Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΣΤΕ/1404/2005

Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 1642/1986, 1947/1991

Πράξη επιβολής ΦΠΑ....Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, με την προαναφερόμενη 39/1994 πράξη του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. ...., σε βάρος της ήδη αναιρεσείουσας εταιρείας είχε επιβληθεί ειδικό πρόστιμο 65.198.630 δραχμών, σύμφωνα με την παραπάνω διάταξη του άρθρου 48 παρ.3 του ν. 1642/1986, με την αιτιολογία ότι αυτή είχε εκπέσει φόρο προστιθέμενης αξίας εισροών συνολικής αξίας 13.039.726 δραχμών, που αφορούσε τη διαχειριστική περίοδο από 17.11.1992 έως 31.12.1993 βάσει εικονικών τιμολογίων-δελτίων αποστολής των .... και .... Σχετικώς, όπως επίσης αναφέρεται στην αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, είχε εκδοθεί η υπ’ αριθ. 17/25.5.1994 προσωρινή πράξη καταλογισμού φόρου προστιθέμενης αξίας. Το διοικητικό εφετείο, λαμβάνοντας υπόψη ότι με τη 1488/1997 απόφασή του, κατ’ αποδοχή εφέσεως του Δημοσίου εξαφανίστηκε η 4661/1995 απόφαση του Τριμελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου ... και απορρίφθηκε η προσφυγή της αναιρεσείουσας κατά της παραπάνω πράξης επιβολής φόρου προστιθέμενης αξίας και ενόψει του παρακολουθηματικού χαρακτήρα του ενδίκου προστίμου σε σχέση με τον κύριο φόρο με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση εξαφάνισε την προαναφερόμενη πρωτόδικη απόφαση (4662/1995 του Τριμελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Πειραιά) και απέρριψε την προσφυγή της αναιρεσείουσας που εστρέφετο κατά της ένδικης πράξης επιβολής προστίμου.


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

Π. 6791/645/1986

Απαλλαγή από το φόρο προστιθέμενης αξίας των αγαθών που εισπράττονται από τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών και τα μέλη του προσωπικού του.


1701/1600/1987

Διαδικασία και προϋποθέσεις απαλλαγής από το φόρο προστιθέμενης αξίας της παράδοσης αγαθών που εξάγονται στο εξωτερικό και των υπηρεσιών που συνδέονται άμεσα με την εξαγωγή των αγαθών.ΠΟΛ.71/1987


Π. 1591/1946/1987

Διαδικασία απαλλαγής από το Φόρο Προστιθέμενης αξίας της παράδοσης αγαθών που προορίζονται για τον εφοδιασμό πλοίων και πλωτών μέσων που ενεργούν πλόες εξωτερικού ή μικτούς, καθώς και υπερπόντιας αλιείας. ΠΟΛ 69/1987


ΕΣ/ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ/193/2010

ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΜΟΙ:Με τη …/12.2.2002 απόφαση των αρμόδιων Επιθεωρητριών της Οικονομικής Επιθεώρησης Αθηνών του Υπουργείου Οικονομικών καταλογίστηκε η ήδη αναιρεσείουσα, Καθηγήτρια του … Πανεπιστημίου και μέλος της Επιτροπής Παραλαβής Υλικών και Υπηρεσιών αυτού,  με το ποσό των 133.054.833 δραχμών και ήδη 390.476,40 ευρώ, το οποίο φέρεται ότι συνιστά έλλειμμα στην οικονομική διαχείριση του … Πανεπιστημίου κατά την περίοδο 1997-1998, καθώς και με τους αναλογούντες τόκους υπερημερίας, ύψους 88.691.496 δραχμών και ήδη 260.283,18 ευρώ, ήτοι συνολικά με το ποσό των 221.746.329 δραχμών και ήδη 650.759,58 ευρώ.Μετά από έφεση της αναιρεσείουσας κατά της ως άνω καταλογιστικής  απόφασης, εκδόθηκε η 1553/2004 προδικαστική απόφαση του IV Τμήματος, με την οποία διατάχθηκε η συμπλήρωση των αποδείξεων.Με την αναιρεσιβαλλόμενη 2213/2005 απόφαση του ΙV Τμήματος έγινε εν μέρει δεκτή η έφεση της αναιρεσείουσας  κατά της προαναφερόμενης  καταλογιστικής  απόφασης  και κατά  μεταρρύθμιση  αυτής  περιορίστηκε  το  καταλογισθέν σε βάρος της  ποσό σε  275.705,52 ευρώ. Με την αίτηση που κρίνεται και για τους λόγους που αναφέρονται σ’ αυτή ζητείται η αναίρεση της προαναφερόμενης απόφασης του ΙV Τμήματος.(....)Ως εκ τούτου ο σχετικός λόγος αναίρεσης, για παράβαση του άρθρου 20 παρ. 2 του Συντάγματος, είναι βάσιμος και πρέπει να γίνει δεκτή η κρινόμενη αίτηση, ενώ παρέλκει, ως αλυσιτελής η εξέταση των λοιπών αναιρετικών λόγων.Δέχεται την, από 10.2.2006, αίτηση της … του … για αναίρεση της 2213/2005 απόφασης του IV Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου.Διακρατεί και δικάζει την υπόθεση.Δέχεται την από 19.3.202  έφεση.Ακυρώνει τη …/12.2.2002 καταλογιστική απόφαση των Οικονομικών Επιθεωρητριών …, … και … της Οικονομικής Επιθεώρησης Αθηνών  του Υπουργείου Οικονομικών.


