ΝΣΚ/221/2014
Τύπος: Γνωμοδότησεις Ν.Σ.Κ.
Επιστροφή ποσοστού ειδικού φόρου δημοσίων θεαμάτων στην επιχείρηση εκμετάλλευσης πολυκινηματογράφων V.R.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή
Το αίτημα της επιχείρησης «V.R.» περί επιστροφής σε αυτήν ποσοστού από τον ειδικό φόρο (δημοσίων θεαμάτων), που είχε παρακρατήσει από τα εισιτήρια, που διέθεσε στο κοινό κατά το έτος 2010 και είχε αποδώσει στο Ελληνικό Δημόσιο είναι νόμιμο και μπορεί να εξετασθεί περαιτέρω. (ομοφ.)
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΝΣΚ/224/2013
Επιτροπή Ανταγωνισμού – Παρακράτηση ποσοστού 1% από τις αποδοχές μεταταγέντων σ’ αυτή υπαλλήλων και απόδοσή του ως εισφορά στο Μ.Τ.Π.Υ.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή
Η Επιτροπή Ανταγωνισμού οφείλει να παρακρατήσει από τις τακτικές αποδοχές μεταταγέντων υπαλλήλων (οι οποίοι με αμετάκλητη δήλωσή τους επέλεξαν να διατηρήσουν το ασφαλιστικό και συνταξιοδοτικό καθεστώς της θέσης από την οποία προέρχονταν – ΝΠΔΔ), το κατ’ άρθρο 26 παρ.1γ’ του Π.Δ. 422/1981 ποσοστό 1% και να αποδώσει στο Μ.Τ.Π.Υ. το ποσό των αναδρομικών εισφορών, καθώς και να προβαίνει στην ανωτέρω κράτηση στο μέλλον. (ομοφ.)
ΝΣΚ/132/2005
Τουριστικοί λιμένες. Συμβάσεις παραχώρησης χρήσης και εκμετάλλευσης. Έλεγχος νομιμότητας από το Ελεγκτικό Συνέδριο.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
Η σύμβαση παραχώρησης της δημιουργίας, της χρήσης και της εκμετάλλευσης τουριστικού λιμένα αποτελεί ειδική σύμβαση επί της οποίας εφαρμόζονται αποκλειστικά οι διατάξεις του Ν 2160/1993 και του Α.Κ. Ως εκ τούτου, εφόσον δηλαδή δεν αποτελεί σύμβαση προμήθειας αγαθών, εκτέλεσης δημοσίων έργων ή παροχής υπηρεσιών, δεν υπάγεται σε έλεγχο νομιμότητας από το Ελεγκτικό Συνέδριο, όπως τα όρια του ελέγχου αυτού προσδιορίστηκαν από τον κοινό νομοθέτη, ανεξάρτητα από τον τρόπο ανάδειξης του φορέα διαχείρισης (κατόπιν διαγωνισμού ή απευθείας). (πλειοψ.)
ΝΣΚ/6/2016
Επιστροφή πιστωτικού ΦΠΑ επιχείρησης – Εφαρμογή της διατάξεως του άρθρου 7 παρ.2 περ.δ’ του ν. 3888/2010.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή
Η επιχείρηση, η οποία υπήχθη στις διατάξεις των άρθρων 1-13 του ν. 3888/2010 (περαίωση φορολογικών υποθέσεων) και έλαβε επιστροφή ΦΠΑ 90% σύμφωνα με την ΠΟΛ 1073/2004, σε περίπτωση κατά την οποία μετά την περαίωση που επακολούθησε της επιστροφής, η Δ.Ο.Υ. πληροφορήθηκε ότι στις χρήσεις που αφορά η περαίωση η επιχείρηση είχε λάβει εικονικό φορολογικό στοιχείο, οφείλει, να επιστρέψει, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 7 παρ.2 του ν. 3888/2010, το σύνολο του ληφθέντος ποσού εντός μηνός από την ημερομηνία καταβολής του, δεν τίθεται δε ζήτημα επιστροφής στην επιχείρηση ούτε του υπολοίπου ποσοστού 10%. (ομοφ.)
