Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΝΣΚ/519/2011

Τύπος: Γνωμοδότησεις Ν.Σ.Κ.

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ:

Δυνατότητα της Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε.Ε. Αθηνών να συναινέσει στην εξάλειψη υποθηκών που έχει εγγράψει σε δύο ακίνητα της, υπό ασφαλιστική εκκαθάριση, ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας.(...)Η Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε.Ε. Αθηνών δεν δύναται να συναινέσει στην εξάλειψη των υποθηκών που έχει εγγράψει σε ακίνητα ασφαλιστικής εταιρείας, της οποίας ανακλήθηκε οριστικά η άδεια σύστασης και λειτουργίας και τέθηκε σε ασφαλιστική εκκαθάριση, καθόσον, κατά το χρόνο εγγραφής των υποθηκών, δεν είχαν τηρηθεί οι προβλεπόμενες από το άρθρο 9 παρ.2 του ν.δ/τος 400/1970 διατυπώσεις δημοσιότητας και δη σημείωση στα οικεία βιβλία του Υποθηκοφυλακείου της υπουργικής απόφασης με την οποία δεσμεύτηκε το σύνολο της περιουσίας της ασφαλιστικής επιχείρησης και χαρακτηρίστηκε ασφαλιστική τοποθέτηση. (ομοφ.)(...)


ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΡΕΧΟΝΤΟΣ ΕΓΓΡΑΦΟΥ : 1H ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

Ε.2004/2025

Παροχή οδηγιών για εξάλειψη υποθηκών και άρση κατασχέσεων που έχουν εγγραφεί/επιβληθεί από τη Φορολογική Διοίκηση σε βάρος εταιρειών υπό ασφαλιστική εκκαθάριση, μετά την υπ’ αριθ. 564/2022 απόφαση του Αρείου Πάγου. ΑΔΑ:ΨΙ9046ΜΠ3Ζ-ΗΦΑ


ΝΣΚ/176/2020

Εφαρμογή ή μη του άρθρου 1005 (παρ.3) ΚΠολΔ σε ακίνητα που περιέρχονται στο Δημόσιο χωρίς όρο και σε ακίνητα που ανήκουν σε σχολάζουσες κληρονομίες και λοιπά θέματα εκκαθάρισης περιουσιών κατά το ν. 4182/2013.(....)1) Στις εκποιήσεις ακινήτων σύμφωνα με το άρθρο 24 του ν.4182/2013, κατά την εκκαθάριση κληρονομίας που περιήλθε στο Ελληνικό Δημόσιο, ως εξ αδιαθέτου κληρονόμο έκτης τάξης (1824 ΑΚ), υφίσταται ακούσιο νομοθετικό κενό, η συμπλήρωση του οποίου, με αναλογική εφαρμογή του άρθρου 1005 παρ. 3 ΚΠολΔ ως προς την απόσβεση υποθήκης ή προσημείωσης και την εξάλειψη των εγγεγραμμένων βαρών, με τίτλο την πράξη εξόφλησης του τιμήματος εκποίησης, μπορεί μεν να υποστηριχθεί, δεδομένου όμως ότι πρόκειται για θεωρητική προσέγγιση και αφορά την τύχη εμπραγμάτων δικαιωμάτων, το ζήτημα αυτό πρέπει να αντιμετωπισθεί νομοθετικά, για λόγους άρσης της νομικής αμφιβολίας, ασφάλειας δικαίου, χρηστής διοίκησης και αποφυγής δικαστικών εμπλοκών και των προβλημάτων που ενδέχεται μετά βεβαιότητας ότι θα προκύψουν, ματαιωμένου, κατά συνέπεια, και του σκοπού του παραπάνω νόμου για ταχεία και απρόσκοπτη εκκαθάριση των κληρονομιών που περιέρχονται στο Δημόσιο ως εξ αδιαθέτου κληρονόμο (κατά πλειοψηφία). 2) Αναλογική εφαρμογή του άρθρου 1005 ΚΠολΔ, δεν μπορεί να γίνει στην εκποίηση ακινήτου σχολάζουσας κληρονομίας, προς τούτο δε απαιτείται, σε κάθε περίπτωση, ρητή νομοθετική πρόβλεψη (ομόφωνα). 3) Η εκκαθάριση κληρονομίας, σύμφωνα με το άρθρο 31 του ν.4182/2013, λήγει μόνο με την υποβολή από τον εκκαθαριστή πλήρους έκθεσης για την από αυτόν εκκαθάριση και διοίκηση της κληρονομιαίας περιουσίας, την ύπαρξη και τα στοιχεία της οποίας διαπίστωσε κατά την εκτέλεση του έργου του, έργο το οποίο παύει με την έγκριση της οριστικής λογοδοσίας του (ομόφωνα). 4) Τα έξοδα εκκαθάρισης κληρονομίας που περιήλθε στο Ελληνικό Δημόσιο, ως εξ αδιαθέτου κληρονόμο έκτης τάξης (1824 ΑΚ) και οι αμοιβές του εκκαθαριστή της, καθώς και τα έξοδα σχολάζουσας κληρονομίας και η αμοιβή του κηδεμόνα αυτής, προαφαιρούνται, σύμφωνα με το άρθρο 975 ΚΠολΔ, πριν την κατάταξη των δανειστών (ομόφωνα).