ΣΤΕ/2684/2018

Επειδή, κατά την έννοια των διατάξεων του άρθρου 16 του ν. 2639/1998, η απόφαση του Επιθεωρητή Εργασίας, με την οποία επιβάλλεται πρόστιμο σε εργοδότη για παραβάσεις της εργατικής νομοθεσίας, πρέπει να είναι αιτιολογημένη λόγω της φύσεώς της, επαγόμενη δυσμενείς συνέπειες για τον εργοδότη, η αιτιολογία, όμως, αυτή δεν απαιτείται να περιέχεται στο σώμα της διοικητικής πράξεως που επιβάλει το πρόστιμο, αλλά νομίμως συμπληρώνεται από τα στοιχεία που ευρίσκονται στον φάκελο της υπόθεσης και τα οποία ελήφθησαν υπόψη κατά την επιβολή του προστίμου (πρβλ. ΣτΕ 4979/2014, 4166/2012, 208/2012, 473/2010, 2532/2009, 2092/2006, 4585/2005, 3864/2004 κ.ά.), όπως η κλήση του εργοδότη για παροχή εξηγήσεων επί της αποδιδόμενης παράβασης. Ενόψει τούτου, η αιτιολογία της ....2002 πράξεως επιβολής προστίμου, η οποία, όπως ήδη αναφέρθηκε ανωτέρω, μνημονεύει τις εφαρμοστέες διατάξεις και τα στοιχεία τέλεσης της παράβασης (αριθμός εργαζομένων, ημέρες και ώρες απασχόλησής τους στην αναιρεσίβλητη επιχείρηση, επωνυμία της άλλης επιχείρησης στην οποία απασχολούνταν με πλήρες ωράριο), νομίμως, δε συμπληρώνεται από το 581/20.3.2002 έγγραφο περί παροχής εξηγήσεων, ως προς τον συγκεκριμένο προσδιορισμό των εργαζομένων και του χρονικού διαστήματος, εντός του οποίου παρασχέθηκε η επιπλέον απασχόληση, είναι νόμιμη. Συνεπώς, η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, κατ’ εσφαλμένη ερμηνεία των διατάξεων του άρθρου 16 του ν. 2639/1998, έκρινε ότι η πράξη επιβολής προστίμου εκδόθηκε κατά παράβαση ουσιώδους τύπου της διαδικασίας. Για τον λόγο αυτό, ο οποίος βασίμως προβάλλεται με την κρινόμενη αίτηση, πρέπει η αίτηση αυτή να γίνει δεκτή και να αναιρεθεί η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, παρέλκει δε ως αλυσιτελής η εξέταση των υπολοίπων λόγων αναίρεσης. Περαιτέρω, η υπόθεση, που χρειάζεται διευκρίνιση κατά το πραγματικό, πρέπει να παραπεμφθεί στο ίδιο δικαστήριο για νέα κρίση.


