ΕΣ/Τ7/0018/2009
Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου
Διετές πρόγραμμα χρηματοδότησης κοινωφελούς επιχείρησης ... δεν μπορεί να καλύπτει λειτουργικές δαπάνες όπως αποζημιώσεις, αμοιβές μελώντου Διοικητικού Συμβουλίου της, έξοδα συντήρησης γραφείων κλπ ούτε να συνιστά τη μοναδική πηγή εσόδων της,καθώς σε αντίστοιχη περίπτωση καταστρατηγούνται τόσο οι κανόνες του ευρωπαϊκού κοινοτικού δικαίου για την κατ' αρχήν απαγόρευση χορήγησης κρατικών ενισχύσεων (βλ. άρθρο 87 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και τη σχετική νομολογία του Δ.Ε.Κ.), όσο και οι προαναφερόμενες ρυθμίσεις του άρθρου 259 του Δ.Κ.Κ., που ερμηνευόμενες τελολογικά (βλ. αιτιολογική έκθεση του ν.3463/2006), αποβλέπουν στην ίδρυση οικονομικά βιώσιμων και παραγωγικών κοινωφελών επιχειρήσεων, η λειτουργία των οποίων θα έχει αναπτυξιακή προοπτική και δεν θα στηρίζεται αποκλειστικά στην οικονομική αρωγή του Ο.Τ.Α. που τις συνέστησε.
Σχετικά Έγγραφα
ΕΣ/ΤΜ.7/80/2011
Αύξηση μετοχικού κεφαλαίου Δημοτικής Κοινωφελούς Επιχείρησης.(..). Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα αναπτύχθηκαν στις προηγούμενες σκέψεις το Τμήμα κρίνει ότι: α) Η συμμετοχή του Δήμου ... στην αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της ΔΗ.Κ.Ε.ΔΗ.Σ. δεν αντίκειται στις διατάξεις της παρ. 5 του άρθρου 259 του Δ.Κ.Κ., αφού ουσιαστικά σκοπό έχει την εξόφληση των υποχρεώσεων και την εξυγίανση της μετατρεπόμενης αμιγούς δημοτικής επιχείρησης, ούτως ώστε η νέα επιχείρηση, η οποία, λόγω της φύσης της ως κοινωφελούς, έχει εκ των πραγμάτων περιορισμένη οικονομική αυτοδυναμία, να είναι σε θέση να προχωρήσει στην υλοποίηση των προβλεπόμενων από το διετές πρόγραμμα δράσεων, εκ των οποίων άλλες αποτελούν συνέχεια των δράσεων της αμιγούς επιχείρησης και άλλες αναλαμβάνονται για πρώτη φορά από τη νέα επιχείρηση (π.χ. λειτουργία κινηματογράφου και μουσείου). β) Το αποτέλεσμα της εκμετάλλευσης της ΔΗ.Κ.Ε.ΔΗ.Σ. κατά το πρώτο χρονικό διάστημα της λειτουργίας της (τελευταίο τρίμηνο του έτους 2008, 2009 και 2010) παρουσιάζει θετικό πρόσημο μεταξύ της διαφοράς εσόδων και εξόδων των δράσεων της, η δε βιωσιμότητά της δεν στηρίζεται αποκλειστικά στην χρηματοδότηση του Δήμου, ενόψει αφενός της πρόβλεψης ίδιων εσόδων από τους χρήστες των υπηρεσιών της, ήτοι 27.500,00 ευρώ κατά το τελευταίο τρίμηνο του έτους 2008 και 276.900,00 ευρώ το έτος 2009 και αφετέρου της αναμενόμενης χρηματοδότησης μέρους των δράσεών της από κοινοτικά ή εθνικά προγράμματα. Συνεπώς, κρίνεται βιώσιμη κατά τη μετατροπή της η κοινωφελής επιχείρηση, εφόσον τα εκτιμώμενα έσοδα αυτής, είτε από τις ανωτέρω χρηματοδοτήσεις είτε από αποζημίωση που καταβάλλουν οι χρήστες των υπηρεσιών της, της επιτρέπουν να αναλάβει πάνω από το ήμισυ των εξόδων λειτουργίας της και δεν στηρίζεται αποκλειστικά στη χρηματοδότηση του Δήμου που τη συνέστησε.(..)Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, το κρινόμενο χρηματικό ένταλμα θα μπορούσε να θεωρηθεί, εάν δεν είχε λήξει το οικονομικό έτος 2010, σε βάρος των πιστώσεων του οποίου είχε εκδοθεί.
ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.7/160/2019
Με τα ανωτέρω δεδομένα η εντελλόμενη δαπάνη είναι μη νόμιμη, καθόσον δεν πληρούνται εν προκειμένω οι προϋποθέσεις του άρθρου 259 παρ. 1 του ν.3463/2006, όπως ισχύει μετά την τροποποίησή της με το άρθρο 10 παρ. 14 του ν.4071/2012 βλ. και 41179/2014 απόφαση Υπουργού Εσωτερικών, ΦΕΚ Β΄ 2970). Τούτο δε, διότι δεν προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου α) η σύνταξη ετήσιου προγράμματος δράσης έτους 2017 της ΔΗ.Κ.Ε.Ο.Λ. και β) η υποβολή προς το Δημοτικό Συμβούλιο .... του προϋπολογισμού της ΔΗ.Κ.Ε.Ο.Λ. έτους 2017, συνοδευόμενου από εισηγητική έκθεση του Διοικητικού Συμβουλίου της, η οποία τεκμηριώνει τα έσοδα και τα έξοδα της, σύμφωνα με το ετήσιο πρόγραμμα δράσης της έτους 2017. Ωστόσο, οι αρμόδιες υπηρεσίες του Δήμου δεν ενήργησαν με πρόθεση καταστρατήγησης των σχετικών διατάξεων αλλά συγγνωστώς λαμβανομένου υπόψη του γεγονότος ότι πρόκειται για την τρίτη δόση χρηματοδότησης έτους 2017 και του ότι στο υποβληθέν και εγκριθέν από το οικείο Δημοτικό Συμβούλιο διετές πρόγραμμα δράσης της ΔΗ.Κ.Ε.Ο.Λ. εξειδικεύονται και τεκμηριώνονται επαρκώς ανά έτος δράσης τα έσοδα-έξοδα της Επιχείρησης καθώς και το ποσό της χρηματοδότησης που θα απαιτηθεί από το Δήμο. Συνεπώς, το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα θα μπορούσε να θεωρηθεί λόγω συγγνωστής πλάνης, αν δεν είχε λήξει το οικονομικό έτος 2018, τις πιστώσεις του οποίου βαρύνει.
ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.7/204/2016
ΕΠΙΧΟΡΗΓΗΣΗ:Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη μείζονα σκέψη της παρούσας πράξης, το Κλιμάκιο κρίνει ότι, καίτοι είναι δυνατή η καταβολή επιχορήγησης σε δημοτική κοινωφελή επιχείρηση από τον οικείο Δήμο που τη συνέστησε, για την υλοποίηση των δραστηριοτήτων και προγραμμάτων που προβλέπονται στο Ετήσιο Πρόγραμμα Δράσης αυτής, η τοιαύτη δυνατότητα τελεί υπό αυστηρές προϋποθέσεις, που προβλέπονται στη διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 259, οι οποίες δεν πληρούνται εν προκειμένω, όπως βασίμως προβάλλεται από τον διαφωνούντα Αναπληρωτή Επίτροπο. Τούτο διότι δεν προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου ότι η απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου του Δήμου ....., με την οποία εγκρίθηκε ο προϋπολογισμός του ΔΗΠΕΘΕ - ΚΕΔΚ για το οικονομικό έτος 2015 (βλ. την 6-175/29.4.2015 απόφαση «έγκρισης της υπ’ αριθμον 2/4ης/24.2.2015 απόφασης του ΔΣ ΔΗΠΕΘΕ ..... περί του Προϋπολογισμού έτους 2015»), συνοδεύτηκε από εισηγητική έκθεση του Διοικητικού Συμβουλίου του, η οποία