Μον.Εφ.Αθ/118/2022

Ασφάλιση Τεχνικών Έργων:(....)Επομένως, δεν αποδείχθηκε εν προκειμένω ότι δηλώθηκε κατά τη σύναψη της ασφαλιστικής σύμβασης η αξία των πραγμάτων που ασφαλίστηκαν, ώστε να μπορεί να εφαρμοστεί στην προκειμένη περίπτωση η προβλεπόμενη από την διάταξη του άρθρου 17 παρ. 3 του Ν. 2496/1997 δυνατότητα του ασφαλιστή απαλλαγής του από το υπερβάλλον, σε περίπτωση που η αξία των πραγμάτων που δηλώθηκε κατά τη σύναψη της ασφαλιστικής σύμβασης υπερβαίνει την τρέχουσα ή, αν δεν υπάρχει, τη συνηθισμένη αξία αυτών κατά το χρόνο επέλευσης του κινδύνου (υπερασφάλιση) ή να μπορεί να προσβληθεί η επίμαχη ασφαλιστική σύμβαση ως άκυρη αν η κατά τα ανωτέρω υπερασφάλιση οφείλεται σε δόλο του λήπτη της ασφάλισης, του ασφαλισμένου ή του δικαιούχου του ασφαλίσματος. Ως εκ τούτου πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμος ο ανωτέρω ισχυρισμός της εφεσίβλητης - εναγομένης εταιρείας περί ακυρότητας της ασφαλιστικής σύμβασης, στην οποία στηρίζει η ενάγουσα - εκκαλούσα ασφαλιστική εταιρεία την απαίτηση της εναντίον της, λόγω δόλιας υπερασφάλισης, με σκοπό την κερδοσκοπία. I) Επί της υπό στοιχείο Α΄ ΕΦΕΣΗΣ (με ημερομηνία 19.6.2020 και με Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ. .../.../....2020 ενώπιον της Γραμματείας του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ. .../.../....2020 ενώπιον της Γραμματείας του Δικαστηρίου τούτου - αριθ. πινακίου ...):ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά και κατ’ ουσίαν την υπό στοιχείο I με ημερομηνία .... έφεση, η οποία έχει κατατεθεί με γενικό αριθμό κατάθεσης .... και με ειδικό αριθμό κατάθεσης .....τη Γραμματεία του Πρωτοδικείου Αθηνών, αντίγραφο δε αυτής κατατέθηκε, αυθημερόν, στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού, με γενικό αριθμό κατάθεσης .... και με ειδικό αριθμό κατάθεσης .... της εκκαλούσας – ενάγουσας ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «... ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ... Α.Ε.Γ.Α.», κατά της υπ’ αριθμ. 7354/2019 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών (Τακτική Διαδικασία). ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΙ την ως άνω υπ’ αριθμ. 7354/2019 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών (Τακτική Διαδικασία) επί της από 1.6.2011 αγωγής, με Γ.Α.Κ. .../....2011 και Α.Κ.Δ. .../....2011. ΚΡΑΤΕΙ την υπόθεση. ΔΙΚΑΖΕΙ κατ’ ουσίαν την από 1.6.2011 αγωγή, με Γ.Α.Κ. .../....2011 και Α.Κ.Δ. .../....2011. ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ ό,τι κρίθηκε απορριπτέο.ΔΕΧΕΤΑΙ εν μέρει την από 1.6.2011 αγωγή, με Γ.Α.Κ. .../....2011 και Α.Κ.Δ. .../....2011. ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ την εναγόμενη ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «... ΑΝΩΝΥΜΟΣ ... ... ΕΤΑΙΡΕΙΑ» να καταβάλει στην ενάγουσα ανώνυμη ασφαλιστική εταιρεία με την επωνυμία «... ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ... Α.Ε.Γ.Α.» το ποσό των τριάντα πέντε χιλιάδων ενενήντα έξι ευρώ και τριάντα επτά λεπτών (35.096,37€), με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επίδοσης της αγωγής και μέχρι την ολοσχερή εξόφληση. ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την επιστροφή στην εκκαλούσα ανώνυμη ασφαλιστική εταιρεία με την επωνυμία «... ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ... Α.Ε.Γ.Α.» του κατατεθέντος από αυτήν παράβολου εφέσεως, βάσει του υπ’ αριθμ. ..... ηλεκτρονικού παράβολου, συνολικού ποσού εκατό (100 €) ευρώ. ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ την εφεσίβλητη - εναγομένη ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «... ΑΝΩΝΥΜΟΣ ... ... ΕΤΑΙΡΕΙΑ» στην πληρωμή μέρους των δικαστικών εξόδων της εκκαλούσας - ενάγουσας ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «... ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ... Α.Ε.Γ.Α.» και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, το οποίο ορίζει στο ποσό των χιλίων επτακοσίων πενήντα πέντε (...55) ευρώ.

