριθ. 200/2007, 201/2007, 2043/2010 και 2044/2010 αποφάσεις του Διοικητικού Εφετείου Θεσσαλονίκης, κατόπιν εκδόσεως των αποφάσεων με αριθμούς 2300, 2301, 2302 και 2303/2013 του ΣτΕ, που απέρριψαν αιτήσεις αναίρεσης, υποχωρεί έναντι της υποχρέωσης προς συμμόρφωση προς την απόφαση C-601/2010/27.10.2011 του ΔΕΕ, ενόψει και της εκδόσεως της με αριθμό 2552/2014 αποφάσεως του ΣτΕ και συνεπώς η υποχρέωση προς συμμόρφωση του Δήμου «Κ», στον οποίο αφορούν οι ανωτέρω αποφάσεις, νοείται ως υποχρέωση ανάκλησης όλων των παρανόμων πράξεων(..)Συνεισηγήτρια: Ελένη Λευθεριώτου, Πάρεδρος ΝΣΚ Στο πλαίσιο και προς τον σκοπό συμμορφώσεως της Ελληνικής Δημοκρατίας προς την απόφαση C- 601/2010/27.10.2011 του ΔΕΕ, το δεδικασμένο που προκύπτει από τις με αριθμούς 200/2007, 201/2007, 2043/2010 και 2044/2010 αποφάσεις του Διοικητικού Εφετείου Θεσσαλονίκης, κατόπιν εκδόσεως των με αριθμούς 2300, 2301, 2302 και 2303/2013 αποφάσεων του ΣτΕ, δεν εκτείνεται στο ζήτημα είτε της νομιμότητας της διαδικασίας αναθέσεως από πλευράς ενωσιακού δικαίου, είτε της νομιμότητας των διοικητικών πράξεων, στις οποίες θεμελιώθηκαν άμεσα ή έμμεσα οι επιδικασθείσες αξιώσεις της αναδόχου, ώστε να αντιπαρατίθεται στην ευθεία και αυτοτελή υποχρέωση προς συμμόρφωση, που πηγάζει από την ανωτέρω απόφαση του ΔΕΕ. Η ύπαρξη δεδικασμένου από τις ανωτέρω δικαστικές αποφάσεις, που εκδόθηκαν στο πλαίσιο δικών, οι οποίες ανοίχτηκαν με αγωγές ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων, μεταξύ του Δήμου «Κ» και της αναδόχου εταιρείας «Γ.ΑΕ-Δ.Μ. & ΣίΑ-ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΜΕΛΕΤΩΝ» και αφορούν σε επιδικασθέν τμήμα αμοιβής για μέρος συμβάσεων, δεν αποτελεί κώλυμα για την εκ μέρους του Δήμου και άλλου τρίτου φορέα ή υπηρεσίας, που λειτουργεί για λογαριασμό του, ως φορέων της Ελληνικής Δημοκρατίας, συμμορφώσεώς τους, στην απόφαση αυτή όπως έχουν υποχρέωση.
ΝΣΚ/186/2014
Εκμίσθωση χώρων κρατικών αερολιμένων – Αναπροσαρμογή μισθωμάτων κατ’ άρθρο 288 ΑΚ – Νόμιμη εκπροσώπηση Δημοσίου κατά τη σύναψη συμβάσεων – Ανάκληση πράξεων οργάνων της διοίκησης – Διοικητική αναγκαστική εκτέλεση για οφειλές από μισθώματα.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή
1) Εκτός από τις περιπτώσεις διαφωνίας των συμβαλλομένων μερών (Δημοσίου – ΥΠΑ και τρίτου) για αναπροσαρμογή του συμβατικώς καθορισθέντος μισθώματος στις περιπτώσεις εκμισθώσεως χώρων των κρατικών αερολιμένων (αρμοδιότητας της ΥΠΑ), οι οποίες επιλύονται είτε κατόπιν δικαστικής αποφάσεως ή μετά από την αποδοχή σχετικού Πρακτικού του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, που εκδίδεται κατά τη διαδικασία περί αναγνωρίσεως απαιτήσεως ή συμβιβαστικής επιλύσεως της διαφοράς (άρθρο 6 παρ.1 του ν. 3086/2002 - Οργανισμός του ΝΣΚ ), παρέχεται από το νόμο δυνατότητα στον Προϊστάμενο της ΥΠΑ Υπουργό, κατ’ αποδοχή αιτήματος μισθωτή, να συμπράξει για την τροποποίηση των όρων των σχετικών συμβάσεων μίσθωσης, μεταξύ των οποίων και εκείνων που αφορούν το καταβαλλόμενο μίσθωμα, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 288 ΑΚ. 2) Αναγκαία η αιτιολόγηση της απόφασης Υπουργού για αναπροσαρμογή του μισθώματος κατ’ ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 288 ΑΚ, ως προς τους όρους και προϋποθέσεις. 3) Αρμόδιος, από πλευράς Δημοσίου, για τη σύμπραξη στη σύμβαση περί αναπροσαρμογής του μισθώματος χώρων της ΥΠΑ, είναι ο Υπουργός ΥΠΟΜΕΔΙ, ή το όργανο στο οποίο έχει μεταβιβαστεί ρητώς η συγκεκριμένη αρμοδιότητα. 4) Δυνατότητα ανάκλησης πράξεων οργάνων της ΥΠΑ συναφών με μειώσεις μισθωμάτων ως απολύτως άκυρων. 5) Διαδικασία αναζήτησης διαφορών από μισθώματα χώρων της ΥΠΑ κατά ΚΕΔΕ. (ομοφ.)