τεκμηριώνει τα έσοδα και τα έξοδα αυτού (ώστε η διαφορά τους να αποτελέσει αντικείμενο της εκ μέρους του Δήμου χρηματοδότησης) σύμφωνα με το ετήσιο πρόγραμμα δράσης του ως άνω νομικού προσώπου για το έτος 2015 (η σύνταξη και η έγκριση του οποίου επίσης δεν προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου). Αντιθέτως, αβασίμως προβάλλεται από τον Αναπληρωτή Επίτροπο ότι, κατά παράβαση της 16/10819/22.2.2007 εγκυκλίου του Υπουργείου Εσωτερικών, Δημοσίας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, δεν επισυνάφθηκε απόφαση έγκρισης του Δημοτικού Συμβουλίου της χρηματοδότησης της εν λόγω επιχείρησης για τις δραστηριότητές της ή «(…) για την εξυπηρέτηση αποκλειστικά συγκεκριμένων και προγραμματισμένων κοινωφελών δράσεων (…)», καθόσον η ως άνω εγκύκλιος με την οποία «επιδιώκεται η παρουσίαση των διατάξεων του νέου Δημοτικού και Κοινοτικού Κώδικα», η οποία, άλλωστε, εκδόθηκε πριν από την αντικατάσταση της παρ. 1 του άρθρου 259 του ΔΚΚ με την παρ. 14 του άρθρου 10 του ν. 4071/2012, δεν εισάγει δίκαιο και δεν δεσμεύει το Ελεγκτικό Συνέδριο κατά τον προληπτικό έλεγχο των δαπανών. Τέλος, οι αναφερόμενοι στη σκέψη Ι της παρούσας πράξης υπό στοιχεία α) και β) λόγοι διαφωνίας, που προβάλλονται από τον Αναπληρωτή Επίτροπο το πρώτον ενώπιον του παρόντος Κλιμακίου, με την από 24.3.2015 έκθεσή του, είναι απορριπτέοι ως απαράδεκτοι διότι, ως προς τους λόγους αυτούς, δεν έχει τηρηθεί η οριζόμενη από τον Κώδικα Νόμων για το Ελεγκτικό Συνέδριο προδικασία (βλ. άρθρο 32 παρ. 1 του Κώδικα αυτού, που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 4129/2013, ΦΕΚ Α΄ 52), ούτε ο Δήμος έχει εκφέρει σχετικώς τις απόψεις του (βλ. ΕΣ Κλ.Πρ.Ελ.Δαπ. στο VII Tμ. 395, 376, 94/2015 κ.ά.). Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η εντελλόμενη με το υπό κρίση χρηματικό ένταλμα δαπάνη δεν είναι νόμιμη και ως εκ τούτου αυτό δεν πρέπει να θεωρηθεί.
ΕλΣυν.Κλ.Τμ7/241/2017
Σύμβαση παροχής διαφημιστικών υπηρεσιών: Με δεδομένα αυτά, μεταξύ του Δήμου … και του ως άνω αθλητικού σωματείου έχει συναφθεί σύμβαση παροχής διαφημιστικών υπηρεσιών εξ επαχθούς αιτίας, η οποία συνιστά νόμιμη πηγή αντλήσεως πόρων, κατά την έννοια του άρθρου 3 παρ. 4 του καταστατικού του. Συνακόλουθα, το ποσό των 5.250 ευρώ δεν συνιστά χρηματική επιχορήγηση του Δήμου προς το σωματείο, αλλά συμβατική αντιπαροχή του Δήμου προς αυτό έναντι του παρεχόμενου διαφημιστικού χρόνου.Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, η εντελλόμενη δαπάνη είναι νόμιμη και το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα πληρωμής πρέπει να θεωρηθεί.