ΔΕΔ/Αθ/72/2025
Η Απόφαση 72/2025 του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών απορρίπτει την ενδικοφανή προσφυγή αλλοδαπής εταιρείας, εγγεγραμμένης για σκοπούς ΦΠΑ στην Ελλάδα μέσω φορολογικού αντιπροσώπου, που στρεφόταν κατά της τεκμαιρόμενης αρνητικής απάντησης του ΚΕ.ΦΟ.Δ.Ε. Αττικής σε δήλωση επιφύλαξης. Η εταιρεία ζητούσε την επιστροφή φόρου πολυτελείας ύψους 12.832,17€, τον οποίο είχε αποδώσει κατά την ενδοκοινοτική απόκτηση ειδών πολυτελείας, εφόσον αυτά δεν πωλήθηκαν τελικώς στην Ελλάδα αλλά μεταφέρθηκαν ή επιστράφηκαν στο εξωτερικό. Η προσφεύγουσα επικαλέστηκε την παραβίαση της αρχής της ίσης μεταχείρισης, καθώς ο φόρος δεν επιβάλλεται σε εγχωρίως παραγόμενα αγαθά που εξάγονται. Η ΔΕΔ απέρριψε την προσφυγή, επιβεβαιώνοντας τη φορολογική αρχή, καθώς, βάσει του άρθρου 17 του ν. 3833/2010, η φορολογική υποχρέωση γεννάται κατά τον χρόνο της ενδοκοινοτικής απόκτησης και δεν προβλέπεται εκ του νόμου δυνατότητα επιστροφής του φόρου πολυτελείας σε περίπτωση μεταγενέστερης εξαγωγής των αγαθών.
ΝΣΚ/98/2022
Καταβολή στους δικαιούχους της αποζημίωσης του ποσοστού που κρατήθηκε ως εγγύηση κατά το άρθρο 24 παρ. 1 του Ν 2882/2001 – Δυνατότητα καταβολής της οριστικής αποζημίωσης που υπερβαίνει την προσωρινή, σε περίπτωση εκκρεμούς αίτησης αναίρεσης του Δημοσίου.(…) α) Ο υπερού η απαλλοτρίωση υποχρεούται να αποδώσει στους αναγνωρισθέντες ως δικαιούχους της αποζημίωσης εξ αναγκαστικής απαλλοτριώσεως το ποσοστό της προσωρινής αποζημίωσης που παρακρατήθηκε ως εγγύηση, δυνάμει του άρθρου 24 παρ. 1 του Ν. 2881/2001 (ή του τυχόν διαφορετικού ποσοστού που καθορίστηκε με τη δικαστική απόφαση καθορισμού της προσωρινής τιμής), παρά την άσκηση εκ μέρους του Δημοσίου αίτησης αναίρεσης κατά της δικαστικής απόφασης καθορισμού της οριστικής τιμής, η οποία εκκρεμεί. β) Η απόφαση καθορισμού της οριστικής τιμής, ως αναγνωριστική, δεν μπορεί να τύχει εκτέλεσης κατά του υποχρέου καταβολής της, ο οποίος πρέπει να προβεί σε ουσιαστική εκτίμηση σχετικά με το αν κρίνεται συμφέρουσα για τον ίδιο η άμεση απόδοση και του ποσού της οριστικώς καθορισθείσας αποζημίωσης καθ’ ό μέρος υπερβαίνει το ποσό της προσωρινής, παρά την άσκηση αίτησης αναίρεσης κατά της απόφασης καθορισμού της οριστικής αποζημίωσης, σταθμίζοντας τη διάταξη του άρθρου 20 παρ. 9 του Ν. 2882/2001, κατά την οποία επιβαρύνεται με τον νόμιμο τόκο υπερημερίας το ποσό της οριστικής αποζημίωσης καθ’ ό μέρος υπερβαίνει την προσωρινή, εφόσον δεν αποδοθεί εντός ορισμένης προθεσμίας από την έκδοση της σχετικής απόφασης και τις ενδεχόμενες δυσχέρειες επιστροφής των ποσών, αν κριθεί εν τέλει ότι καταβλήθηκαν αχρεώστητα (ομόφωνα).
ΝΣΚ/218/2004
Δικαίωμα διοίκησης, διαχείρισης και εκμετάλλευσης για την εγκατάσταση μη δημοσίων υπηρεσιών στους χερσαίους Συνοριακούς Σταθμούς – Δικαιούχος των σχετικών εσόδων.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
Με την δημοσίευση του Ν 3220/2004, το δικαίωμα για την διοίκηση, διαχείριση, εκμετάλλευση επί των χερσαίων συνοριακών σταθμών περιέρχεται στην εταιρία «ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΑ ΑΚΙΝΗΤΑ ΑΕ» (Ε.Τ.Α. ΑΕ) στο μέτρο που ο Ε.Ο.Τ. ασκούσε τις αντίστοιχες αρμοδιότητες, κατά την δημοσίευση του Ν 2647/1998. Δικαιούχος των σχετικών εσόδων ως και του ποσοστού του 5% του άρθρου 17 παρ.3 του ΠΔ 86/1979 ως προς το διάστημα από της δημοσιεύσεως του Ν 2647/1998 μέχρι την δημοσίευση του Ν 3220/2004, λόγω της αναδρομικότητος της νέας ρυθμίσεως, είναι η Ε.Τ.Α. ΑΕ, η οποία βαρύνεται και με τις αντίστοιχες υποχρεώσεις της οικείας Περιφέρειας. (ομοφ.)