ΣΤΕ 311/2011

Συνταξιοδοτικές παροχές:Επειδή, από την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, σε συνδυασμό προς τα λοιπά διαδικαστικά έγγραφα προκύπτουν τα εξής: Με την 4864/18.03.1980 πράξη κανονισμού στρατιωτικής σύνταξης του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους απονεμήθηκε στην αναιρεσείουσα, με την ιδιότητα της διαζευγμένης θυγατέρας, σύνταξη λόγω θανάτου του πατέρα της, λοχαγού εν αποστρατεία. Η αναιρεσείουσα με την από 13.05.1987 αίτησή της προς το αναιρεσίβλητο Ταμείο, ζήτησε να της απονεμηθεί το προβλεπόμενο μέρισμα που λάμβανε ο πατέρας της ως μέτοχος του Ταμείου. Η αίτηση απορρίφθηκε με την 2430/Σ.13/8.7.1987 απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου, με την αιτιολογία ότι το δικαίωμα της αναιρεσείουσας για απονομή μερίσματος, το οποίο είχε γεννηθεί στις 30.12.1980, ημερομηνία δημοσίευσης του ν. 1105/1980, είχε αποσβεστεί, διότι δεν ασκήθηκε, κατά το άρθρο 1 παρ. 14 του ν.δ. 4198/1961, εντός πενταετίας από τη γέννησή του, δηλαδή μέχρι 30.12.1985. Ακολούθως, η αναιρεσείουσα υπέβαλε την 22213/30.11.1995 αίτηση με το ίδιο αίτημα, η οποία απορρίφθηκε με την 744/Σ.6/1996 απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου. Η αναιρεσείουσα άσκησε στις 8.4.1999 την επίδικη αγωγή (α.π. 1370/8.4.1999), με την οποία ζήτησε να αναγνωριστεί η υποχρέωση του αναιρεσίβλητου Ταμείου να της καταβάλει ποσό που αντιστοιχούσε στα μερίσματα που θα ελάμβανε από 30.12.1980 έως 30.3.1999. Το Διοικητικό Πρωτοδικείο .. εξέδωσε την 12640/1999 προδικαστική απόφαση και, ακολούθως, με την 1583/2001 απόφαση δέχτηκε εν μέρει την αγωγή, κρίνοντας ότι το δικαίωμα της αναιρεσείουσας να λάβει μέρισμα ήταν απαράγραπτο βάσει του άρθρου 31 του ν. 1027/1980 και ότι μπορούσε, συνεπώς, να ασκηθεί οποτεδήποτε, αναγνώρισε δε την υποχρέωση του αναιρεσίβλητου Ταμείου να της καταβάλει ποσό 3.216.931 δραχμών, που αντιστοιχούσε στα μερίσματα που θα ελάμβανε από 13.05.1987, ημερομηνία υποβολής της πρώτης αίτησής της, έως 30.3.1999. Κατά της απόφασης αυτής το Ταμείο άσκησε έφεση. Επ’ αυτής εκδόθηκε αρχικά η 1607/2004 προδικαστική απόφαση του Διοικητικού Εφετείου ..και, ακολούθως, η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, με την οποία έγινε εν μέρει δεκτή η έφεση, μεταρρυθμίστηκε η εκκληθείσα απόφαση και κρίθηκε ότι το δικαίωμα της αναιρεσείουσας να λάβει μέρισμα δεν υπέκειτο σε χρονικούς περιορισμούς, η απορρέουσα όμως από το δικαίωμα αυτό αξίωση υπέκειτο στη διετή παραγραφή του άρθρου 48 παρ. 3 του ν.δ. 496/1974. Με τις σκέψεις αυτές το εφετείο μεταρρύθμισε την πρωτόδικη απόφαση και περιόρισε το μέρισμα που εδικαιούτο να λάβει η αναιρεσείουσα από το Ταμείο σε 2.720 ευρώ, ποσό που αντιστοιχούσε στο χρονικό διάστημα από 1.1.1996 ως 30.3.1999. 