ΣΤΕ/2266/2016
Επειδή, περαιτέρω, με τις κρινόμενες αιτήσεις προβάλλεται ότι, κατά παράβαση του άρθρου 17 του Συντάγματος, δεν έχει εκδοθεί η απαιτούμενη βεβαίωση για το ύψος της προκαλουμένης από την κήρυξη της απαλλοτριώσεως δαπάνης, ενώ, επίσης, δεν αναφέρεται η πηγή από όπου θα γίνει η χρηματοδότηση του κόστους της απαλλοτριώσεως, μη αρκούσης της γενικής αναφοράς ότι η χρηματοδότηση θα γίνει μέσω προγραμμάτων ΕΣΠΑ. Σχετικός λόγος της προσφυγής της αιτούσης απορρίφθηκε με την προσβαλλομένη απόφαση της Ειδικής Επιτροπής του άρθρου 152 του ν. 3463/2006, με την ακόλουθη αιτιολογία: «Από τον φάκελο της υπόθεσης προκύπτει ότι το Δημοτικό Συμβούλιο προχώρησε στην 122/2012 απόφαση για την υποβολή πρότασης στο πρόγραμμα 'Περιβάλλον – Αειφόρος Ανάπτυξη 2007-2013' για το έργο Αποκατάσταση Χ.Α.Δ.Α. Δήμου ..., ενώ με την υπ' αριθμ. 142/2012 απόφαση του Δ.Σ. αναφέρεται η πηγή από την οποία θα καλυφθεί η σχετική δαπάνη. Η δε απόφαση 142/2012 μνημονεύεται στην προσβαλλομένη απόφαση του Δήμου ικανοποιώντας έτσι τις προϋποθέσεις του νόμου (άρθρο 212 του Ν. 3463/06 παράγραφος ε). Τέλος, η Επιτροπή που εκτιμά την αξία του απαλλοτριουμένου ακινήτου σύμφωνα με το άρθρο 15 του Ν. 2882/2001 επιλαμβάνεται μετά την κήρυξη της αναγκαστικής απαλλοτρίωσης». Όπως, όμως, προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, στην προσβαλλομένη απόφαση περί κηρύξεως αναγκαστικής απαλλοτριώσεως δεν γίνεται αναφορά ούτε στο ύψος της προκαλουμένης από αυτήν δαπάνης ούτε στην πηγή, από την οποία αυτή θα καλυφθεί. Εξάλλου, η έλλειψη αυτή δεν δύναται να αναπληρωθεί από την ως άνω 142/2012 απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου ... Και τούτο, διότι, ανεξαρτήτως του εάν η αναφορά στην εν λόγω απόφαση, ότι αποφασίζεται η «χρηματοδότηση της απαλλοτρίωσης τμήματος οικοπέδου για την αποκατάσταση του Χ.Α.Δ.Α. μέσω του προγράμματος ΕΣΠΑ», πληροί την τιθέμενη από τον νόμο προϋπόθεση για συγκεκριμένη μνεία της πηγής από την οποία θα καλυφθεί η προκαλουμένη δαπάνη, πάντως, ούτε στην απόφαση αυτή γίνεται μνεία του ύψους της εν λόγω δαπάνης, ενώ, εξάλλου, η διάταξη του άρθρου 15 του ν. 2882/2001 δεν τυγχάνει, εν προκειμένω, εφαρμογής, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην όγδοη σκέψη. Κατ’ ακολουθία, η μεν προσβαλλομένη απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου ... έχει εκδοθεί κατά παράβαση του ως άνω ουσιώδους τύπου της διαδικασίας, η δε προσβαλλομένη απόφαση της Ειδικής Επιτροπής δεν φέρει νόμιμη αιτιολογία, όπως βασίμως προβάλλεται.Επειδή, πρέπει να γίνει δεκτή η υπό κρίση αίτηση ακυρώσεως για τους ως άνω λόγους, βασίμως προβαλλόμενους, και να ακυρωθούν η 132/2012 απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου ... και η 5/4.2.2013 απόφαση της Ειδικής Επιτροπής (πρβλ. ΣτΕ 1809/2003, 3382/1994). Ακυρουμένων δε των ως άνω αποφάσεων, για λόγους βασίμως προβαλλομένους, καθίσταται αλυσιτελής η εξέταση των λοιπών λόγων ακυρώσεως.