ΣτΕ/1128/2009
Μελέτες.Τεχνική και Επαγγελματική ικανότητα «Με την ένστασή της κατά του πρακτικού της Επιτροπής Διαγωνισμού η αιτούσα σύμπραξη ,είχε προβάλει ότι τα συμπράττοντα γραφεία έπρεπε να αποκλεισθούν από τον διαγωνισμό, διότι ο συμπράττων μελετητής δεν διέθετε την απαιτούμενη ειδική τεχνική και επαγγελματική ικανότητα εφόσον δεν προσκόμισε πιστοποιητικά των εργοδοτών δημοσίων φορέων περί καλής εκτελέσεως των μελετών που είχε εκπονήσει. Η αιτίαση αυτή απερρίφθη με την επί της ενστάσεως απόφαση του Ειδικού Γραμματέως του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, με την ειδικότερη αιτιολογία ότι η ειδική τεχνική και επαγγελματική ικανότητα του ως άνω μέλους της σύμπραξης θα εξετασθεί στο μεταγενέστερο στάδιο του ελέγχου των φακέλων των τεχνικών προσφορών. Η αιτιολογία αυτή δεν είναι νόμιμη.εφόσον ορίζεται στη διακήρυξη, ότι οι ενδιαφερόμενοι για την ανάθεση της εκπόνησης μελετών οφείλουν, εκτός από το τυπικό προσόν του πτυχίου, να διαθέτουν και «ειδική τεχνική και επαγγελματική ικανότητα», η οποία αποδεικνύεται από την εκπόνηση μελετών, παρομοίων με την υπό ανάθεση κατά την τελευταία πενταετία και προς απόδειξη της ικανότητας αυτής προσκομίζεται κατάλογος των κυριοτέρων παρομοίων μελετών, συνοδευόμενος, εφόσον πρόκειται για μελέτες που έχουν εκπονηθεί για λογαριασμό δημοσίου φορέα, από πιστοποιητικά του εργοδότη, η συνδρομή της προϋπόθεσης της ειδικής τεχνικής και επαγγελματικής ικανότητας ελέγχεται στο πρώτο στάδιο του διαγωνισμού, κατά τον έλεγχο του φακέλου των «δικαιολογητικών συμμετοχής».
ΣΤΕ 4149/2014
Εν προκειμένω, η αναιρεσείουσα Κοινοπραξία με το ασκηθέν, στις 30.12.2002, ένδικο βοήθημα, ζήτησε, μεταξύ άλλων, να υποχρεωθεί ο αναιρεσίβλητος Δήμος να της καταβάλει το συνολικό ποσό των 17.795.490 δραχμών, εκ των οποίων (α) ποσό 8.374.272 δραχμών αφορά τόκους οι οποίοι, κατά τους ισχυρισμούς της αναιρεσείουσας, έπρεπε να της καταβληθούν λόγω της μεταγενέστερης εξόφλησης της ιδίας συμμετοχής του Δήμου, συμπεριλαμβανομένου του εργολαβικού οφέλους ποσοστού 15% και του ΦΠΑ ποσοστού 18% και (β) ποσό 5.000.000 δραχμών για πρόσθετες εργασίες καθώς και ποσό 4.421.218 δραχμών για τόκους επί του ποσού των προσθέτων εργασιών. Ενόψει των ως άνω αξιώσεων της αναιρεσείουσας κοινοπραξίας, η ικανοποίηση των οποίων προϋποθέτουν την ερμηνεία και την εφαρμογή των σχετικών όρων της συμβάσεως, όφειλε αυτή να ασκήσει, μετά την τήρηση της προσήκουσας ενδικοφανούς διαδικασίας, προσφυγή διότι, σύμφωνα με όσα προαναφέρθηκαν, η δικαστική επίλυση όλων εν γένει των διαφορών από την εκτέλεση δημοσίων ή δημοτικών έργων, και αυτών ακόμη που έχουν ως αντικείμενο την ανόρθωση ζημίας που προκλήθηκε από ενέργειες ή παραλείψεις των δημοσίων ή δημοτικών αρχών κατά την εκτέλεση δημοσίου ή δημοτικού έργου, επιδιώκεται με άσκηση προσφυγής, μετά τήρηση της διαγραφομένης από το νόμο διοικητικής διαδικασίας. Με αυτά τα δεδομένα, ορθώς το δικάσαν εφετείο δέχθηκε ότι το ασκηθέν ένδικο βοήθημα είχε το χαρακτήρα προσφυγής, όπως άλλωστε επιγράφετο, δεδομένου ότι οι συγκεκριμένες απαιτήσεις της αναιρεσείουσας δεν ήταν βέβαιες και εκκαθαρισμένες αλλά, αντιθέτως, υπήρχε στάδιο ουσιαστικής κρίσεως τόσο ως προς την καταρχήν ύπαρξη των απαιτήσεων όσο και το ύψος αυτών, ο δε προαναφερθείς λόγος αναιρέσεως είναι απορριπτέος ως αβάσιμος...κατόπιν αυτών η υπό κρίση αίτηση αναιρέσεως είναι απορριπτέα στο σύνολό της.