II) Επί της υπό στοιχείο Β’ ΕΦΕΣΗΣ (με ημερομηνία 13.9.2021 και με Γ.Α.Κ./Ε,Α.Κ..../.../....2021 ενώπιον της Γραμματείας του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ. .../.../14,9.2021 ενώπιον της Γραμματείας του Δικαστηρίου τούτου - αριθ. πινακίου 40): ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την υπό στοιχεία II με ημερομηνία 13.9.2021 έφεση, η οποία έχει κατατεθεί με γενικό αριθμό κατάθεσης .../....2021 και με ειδικό αριθμό κατάθεσης .../....2021 στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου Αθηνών, αντίγραφο δε αυτής κατατέθηκε, αυθημερόν, στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού, με γενικό αριθμό κατάθεσης .../....2021 και με ειδικό αριθμό κατάθεσης .../....2021. ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του κατατεθέντος από την εκκαλούσα ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «... ΑΝΩΝΥΜΟΣ ... ... ΕΤΑΙΡΕΙΑ» υπ’ αριθμ. .... ηλεκτρονικού παράβολου, συνολικού ποσού εκατό (100 €) ευρώ. ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ την εκκαλούσα ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «... ΑΝΩΝΥΜΟΣ ... ... ΕΤΑΙΡΕΙΑ» στα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «... .... ΕΤΑΙΡΙΑ» για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσό των πεντακοσίων (500) ευρώ.


ΝΣΚ/333/2013

Ανάκληση κατασχετηρίου εγγράφου Δ.Ο.Υ. εις βάρος εταιρείας τελούσας υπό ειδική εκκαθάριση του άρθρου 22 του Ν. 3606/2007.α) Η διοίκηση μπορεί να προβεί σε ανάκληση του κατασχετηρίου εγγράφου με το οποίο επιβλήθηκε κατάσχεση εις χείρας τραπεζικού ιδρύματος και επί απαιτήσεων εταιρείας που τελεί υπό ειδική εκκαθάριση, διότι η κατάσχεση επιβλήθηκε παρά τις διατάξεις του άρθρου 22 του Ν. 3606/2007, που απαγορεύουν στη συγκεκριμένη περίπτωση την αναγκαστική εκτέλεση, ενώ δεν υφίσταται υποχρέωση συμμόρφωσης προς την υπ’ αριθ. 14846/2012 απόφαση του Μ.Δ.Π. Αθηνών, η οποία δεν καταλαμβάνει την εν λόγω κατάσχεση. β) Εφόσον η διοίκηση αποφασίσει την ανάκληση αυτή, θα έχει αναδρομικές συνέπειες και πρέπει να επιστραφούν στην Τράπεζα ως αχρεωστήτως καταβληθέντα τα ήδη καταβληθέντα από την Τράπεζα χρηματικά ποσά, τα οποία στην περίπτωση αυτή δεν προσαυξάνονται με τόκο υπερημερίας. (ομοφ.) Παραπέμφθηκε στην Α΄Τακτική Ολομέλεια Ν.Σ.Κ., η οποία εξέδωσε την υπ'αριθμ. 191/2014 Γνωμοδότηση