ΕΣ/ΤΜ.7/51/2012
Συμμετοχή του Δήμου στην αύξηση του μετοχικού της κεφαλαίου εταιρίας.(..)Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω, το Τμήμα κρίνει ότι όσον αφορά στους προβαλλόμενους από το διαφωνούντα Επίτροπο λόγους μη θεώρησης του ελεγχόμενου εντάλματος, η εντελλόμενη με αυτό δαπάνη είναι νόμιμη, διότι από τα στοιχεία του φακέλου και ιδίως από το περιεχόμενο της προσκομισθείσας οικονομοτεχνικής μελέτη βιωσιμότητας της φερόμενης ως δικαιούχου ανώνυμης δημοτικής εταιρείας, η οποία (μελέτη) έχει το οριζόμενο στην 43886/3.8.2007 απόφαση του Υφυπουργού Εσωτερικών Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης περιεχόμενο, προκύπτει ότι η αύξηση του μετοχικού της κεφαλαίου αποσκοπεί στην υλοποίηση ενός επενδυτικού προγράμματος και στην επέκταση των καταστατικών της δραστηριοτήτων που θα έχουν ως επακόλουθο την αύξηση του κύκλου εργασιών της και των εσόδων της κατά τα επόμενα πέντε έτη, γεγονός που θα καταστήσει αυτήν όχι απλά βιώσιμη αλλά κερδοφόρα. Εξάλλου, ο προβαλλόμενος ισχυρισμός του διαφωνούντος Επιτρόπου ότι δεν προσκομίστηκαν στοιχεία διαχείρισης κατά την πρώτη περιόδο χρήσης της ανωτέρω δημοτικής ανώνυμης εταιρείας πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος, καθόσον, κατόπιν του 47674/13.9.2011 εγγράφου του, προσκομίστηκαν οι ισολογισμοί των δύο πρώτων εταιρικών χρήσεων της εταιρείας, από τους οποίους προκύπτουν κέρδη ποσού 15.827,96 ευρώ για το έτος 2009 και ποσού 42.882,09 ευρώ για το έτος 2010. Περαιτέρω, από τις προεκτιθέμενες διατάξεις δεν συνάγεται απαγόρευση αύξησης του μετοχικού κεφαλαίου δημοτικής ανώνυμης εταιρείας μέσα στο πρώτο εξάμηνο λειτουργίας της, ενώ εν προκειμένω το ποσό αύξησης του μετοχικού κεφαλαίου της φερόμενης ως δικαιούχου εταιρείας κατά 500.000,00 ευρώ είναι κατώτερο του ιδρυτικού της κεφαλαίου (775.000,00 ευρώ). Τέλος, και ο ισχυρισμός του Επιτρόπου ότι από την προαναφερόμενη οικονομοτεχνική μελέτη βιωσιμότητας προκύπτει ότι με την ως άνω χρηματοδότηση του Δήμου ... προς τη φερόμενη ως δικαιούχο εταιρεία καταστρατηγούνται τόσο οι κανόνες του ευρωπαϊκού κοινοτικού δικαίου για την κατ’ αρχήν απαγόρευση χορήγησης κρατικών ενισχύσεων, όσο και οι διατάξεις του 259 του ν. 3463/2006, ανεξαρτήτως της αοριστίας του, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, δεδομένου ότι από κανένα στοιχείο του φακέλου δεν προκύπτει ότι το ποσό της αύξησης του μετοχικού κεφάλαιου της φερόμενης ως δικαιούχου εταιρείας πρόκειται να αναλωθεί για την κάλυψη των λειτουργικών της δαπανών και την ταμειακή της διευκόλυνση προκειμένου να εξυπηρετήσει τις οικονομικές της υποχρεώσεις προς τρίτους. Ως εκ τούτου, οι προβαλλόμενοι λόγοι διαφωνίας είναι αβάσιμοι και εφόσον δεν συντρέχει άλλος λόγος μη νομιμότητας της δαπάνης, το χρηματικό ένταλμα θα μπορούσε να θεωρηθεί αν δεν είχε λήξει το οικονομικό έτος τις πιστώσεις του οποίου βαρύνει.