ΣΤΕ/345/2014

ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΜΟΙ:Ζητείται η αναίρεση της υπ’αριθ.1340/2007 αποφάσεως του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, με την οποία απορρίφθηκε έφεση της ήδη αναιρεσείουσας εταιρείας κατά της υπ’αριθ. 6969/2005 αποφάσεως του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών. Με την τελευταία αυτή απόφαση είχε απορριφθεί ανακοπή της ιδίας εταιρείας κατά της υπ’αριθ. ... αποφάσεως των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Βιομηχανίας, Ενέργειας και Τεχνολογίας, με την οποία, μεταξύ άλλων, είχε διαταχθεί η επιστροφή στο Δημόσιο τμήματος της καταβληθείσας στην αναιρεσείουσα επιχορήγησης κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του ν.1262/1982 και του ν.1682/1987 και τμήματος του ποσού που αντιστοιχούσε στην επιδότηση του επιτοκίου συναφθέντος τραπεζικού δανείου, συνολικού ύψους 103.421.000 δραχμών.(....)Ο δε ισχυρισμός της αναιρεσείουσας ότι υπήρξε ολιγωρία των οργάνων να προβούν σε αυτοψία και έλεγχο για την τήρηση των όρων που είχαν τεθεί από την εγκριτική της επένδυσης απόφαση κρίθηκε από το δικάσαν δικαστήριο ότι δεν αποδεικνυόταν από κάποιο στοιχείο, αντιθέτως, μάλιστα, στην από 18.12.1990 έκθεση του Κεντρικού Οργάνου Ελέγχου που είχε προηγηθεί, κατά τα προαναφερόμενα, της αίτησης της ανωτέρω για την οριστικοποίηση της επένδυσης, αναφερόταν ότι πριν τον έλεγχο αυτό είχε προηγηθεί και προγενέστερος όμοιος, με τον οποίο δεν είχε γίνει δεκτό ότι ο σχετικός μηχανολογικός εξοπλισμός της επίμαχης μονάδας ήταν καινούργιος, όπως απαιτείτο (αφού η επένδυση περιελάμβανε και καινούργιο μηχανολογικό εξοπλισμό), και κατά του οποίου είχε ασκηθεί σχετική ένσταση της ανωτέρω, γεγονός από το οποίο συναγόταν ότι υπήρξαν προβλήματα σχετικά με την πιστοποίηση τήρησης όλων των απαιτούμενων όρων που έπρεπε να διερευνηθούν, προκειμένου να εκδοθεί η σχετική απόφαση περί ολοκλήρωσης της επένδυσης.Απορρίπτει την υπό κρίση αίτηση.


ΔΕΚ/C‑267/2015

Στην υπόθεση C‑267/15, με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το Hoge Raad der Nederlanden (Ανώτατο Δικαστήριο, Κάτω Χώρες) με απόφαση της 29ης Μαΐου 2015, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 5 Ιουνίου 2015, στο πλαίσιο της δίκης(....)Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο αποφαίνεται: Η οδηγία 2006/112/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Νοεμβρίου 2006, σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας, έχει την έννοια ότι, υπό περιστάσεις όπως αυτές της υποθέσεως της κύριας δίκης, όπου ο υποκείμενος στον φόρο κατασκεύασε κτίριο και το πώλησε σε τιμή μικρότερη του κόστους κατασκευής του, ο εν λόγω υποκείμενος στον φόρο έχει δικαίωμα εκπτώσεως ολόκληρου του ΦΠΑ που καταβλήθηκε για την κατασκευή του κτιρίου αυτού και όχι μόνο μερικής εκπτώσεως του φόρου αυτού, κατ’ αναλογίαν των τμημάτων του εν λόγω κτιρίου τα οποία ο αγοραστής χρησιμοποιεί για οικονομικές δραστηριότητες. Το γεγονός ότι ο αποκτών παραχωρεί δωρεάν τη χρήση τμήματος του συγκεκριμένου κτιρίου σε τρίτον ουδεμία επιρροή ασκεί συναφώς.