Αρ.Π./564/2022

ΑΚΑΤΑΣΧΕΤΟ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΠΟΘΕΤΗΣΕΩΝ-ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΗ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ-ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΔΗΜΟΣΙΟΥ: (...) Kαι τούτο διότι τα πραγματικά περιστατικά που δέχθηκε το Εφετείο, και ειδικότερα ότι απαγορεύεται η κατάσχεση ή η δήμευση περιουσιακών στοιχείων της ασφαλιστικής επιχείρησης που βρίσκεται σε ασφαλιστική εκκαθάριση και συνακόλουθα η εγγραφή υποθήκης επί του επίδικου ακινήτου της ενάγουσας, στην οποία προέβη ακύρως το εναγόμενο στην ένδικη υπόθεση στην οποίαν ζητείται η εξάλειψή της από τα βιβλία υποθηκών του Δ. Σ., προς τον σκοπό διασφάλισης των συμφερόντων των ασφαλισμένων της και κάθε άλλου δικαιούχου του ασφαλίσματος, πληρούν το πραγματικό των ανωτέρω διατάξεων που ήταν εφαρμοστέες, πλην όμως εσφαλμένα δεν εφάρμοσε και δικαιολογούν το ανωτέρω πόρισμα και διατακτικό που διατύπωσε, που είναι, όπως αναφέρθηκε, ορθό. Ούτε στέρησε την απόφασή του από νόμιμη βάση, αφού από το αιτιολογικό της προσβαλλόμενης απόφασης, προκύπτουν σαφώς όλα τα περιστατικά, τα οποία είναι αναγκαία για τη κρίση του στη συγκεκριμένη περίπτωση, περί της συνδρομής των νομίμων όρων και προϋποθέσεων των διατάξεων που όμως δεν τις εφάρμοσε, κατά τα ανωτέρω, ενώ έχει τις απαιτούμενες αιτιολογίες, οι οποίες είναι σαφείς και πλήρεις και δεν αντιφάσκουν, ούτε είναι ενδοιαστικές κατά τρόπο που καθιστούν ευχερή τον αναιρετικό έλεγχο της ορθής ή μη εφαρμογής των ως άνω διατάξεων. Επομένως, οι πρώτος και δεύτερος λόγοι της ένδικης αναίρεσης από τους αρ. 1 και 19 του άρθρου 559 ΚΠολΔ με τους οποίους το αναιρεσείον ισχυρίζεται τα αντίθετα είναι αβάσιμοι και απορριπτέοι. Ομοίως απορριπτέος ως αβάσιμος είναι και ο πρόσθετος λόγος με τον οποίο, μολονότι δεν αποδίδεται, εναρίθμως, αναιρετική πλημμέλεια, κατά το νοηματικό του περιεχόμενο κρίνεται ως από τον αριθμό 1 άρθρου 559 ΚΠολΔ, το αναιρεσείον ισχυριζόμενο ότι στις εκκρεμείς κατά την 31-12-2015 ασφαλιστικές εκκαθαρίσεις, όπως εν προκειμένω, εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 240 και 241 του ν. 4364/2016 που αναγνωρίζουν προνομιακή κατάταξη του Δημοσίου για τις φορολογικές του απαιτήσεις και ότι επομένως ελλείπει το έννομο συμφέρον της ενάγουσας για την άσκηση της επίδικης αγωγής, τούτο δε διότι οι διατάξεις αυτές δεν εφαρμόζονται στις ως άνω εκκαθαρίσεις, κατά τα προαναφερθέντα. Απορρίπτει την από 24-2-2020 αίτηση του Ελληνικού Δημοσίου για αναίρεση της υπ' αριθμ. 110/2018 απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Ναυπλίου καθώς και τους από 2-3-2021 πρόσθετους λόγους.


ΕλΣυν/Τμ.4/201/2011