ΣτΕ/326/2008
Επειδή, σύμφωνα με τις θεμελιώδεις αρχές της ισότητος των διαγωνιζομένων και της διαφάνειας, οι οποίες διέπουν το δίκαιο των δημοσίων συμβάσεων και κατοχυρώνονται ήδη ρητώς στο άρθρο 2 της οδηγίας 2004/18/ΕΚ, όταν η αναθέτουσα αρχή επιλέγει ως κριτήριο αναθέσεως δημοσίας συμβάσεως το προβλεπόμενο στο άρθρο 53 της αυτής οδηγίας κριτήριο της πλέον συμφέρουσας από οικονομική άποψη προσφοράς, οφείλει, προκειμένου να διασφαλισθούν συνθήκες πραγματικού ανταγωνισμού, να οργανώσει κατά τέτοιο τρόπο τη διαγωνιστική διαδικασία, ώστε να καταστεί απολύτως αδύνατος ο επηρεασμός της αξιολογήσεως των τεχνικών προσφορών από το ύψος των οικονομικών προσφορών (πρβλ. ΣτΕ 2283/2006, 1452/2000, 2478/1997, καθώς και Ε.Α. 1234/2007, 599/2007, 374/2007, 21/2006, 44/2005, 51/2002 κ.ά.). Κατά συνέπεια, διατάξεις Διακηρύξεως, οι οποίες δεν διασφαλίζουν πλήρως ότι η αξιολόγηση των τεχνικών προσφορών διενεργείται και περατώνεται σε χρόνο κατά τον οποίον δεν έχουν ακόμη αποσφραγισθεί οι οικονομικές προσφορές ή διατάξεις Διακηρύξεως, οι οποίες επιτρέπουν έστω και τον έμμεσο ή κατά προσέγγιση προσδιορισμό του ύψους των οικονομικών προσφορών προ της αποσφραγίσεώς τους, είναι ανίσχυρες ως αντικείμενες στις ανωτέρω θεμελιώδεις αρχές. Και ναι μεν θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι η ως άνω ερμηνεία της οδηγίας 2004/18/ΕΚ δεν είναι απηλλαγμένη από κάθε εύλογη αμφιβολία και ότι, ως εκ τούτου, τίθεται ζήτημα υποβολής σχετικού προδικαστικού ερωτήματος στο Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (βλ. σχετικώς Δ.Ε.Κ. απόφαση της 6.10.1982, 283/1981, CILFIT, Συλλογή 1982, σελ. 3415), τούτο, όμως, δεν υποχρεώνει την Επιτροπή Αναστολών στην υποβολή προδικαστικού ερωτήματος στο Δ.Ε.Κ. κατ’ εφαρμογή του άρθρου 234 παράγραφος 3 της Συνθήκης περί Ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητος, δοθέντος ότι η υπό κρίση αίτηση αφορά, πάντως, στην παροχή προσωρινής δικαστικής προστασίας, ενώ το τιθέμενο ζήτημα ερμηνείας της οδηγίας 2004/18/ΕΚ και, επομένως, το ενδεχόμενο να παραπεμφθεί επί του ζητήματος τούτου προδικαστικό ερώτημα στο Δ.Ε.Κ., θα εξετασθεί εκ νέου στο πλαίσιο της ακυρωτικής δίκης, η οποία θα ανοιγεί εάν η αιτούσα ασκήσει συναφή αίτηση ακυρώσεως (βλ. Δ.Ε.Κ. αποφάσεις της 24.5.1977, 107/76, Hoffmann – La Roche, Rec. 1977, p. 957, σκέψεις 4-6 και της 27.10.1982, 35-6/82, Morson και Jhanjan, Συλλογή 1982, σελ. 3723, σκέψεις 8 – 10, καθώς και Ε.Α 400/2005, 80-3/2005, 240/2004, 81/2004, 684/2003, 73/1999 κ.ά).