ΕΣ/Β΄ ΕΛΑΣΣΟΝΑ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ/1498/2024

Με την κρινόμενη αίτηση ζητείται η αναίρεση της 1046/2020 αποφάσεως του Ι Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου, με την οποία απερρίφθη, ως απαράδεκτη, η από 9.7.2007 (Α.Β.Δ. 789/2015) έφεση της ήδη αναιρεσείουσας, πρώην υπαλλήλου του Υπουργείου Οικονομικών, κατά των α) 60199/0050/24.4.2007 και β) 62017/0050/14.6.2007 εγγράφων του Διευθυντή της 50ης Διεύθυνσης της Γενικής Γραμματείας Δημοσιονομικής Πολιτικής του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους. Η απορριφθείσα με την αναιρεσιβαλλόμενη έφεση παραπέμφθηκε ενώπιον του Ελεγκτικού Συνεδρίου, λόγω δικαιοδοσίας, με την 11607/2014 απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών. (...)Με τον πρώτο λόγο αναιρέσεως προβάλλεται ότι οι προσβαλλόμενες με την έφεση πράξεις «έχουν εκτελεστό χαρακτήρα, εφόσον προβαίνουν σε εντολή συγκεκριμένης ενέργειας και απειλή περί τη μη εκτέλεση της πράξεως με συγκεκριμένα αποτελέσματα. Ο διοικούμενος δι’ αυτών προσλαμβάνει την υποχρέωσή του να προβεί στην καταβολή του αναφερομένου ποσού». Ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος ως αβάσιμος αφ’ ενός διότι τα προσβληθέντα με την έφεση έγγραφα δεν αποτελούν εκτελεστές διοικητικές πράξεις, καθόσον με αυτά απλώς ενημερώθηκε η ήδη αναιρεσείουσα για τις διαπιστώσεις του ελέγχου και κλήθηκε να επιστρέψει οικειοθελώς στο Δημόσιο το ποσό των 7.076,85 ευρώ, ενώ ουδόλως, με την έκδοση των εγγράφων αυτών, μεταβάλλεται η νομική κατάσταση αυτής, η οποία αντιθέτως μεταβλήθηκε με την εν συνεχεία εκδοθείσα καταλογιστική απόφαση του Προϊσταμένου της 50ης Διεύθυνσης του Γ.Λ.Κ., αφ’ ετέρου διότι η αντίληψη της αναιρεσείουσας περί του περιεχομένου των προσβληθέντων με την έφεση εγγράφων ουδόλως ασκεί επιρροή στη νομική φύση αυτών, όπως αβασίμως υποστηρίζεται στην κρινόμενη αίτηση. Έτσι κρίνασα και η αναιρεσιβαλλομένη, ορθώς εφήρμοσε τις κρίσιμες εν προκειμένω διατάξεις, απορρίψασα την έφεση ως απαράδεκτη. Δεδομένου δε ότι με τους έτερους προβαλλόμενους λόγους αναιρέσεως αμφισβητείται το βάσιμο της αξίωσης του Δημοσίου να επιδιώξει την επιστροφή των ως άνω ποσών από την αναιρεσείουσα, δεν πλήττεται δηλαδή με αυτούς σκέψη της αναιρεσιβαλλόμενης αποφάσεως, αλλά προβάλλονται αιτιάσεις που συνέχονται με την εξέταση της ουσίας της υπόθεσης, στην οποία όμως δεν προέβη το Τμήμα με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφασή του, καθώς ορθώς, κατά τα ανωτέρω, απέρριψε την έφεση ως απαράδεκτη, οι λόγοι αυτοί είναι απορριπτέοι ως αλυσιτελώς προβαλλόμενοι. Συνεπώς πρέπει να απορριφθεί και η κρινόμενη αίτηση αναιρέσεως στο σύνολό της.



ΠΟΛ.1112/2016

Κοινοποίηση διατάξεων του άρθρου «Τροποποιήσεις του άρθρου 58 Α του ν. 4174/2013» του κατατεθέντος στην Βουλή των Ελλήνων προς ψήφιση σχεδίου νόμου «Τροποποιήσεις του Εθνικού Τελωνειακού Κώδικα προς ενίσχυση της καταπολέμησης της παράνομης εμπορίας καπνού και βιομηχανοποιημένων καπνών και Ίδρυση Συντονιστικού Κέντρου για την Καταπολέμηση του Λαθρεμπορίου, εναρμόνιση της ελληνικής νομοθεσίας προς την Απόφαση 2009/917/ΔΕΥ του Συμβουλίου της 30ης Νοεμβρίου 2009 για τη χρήση της πληροφορικής για τελωνειακούς σκοπούς και άλλες διατάξεις αρμοδιότητας Υπουργείου Οικονομικών και ενσωμάτωση στην εθνική νομοθεσία των άρθρων 15, 16 και 18 της Οδηγίας 2014/40/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 3ης Απριλίου 2014 για την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών-μελών σχετικά με την κατασκευή, την παρουσίαση και την πώληση προϊόντων καπνού και συναφών προϊόντων και την κατάργηση της Οδηγίας 2001/37/ΕΚ», αναφορικά με τα πρόστιμα για παραβάσεις σχετικές με τον φόρο προστιθέμενης αξίας .(ΑΔΑ:795ΝΗ-Δ37)