Από τις παραπάνω διατάξεις (άρθρο 53 του ν.δ/τος 496/1974) συνάγεται ότι απαραίτητη προϋπόθεση για την εγκυρότητα της σχετικής κατάσχεσης χρηματικής απαίτησης είναι το κατασχετήριο έγγραφο, επί ποινή ακυρότητας της κατάσχεσης, να κοινοποιείται σωρευτικώς ως εξής: α) στο Διοικητικό Συμβούλιο του Ε.Ο.Τ., ως μόνο αρμόδιο για την αναγνώριση της δαπάνης όργανο του Ε.Ο.Τ., όντας κύριος διατάκτης και αποφασίζον όργανο για τη διάθεση των πιστώσεων του προϋπολογισμού του Ε.Ο.Τ. (βλ. άρθρο 6 ν. 3878/2010 «Ρυθμίσεις θεμάτων Υπουργείου Πολιτισμού και Τουρισμού», Φ.Ε.Κ. Α΄ 161 και άρθρο 12 ν.δ/τος 496/1974), β) στην Διεύθυνση Οικονομικών Υπηρεσιών του Ε.Ο.Τ. αρμόδια υπηρεσία αυτού για την πληρωμή και για την εκκαθάριση και εντολή πληρωμής της δαπάνης (βλ. άρθρο 12 π.δ/τος 343/2001 «Οργανισμός Διάρθρωσης Υπηρεσιών του Ελληνικού Οργανισμού Τουρισμού (ΕΟΤ)» - Φ.Ε.Κ. Α΄ 231) και γ) στη Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία (Δ.Ο.Υ.) που υπάγεται φορολογικά ο καθ’ ου η κατάσχεση (πρβλ. Πράξη IV Τμήματος 76/2008, Εφετείο Λαμίας 10, 56/2010, 212/2009, Εφετείο Αθηνών 5494/2008 και Α.Π. 480/2006). Β. Το π.δ. 503/85 «Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας και Εισαγωγικός του Νόμος» (Φ.Ε.Κ. Α΄ 182) ορίζει στο άρθρο 983 ότι: «1. Η κατάσχεση στα χέρια τρίτου γίνεται με επίδοση στον τρίτο και σε εκείνον κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση εγγράφου που πρέπει να περιέχει, εκτός από τα στοιχεία του άρθρου 118, και α) ακριβή περιγραφή του εκτελεστού τίτλου και της απαίτησης βάσει των οποίων γίνεται η κατάσχεση, β) το ποσό για το οποίο επιβάλλεται η κατάσχεση, γ) επιταγή προς τον τρίτο να μην καταβάλει σε εκείνον κατά του οποίου γίνεται η εκτέλεση, δ) διορισμό αντικλήτου που κατοικεί στην περιφέρεια του ίδιου ειρηνοδικείου ή στην έδρα του πρωτοδικείου της κατοικίας του τρίτου, αν εκείνος υπέρ του οποίου γίνεται η εκτέλεση δεν κατοικεί στην περιφέρεια του ειρηνοδικείου της κατοικίας του τρίτου. (…)» και στο άρθρο 118 ότι: «Τα δικόγραφα που επιδίδονται από ένα διάδικο σε άλλον ή υποβάλλονται στο δικαστήριο πρέπει να αναφέρουν: 1) το δικαστήριο ή το δικαστή (…) και 5) τη χρονολογία (…)». Από τις ανωτέρω διατάξεις συνάγεται ότι το κατασχετήριο έγγραφο πρέπει να φέρει το προβλεπόμενο από τις διατάξεις των άρθρων 118 και 983 παρ. 1 του ΚΠολΔ αναγκαίο περιεχόμενο. Η χρονολόγηση, όμως, του κατασχετηρίου εγγράφου δεν είναι ουσιώδες στοιχείο. Τούτο δε διότι κρίσιμος δεν είναι ο χρόνος της σύνταξης του κατασχετηρίου εγγράφου, αλλά εκείνος της επίδοσής του. Ως εκ τούτου, η έλλειψη χρονολογίας σύνταξης του κατασχετηρίου εγγράφου μπορεί να αναπληρωθεί από την χρονολογία της έκθεσης επίδοσης του αχρονολόγητου κατασχετηρίου εγγράφου, χωρίς αυτό να συνεπάγεται ακυρότητα ούτε οποιοδήποτε άλλο ελάττωμα της επιβληθείσας κατάσχεσης (πρβλ. ΑΠ 198/1994).