ΕΣ/Τ7/16/2005
H δυνατότητα <επιχορήγησης> δημοτικών επιχειρήσεων από το Δήμο στα πλαίσια της κατάρτισης προγραμματικών συμβάσεων, έχει την έννοια της δυνατότητας χρηματοδότησης για την εκπλήρωση των όρων αυτών και όχι της οικονομικής ενίσχυσης των επιχειρήσεων αυτών για την επίτευξη των καταστατικών σκοπών ή στόχων τους (πρβλ. και 2/378/0026/8.1.1999 έγγραφο Υφυπουργού Οικονομικών προς τις Υ.Δ.Ε.). Η αντίθετη εκδοχή θα προσέκρουε όχι μόνο στο πνεύμα της μνησθείσης διατάξεως του άρθρου 277 του Δ.Κ.Κ., που προβλέπει την κατ΄ εξαίρεση <επιχορήγηση> των δημοτικών επιχειρήσεων και μόνο για τη σύναψη προγραμματικών συμβάσεων κατά το άρθρο 35 του ίδιου Κώδικα για την εκτέλεση έργων, παροχή υπηρεσιών κλπ., δηλαδή στην χρηματοδότηση για τη σύναψη αυτών (προγραμματικών συμβάσεων), αλλά και στις κοινοτικές διατάξεις( άρθρο 87 Συνθ. Ε.Κ.), που απαγορεύουν την οικονομική ενίσχυση των επιχειρήσεων γενικά προς αποφυγή νόθευσης του υγιούς ανταγωνισμού.Συνακόλουθα, και σε συνδυασμό με τις προαναφερθείσες διατάξεις του Δ.Κ.Κ., όταν οι εν λόγω επιχειρήσεις συμμετέχουν σε προγραμματική σύμβαση που συνάπτεται μεταξύ ενός Δήμου και ενός Ν.Π.ΔΔ.. για την ανάπτυξη μιας περιοχή και αναλαμβάνουν επιπρόσθετα, έναντι αμοιβής, την υλοποίηση του αντικειμένου της σύμβασης με την εκ μέρους τους παροχή υπηρεσιών, την οποία θα μπορούσε να αναλάβει και οποιοσδήποτε τρίτος ιδιώτης, είναι υποκείμενα φόρου προστιθέμενης αξίας για το ποσό που λαμβάνουν για την παροχή της υπηρεσίας και συνεπώς, υποχρεούνται, κατά την είσπραξη του εν λόγω ποσού, στην έκδοση του προβλεπόμενου από τον Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων τιμολογίου στο οποίο πρέπει να συνυπολογίζεται και ο αναλογών Φ.Π.Α..Σε κάθε περίπτωση, τυχόν απαλλαγή της ΑΝ.Ε.Δ.Κ. από το Φ.Π.Α. που αναλογεί στο ποσό που της καταβάλλεται για την εκτέλεση της εν λόγω υπηρεσίας, στο οποίο εμπεριέχονται το λειτουργικό κόστος, η αμοιβή της και κάθε είδους λοιπές δαπάνες (παραγωγικές ή μη ) θα οδηγούσε, σύμφωνα και με την πάγια νομολογία του Δ.Ε.Κ. (βλ. C-45/01, C-141/00, C-498/03), σε παραβίαση της αρχής της φορολογικής ουδετερότητας, η οποία απαγορεύει τη διαφορετική μεταχείριση, όσον αφορά την είσπραξη του Φ.Π.Α., των επιχειρηματιών που παρέχουν τις ίδιες υπηρεσίες καθώς και σε στρέβλωση του ανταγωνισμού, Αφού οι επίμαχες υπηρεσίες θα μπορούσαν να ανατεθούν σε ιδιώτη – επιχειρηματία, χωρίς την απαλλαγή του Φ.Π.Α.