ΣτΕ/2013/2010
Επειδή, προβάλλεται ότι η αναθέτουσα αρχή, «εάν τυχόν… έκρινε ως απαράδεκτη την προσφορά της [αιτούσας], είχε υποχρέωση, αφ’ ενός…να εκδώσει σχετικό πρακτικό προ του ανοίγματος των οικονομικών προσφορών, αφ’ ετέρου…να είχε επιστρέψει σφραγισμένη την οικονομική της προσφορά» και ότι, συνεπώς, τίθεται ζήτημα παραβιάσεως της προαναφερθείσης διατάξεως του π.δ/τος 394/1996 περί υποχρεωτικής επιστροφής, χωρίς ν’ αποσφραγισθούν, όσων προσφορών δεν κρίθηκαν αποδεκτές. Ο λόγος αυτός, καθ’ ό μέρος επικαλείται αδυναμία της αναθέτουσας αρχής να απορρίψει ως απαράδεκτη την προσφορά της αιτούσας μετά το άνοιγμα των οικονομικών προσφορών, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος δεδομένου ότι στις διαδικασίες των δημοσίων προμηθειών η αναθέτουσα αρχή δεν κωλύεται ακόμα και κατά την κατακύρωση να απορρίψει προσφορά ως απαράδεκτη λόγω μη τηρήσεως απαράβατου όρου της διακηρύξεως, εφ’ όσον η νομιμότητα της κατακυρωτικής πράξεως, με την οποία ολοκληρώνεται η σύνθετη διοικητική ενέργεια του διαγωνισμού, εξαρτάται από τη νομιμότητα των προηγουμένων πράξεων της οικείας διοικητικής διαδικασίας (ΣτΕ 4166/1996 επταμ., 3335/1998, 1262/1999, 2662/2004, 810, 1580, 4025/2008). Κατά τα λοιπά, ο λόγος προβάλλεται αλυσιτελώς, δεδομένου ότι η κατά την αιτούσα παράνομη αποσφράγιση της οικονομικής προσφοράς της δεν επάγεται, πάντως, την ακυρότητα της κατακυρωτικής πράξεως.
ΕΣ/ΚΛ.ΣΤ/50/2023
Προμήθεια πετρελαίου θέρμανσης, για τις ανάγκες της ως άνω Σχολικής Επιτροπής.(...)Κατόπιν των ανωτέρω, πέραν του ότι δεν αποδεικνύεται, κατά τα προαναφερθέντα, ότι η ανάγκη τροποποίησης της αρχικής σύμβασης οφείλεται σε απρόβλεπτες περιστάσεις που ανέκυψαν κατά τον χρόνο εκτέλεσής της, σε κάθε περίπτωση, δεν αποδεικνύεται ότι η ελεγχόμενη τροποποιητική σύμβαση δεν αποσκοπεί στην καταστρατήγηση των διατάξεων περί αναθέσεως δημοσίων συμβάσεων, αφού δεν τεκμηριώνονται επαρκώς η αναγκαιότητα της αναπροσαρμογής του ποσοστού έκπτωσης της προμηθεύτριας εταιρείας και το ύψος αυτής, λαμβανομένου υπ’όψιν ότι τυχόν δυνατότητα εκ των υστέρων μεταβολής της οικονομικής προσφοράς του αναδόχου, βάσει των εκάστοτε οικονομικών συνθηκών της αγοράς, άγει σε νόθευση του ανταγωνισμού, δοθέντος ότι, εάν ο σχετικός όρος είχε αποτελέσει μέρος της αρχικής διαδικασίας σύναψης της σύμβασης, θα προσέλκυε και άλλους συμμετέχοντες στον διαγωνισμό.Κατ’ ακολουθίαν, συντρέχει, εν προκειμένω, ουσιώδης νομική πλημμέλεια, η οποία συνίσταται στη μη συνδρομή των σωρευτικά προβλεπόμενων προϋποθέσεων του άρθρου 132 παρ. 1 περ. γ΄ του ν. 4412/2016 και κωλύει την υπογραφή του υποβληθέντος για έλεγχο σχεδίου τροποποιητικής σύμβασης.