ΣΤΕ 1210/2010

ΔΑΝΕΙΑΚΕΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ:Αίτηση ακύρωσης της  Ζ1-798/25.6.2008 (Β΄ 1353/11.7.2008) απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης.Ο λόγος είναι απορριπτέος ως αβάσιμος διότι, όπως έχει προεκτεθεί, η Διοίκηση επιτρεπτώς κατέστησε περιεχόμενο της κανονιστικής ρύθμισης μόνο το ρυθμιστικό περιεχόμενο της πιο πάνω δικαστικής απόφασης, χωρίς να θεσπίσει η ίδια περαιτέρω ειδικότερους όρους και προϋποθέσεις συμμόρφωσης των προμηθευτών προς τη ρύθμιση αυτή. Κατά τη γνώμη όμως των Συμβούλων Φ. Αρναούτογλου, Ε. Νίκα και Ι. Γράβαρη η πιο πάνω κανονιστική ρύθμιση, στην οποία δεν προσδιορίζονται συγκεκριμένα κριτήρια εφαρμογής της, είναι αόριστη και, κατά συνέπεια, ο εξεταζόμενος λόγος θα έπρεπε να γίνει δεκτός.ΙΙΙ. Συμβάσεις λογαριασμού κατάθεσης. Όρος που προβλέπει ότι το πιστωτικό ίδρυμα επιβάλλει κατά την κρίση του οποτεδήποτε έξοδα κίνησης σε κάθε λογαριασμό κατάθεσης για την περίπτωση που δεν παρουσιάζει υπόλοιπο ανώτερο από το κατώτατο όριο που θα καθορίζει κάθε φορά το ίδιο για το αντίστοιχο είδος λογαριασμού (περ. 3 α). Η ανωτέρω διάταξη τέθηκε σύμφωνα με την 1219/2001 απόφαση του Αρείου Πάγου (και όχι με την 961/2007 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, όπως προβάλλουν οι αιτούσες), με την οποία κρίθηκε ως καταχρηστικός γενικός όρος συναλλαγών που ορίζει ότι η τράπεζα «μπορεί κατά την κρίση της να επιβάλλει οποτεδήποτε έξοδα κίνησης σε κάθε λογαριασμό για την περίπτωση που δεν παρουσιάζει υπόλοιπα ανώτερα από το κατώτατο όριο που θα καθορίζει κάθε φορά η τράπεζα για το αντίστοιχο είδος λογαριασμού». Ο Άρειος Πάγος έκρινε τον όρο καταχρηστικό ως αντικείμενο στις διατάξεις των περιπτώσεων ε΄ και ια΄ του άρθρου 2 παρ. 7 του ν. 2251/1994, λόγω της ανάγκης προστασίας των δικαιολογημένων προσδοκιών του πελάτη από τις απροσδόκητες ή αιφνιδιαστικές ρήτρες, δηλαδή τις ρήτρες που μεταβάλλουν την εικόνα που δικαιολογημένα έχει δημιουργηθεί στον πελάτη αναφορικά με το ύψος του τιμήματος ή την έκταση της κύριας παροχής, στοιχεία που είναι συνήθως τα μόνα που πράγματι εξετάζει ο πελάτης κατά τη σύναψη της σύμβασης, καθώς και λόγω της αδιαφάνειάς του. Ο Άρειος Πάγος έκρινε περαιτέρω ότι, όταν πρόκειται περί συλλογικής αγωγής, ο αφηρημένος κίνδυνος που ενσωματώνει ένας τέτοιος αδιαφανής όρος για τη δικαιοπρακτική αυτοδιάθεση του υποψήφιου καταναλωτή οδηγεί στην κήρυξη ως άκυρου του σχετικού όρου, ακόμη και αν ο ενδεχόμενα εύλογος τρόπος εφαρμογής του όρου στην πράξη από τον προμηθευτή θα αρκούσε για την εξάλειψη της επικινδυνότητάς του. Προβάλλεται ότι, εφόσον ο όρος χαρακτηρίστηκε καταχρηστικός μόνο για λόγους αδιαφάνειας, η απαγόρευση συλλήβδην της χρήσης του χωρίς να αναφέρεται η προϋπόθεση της διαφάνειας δεν αποτυπώνει ορθώς το δεδικασμένο και τίθεται καθ’ υπέρβαση της νομοθετικής εξουσιοδότησης. Σύμφωνα όμως με τα ανωτέρω, το περιεχόμενο του γενικού όρου συναλλαγών που απαγορεύεται με την κανονιστική ρύθμιση συμπίπτει με τον όρο που κρίθηκε καταχρηστικός με την 1219/2001 απόφαση του Αρείου Πάγου. Εξ άλλου, στην απόφαση αυτή δεν τίθενται όροι και προϋποθέσεις, κατά την έννοια της εξουσιοδοτικής διάταξης. Κατά συνέπεια, ο λόγος αυτός πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος. Tελική διάταξη. Προβάλλεται ότι η τελική διάταξη της προσβαλλόμενης απόφασης, με την οποία ορίζεται ότι «Η απαγόρευση χρήσης των παραπάνω όρων περιλαμβάνει και τροποποιημένες διατυπώσεις ή συναφείς χαρακτηρισμούς που δεν αναιρούν ωστόσο το στίγμα της καταχρηστικότητας» έχει τεθεί καθ’ υπέρβαση της νομοθετικής εξουσιοδότησης και διευρύνει υπέρμετρα τον περιορισμό της ελευθερίας των συμβάσεων των πιστωτικών ιδρυμάτων θέτοντας απαγορεύσεις και σε άλλες περιπτώσεις, τις οποίες δεν εξειδικεύει, κατά παράβαση της δικαιοκρατικής αρχής (άρθρο 25 παρ. 1 Συντάγματος) που επιβάλλει βεβαιότητα και ασφάλεια δικαίου στους επιτρεπόμενους περιορισμούς ατομικών δικαιωμάτων. Η ανωτέρω διάταξη αποβλέπει στην αποφυγή καταστρατήγησης των ρυθμίσεων της προσβαλλόμενης υπουργικής απόφασης και έχει την έννοια ότι απαγορεύεται η αναγραφή όρων στις ρυθμιζόμενες με την προσβαλλόμενη απόφαση συμβάσεις, οι οποίοι, παρά τη διαφορετική ονομασία ή διατύπωση τους, αποτελούν, κατ’ ουσίαν, όρους ταυτόσημους με τους απαγορευθέντες με την απόφαση αυτή ως καταχρηστικούς. Με τη διάταξη, συνεπώς, αυτή δεν διευρύνεται η κανονιστική ρύθμιση που θεσπίζει η προσβαλλόμενη υπουργική απόφαση. Δεν θα ήταν, εξ άλλου, εφικτό να προβλέπονται στην προσβαλλόμενη απόφαση οι διαφορετικοί όροι που είναι δυνατόν να χρησιμοποιήσει κάθε πιστωτικό ίδρυμα προκειμένου να δηλώσει τους όρους, την αναγραφή των οποίων αυτή απαγορεύει. Κατά τη συγκλίνουσα, εξ άλλου, γνώμη του Συμβούλου Δ. Γρατσία η πιο πάνω διάταξη της προσβαλλλόμενης υπουργικής απόφασης στηρίζεται επαρκώς στη μνημονευθείσα εξουσιοδοτική διάταξη και, κατά συνέπεια, περιέχει επιτρεπτώς πρωτότυπη κανονιστική ρύθμιση. Κατά συνέπεια, ο εξεταζόμενος λόγος πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος.