ΕΣ/ΤΜ.ΕΒΔΟΜΟ/26/2021
Δημοσιονομική διόρθωση ποσού...Κατά την κρίση του Δικαστηρίου, από τα υποβληθέντα ως άνω στοιχεία, που σε κάθε περίπτωση έχουν αποσπασματικό χαρακτήρα, δεν δύναται να πιθανολογηθεί ότι η άμεση εκτέλεση της προσβαλλόμενης απόφασης θα επιφέρει στο αιτούν βλάβη δυσχερώς επανορθώσιμη σε περίπτωση ευδοκίμησης της έφεσής του. Περαιτέρω, το αιτούν δεν ανταποκρίθηκε στο βάρος υποβολής δήλωσης του παγκόσμιου εισοδήματός του από κάθε πηγή, καθώς και της εν γένει περιουσιακής του κατάστασης οπουδήποτε στην Ελλάδα και στην αλλοδαπή (βλ. σκ. 7), ούτε προσκόμισε «στοιχεία για την απόδειξη των προβαλλόμενων ισχυρισμών του», αν και κλήθηκε σχετικώς, με την προαναφερθείσα ΑΒΔ 4834/2021 πράξη. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, η ένδικη αίτηση πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμη.
ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.7/205/2012
Επιχορήγηση συλλόγου. (..)Ως πολιτιστικές νοούνται οι εκδηλώσεις εκείνες οι οποίες συμβάλλουν στην προαγωγή της καλλιέργειας και της πνευματικής ανάπτυξης των συμμετεχόντων σε αυτές καθώς και εκείνες που αποσκοπούν στη θεραπεία των γραμμάτων και των τεχνών (π.χ. συζητήσεις ή εκδηλώσεις για τη λογοτεχνία, τη μουσική, την πολιτιστική κληρονομιά ενός τόπου, θεατρικές ή μουσικές παραστάσεις, επισκέψεις και ξεναγήσεις σε χώρους ιστορικού ή θρησκευτικού ενδιαφέροντος κ.λπ.) και όχι αυτές που αποβλέπουν κυρίως στην ψυχαγωγία ή τη διασκέδαση των ατόμων που τις παρακολουθούν..Εξάλλου, ως κοινωνικές θεωρούνται οι δραστηριότητες που απευθύνονται και επηρεάζουν έναν ευρύτερο κύκλο προσώπων και όχι αυτές που στοχεύουν αποκλειστικά στην ενίσχυση των μελών του συλλόγου και την ενδυνάμωση των μεταξύ τους δεσμών(..)Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην προηγούμενη σκέψη, το Κλιμάκιο κρίνει, ότι δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 202 του Δ.Κ.Κ. του ν. 3463/2006 για την επιχορήγηση του ως άνω συλλόγου, διότι, ο σύλλογος αυτόν αν και αναπτύσσει, όπως προκύπτει από το καταστατικό του, πολιτιστικές, και κοινωνικές δραστηριότητες, η δραστηριότητα για την οποία παρέχεται η επιχορήγηση δεν αφορά στην πραγματοποίηση κοινωνικών και πολιτιστικών εκδηλώσεων, αλλά στην ανάπτυξη δράσεων για την ενίσχυση των μελών του συλλόγου και την ενδυνάμωση των δεσμών του με τους άλλους συλλόγους της περιοχής...Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η εντελλόμενη δαπάνη είναι μη νόμιμη και το υπό κρίση χρηματικό ένταλμα δεν πρέπει να θεωρηθεί.