ΕΣ/ΤΜ.6/668/2017

ΕΡΓΑ:Ζητείται η ανάκληση της 2/2017 Πράξης της Αναπληρώτριας Επιτρόπου της 1ης Υπηρεσίας Επιτρόπου του Ελεγκτικού Συνεδρίου (...)Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις προηγούμενες σκέψεις της παρούσας, το Τμήμα κρίνει ότι: Α) η ελεγχόμενη μικτή σύμβαση είναι κατά τον προέχοντα χαρακτήρα αυτής σύμβαση παροχής υπηρεσιών, καθόσον κατά το μεγαλύτερο μέρος της αφορά σε εκτέλεση εργασιών, όπως ορθώς κρίθηκε με την προσβαλλομένη, απορριπτομένων των περί του αντιθέτου ισχυρισμών των αιτούντων. Τούτο δε, διότι οι προπαρατεθείσες εργασίες (διαμόρφωση ή ανανέωση κόμης δέντρων, κοπή δέντρων, κλάδεμα ή ανανέωση κόμης θάμνων, βοτάνισμα , καθαρισμός χώρου φυτών και περιβάλλοντος χώρου, κόψιμο και εκρίζωση δέντρων και θάμνων) δεν εμπίπτουν στην έννοια του δημοσίου έργου, δεδομένου ότι δεν συνίστανται σε κατασκευή, επέκταση, ανακαίνιση, επισκευή, συντήρηση ή ερευνητική εργασία, το αποτέλεσμα των οποίων συνδέεται άμεσα με το έδαφος κατά τρόπο διαρκή και σταθερό. Αντιθέτως, μάλιστα, για την εκτέλεση των εργασιών αυτών δεν απαιτείται τέτοιου βαθμού εξειδικευμένη τεχνική γνώση ή τέτοιου είδους τεχνική επέμβαση, ώστε να μπορούν να χαρακτηριστούν δημόσιο έργο, αλλά δύνανται να εκτελεστούν προσηκόντως, υπό την καθοδήγηση της αρμόδιας Διεύθυνσης Τεχνικών Έργων, από επαγγελματίες χειριστές που διαθέτουν τα κατάλληλα μηχανήματα και τη συνήθη εμπειρία χρήσης τους. Ο ως άνω χαρακτηρισμός της σύμβασης δεν δύναται να μεταβληθεί από το γεγονός ότι τμήμα των προς ανάθεση εργασιών αφορά στην εκτέλεση έργου κατά την προεκτεθείσα έννοια (κατασκευή σε μεμονωμένα σημεία ισοπεδωτικής στρώσης ασφαλτομίγματος μεταβλητού πάχους μετά την υπόδειξη της υπηρεσίας-βλ. τεχνική περιγραφή), αφού οι ως άνω εργασίες αφορούν σε μικρό μόνο μέρος της συνολικής δαπάνης της σύμβασης και συγκεκριμένα, όπως προεκτέθηκε, ποσό 43.637,40 ευρώ επί συνολικής δαπάνης εργασιών ποσού 208.637,40 ευρώ και ο κύριος σκοπός της σύμβασης είναι ο καθαρισμός από τη βλάστηση των επαρχιακών οδών για τη βελτίωση της εικόνας του οδικού δικτύου και της οδικής ασφάλειας καθώς και τη μείωση του κινδύνου έναρξης και εξάπλωσης πυρκαγιών. Ενόψει αυτών, για την ανάδειξη αναδόχου δεν δύναται να τύχει εφαρμογής η εφαρμοσθείσα, εν προκειμένω, νομοθεσία περί ανάθεσης δημοσίων έργων, αλλά αντιθέτως, ως εκ του ύψους της προϋπολογιζόμενης δαπάνης, οι διατάξεις του π.δ. 60/2007, σε συνδυασμό με τις αναλογικά εφαρμοζόμενες εν προκειμένω, διατάξεις του π.δ. 118/2007. Αυτόθροη συνέπεια των ανωτέρω είναι, όπως ορθώς κρίθηκε με την προσβαλλομένη, αφενός μεν στη διακήρυξη και στο σχέδιο σύμβασης να έχουν συμπεριληφθεί όροι, οι οποίοι δεν προσήκουν στη διαδικασία ανάθεσης δημόσιας υπηρεσίας, αφετέρου δε να παρουσιάζονται ελλείψεις στη διεξαχθείσα διαγωνιστική διαδικασία. Ειδικότερα: i) κατά παράβαση της αρχής της ισότητας το δικαίωμα συμμετοχής στο διαγωνισμό περιορίσθηκε σε συγκεκριμένο μόνο κύκλο εργοληπτικών επιχειρήσεων και κοινοπραξιών, ii) κατά παράβαση του άρθρου 29 παρ. 2 του π.δ. 60/2007, λαμβανομένου υπόψη του προϋπολογισμού της υπό ανάθεση υπηρεσίας, δεν δημοσιεύθηκε περίληψη της διακήρυξης στο Συμπλήρωμα της Επίσημης Εφημερίδας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και iii) μη νομίμως επιβαρύνθηκε ο προϋπολογισμός του διαγωνισμού και εν συνεχεία η σύμβαση εκτέλεσης εργασιών, ήτοι παροχής υπηρεσιών, με κόστος γενικών εξόδων, εργολαβικού οφέλους, απροβλέπτων δαπανών και αναθεώρησης τιμών (ΕΣ VΙ Tμ. αποφ. 752/2013). Η ένταξη δε της επίμαχης σύμβασης ως υποέργο στο έργο «Συντήρηση-αποκατάσταση και άρση της επικινδυνότητας του επαρχιακού οδικού δικτύου αρμοδιότητας Π.Ε. .....ς ετών 2014-2016» δεν ασκεί εν προκειμένω επιρροή, καθόσον κρίσιμο στοιχείο για το χαρακτηρισμό αυτής ως σύμβασης έργου ή υπηρεσιών είναι το κύριο αντικείμενό της, το οποίο είναι διάφορο των λοιπών εργολαβιών, απορριπτομένου ως αβασίμου του σχετικού ισχυρισμού των αιτούντων. Β) ο διαγωνισμός μη νομίμως διενεργήθηκε από επιτροπή που δεν είχε νόμιμη συγκρότηση, ήτοι από την επιτροπή που συγκροτήθηκε με την 655/2015 απόφαση της Οικονομικής Επιτροπής της Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδος, η οποία ακυρώθηκε στη συνέχεια με την 1101/2015, όμοια, ενώ με την 1102/2015 όμοια απόφαση συγκροτήθηκε νέα επιτροπή διαγωνισμού. Συνεπώς, ορθώς αν και με άλλη αιτιολογία, κρίθηκε με την προσβαλλόμενη ότι πάσχουν ακυρότητα όλες οι γνωμοδοτήσεις αυτής καθώς και οι εκδοθείσες βάσει αυτών αποφάσεις της Οικονομικής Επιτροπής της Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδος. Επιπλέον, το Τμήμα κρίνει ότι η εν λόγω πλημμέλεια παρίσταται εν προκειμένω ουσιώδης σε συνδυασμό με τον τρίτο διακωλυτικό λόγο της Επιτρόπου, καθόσον επί της διαγωνιστικής διαδικασίας ασκήθηκε ένσταση της αιτούσας 3ης μειοδότριας κοινοπραξίας, η οποία έγινε εν μέρει δεκτή κατόπιν εισήγησης της ως άνω επιτροπής και αποκλείσθηκε μη νομίμως κατά τα κατωτέρω αναλυτικώς αναφερόμενα (υπό στοιχ. Γ) η 2η μειοδότρια κοινοπραξία, κατακυρωθείσης εν τέλει της επίμαχης σύμβασης στην ως άνω ενισταμένη, Γ) μη νομίμως αποκλείστηκε η 2η μειοδότρια κοινοπραξία «Δ.Ι. .... Ε.Ε. –….Ο.Ε» λόγω μη προσκόμισης από το πρώτο μέλος αυτής «Δ. Ι. ....» ασφαλιστικής ενημερότητας για τη σύμβαση έργου «Πρόληψη της εισαγωγής, περιορισμό της εξάπλωσης και εξάλειψη του επιβλαβούς οργανισμού Rhynchophorus Ferrugineus», που είχε υπογράψει με την Περιφέρεια Δυτικής Ελλάδος, αφού η εν λόγω σύμβαση σύμφωνα με το περιγραφικό τιμολόγιο της μελέτης αφορούσε αποκλειστικά σε εργασίες πρασίνου, οι οποίες σύμφωνα με όσα προαναφέρθηκαν (σκέψη ΙΙ.Β της παρούσας) δεν απογράφονται από τα αρμόδια τμήματα οικοδομικοτεχνικών έργων του ΙΚΑ και δεν χορηγείται γι’ αυτά ειδική ασφαλιστική ενημερότητα, αλλά καλύπτονται από τη γενική ασφαλιστική ενημερότητα της εταιρείας. Επομένως, ορθώς αν και με εν μέρει διαφορετική αιτιολογία κρίθηκε με την προσβαλλόμενη ότι κωλύεται εκ των ως άνω λόγων η υπογραφή του σχεδίου της οικείας σύμβασης, απορριπτομένων ως αβασίμων όλων των περί του αντιθέτου ισχυρισμών των αιτούντων. Περαιτέρω, ο ισχυρισμός περί συνδρομής λόγων υπέρτερου δημοσίου συμφέροντος, αναγομένων στη ματαίωση της χρηματοδότησης και της υλοποίησης του έργου πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος, διότι το δημόσιο συμφέρον εξυπηρετείται προεχόντως με την τήρηση της νομιμότητας στις διαδικασίες ανάθεσης των δημοσίων συμβάσεων, ενώ ο ισχυρισμός της αναθέτουσας αρχής περί συγγνωστής πλάνης ως προς τους δύο πρώτους διακωλυτικούς λόγους πρέπει να απορριφθεί ομοίως λόγω της πάγιας νομολογίας του Δικαστηρίου στα ζητήματα αυτά και του γεγονότος ότι οι σχετικές διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας είναι σαφείς.Δεν ανακαλεί την 2/2017 

ΑΝΑΘΕΩΡΗΘΗΚΕ ΜΕ ΤΗΝ ΕΣ/ΤΜ.ΜΕΙΖ/ΕΠΤΑΜ/1379/2017